Πολιτικη & Οικονομια

Νόμος είναι το άδικο του παραβάτη!

Η καταγραφή παραδειγμάτων θα μπορούσε να γεμίσει σελίδες επί σελίδων...

Λέανδρος Σλάβης
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ίσως να ξαφνιάστηκαν ορισμένοι από το έλλειμμα εμπιστοσύνης των Ευρωπαίων (και όχι μόνον) ηγετών προς τους Έλληνες ομολόγους τους τα τελευταία χρόνια. Κακώς! Γιατί ένα τμήμα των συμπατριωτών μας έχει αναγάγει την αναξιοπιστία σε ανεξίτηλο χαρακτηριστικό της ελληνικής κοινωνίας και, ως εκ τούτου, δεν χρειαζόταν να ξεσπάσει η κρίση για να τη διαπιστώσουν ξένοι φίλοι και εχθροί. Τη γνώριζαν είτε από πρώτο χέρι, όσοι είχαν την ευκαιρία να επισκεφθούν τη χώρα χωρίς επίσημη ιδιότητα, είτε από την πληροφόρηση που τους έστελναν οι εκπρόσωποί τους στην Ελλάδα. Απλά, τώρα, με την κρίση και χάρις στις επαφές με τις διαδοχικές πολιτικές ηγεσίες της χώρας, εμπεδώθηκε διεθνώς ότι «το ψάρι απ’ το κεφάλι βρομάει». Ιδίως από το κεφάλι!

Από κάποιο δίαυλο θα είχαν, για παράδειγμα, πληροφορηθεί ότι η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα της Ευρώπης (και όχι μόνον) που δεν εφαρμόζει διόλου έναν αντικαπνικό νόμο, παρότι έχει ψηφίσει δύο. Και, ενδεχομένως, να έχουν βιώσει από πρώτο χέρι το νόμο της ζούγκλας που επικρατεί στους ελληνικούς δρόμους. Με ευθύνη της πολιτείας βέβαια, δηλαδή των πολιτικών, για τους οποίους μετράει πολύ περισσότερο από την εφαρμογή ενός μέτρου το ισοζύγιο του πολιτικού κόστους. Και αυτό, δυστυχώς, γέρνει πάντοτε υπέρ της πλευράς που θίγεται άμεσα και σοβαρά από το μέτρο. Είναι πολύ πιθανότερο να αποσύρουν την εκλογική τους υποστήριξη προς μία κυβέρνηση κομματικά φιλικά προς αυτήν μέλη μιας ομάδας «καμικάζι», αν απαγορευτούν οι «κόντρες» και οι «σούζες» στην παραλιακή της πρωτεύουσας ή όπου αλλού επιδίδονται στο προσφιλές τους χόμπι, παρά να της την προσφέρουν κομματικά αντίθετοι πολίτες επειδή απαλλάχτηκαν από τον κίνδυνο, την ταλαιπωρία και την ενόχληση που συνεπάγεται η δραστηριότητα των πρώτων. Άλλωστε, για τους δεύτερους, οι οποίοι είναι συντριπτικά περισσότεροι, η κυβέρνηση δεν θα έχει κάνει τίποτε παραπάνω από το στοιχειώδες καθήκον της προς την κοινωνία.

Θα είχαν πληροφορηθεί ασφαλώς και το ότι η αναξιοπιστία και όλα τα συναφή, όπως η κουτοπονηριά, η απειθαρχία, η παραβατικότητα –ιδίως η τελευταία– δεν χαρακτηρίζουν το σύνολο των κατοίκων της. Ούτε καν την πλειοψηφία, ενδεχομένως. Χαρακτηρίζουν όμως μία ισχυρή μειοψηφία ατόμων, τα οποία, λόγω της ατιμωρησίας που χαίρουν, καθορίζουν το στίγμα της κοινωνίας. Και παρασύρουν επιπλέον κάποιους συμπολίτες τους που απαυδούν από ένα σημείο και πέρα να αισθάνονται κορόιδα. Η ευθύνη της ατιμωρησίας τους βαρύνει κατ’εξοχήν τις πολιτικές ηγεσίες της χώρας που επηρεάζονται καθοριστικά από το πολιτικό κόστος των αποφάσεών τους, χωρίς αυτό να απαλλάσσει την ευρύτερη κοινωνία από τη ραγιάδικη ανοχή που επιδεικνύει απέναντι στα σχετικά κρούσματα. Ακριβώς, λοιπόν, αυτό το πολιτικό κόστος εξωθεί τις διαδοχικές κυβερνήσεις όχι μόνο στην επιεική αντιμετώπιση πλήθους αντικοινωνικών συμπεριφορών, αλλά ακόμα και στο καλόπιασμα των δραστών!

