Πολιτικη & Οικονομια

«Ακριβότερος» ο Τσακαλώτος από τον Βαρουφάκη

Η κυβέρνηση Τσίπρα οδηγεί την οικονομία σε πλήρες αδιέξοδο

Γιώργος Κύρτσος
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Έτσι όπως εξελίσσονται τα πράγματα, ο υπουργός Οικονομικών κ. Τσακαλώτος θα αποδειχτεί ακριβότερος για την κοινωνία και την οικονομία από τον προκάτοχό του κ. Βαρουφάκη.

Πολιτική ομοιότητα

Οι δύο υπουργοί Οικονομικών των κυβερνήσεων Τσίπρα έχουν ένα κοινό πολιτικό χαρακτηριστικό και σημαντικές διαφορές. Μοιράζονται την αντίθεσή τους στο οικονομικό και πολιτικό σύστημα που κυριαρχεί στην Ε.Ε. και ειδικά στην Ευρωζώνη.

Ο κ. Βαρουφάκης ήθελε να «γκρεμίσει» το σύστημα, ενώ ο κ. Τσακαλώτος προτιμά μία τακτική εισοδισμού, με βασικό στόχο τη σταδιακή υπονόμευσή του. Ο κ. Βαρουφάκης επιμένει στην μετωπική αντιπαράθεση με το σύστημα και γι’ αυτό προσπαθεί να δημιουργήσει νέο πολιτικό φορέα σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Ιδεολογικά και πολιτικά ο κ. Τσακαλώτος αυτοπροσδιορίζεται μέσα από την ηγετική συμμετοχή του στην ομάδα των «53». Η προσέγγισή του στα οικονομικά θέματα έχει νεομαρξιστικά χαρακτηριστικά, ενώ η συγκεκριμένη ομάδα πολιτικών στελεχών φαίνεται, με βάση τα κείμενα που δημοσιεύει, να προτιμά την ηρωική πτώση της κυβέρνησης από την πολιτική απαξίωση του ΣΥΡΙΖΑ μέσα από την εφαρμογή ενός ολοένα σκληρότερου τρίτου προγράμματος-μνημονίου.

Η βασική διαφορά

Κατά την περίοδο της κυριαρχίας Βαρουφάκη στην κυβέρνηση Τσίπρα είχε επικρατήσει η λογική της μετωπικής αντιπαράθεσης με τους Ευρωπαίους εταίρους και τους πιστωτές. Επρόκειτο για μία επιλογή με ημερομηνία λήξης εφόσον ήταν φανερό πως η κυβέρνηση δεν θα άντεχε, για μεγάλο χρονικό διάστημα, την αναμέτρηση. Τελικά, ο κ. Τσίπρας υποχρεώθηκε, τον Ιούλιο του 2015, σε μία στροφή 180 μοιρών για να αποτρέψει το προγραμματισμένο από την ίδια την κυβέρνηση Grexit.

Το κόστος της πολιτικής Τσίπρα-Βαρουφάκη έχει υπολογιστεί αναλυτικά. Η διετία 2015-2016, στη διάρκεια της οποίας θα είχαμε, με βάση τους υπολογισμούς της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, οικονομική ανάπτυξη 5%-6% μετατράπηκε σε διετία παράτασης της ύφεσης. Επιπλέον αυξήθηκε το δημόσιο χρέος πάνω από δέκα μονάδες του ΑΕΠ, κατέρρευσαν οι τράπεζες και χάθηκαν δεκάδες δισεκατομμύρια που είχε επενδύσει το Δημόσιο –δηλαδή οι φορολογούμενοι πολίτες- σε αυτές, δημιουργήθηκαν νέες δυσκολίες για τις μικρομεσαίες και τις πολύ μικρές επιχειρήσεις που αποτυπώθηκαν μεταξύ των άλλων στη δραματική αύξηση των «κόκκινων» επιχειρηματικών δανείων.

Θα περίμενε κανείς ότι ο κ. Τσίπρας και οι συνεργάτες του θα είχαν γίνει σοφότεροι μετά το δαπανηρό για την κοινωνία και την οικονομία, φιάσκο του 2015. Δυστυχώς αξιοποίησαν τα διδάγματα από τα λάθη τους για να συνεχίσουν την ίδια καταστροφική στρατηγική με διαφορετική τακτική.

