Πολιτικη & Οικονομια

Γιατί χάθηκε ο έλεγχος στην οικονομία

Πληρώνουμε ακριβά το λογαριασμό του 2015

Γιώργος Κύρτσος
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Το τελευταίο διάστημα η ελληνική οικονομία απέκτησε μία εξαιρετικά αρνητική δυναμική. Η ουσιαστική χρεοκοπία της αλυσίδας σούπερ μάρκετ Μαρινόπουλος και της εταιρίας πετρελαιοειδών Jetoil στέλνει το μήνυμα της δραματικής επιδείνωσης της οικονομικής και κοινωνικής κατάστασης. Από το 2009 η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε μεγάλη κρίση και όλα δείχνουν ότι σήμερα απέχουμε περισσότερο από την έξοδο από ό,τι πριν δύο χρόνια.

Επιδείνωση με καθυστέρηση

Υπάρχει πάντα μία χρονική υστέρηση μεταξύ λαθεμένων πολιτικών επιλογών και αρνητικών οικονομικών αποτελεσμάτων.

Η ελληνική οικονομία έδειξε μεγάλη αντοχή το 2015, όταν ο κ. Τσίπρας και ο κ. Βαρουφάκης έκαναν το αποτυχημένο αριστερό ριζοσπαστικό πείραμα, αλλά τώρα εξαντλούνται τα περιθώρια του παραγωγικού ιδιωτικού τομέα. Η επιβολή νέων φόρων και ασφαλιστικών βαρών, η μεγάλη αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, η επιδείνωση της ευρωπαϊκής συγκυρίας λόγω Brexit και η βασανιστική έλλειψη ρευστότητας συνδυάζονται για να επηρεάσουν αρνητικά τη δυναμική της οικονομίας.

Σύμφωνα με τις επίσημες προγνώσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής το 2017 και το 2018 θα σημειωθεί ετήσια ανάπτυξη της τάξης του 2,5% βάζοντας ξανά την ελληνική οικονομία στην πορεία που είχε μπει επί κυβέρνησης Σαμαρά, την άνοιξη του 2014. Τότε το ελληνικό Δημόσιο είχε βγει με επιτυχία στις αγορές για να καλύψει χρηματοδοτικές ανάγκες του και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προέβλεπε δυναμική ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας για το 2015 και το 2016.

Η διετία 2015 – 2016 σημαδεύτηκε από την επιστροφή στην ύφεση εξαιτίας των πολιτικών ελιγμών και στη συνέχεια των κυβερνητικών αποφάσεων του ΣΥΡΙΖΑ. Το κόστος της κρίσης του 2015 εκτιμάται από τον επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας κ. Ρέγκλινγκ στα 100 δισ ευρώ και έφτασε η ώρα να καλυφθεί σε εξαιρετικά δύσκολες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες.

Δύο νέοι παράγοντες

Και ενώ είμαστε αντιμέτωποι με το λογαριασμό του 2015 έρχονται δύο νέοι παράγοντες να δυσκολέψουν τους αναγκαίους χειρισμούς και να μεγαλώσουν το κοινωνικό κόστος της εφαρμογής των συμφωνηθέντων.

Η επικράτηση του Brexit στο Ηνωμένο Βασίλειο οδηγεί την Ε.Ε. σε περίοδο εσωστρέφειας. Οι κυβερνήσεις σημαντικών χωρών της Ε.Ε. βρίσκονται αντιμέτωπες με την πολιτική πρόκληση των δεξιών ευρωσκεπτικιστών και των ακροδεξιών αντιευρωπαίων και δεν έχουν καμία διάθεση να αναλάβουν πρόσθετο πολιτικό ρίσκο για να διευκολύνουν την κυβέρνηση Τσίπρα στην καθυστερημένη και επιλεκτική προσαρμογή των συμφωνηθέντων. Έχουν ήδη δημιουργηθεί οι προϋποθέσεις για κλιμάκωση της κριτικής στην Ε.Ε. προς την Αθήνα επειδή η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ εύκολα υπογράφει αλλά δύσκολα εφαρμόζει τα συμφωνηθέντα.

Την κατάσταση περιπλέκει η αδυναμία σωστής λειτουργίας του τραπεζικού συστήματος. Με την κρίση του 2015 αποσύρθηκαν καταθέσεις ύψους 40 δισ ευρώ, χάθηκε το δημόσιο χρήμα που είχε επενδυθεί στις προηγούμενες ανακεφαλαιοποιήσεις των τραπεζών το οποίο ξεπερνάει τα 40 δισ ευρώ και προκλήθηκε ο αφελληνισμός του τραπεζικού συστήματος.

Σήμερα αρχίζει μία δύσκολη διαδικασία ρύθμισης και διαπραγμάτευσης των κόκκινων δανείων η οποία θα οδηγήσει, για ένα μεταβατικό διάστημα, σε κλείσιμο επιχειρήσεων, αύξηση της ανεργίας, νέα πτώση της αγοράς ακινήτων και ανθρώπινα δράματα που έχουν σχέση με την απώλεια της ατομικής ή οικογενειακής περιουσίας. Επιπλέον κορυφώνονται οι διαδικασίες για αντικατάσταση των περισσότερων ανώτατων στελεχών του τραπεζικού συστήματος με έμπιστους των Ευρωπαίων εταίρων και πιστωτών. Θα δημιουργηθούν έτσι οι προϋποθέσεις για μία διαχείριση του τραπεζικού συστήματος που θα είναι μεσομακροπρόθεσμα αποτελεσματική αλλά θα έχει τεράστιο οικονομικό και κοινωνικό κόστος στο άμεσο μέλλον.

Αυτή είναι η γενική εικόνα της κατάστασης και της προοπτικής στην ελληνική οικονομία. Τα πράγματα θα πάνε πολύ χειρότερα στο άμεσο μέλλον για να δούμε στη συνέχεια εάν θα υπάρξει η αναγκαία βελτίωση. Τα κυβερνητικά λάθη του 2015 ανεβάζουν το λογαριασμό της προσαρμογής και οι αντιπαραγωγικές επιλογές, οι ταλαντεύσεις και οι δισταγμοί που εξακολουθούν να χαρακτηρίζουν την κυβέρνηση Τσίπρα περιορίζουν τις πιθανότητες επιτυχίας της εξαιρετικά δύσκολης και επώδυνης πολιτικής που εφαρμόζεται.