Αυτή, όμως, η διαχρονική πολιτική, σε συνδυασμό από την έλλειψη αντίδρασης από τη σιωπηρή πλειοψηφία, δεν ευνοεί μόνο τις συμπεριφορές των επιρρεπών στην παραβατικότητα ομάδων, αλλά πλήττει τους απλούς πολίτες. Τους νομοταγείς, όπως θα έλεγαν αυτοί που δεν φοβούνται τους παραπλανητικούς συνειρμούς που έχει επιβάλει η δήθεν «προοδευτική» πολιτικώς ορθή ορολογία. Γιατί, στη συγκεκριμένη περίπτωση, «νομοταγείς» δεν είναι κάποιοι συμβιβασμένοι δουλοπρεπείς προς τις εκάστοτε ηγεσίες (ιδίως τις πιο αυταρχικές) υπήκοοι, αλλά οι πολίτες που σέβονται τουλάχιστον τους βασικούς κανόνες του «κοινωνικού συμβολαίου», δηλαδή των συμβάσεων που καθιστούν εφικτή τη συμβίωση των μελών μιας κοινωνίας. Αντίθετα, δουλοπρεπείς και ψοφοδεείς είναι εκείνοι που καλοπιάνουν την παραβατικότητα για να προσεταιριστούν ή να μη χάσουν τις συμπάθειες των αντικοινωνικών στοιχείων!

Υπό αυτό το πρίσμα ήταν απόλυτα αναμενόμενο το αποτέλεσμα μελέτης των πανεπιστημιακών Benedikt Herrmann, Christian Thöni και Simon Gächter: «Antisocial Punishment Across Societies», σύμφωνα με το οποίο η Αθήνα (και δι’ αυτής η Ελλάδα) ανακηρύσσεται πρωταθλήτρια στην επιβράβευση των παραβατικών και στην συνακόλουθη τιμωρία των νομοταγών πολιτών της ανάμεσα στις δεκαέξι πόλεις που εξετάσθηκαν! Πάνω, όχι μόνον από τις «καθώς πρέπει» Βοστώνη, Κοπεγχάγη και Ζυρίχη, αλλά και από τις «τριτοκοσμικές» Σεούλ, Κωνσταντινούπολη, Μουσκάτ και Σαμάρα!

Στο πλαίσιο αυτής της στάσης οι κυβερνήσεις ανέχονται επί δεκαετίες την εισαγωγή μηχανοκίνητων διτρόχων που υπερβαίνουν κατά πολύ τα ανώτατα όρια της ηχητικής ρύπανσης χάρις στην ειδική κατασκευή τους. Στο πλαίσιο αυτής της στάσης (και με τη συνδρομή διαφόρων ιδεοληψιών) βασιλεύουν η φοροδιαφυγή, η φοροαποφυγή, η εισφοροδιαφυγή κ.λπ. σε βάρος των κορόιδων που εκπληρώνουν τις σχετικές υποχρεώσεις τους και με το παραπάνω μάλιστα για να καλύψουν τις «τρύπες» που προκαλούν όσοι επιδίδονται μετά μανίας στα εθνικά χόμπι που προαναφέρθηκαν!

