Πολιτικη & Οικονομια

Μενού για όλα τα γούστα από τον πρόεδρο του ΣΕΒ

Τι είπε ο Φέσσας στο Βιομηχανικό Συνέδριο

Newsroom
10’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Με μικτές τοποθετήσεις για την πολιτική και την οικονομική συγκυρία -αισιόδοξες και απαισιόδοξες ταυτόχρονα , αλλά κατά περίπτωση- άνοιξε το διήμερο Βιομηχανικό Συνέδριο της Αθήνας χτες Δευτέρα ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών (ΣΕΒ) κ. Θεόδωρος Φέσσας.

Τα κυριότερα απ΄ όσα είπε:

• «Με το διαφαινόμενο κλείσιμο της αξιολόγησης, μπαίνει τέλος σε οποιαδήποτε αμφιβολία για την παραμονή της Ελλάδας στην Ευρώπη και το ευρώ… Φαίνεται ότι κλείνει ένας μεγάλος κύκλος αβεβαιότητας, αλλά με υψηλότατο κόστος και πιθανόν για τελευταία φορά… Αν συνεχίσουμε να προσπαθούμε να ξεκλειδώσουμε την ανάπτυξη με το λάθος κλειδί, είναι φυσικό στο τέλος να σπάσει»

• «ΟΣΕΒ διαφωνεί ριζικά με το μίγμα πολιτικής που συνοδεύει την πρώτη αξιολόγηση, γιατί συμπιέζει τις παραγωγικές δυνάμεις, δεν διευρύνει την φορολογική βάση και δεν περιορίζει περιττές και ανορθολογικές δαπάνες του κράτους, δεν αναλαμβάνει την ιδιοκτησία των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων και δεν πετυχαίνει την πραγματική στήριξη των ασθενέστερων. [Ακόμα] αποθαρρύνονται οι επενδυτές, ενώ αρκετοί εξωθούνται στην παραοικονομία και άλλοι στην έξοδο από τη χώρα»

• Απαιτείται μια «νέα παραγωγική συμφωνία» με τη συμμετοχή όλων

• Η Ελλάδα εξακολουθεί να παραμένει μια από τις 40 πλουσιότερες χώρες του κόσμου. Μπορεί να αξιοποιήσει την ευκαιρία που διανοίγεται επειδή ισχύουν:

– η ποσοτική χαλάρωση και η πτώση των διεθνών τιμών πρώτων υλών,

– η ευρύτερη πολιτική αποδοχή και κοινωνική ωρίμανση, ότι δηλαδή η παραμονή στην Ευρωζώνη είναι η μόνη βιώσιμη λύση,

– τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα της χώρας,

– η βιομηχανία και οι επιχειρήσεις είναι ακόμη εδώ παρά τις πρωτοφανείς δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα τελευταία χρόνια.

• «Σήμερα όσο ποτέ, χρειαζόμαστε τις επιχειρήσεις και τις ιδιωτικές επενδύσεις, αλλά για να πείσουμε κάποιον να επενδύσει στην Ελλάδα, πρέπει όλοι μας, πολιτεία, επιχειρήσεις, εργαζόμενοι και κοινωνία, να βελτιωνόμαστε διαρκώς, να είμαστε πιο ανταγωνιστικοί και πιο παραγωγικοί»

• «Ο ΣΕΒ δεν έχει πολιτική ατζέντα και δεν συμμετέχει σε κομματικές αντιπαραθέσεις, αλλά μένει σταθερός στις απόψεις του, πολλές φορές ενάντια ακόμη και σε επιμέρους δικά μας συμφέροντα… Το αποδείξαμε με την στάση μας, όταν συναινέσαμε στην προσωρινή αύξηση των εργοδοτικών εισφορών, για το κοινό καλό, παρά την επιβάρυνση του ήδη υψηλού μη μισθολογικού κόστους, προσδοκώντας ότι έτσι θα έκλεινε η αξιολόγηση τον περασμένο Ιανουάριο».

Ολόκληρη η ομιλία:

«O εκλεκτός φίλος Γιαν Πέτερ Μπαλκενέντε μιλώντας για την κυκλική οικονομία, μας άνοιξε ένα παράθυρο στο μέλλον.

