Πολιτικη & Οικονομια

Ο Marlboro Man, ο Νταβέλης και η ουρά του γαϊδάρου

Η έξοδος από την κρίση προϋποθέτει την εφαρμογή των νόμων

Κωνσταντίνος Μπαργιώτας
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Tα παλιά χρόνια, τότε που τα ΜΜΕ αντλούσαν ένα μεγάλο μέρος των εσόδων τους από τις διαφημίσεις τσιγάρων, η πιο οικεία ίσως φιγούρα στα έντυπα μέσα ήταν ο χαρακτηριστικός cowboy που διαφήμιζε συγκεκριμένη μάρκα τσιγάρων. Από τότε κύλησε πολύ νερό. Oι διαφημίσεις προϊόντων καπνού απαγορεύτηκαν εντελώς, όπως και το ίδιο το κάπνισμα, σταδιακά, σε όλο σχεδόν τον πλανήτη. Φυσικά, στο μικρό, γαλατικό χωριό κάποιοι συνεχίζουν να αντιστέκονται. Στην πραγματικότητα, νομίζουν πως καπνίζοντας παντού διαπράττουν μια πράξη επαναστατική, ανατρεπτική και εξόχως αντισυστημική. Στην ελληνική ανορθολογική προσέγγιση όλοι αυτοί οι όροι αποτελούν ευφημισμούς και άλλοθι για κάθε αντικοινωνική συμπεριφορά. Όσο ανόητη κι αν είναι. 

Η διαρκής αποτυχία της επιβολής κανόνων περιορισμού του καπνίσματος στη χώρα μας αποτελεί –κατά τη γνώμη μου– τη γλαφυρή επιτομή της νεοελληνικής παράνοιας, της κυριολεκτικά «λοξής» προσέγγισης της πραγματικότητας που χαρακτηρίζει την κοινωνία μας. Το κάπνισμα είναι μια εξαιρετικά βλαβερή συνήθεια με ολέθριες επιπτώσεις για την υγεία και σοβαρότατο κοινωνικό κόστος. Δεν υπάρχει κάνεις που να μπορεί σήμερα να το αμφισβητήσει. Τα στοιχεία είναι απλώς αδιάσειστα. Η Ελλάδα, όμως, σε αντίθεση με τον υπόλοιπο πλανήτη αδυνατεί να εφαρμόσει πολιτικές περιορισμού του καπνίσματος. Φυσιολογικό, θα αντιτείνει κανείς. Η Ελλάδα αδυνατεί να εφαρμόσει οτιδήποτε. Η άρνηση, όμως, του περιορισμού του καπνίσματος, αποτελεί, περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, μια ομόθυμη απόφαση ολόκληρης της κοινωνίας. Η Πολιτεία ανίσχυρη και απρόθυμη, έτσι κι αλλιώς, υποχώρησε αμαχητί πρακτικά σε μια μαζική ενεργητική αμφισβήτηση της εφαρμογής του νόμου. Μετά το πρώτο μούδιασμα, όλοι σχεδόν θεώρησαν υποχρέωσή τους να ανάβουν τσιγάρο παντού, δίνοντας στην πράξη αυτή περιεχόμενο «πολιτικό».

«Εμείς εδώ αντιστεκόμαστε» μου είπε συνάδελφος καρδιολόγος στα εξωτερικά ιατρεία του νοσοκομείου, προσφέροντάς μου τσιγάρο, το οποίο δεν τόλμησα να αρνηθώ – τότε κάπνιζα ακόμη. Δεν τόλμησα να ρωτήσω σε τι ακριβώς αντιστεκόταν. Εναντίον ποιου άραγε στρεφόταν ο καλός συνάδελφος, εκτός ίσως από την ίδια του την επιστημονική υπόσταση και την κοινή λογική; Κανείς άλλωστε δεν τολμά. Ούτε η πλειοψηφία των μη-καπνιστών, που ανέχεται την βία του καπνίσματος σε κλειστούς χώρους, ούτε οι υπουργοί ούτε το κοινοβούλιο.

Η εικόνα του γιατρού που καπνίζει, ενώ εξετάζει, του αστυνομικού που ελέγχει για παραβάτες καπνίζοντας και φυσικά του υπουργού Υγείας που καπνίζει αρειμανίως στο Υπουργείο έχει μια δηλητηριώδη επίπτωση, που είναι ίσως πιο επικίνδυνη από τις υγειονομικές και οικονομικές επιπτώσεις της χρήσης καπνού. Προπαγανδίζει την περιφρόνηση των θεσμών, τη γενικευμένη ασέβεια απέναντι σε κάθε κανόνα. Επιβεβαιώνει, επίσης, πως το καθεστώς ατιμωρησίας ισχύει χωρίς περιορισμούς. Ανατινάζει, με δυο λόγια, κάθε έννοια κοινοτικής και συλλογικής λειτουργίας, που βασίζεται ακριβώς στο σεβασμό των νόμων και την επιμονή στη δίκαιη και καθολική εφαρμογή τους.

«Σιγά μη στάξει η ουρά του γαϊδάρου», μου λένε κάποιοι θεωρώντας εν μέσω κρίσης επουσιώδες θέμα την αντικαπνιστική εκστρατεία. Έχω την αντίθετη γνώμη. Η έξοδος από την κρίση προϋποθέτει την εφαρμογή των νόμων και συνειδητές επιλογές υπέρ του δημοσίου συμφέροντος. Είναι ανάγκη να μάθουμε ξανά να σεβόμαστε τους κανόνες και τα δικαιώματα όλων. Η εφαρμογή του νόμου είναι μια ευκαιρία να υπογραμμιστεί με τον πιο εύγλωττο τρόπο προς την ελληνική κοινωνία όχι τόσο πως ο Marlboro Man, ο cowboy της διαφήμισης, πέθανε από καρκίνο του πνεύμονα, όσο κυρίως πως ο ανυπότακτος αρειμάνιος,  υποτίθεται, Νταβέλης υπήρξε ληστής. Όχι εθνικός ήρωας.