- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Ο λόγος προφανώς για την Αθήνα. Μάλιστα, ο στίχος του Χατζιδάκειου τραγουδιού, απ’ όπου ο τίτλος, θα μπορούσε να συμπληρωθεί κάπως σαν «Χαρά (των κολασμένων) της Γης και της (Χρυσής) Αυγής». Όμως, και για τους «κολασμένους» που έχουν συρρεύσει και συρρέουν κατά χιλιάδες στη χώρα μας, είναι άραγε η Αθήνα «χαρά»; Πολύ αμφιβάλλω, ιδιαίτερα με όσα βλέπουν πια τα μάτια μας.
Μιας και έπιασα τα τραγούδια για την Αθήνα σήμερα, θα μπορούσε, σκέφτομαι, αυτοί οι (λιγότερο ή περισσότερο) απελπισμένοι που έχουν κατακλύσει την πόλη να τραγουδούν κάτι σαν «Τίρανα, Ντάκα, Καράτσι, Καμπούλ, Τιφλίδα, καμιά, μα καμιά, σαν εσένα Αθήνα δεν είδα», κατά το παλιό εκείνο «Λόντρα, Παρίσι κ.λπ.».
Αυτά τα τραγουδιστικά, για να ελαφρύνει και λίγο η ατμόσφαιρα, μιας και η κατάσταση είναι άσχημη, πολύ άσχημη, και σε αυτό το πεδίο (αφήνω, προς στιγμήν, τα οικονομικά της χώρας στην άκρη). Εύκολες λύσεις δεν υπάρχουν. Ας αρκεστώ, λοιπόν, σε ορισμένα στιγμιότυπα και ορισμένες σκέψεις.
Φίλος μού είπε ότι φίλος του συνομιλούσε έξω από το Πολυτεχνείο με δυο γνωστούς του. Πριν τους συναντήσει, είχε αγοράσει μια τυρόπιτα την οποία και μασουλούσε. Διερχόμενος αλλοδαπός ή ημεδαπός (πόση σημασία έχει;) τού άρπαξε τη δαγκωμένη(!) τυρόπιτα και το ’βαλε στα πόδια. Ο ίδιος φίλος μού διηγήθηκε ότι γνωστή του, έχοντας μόλις ψωνίσει στο «ΑΒ» της Κηφισιάς (σε κεντρικότατο σημείο, παρακαλώ, με μεγάλη κίνηση), μετέφερε τις σακούλες με το καροτσάκι προς το παρκαρισμένο αυτοκίνητό της, όταν νεαρός άρπαξε δυο-τρεις σακούλες και εξαφανίστηκε.
Προ ημερών, άκουγα τον Χουβαρδά να εξαγγέλλει το φιλόδοξο πρόγραμμα του Εθνικού Θεάτρου για τα επόμενα δύο χρόνια. Καθώς τον άκουγα, συνειδητοποίησα ότι το μυαλό μου είχε φύγει από τα έργα που θα ανεβαστούν και τους συντελεστές τους και είχε επικεντρωθεί στο ερώτημα: καλά όλα αυτά, όμως πώς θα φτάσουν/με οι θεατές στην οδό Αγίου Κωνσταντίνου, και κυρίως πώς θα αποχωρήσουν/με αργά το βράδυ;
Εν μέσω αυτής της κόλασης (ή έστω, του προθαλάμου της) που επικρατεί σε ουκ ολίγες περιοχές της Αθήνας, πώς να μη φουντώσουν ακόμα περισσότερο τα κάθε λογής άνθη του κακού; Ή μήπως άνθη του κρετινισμού; Ή μήπως το ένα δεν αποκλείει το άλλο, αφού τα κτηνώδη ένστικτα μπορεί κάλλιστα να συνυπάρχουν με τον κρετινισμό; Κι αυτό, είτε για τα καλόπαιδα της Χρυσής Αυγής πρόκειται, είτε για τους ράμπο που αποφασίζουν να χτυπήσουν μέρα μεσημέρι την εξουσία εκεί ακριβώς όπου γίνεται η λαϊκή.
Στην πρώτη περίπτωση, το επίχρισμα στην κτηνωδία και τον κρετινισμό είναι η «καθαρότητα της φυλής» και ο κίνδυνος να διακοπεί ή να νοθευτεί η τρισχιλιετής αδιάλειπτη συνέχεια του ελλην(αρ)ισμού. Στη δεύτερη, ο τρόπος σκέψης (λέμε, τώρα) και δράσης είναι παρεμφερής, αυτή τη φορά με επίχρισμα τη «βία στη βία της εξουσίας» και το «πλήγμα κατά του συστήματος» (τρομάρα τους…). Το ότι όλες αυτές οι υψηλές φιλοδοξίες και οι βαρύγδουπες διακηρύξεις καταλήγουν προς το παρόν στη δολοφονία ή το θανάσιμο τραυματισμό φουκαράδων από το Αφγανιστάν και το Μπανγκλαντές, ανυποψίαστων υπαλλήλων μιας τράπεζας ή εργαζομένων και διερχομένων μιας σαββατιάτικης λαϊκής αγοράς, λίγο φαίνεται να απασχολεί τους γαλανόμαυρους και κοκκινόμαυρους αυτόκλητους τιμωρούς. Άλλωστε, την έγκυο κοπέλα της Μαρφίν, τη λουλουδού της Καλλιδρομίου ή το Αφγανάκι της Πατησίων κανένας «χώρος» και κανένας μαζικός φορέας δεν ενδιαφέρεται «να τους διεκδικήσει» ή να τους κάνει ήρωες. Άσχημα τα πράγματα, απ’ όπου κι αν το πιάσει κανείς το θέμα.