Τον ευχαριστούμε θερμά για το ανοιχτό του πνεύμα και τις καινοτόμες ιδέες του.

Εμένα θα μου επιτρέψετε να κάνω το πέρασμα από την κυκλική οικονομία στις κυκλικές κρίσεις, στις οποίες έχουμε εγκλωβιστεί τα τελευταία 7 χρόνια. Και πώς η βιομηχανία μπορεί να βοηθήσει να τις υπερβούμε.

Κυρίες και κύριοι,

Αύριο θα είναι –ελπίζουμε- μια μέρα ορόσημο. Με το διαφαινόμενο κλείσιμο της αξιολόγησης, φαίνεται ότι κλείνει ένας μεγάλος κύκλος αβεβαιότητας. Αλλά με υψηλότατο κόστος. Και πιθανόν για τελευταία φορά.

Μας δίνεται λοιπόν άλλη μια ευκαιρία. Για πολλούς λόγους, αλλά και γιατί υπάρχει μια μοναδική συγκυρία σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο.

Το βρετανικό δημοψήφισμα, η προσφυγική κρίση, τα γεγονότα στη Μέση Ανατολή, η πολιτική της Τουρκίας, οι ακραίες φωνές που δυναμώνουν σε πολλές χώρες της Ευρώπης, αυξάνουν μεν την αβεβαιότητα, αλλά ταυτόχρονα ενισχύουν το ρόλο της Ελλάδας σε γεωπολιτικό επίπεδο.

Μπορούμε να αξιοποιήσουμε την ευκαιρία αυτή; Η απάντηση του ΣΕΒ είναι: Ναι, μπορούμε! Δύσκολα, αλλά μπορούμε.

Γιατί μπορούμε; Θα σας αναφέρω τέσσερις βασικούς λόγους:

Πρώτον: Η ποσοτική χαλάρωση, τα χαμηλά επιτόκια, η πτώση των διεθνών τιμών πρώτων υλών, η υπερπροσφορά διεθνών κεφαλαίων, η οικονομική αποδυνάμωση των BRICS, όλα αυτά δημιουργούν ευκαιρίες επενδύσεων στην Ευρώπη, άρα και στην Ελλάδα.

Δεύτερον: Μετά την πρωτόγνωρη περιπέτεια της περασμένης χρονιάς, τείνει να επιτευχθεί στη χώρα μας μια ευρύτερη πολιτική αποδοχή και κοινωνική ωρίμανση, ότι δηλαδή η παραμονή στην Ευρωζώνη είναι η μόνη βιώσιμη λύση. Βέβαια αν αυτό είχε γίνει έγκαιρα, θα είχαμε γλυτώσει πολύ οδύνη, χρόνο και χρήμα.

Τρίτον: Η Ελλάδα εξακολουθεί να έχει σημαντικά ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα και ευκαιρίες ανάπτυξης.

Τέταρτον: Είμαστε ακόμη ζωντανοί! Η βιομηχανία και οι επιχειρήσεις είναι ακόμη εδώ παρά τις πρωτοφανείς δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα τελευταία χρόνια.

Οι προϋποθέσεις λοιπόν υπάρχουν. Τι πρέπει να γίνει για να μη χαθεί η τελευταία αυτή ευκαιρία;

Οφείλουμε να βρούμε μια βιώσιμη ισορροπία μεταξύ ενός αποτελεσματικού κράτους δικαίου και του ιδιωτικού τομέα, που να στηρίζεται στον απόλυτο ρεαλισμό. Από όλες τις πλευρές και σε όλα τα επίπεδα.

Ας ξεκινήσουμε όμως με τα του οίκου μας.

Τι επιχειρήσεις χρειαζόμαστε σήμερα κατεξοχήν στην Ελλάδα;

Χρειαζόμαστε επιχειρήσεις:

Που επενδύουν και καινοτομούν.

Που δημιουργούν δουλειές, πληρώνουν σωστά, ασφαλίζουν και εκπαιδεύουν το προσωπικό τους.

Που καταβάλλουν με συνέπεια λογικούς φόρους και εισφορές.

Που εξάγουν.

Που σέβονται το περιβάλλον.

Που επιστρέφουν κοινωνικό μέρισμα στους αδύναμους και όσους έχουν ανάγκη.

