Πολιτικη & Οικονομια

Σαν εμφύλιος

H μάχη που δίνεται ακόμη, μέσα και έξω από τη Βουλή, είναι για το ποιος θα φάει τον άλλο

Αγγελική Σπανού
1’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Μπορείς να πεις ότι το κοινοβούλιο είναι ο καθρέφτης της κοινωνίας και όσα συμβαίνουν εκεί εκφράζουν συλλογικές νοοτροπίες και την αισθητική της εποχής. Ετσι, θα συμπεράνεις ότι τα «σκάστε, ρε ξεφτίλες» και τα συναφή που διαμείβονται μεταξύ βουλευτών είναι η φυσική συνέχεια της αγριότητας και του φανατισμού που διαρκώς μεγαλώνουν έξω, στη μεγάλη αρένα. Αλλωστε, όλο και λιγότεροι ενοχλούνται από την εξαλλοσύνη του πολιτικού καβγά, όλο και περισσότεροι χειροκροτούν τους αφιονισμένους, ζωηρεύει το άρρητο αίτημα για ξέσκισμα του αντιπάλου, όχι με ιδέες και επιχειρήματα, αλλά με τραμπουκισμούς, προπηλακισμούς, φραστική βία.

Κανείς δεν ακούει κανέναν, ο ένας μιλάει πάνω στον άλλο, ο πιο θρασύς επικρατεί και ο πιο φωνακλάς επιβάλλεται. Υποχωρούν οι αντιστάσεις όσων, θεωρητικά, τάσσονται υπέρ του ορθολογισμού και της μετριοπάθειας. Ο χώρος καταλαμβάνεται από τους δογματικούς, τους ακραίους, τους νταήδες, τους υστερικούς. Δεν υπάρχει κοινό που να διεκδικεί απαιτητικά πρόταση, συγκροτημένη άποψη, ισχυρό επιχείρημα, ενδιαφέρουσα σκέψη. Αντίθετα, υπάρχει δυναμικό ακροατήριο για τους αποφασισμένους να χτυπηθούν, να σπρώξουν, να βραχνιάσουν, να ιδρώσουν.

Μαύρο ή άσπρο, οι αποχρώσεις δεν περνάνε πια. Επιλέγεις με ποιον είσαι και διαβάζεις την πραγματικότητα με το φακό της ένταξής σου. Καλό είναι ό,τι συμφέρει την πλευρά με την οποία συντάσσεσαι, κακό είναι το αντίθετο. Δεν αλλάζεις γνώμη ακόμη και όταν γίνεται προφανές το λάθος σου. Δεν υποχωρείς ακόμη και όταν η ζωή σε διαψεύδει. Επιμένεις παρόλο που δεν έχει λογική η προσπάθεια που κάνεις. Δεν σε νοιάζει να πείσεις, αλλά να εξοντώσεις όποιον σου κλείνει το δρόμο, δεν είναι παιχνίδι αλήθειας αλλά δύναμης.

Γιατί και η βουή του πλήθους δεν σηκώνεται για ένα άλλο πολιτικό παράδειγμα αλλά για τιμωρία και κανιβαλισμό του προδότη της προσδοκίας, επομένως ο διεκδικητής της νίκης δεν χρειάζεται να αποδείξει τίποτα αλλά μόνο να δείξει τον εχθρό και να υποσχεθεί την πιο βαριά ποινή, τον τελειότερο εξευτελισμό.

Είναι κωμικοτραγικό ότι ο «αριστερός» ΣΥΡΙΖΑ έφερε το μεγαλύτερο πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων στην ελληνική ιστορία. Είναι εξίσου κωμικοτραγικό ότι η «φιλελεύθερη» ΝΔ απειλεί με ειδικά δικαστήρια για το «ξεπούλημα». Αν συμφωνούσαμε σ’ αυτό θα μπορούσαμε να συμφωνήσουμε και στα υπόλοιπα, ότι οι χρεοκοπημένες ΔΕΚΟ δεν λειτουργούν προς όφελος του λαού αλλά μόνο συγκεκριμένων συντεχνιών και γι’ αυτό πρέπει να εξυγιανθούν, ότι μπορεί να αποβεί υπέρ του εθνικού συμφέροντος η προσεκτική αξιοποίηση δημόσιας περιουσίας, δεν χρειάζεται όμως να δώσουμε τα νερά και την ενέργεια, ότι αν είχαν ανοίξει δουλειές στο Ελληνικό (με όρους διαφάνειας) στην αρχή της κρίσης τωρα θα βρισκόμασταν σε καλύτερο σημείο. Αλλά δεν υπάρχει περίπτωση να συμφωνήσουμε ούτε σ' αυτά γιατί η μάχη που δίνεται ακόμη, μέσα και έξω από τη Βουλή, είναι για το ποιος θα φάει τον άλλο, όχι για τη θεραπεία της ελληνικής αρρώστιας.