Πολιτικη & Οικονομια

Η ανατομία του νεοφασιστικού σκιάχτρου

Oι συγκλίνουσες πολιτικές ενός ευρέως ακροδεξιού φάσματος εντός Ευρωπαϊκής Ένωσης 

Νίκος Γεωργιάδης
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η καθεστηκυία πολιτική ελίτ της Ευρώπης χειροκρότησε ανακουφισμένη την ήττα του υποψηφίου του φασιστικού κόμματος της Αυστρίας για την προεδρία της χώρας αυτής. Πρωτοφανής η ανευθυνότητα των ταγών του ευρωπαϊκού project. Ένας στους δύο Αυστριακούς προτίμησε τον ακροδεξιό υποψήφιο. Ο υποψήφιος του αυστριακού δημοκρατικού τόξου εξελέγη με μόλις 30.000 ψήφους διαφορά.

Η αυστριακή ακροδεξιά σήκωσε από νωρίς κεφάλι. Το κόμμα της… «Ελευθερίας» ιδρύθηκε το 1956. Το 1999 ο Γκερκ Χάιντερ, ο νεοναζιστής ηγέτης του, αναρριχήθηκε στην Καγκελαρία. Στην περιφέρεια της Καρινθίας είχε εντωμεταξύ κερδίσει δύο φορές τη θέση του κυβερνήτη. Ο φασισμός στην Αυστρία δεν είναι νέα υπόθεση. Είναι, αντιθέτως, μία πολύ παλιά και αιματοβαμμένη ιστορία.

Ο ισχυρός γείτονας των γερμανόφωνων Αυστριακών, η Γερμανία, θα κατέλθει στις κάλπες τον επόμενο χρόνο, το 2017. Η πολιτική δυναμική στη Γερμανία καταδεικνύει δύο σαφείς τάσεις. Τη σταθερή ενίσχυση της ακροδεξιάς των Εναλλακτικών για τη Γερμανία, οι οποίοι κατάφεραν να σταθεροποιηθούν ήδη σε ένα 15% των ψηφοφόρων με σαφή ανοδική τάση. Πρόκειται για ένα κίνημα μικρομεσαίων επιχειρηματιών, μικροαστών αλλά και πολιτών της υπαίθρου με έντονη παρουσία ενός επιστημονικού δυναμικού με αντιευρωπαϊκή προοπτική, ρατσιστική νοοτροπία, ξεκάθαρη προτίμηση στην ίδρυση μιας «Ζώνης γερμανικού Μάρκου».

Το 2017 θα διεξαχθούν προεδρικές εκλογές στη Γαλλία με δύο σταθερές. Τη σαρωτική απαξίωση του Φρανσουά Ολάντ και κατά απόλυτη συνέπεια των Σοσιαλιστών και την επίσης σαρωτική άρνηση των πολιτών να αποδεχθούν μία νέα υποψηφιότητα του Σαρκοζί. Συμπέρασμα. Είναι εξαιρετικά πιθανή έως και αναμενόμενη η επικράτηση της Μαρίν Λεπέν στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών. Πιο σίγουρη ακόμη είναι η ανάδειξη του ακροδεξιού κόμματός της στην πρώτη θέση στις επόμενες βουλευτικές εκλογές και κατά συνέπεια η διασφάλιση μιας ισχυρότατης παρουσίας στη Γαλλική Εθνοσυνέλευση, ακόμη και με προοπτική σχηματισμού κυβέρνησης υπό προϋποθέσεις που θα αφορούν την πολιτική άλγεβρα της στιγμής.

Βορειότερα οι βρετανοί ψηφοφόροι καλούνται σε τρεισήμισι εβδομάδες να αποφασίσουν για την παραμονή τους στο ευρωπαϊκό εγχείρημα. Ανεξαρτήτως αποτελέσματος έχει ήδη διαφανεί πως τουλάχιστον ένα 35-40% των Βρετανών αμφισβητούν καθολικά την ευρωπαϊκή προοπτική. Οι ηγέτες του αντιευρωπαϊκού τόξου χαρακτηρίζονται από έναν έντονο και πρωτόγνωρο για τα βρετανικά δεδομένα λαϊκισμό που παραπέμπει περισσότερο σε λατινοαμερικανικό μοντέλο παρά στη χώρα της Γηραιάς Αλβιώνος. Στο επίκεντρο της αντιευρωπαϊκής καμπάνιας βρίσκεται το μεταναστευτικό, ο αντισημιτισμός, η ξενοφοβία και ο οικονομικός προστατευτισμός. Με λίγα λόγια ελάχιστα είναι τα ζητήματα που απέχουν από τις θέσεις των γερμανών, των γάλλων και των αυστριακών ακροδεξιών.

Ανατολικότερα, στην Πολωνία και την Ουγγαρία κερδίζουν θεσμικό έδαφος και λαϊκή υποστήριξη τα «πουτινικού τύπου» μοντέλα της μυώδους εξουσίας με ιδεολογικό επίκεντρο το προσφυγικό ζήτημα, την αντιρωσική φοβία, τον επιθετικό αντισημιτισμό, την κυριαρχία του κράτους επί των ΜΜΕ. Όλα αυτά με άλλοθι την κρίση της Ουκρανίας και άρα την απόλυτη ευθυγράμμιση με τις στρατιωτικές επιλογές των ΗΠΑ για τον πλήρη αποκλεισμό της Ρωσίας.