Η ευθύνη συνεπώς των επιχειρήσεων είναι πιο σύνθετη και απαιτητική από ποτέ.

Γεννάται βέβαια το εύλογο ερώτημα:

«Γιατί έχει ανέβει τόσο ψηλά ο πήχης για τις επιχειρήσεις;

Εδώ δίνουμε καθημερινά αγώνα επιβίωσης».

Σας απαντώ: Ο πήχης για τις σωστές επιχειρήσεις ήταν πάντα εκεί. Και ο ΣΕΒ πάντα τον ήθελε και εξακολουθεί να τον θέλει εκεί.

Ο ρεαλισμός με βάση κάθε διεθνή πρακτική, επιβάλλει οι επιχειρήσεις να διαδραματίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο στην ανάπτυξη της χώρας.

Με ταυτόχρονο εκσυγχρονισμό του κράτους δικαίου, του κράτους πρόνοιας, του ρυθμιστικού περιβάλλοντος.

Αυτό θέλουμε κι εμείς. Όσο δεν το κάνουμε, θα σερνόμαστε και θα φτωχαίνουμε.

Κι άλλο. Οικονομικά, θεσμικά, πολιτισμικά.

Και μη νομίζουμε ότι έχουμε πιάσει πάτο. Η Ελλάδα εξακολουθεί να παραμένει μια από τις 40 πλουσιότερες χώρες του κόσμου.

Ενώ αντίθετα στους δείκτες διεθνούς ανταγωνιστικότητας και διαφθοράς είναι σε πολύ χειρότερη θέση.

Να το πούμε καθαρά: Αυτό το παράδοξο και το ότι δεν έχουμε πέσει πιο χαμηλά, οφείλεται στο δίχτυ ασφαλείας της Ευρώπης. Και η ελπίδα για βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, των θεσμών και του κράτους δικαίου στη χώρα μας, πάλι με την παραμονή μας στην Ευρώπη συνδέεται.

Αν συνεχίσουμε όμως να προσπαθούμε να ξεκλειδώσουμε την ανάπτυξη με το λάθος κλειδί, είναι φυσικό στο τέλος να σπάσει.

Αφήνοντας ανεκμετάλλευτες τις μεγάλες δυνατότητες που έχουμε ως χώρα και ως λαός, θα βρεθούμε οριστικά στο περιθώριο της ευρωπαϊκής και παγκόσμιας εξέλιξης.

Σήμερα όσο ποτέ, χρειαζόμαστε τις επιχειρήσεις και τις ιδιωτικές επενδύσεις. Για δύο λόγους:

Πρώτον γιατί το δημόσιο χρήμα έχει στερέψει και οι δυνατότητες του ελληνικού κράτους να χρηματοδοτήσει την ανάπτυξη είναι μηδαμινές.

Χρειαζόμαστε επομένως νέο, πρωτίστως, ιδιωτικό χρήμα να εισρεύσει στην Ελληνική οικονομία.

Και δεύτερον, γιατί αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο παράγεται πλούτος σε όλο τον αναπτυγμένο κόσμο.

Επιτέλους, η Ελλάδα πρέπει να γίνει μια κανονική χώρα.

Όπου η αναγκαία αναδιανομή πόρων δεν εμποδίζει την παραγωγή πλούτου.

Για να κάνουμε το σημαντικό αυτό βήμα, χρειάζεται να καταλάβουμε, ότι σκοπός των επιχειρήσεων είναι να παράγουν κέρδη.

Και για να παράγουν κέρδη πρέπει να λειτουργούν μέσα σε ένα σταθερό περιβάλλον - με ξεκάθαρους κανόνες- για να ανταγωνίζονται επί ίσοις όροις στην παγκόσμια αγορά.

Θέλουμε δεν θέλουμε, ζούμε σε μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία όπου ο επενδυτικός ανταγωνισμός είναι τεράστιος.

Δεν είμαστε μόνοι μας.

Και φυσικά δεν μπορούμε να περιμένουμε επενδύσεις λόγω κάποιου ιστορικού, γεωγραφικού, ή ηθικού πλεονεκτήματος.

Για να πείσουμε κάποιον να επενδύσει στην Ελλάδα, όλοι μας, Πολιτεία, επιχειρήσεις, εργαζόμενοι και κοινωνία, πρέπει να βελτιωνόμαστε διαρκώς.