Από τον συγκρουσιακό κ. Βαρουφάκη περάσαμε στον χαμηλών τόνων κ. Τσακαλώτο, ο οποίος δεν κουράζεται να επαναλαμβάνει στους Ευρωπαίους συνομιλητές του την πρόθεση της κυβέρνησης να εφαρμόσει πλήρως τα συμφωνηθέντα και να προχωρήσει στις αναγκαίες διαρθρωτικές αλλαγές, ακόμη κι αν είναι πολιτικά επώδυνες για τον ΣΥΡΙΖΑ. Το μήνυμα ενισχύει με τις παρεμβάσεις του ο πρωθυπουργός κ. Τσίπρας, ο οποίος εντυπωσιάζει τους Ευρωπαίους συνομιλητές του αναγνωρίζοντας την καθυστέρηση στο κυβερνητικό έργο, υπογραμμίζοντας την ανάγκη άμεσης επίτευξης της συμφωνίας μεταξύ Αθήνας και ευρωπαϊκών θεσμών και κυβερνήσεων και τονίζοντας ότι η κυβέρνησή του αποσκοπεί στο να βγάλει το ελληνικό Δημόσιο στις διεθνείς αγορές το συντομότερο δυνατό, για να καλύψει με τον τρόπο αυτό σημαντικό μέρος των αναγκών χρηματοδότησής του.

Οι ευρωπαϊκοί θεσμοί και πολλές κυβερνήσεις ανταποκρίνονται θετικά στην τακτική Τσίπρα-Τσακαλώτου. Δεν θέλουν μία επανάληψη της μετωπικής αντιπαράθεσης της περιόδου Βαρουφάκη, επιδιώκουν ήρεμα νερά στις σχέσεις με την Ελλάδα σε μια περίοδο κατά την οποία η Ε.Ε. βρίσκεται κοντά στο Brexit και διαχειρίζονται σε βάθος χρόνου την ελληνική κρίση, ο καθένας για τους δικούς του λόγους. Οι Ευρωσοσιαλιστές προσπαθούν να ενισχύσουν την επιρροή που ασκούν στον κ. Τσίπρα, η γερμανική κυβέρνηση είναι εξαιρετικά ικανοποιημένη με το κλείσιμο της βαλκανικής οδού και την προσέγγιση με την Τουρκία, σε συνεννόηση με την Αθήνα, ενώ διάφοροι εκπρόσωποι των ευρωπαϊκών θεσμών κερδίζουν χρόνο σε ό,τι αφορά την αντιμετώπιση της ελληνικής εκκρεμότητας.

Το κόστος

Με το πέρασμα του χρόνου γίνεται φανερό ότι αυξάνεται το οικονομικό και κοινωνικό κόστος της κυβερνητικής τακτικής. Αντί για μια γρήγορη πρώτη θετική αξιολόγηση με μέτρα ύψους 5-6 δισ. ευρώ, για να μπει η οικονομία σε νέα τροχιά, θα έχουμε τα ίδια μέτρα χωρίς το θετικό αποτέλεσμα για την οικονομία. Η προοπτική της άμεσης ανάκαμψης της οικονομίας χάθηκε στον διαπραγματευτικό λαβύρινθο. Επιπλέον, προστίθενται νέα μέτρα, τα οποία προϋπολογίζονται 3,5 δισ. ευρώ, προκειμένου να επιτύχει η κυβέρνηση τον φιλόδοξο δημοσιονομικό στόχο για το 2018. Αλλάζει η ίδια η λογική του τρίτου προγράμματος-μνημονίου, το οποίο μετατρέπεται από εμπροσθοβαρές σε μία διαρκή οικονομική και κοινωνική ταλαιπωρία, η οποία θα διαρκέσει τουλάχιστον μέχρι το 2018. Σε αυτές τις συνθήκες είναι μάταιο να περιμένουμε δυναμική ανάκαμψη της οικονομίας εφόσον τα νέα μέτρα και τους νέους δισταγμούς της κυβέρνησης θα ακολουθήσουν πρόσθετα μέτρα σε βάθος χρόνου.

Προς το παρόν, το κόστος των επιλογών Τσίπρα-Τσακαλώτου παραμένει μικρότερο από το κόστος των επιλογών Τσίπρα-Βαρουφάκη. Επειδή όμως η νέα τακτική της κυβέρνησης εξελίσσεται σε βάθος χρόνου, ο λογαριασμός αναδεικνύεται σταδιακά και μπορούμε ήδη να προβλέψουμε ότι ο κ. Τσακαλώτος θα αποδειχτεί ακριβότερος και από τον κ. Βαρουφάκη σε ό,τι αφορά στη ζημιά στην οικονομία και στην κοινωνία.