Όλες αυτές οι συγκλίνουσες πολιτικές ενός ευρέως ακροδεξιού φάσματος εντός Ευρωπαϊκής Ένωσης καθορίζονται κυρίως από δύο παράγοντες: τη σταδιακή οικονομική αποδυνάμωση της ευρωπαϊκής προοπτικής και τη σταδιακή αποσύνθεση του μεταπολεμικού κοινωνικού ιστού στον ευρωπαϊκό πυρήνα λόγω εργασιακής ανασφάλειας των πολιτών αλλά και κατάρρευσης του μεταπολεμικού κοινωνικού κράτους.

Ένα από τα βασικότερα ζητήματα της παγκόσμιας οικονομίας αφορά την αντιμετώπιση της κρίσης χρέους της Ιταλίας, της Γαλλίας, της Ισπανίας και της Πορτογαλίας, αλλά και της Ελλάδας βεβαίως, που είναι ένα συγκριτικά μικρό μέγεθος. Μέχρι στιγμής η Ιταλία και η Γαλλία επιβιώνουν με αλχημείες και διότι τα χρέη τους δεν γίνονται απαιτητά λόγω πολιτικής συγκυρίας. Οι συσχετισμοί ωστόσο σε διεθνές επίπεδο αλλάζουν ραγδαία και οι στιγμιαίες συμμαχίες καταρρέουν ή αναδιαρθρώνονται. Το 47% των γερμανών ψηφοφόρων δεν επιθυμεί τη διεκδίκηση της Καγκελαρίας από την Άγκελα Μέρκελ στις εκλογές του 2017. Η συγκυρία θα επιβάλει στη γερμανική Χριστιανοδημοκρατία την επιλογή μιας λιγότερο ευρωκεντρικής υποψηφιότητας. Η ενδοευρωπαϊκή συνεννόηση μεταξύ Βερολίνου και Παρισίων και ευρωπαϊκού Βορρά με τον Νότο θα αποτελέσουν βασικά στοιχήματα, αν όχι αδιέξοδα, στο εγγύς ευρωπαϊκό μέλλον.

Σε αυτό το σκηνικό που βήμα προς βήμα στήνεται στον πυρήνα δράσης και επίδρασης του ευρωπαϊκού εγχειρήματος η εύκολα προσφερόμενη διέξοδος είναι ο ακροδεξιός λόγος που γίνεται θελκτικότερος με την αναβίωση των εθνοκεντρικών συνθημάτων και της έννοιας του έθνους-κράτους, που ενισχύεται με τη λαϊκιστική εκπόρνευση των εννοιών του προσφυγικού ζητήματος και της διεθνούς τρομοκρατίας. Ζητήματα που προσφέρονται για ευρεία συνθηματολογική εκμετάλλευση από τους ακροδεξιούς και νεοφασιστικούς πυρήνες στα ευρωπαϊκά κέντρα λήψης αποφάσεων.

Και κάτι τελευταίο. Η πρόσφατη τερατώδης συγχώνευση της γερμανικής Bayer με την αμερικανική Mosanto, με τη γερμανική εταιρεία να καταβάλλει 65 δις δολάρια, προοιωνίζεται τις ευρέως φάσματος συμφωνίες των γιγαντιαίων πολυεθνικών εταιρειών μόλις υπογραφεί η νέα εμπορική συμφωνία Αμερικής - ΕΕ η οποία και προδιαγράφει τη νέα φάση στην εξέλιξη της παγκοσμιοποίησης, περιορίζοντας ακόμη περισσότερο το πεδίο ελιγμών της Πολιτικής έναντι της Οικονομίας με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις δυτικές και όχι μόνο κοινωνίες.

Αυτή η τερατώδης συγχώνευση λοιπόν στον τομέα των τροφίμων που αφορά την καθημερινότητα του κάθε πολίτη αυτού του πλανήτη αποτελεί άλλο ένα εκφοβιστικό στοιχείο το οποίο θα σπεύσουν να εκμεταλλευτούν οι εκφάνσεις του νεοφασισμού και του νεοπροστατευτισμού στην Ευρώπη.

Δύο διανοούμενοι με καθοριστική καλλιτεχνική επιδρασιμότητα προσπάθησαν να εξηγήσουν σημειολογικά τη σταδιακή επικυριαρχία του φασισμού στις ευρωπαϊκές κοινωνίες. Ο Μπρεχτ με την «Όπερα της πεντάρας» και ο Μπέργκμαν με το «Αυγό του φιδιού». Ο πρώτος γράφει με πλήρη συνείδηση της κατάρρευσης της Μεσοπολεμικής κοινωνίας. Ο δεύτερος πολύ αργότερα, το 1976, αναφέρεται σε αυτή την κατάρρευση. Και οι δύο προτείνουν μία ιδιαίτερα ευφυή αποκωδικοποίηση της επικράτησης του φασισμού. Ελάχιστες ουσιαστικές παράμετροι έχουν αλλάξει από τότε. Το «αφήγημά» τους δυστυχώς παραμένει επίκαιρο.