Να είμαστε πιο ανταγωνιστικοί και πιο παραγωγικοί.

Όχι μόνο σε σχέση με τον εαυτό μας. Αλλά κυρίως σε σχέση με τους ξένους ανταγωνιστές μας οι οποίοι προοδεύουν ταχύτερα από εμάς, διευρύνοντας συνεχώς το ανταγωνιστικό τους πλεονέκτημα.

Στο Συνέδριό μας αύριο θα προσπαθήσουμε να απαντήσουμε ακριβώς σε αυτό το ερώτημα: Πώς θα γίνουμε καλύτεροι!

Ξαναβγάζοντας την ιδιωτική πρωτοβουλία και τη βιομηχανία στο προσκήνιο.

ΧΡΕΙΑΖΟΜΑΣΤΕ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΩΣΤΟ ΜΙΓΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ.

Χρειαζόμαστε πολλές και καλές επενδύσεις.

Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του ΣΕΒ, έχουμε κάθε χρόνο 32 δις ευρώ αποσβέσεις του παγίου κεφαλαίου της χώρας και μόνο 18 δις ευρώ νέες επενδύσεις.

Συνεπώς μόνο για να καλύψουμε τις αποσβέσεις του παγίου κεφαλαίου, απαιτούνται τουλάχιστον ακόμη 14 δις κάθε χρόνο ήτοι 100 δις ευρώ νέες επενδύσεις τα επόμενα 7 χρόνια.

Και όσο αυτό δεν γίνεται, οι θυσίες όλων μας κινδυνεύουν να πάνε χαμένες.

Τα κοινοτικά κονδύλια δεν αρκούν για να χρηματοδοτήσουν την ανάπτυξη καθώς δεν ξεπερνούν τα 35 δις ευρώ συνολικά. Και είναι ζήτημα αν τα μισά από αυτά θα πάνε σε επενδύσεις.

Η δε Εθνική συμμετοχή στο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων δεν ξεπερνάει τα 5-6 δις για την ίδια περίοδο.

Πιστεύουμε ότι μετά το αυριανό Eurogroup και το κλείσιμο της πρώτης αξιολόγησης, θα έχουμε την ευκαιρία να σχεδιάσουμε, μετά από αρκετούς μήνες διαπραγματευτικής αβεβαιότητας.

Μπαίνει έτσι τέλος σε οποιαδήποτε αμφιβολία για την παραμονή της Ελλάδας στην Ευρώπη και το ευρώ. Αυτό είναι το μείζον διακύβευμα για τη χώρα μας και τις επιχειρήσεις της το οποίο δυστυχώς ξαναζωντάνεψε τον τελευταίο ενάμιση χρόνο.

Ο ΣΕΒ υποστηρίζει διαχρονικά την εδραίωση μιας ανοιχτής οικονομίας και κοινωνίας μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το ευρώ.

Με καλύτερους θεσμούς. Αποδοτικότερο δημόσιο. Θετικό επενδυτικό περιβάλλον.

Και στηρίζει κάθε προσπάθεια προς την ίδια κατεύθυνση.

Στον ΣΕΒ δεν έχουμε πολιτική ατζέντα. Δεν συμμετέχουμε σε κομματικές αντιπαραθέσεις. Ούτε ως σύμμαχοι, ούτε ως αντίπαλοι.

Άλλωστε είναι γνωστό ότι εμείς μένουμε σταθεροί στις απόψεις μας.

Επιλέγουμε να τοποθετούμαστε πάντοτε με ρεαλισμό, συνέπεια και υπευθυνότητα έναντι των μακροπρόθεσμων εθνικών συμφερόντων.

Πολλές φορές ενάντια ακόμη και σε επιμέρους δικά μας συμφέροντα.

Το αποδείξαμε με τη στάση μας, όταν συναινέσαμε στην προσωρινή αύξηση των εργοδοτικών εισφορών. Για το κοινό καλό. Παρά την επιβάρυνση του ήδη υψηλού μη μισθολογικού κόστους. Προσδοκώντας ότι έτσι θα έκλεινε η αξιολόγηση τον περασμένο Ιανουάριο.

Αυτό δεν σημαίνει ότι συμφωνούμε με το μίγμα πολιτικής που συνοδεύει την περαίωση της πρώτης αξιολόγησης. Για την ακρίβεια διαφωνούμε ριζικά.

Γιατί αυτό το μίγμα πολιτικής:

- Συμπιέζει εισοδηματικά -μέσω φορολογίας και εισφορών- τις πλέον παραγωγικές δυνάμεις, αυτές που εργάζονται, επιχειρούν, επενδύουν και παράγουν εισόδημα. Αυτές δηλαδή από τις οποίες προσδοκούμε την ανάπτυξη!

- Δεν διευρύνει την φορολογική βάση και δεν χτυπάει την φοροδιαφυγή.

- Δεν περιορίζει περιττές και ανορθολογικές δαπάνες του κράτους.

- Δεν αναλαμβάνει την ιδιοκτησία των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων.

- Και δυστυχώς δεν πετυχαίνει την πραγματική στήριξη των ασθενέστερων. Αναδιανομή πόρων από μια πίτα που συνεχώς μικραίνει δεν μπορεί να γίνει. Πραγματική στήριξη δίνεται όταν υπάρχουν καλές δουλειές χαμηλότεροι φόροι, φθηνότερα προϊόντα, καλύτερες υπηρεσίες του κράτους. Για όλους.

Με αυτό το μίγμα πολιτικής αποθαρρύνονται οι επενδυτές, ενώ αρκετοί εξωθούνται στην παραοικονομία και άλλοι στην έξοδο από τη χώρα.

Για αυτό επιμένουμε ότι οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις είναι αναγκαίες και πρέπει επιτέλους να προταχθούν έναντι των σκληρών αλλά πιο εύκολων στη νομοθέτηση φορομπηχτικών μέτρων.

Τίποτε δεν πρόκειται συμβεί δια μαγείας.

Η ανάπτυξη, κοινωνική και οικονομική, είναι αποτέλεσμα θεσμικών και οικονομικών επιλογών που υπηρετούν ένα σχέδιο, ένα όραμα, έναν εθνικό προσανατολισμό.

Η ανάπτυξη θέλει πολλούς να συνεργάζονται, θέλει γρανάζια που όλα μαζί κινούνται για έναν κοινό σκοπό.

Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι επιλέξαμε τα γρανάζια για να αποτυπώσουμε γραφιστικά το πνεύμα του συνεδρίου.

Η ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΜΠΟΡΕΙ.

Στην Ευρώπη η βιομηχανία απασχολεί πάνω από 50 εκατομμύρια ανθρώπους, άμεσα και έμμεσα.

Έχει υψηλούς πολλαπλασιαστές και σημαντικό ρόλο στις εγχώριες και διεθνείς αλυσίδες αξίας.

Η Ευρώπη έχει βάλει ένα πολύ φιλόδοξο στόχο για το 2020. Να αυξηθεί η συμμετοχή της βιομηχανίας από το 17% που είναι σήμερα στο 20% του Ευρωπαϊκού Ακαθάριστου Προϊόντος. Δείχνει έτσι τη σημασία που αποδίδει στη βιομηχανία σαν μοχλό ανάπτυξης.

Η Ελλάδα υστερεί σημαντικά. Η συμμετοχή της βιομηχανίας στο ΑΕΠ είναι κάτω από 12%.

Αυτό μπορεί να έχει και θετική ανάγνωση, ότι δηλαδή υπάρχουν πολλά περιθώρια ανάπτυξης.

Άλλωστε πρέπει να καταγραφεί ότι, ακόμη κι έτσι, τα μέλη μας στηρίζουν τα δημόσια έσοδα και τα ασφαλιστικά ταμεία καταβάλλοντας το 50% του συνολικού φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων και το 13% του συνόλου των αμοιβών των Ελλήνων εργαζομένων.

Η ελληνική βιομηχανία θα έχει την ευκαιρία της, αν κινηθούμε γρήγορα, να χτίσουμε πάνω στο υπάρχον παραγωγικό δυναμικό και να αξιοποιήσουμε το κύμα της 4ης βιομηχανικής επανάστασης.

Γιατί η χώρα διαθέτει ένα ισχυρό εθνικό ψηφιακό κεφάλαιο και αξιόλογο, καλά εκπαιδευμένο -σε πολλούς τομείς- ανθρώπινο δυναμικό.

Οι αριθμοί λένε ότι αν η χώρα μας καταφέρει να συγκλίνει με τους ευρωπαϊκούς βιομηχανικούς δείκτες, τότε:

Θα δημιουργηθούν πάνω από μισό εκατομμύριο άμεσες και έμμεσες θέσεις εργασίας.

Θα διπλασιαστούν οι εξαγωγές μας με προϊόντα υψηλότερης προστιθέμενης αξίας και ενισχυμένο Ελληνικό brand.

Και θα αυξηθεί η καινοτομία με τον διπλασιασμό των δαπανών σε έρευνα και ανάπτυξη.

Έστω και μέρος από τα παραπάνω να πετύχουμε, δεν θα χρειαστούν ούτε «κόφτης» ούτε άλλα υφεσιακά μέτρα.

Υπάρχει στην Ελλάδα το περιβάλλον, τα θεσμικά και οικονομικά εργαλεία, οι υποδομές, τα κεφάλαια και η βούληση;

Υπάρχουν αρκετά. Λείπουν όμως πολλά και κρίσιμα.

Και το κυριότερο,

Επενδύουν οι Έλληνες βιομήχανοι στη χώρα τους;

Ίσως όχι όλοι. Αλλά σίγουρα πολλοί.

Στα δύσκολα σταθήκαμε όρθιοι και παρά τις λίγες εξαιρέσεις, πολλοί επενδύσαμε μέσα στην κρίση.

Το ίδιο θα κάνουμε και τώρα. Και πολύ περισσότερο αν βελτιωθεί το επιχειρηματικό περιβάλλον.

Γιατί επιθυμία μας είναι να μείνουμε και να επενδύσουμε στον τόπο μας και ταυτόχρονα να αναπτυχθούμε διεθνώς.

Τα ελληνικά κεφάλαια και οι επενδύσεις των Ελλήνων επιχειρηματιών δεν αρκούν.

Χρειάζονται και ξένα κεφάλαια.

Για αυτό η χώρα μας πρέπει να γίνει ελκυστική στους επενδυτές. Έλληνες και ξένους.

Ποιοι είναι λοιπόν σήμερα οι δυναμικοί κλάδοι της ελληνικής οικονομίας;

Εκτός από τους προφανείς που σχετίζονται άμεσα με τη γεωγραφική θέση, το φυσικό περιβάλλον και την ιστορία της Ελλάδας, όπως ο τουρισμός και τα logistics, υπάρχουν αρκετοί δυναμικοί κλάδοι και στη βιομηχανία.

Σας αναφέρω μερικά παραδείγματα:

• Στη μεταλλουργία: μέταλλα και επεξεργασία μετάλλων (αλουμίνιο, σίδηρος, χαλκός).

• Στον ενεργειακό τομέα: διασυνδέσεις και έξυπνα δίκτυα, ενεργειακή διαχείριση, βελτίωση της συμβατικής ηλεκτροπαραγωγής, νέες καινοτόμες τεχνολογίες ΑΠΕ, εκμετάλλευση υδρογονανθράκων.

• Στην περιβαλλοντική βιομηχανία: διαχείριση αποβλήτων, υδάτινων πόρων, επίτευξη χαμηλού ενεργειακού αποτυπώματος.

• Στα δομικά υλικά και τις μεταλλικές κατασκευές: Υλικά που χρησιμοποιούνται τόσο στην κατασκευή νέων υποδομών και κτιρίων, όσο και στην αναβάθμιση των υπαρχόντων.

• Στις τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνιών: εφαρμογές cloud, big data, analytics, internet of things, mobility. Επίσης, η χώρα μας μπορεί να γίνει το κέντρο έρευνας και ανάπτυξης μεγάλων εταιριών τεχνολογίας. Και βέβαια πολλές ελληνικές εταιρίες μπορούν να προσφέρουν προϊόντα και υπηρεσίες outsourcing σε μεγάλους διεθνείς οργανισμούς και επιχειρήσεις.

• Στη φαρμακευτική βιομηχανία: παραγωγή γενόσημων φαρμάκων, κλινικές δοκιμές για νέα φάρμακα, φυτικά καλλυντικά.

• Στα τρόφιμα: ανάπτυξη τροφίμων που σχετίζονται με τη μεσογειακή διατροφή, ανάπτυξη προϊόντων με υψηλή διατροφική αξία (super-foods), δημιουργία brand names διεθνούς αναγνωρισιμότητας.

ΜΙΑ ΝΕΑ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ

Πρώτοι από όλους, εμείς στον ΣΕΒ αναγνωρίζουμε την ανάγκη εκπόνησης ενός σχεδίου που θα επανεκκινήσει την παραγωγή και θα δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας.

Χωρίς την ενεργό εμπλοκή του ιδιωτικού τομέα στο σχεδιασμό και τη χάραξη πολιτικών, δεν μπορούμε να πετύχουμε.

Γι’ αυτό χρειάζεται να καθίσουμε στο ίδιο τραπέζι, επιχειρήσεις, εργαζόμενοι και Πολιτεία, και να σχεδιάσουμε μαζί την Ανάπτυξη. Όπως κάνουν όλες οι σοβαρές χώρες.

Οι βιομηχανικοί και κλαδικοί σύνδεσμοι, ήδη, έχουμε συμφωνήσει σε ένα κοινό πλαίσιο δράσεων που θεωρούμε ως το ελάχιστο πλαίσιο συνεννόησης με την Πολιτεία.

Τεκμηριωμένα και εποικοδομητικά προτείνουμε παρεμβάσεις για το επιχειρηματικό περιβάλλον, το κόστος ενέργειας, το μη μισθολογικό κόστος των επιχειρήσεων.

Και έχουμε καταλήξει:

1. Σε έναν οδικό Χάρτη για την ανάπτυξη με περισσότερες από 100 προτάσεις για τη βιομηχανία, την πρόσβαση στη χρηματοδότηση, την καινοτομία τις εξαγωγές, τις δεξιότητες, τις αδειοδοτήσεις, την ταχύτητα απονομής δικαιοσύνης, τη χωροταξία, τη λειτουργία της αγοράς και τις δημόσιες προμήθειες.

2. Σε έξυπνες φορολογικές πολιτικές για την προσέλκυση επενδύσεων και την αύξηση των δημοσίων εσόδων.

3. Σε κλαδικές πολιτικές σε κρίσιμους βιομηχανικούς κλάδους (όπως αγροδιατροφή, φαρμακοβιομηχανία, logistics, μέταλλα και κατασκευές, ενέργεια, περιβάλλον).

Προτείνουμε δηλαδή ένα νέο υπόδειγμα επιχειρηματικού περιβάλλοντος που θα ενθαρρύνει τις βιομηχανικές επενδύσεις.

Γιατί επενδύσεις ίσον δουλειές περισσότερες δουλειές ίσον λιγότεροι φόροι και εισφορές για όλους, αλλά και καλύτερες κοινωνικές παροχές και συντάξεις.

ΤΟ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ

Στο Βιομηχανικό Συνέδριο που ξεκινάει σήμερα, με τη συμμετοχή διακεκριμένων καλεσμένων, θα συζητήσουμε όλα αυτά ανοιχτά, με γνώση και τεκμηρίωση.

Θα απαντήσουμε σε ερωτήματα που απασχολούν τόσο τους Έλληνες όσο και τους ξένους διαμορφωτές πολιτικής, με στόχο να εμπλουτίσουμε την εθνική μας πρόταση.

Άλλωστε, η ευρωπαϊκή εμπειρία είναι γεμάτη από παραδείγματα ρηξικέλευθων και καινοτόμων παρεμβάσεων που άλλαξαν τους όρους του παιχνιδιού.

Σε αυτό το σημείο βρισκόμαστε λοιπόν σήμερα.

Στο σημείο που πρέπει επιτέλους να αρχίσει η ανάπτυξη.

Γιατί η Ελλάδα μπορεί και πρέπει να είναι μια χώρα ανοιχτή και φιλόξενη στον επενδυτή και στον επισκέπτη, γεμάτη ευκαιρίες και δυνατότητες.

Αυτό είναι, εξάλλου, το όραμά μας. Το όραμα του ΣΕΒ. Ας το διεκδικήσουμε. Μαζί.»