Στο πλαίσιο αυτής της στάσης κρατικοί και δημοτικοί άρχοντες κωλυσιεργούν, δεν επιτρέπουν και τελικά παρεμποδίζουν την κατεδάφιση αυθαιρέτων και παράνομων κτισμάτων, ακόμα και αν κάποια από αυτά ζημιώνουν ιδιοκτήτες απόλυτα νόμιμων κατασκευών. Έτσι, ακόμα και αν κάποια παράνομη κατασκευή υποβαθμίζει την αξία μιας νόμιμης, οι αρχές κατά κανόνα αρκούνται στην νομιμοποίηση της παρανομίας έναντι ενός (υποτυπώδους) προστίμου προς αυτό, αδιαφορώντας για τη ζημιά του ιδιοκτήτη της νόμιμης κατασκευής, ο οποίος, υπό αυτές τις συνθήκες, δεν έχει κανένα λόγο να διαμαρτυρηθεί στην αρμόδια υπηρεσία!

Στο πλαίσιο αυτής της στάσης οι πολεοδομίες απαιτούν την παρουσία αυτού που κατήγγειλε μία πολεοδομική παρανομία για να επιληφθούν της υποθέσεως, ευελπιστώντας ότι με αυτόν τον τρόπο θα ελαχιστοποιηθούν οι καταγγελίες υπό το φόβο της εκδικητικής μανίας των παραβατών, οι οποίοι κατά τεκμήριο είναι πιο αδίστακτοι.

Στο πλαίσιο αυτής της στάσης η τροχαία απουσιάζει επιδεικτικά από τους δρόμους και ανέχεται κάθε λογής παράβαση του Κ.Ο.Κ. Ακόμα και αυτές, για τις οποίες δεν απαιτείται συμπτωματική παρουσία της κατά την τέλεσή τους, όπως η κυκλοφορία με δυσανάγνωστες πινακίδες για την οποία αρκούν απλές περιπολίες ή «μπλόκα». Η ανοχή, μάλιστα, επεκτείνεται ακόμα και σε περιπτώσεις πινακίδων που έγιναν εσκεμμένα δυσανάγνωστες, με «μουτζούρωμα» της λευκής (ή κίτρινης στην περίπτωση ταξί) επιφάνειάς των, με ξάσπρισμα των ψηφίων κ.λπ. για να δυσχεραίνεται η καταγραφή από κάμερες ή η ανάγνωση του αριθμού από μάρτυρες μετά από δυστύχημα και να καταφέρνει ο οδηγός να εξαφανίζεται. Αποκορύφωμα αυτής της τακτικής είναι η ανοχή στην τοποθέτηση σκούρου φιλμ στις πινακίδες που, μερικές φορές, τις καθιστούν δυσανάγνωστες μέρα μεσημέρι και από μικρή απόσταση. Επιδεικνύεται δηλαδή ανοχή σε άτομα που ενσυνείδητα και εσκεμμένα προφυλάσσονται προληπτικά από τις συνέπειες παρανομίας στην οποία σκοπεύουν να υποπέσουν! Σημειωτέον ότι σύμφωνα με το Άρθρο 90 του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας: «Με διοικητικό πρόστιμο τριακοσίων (300,00) ευρώ τιμωρείται και αυτός που οδηγεί οδικό όχημα του οποίου οι πινακίδες δεν είναι, για οποιονδήποτε λόγο, ευκρινώς ορατές ή αναγνωρίσιμες από τεχνικά μέσα βεβαίωσης παραβάσεων ή τοποθετεί επ' αυτών μη αντανακλαστικό υλικό».

Η καταγραφή συναφών παραδειγμάτων θα μπορούσε να γεμίσει σελίδες επί σελίδων, αλλά και αυτά που παρατέθηκαν αρκούν ως αποδεικτικά στοιχεία της κατάστασης. Η δε προτίμηση σε παραδείγματα από τους τομείς της πολεοδομίας και της κυκλοφορίας οφείλεται παρά στο ότι οι παραβάσεις σε αυτούς είναι αμεσότερα αισθητές από το κοινό. Άλλωστε, η ροπή στις δεύτερες, έχει διαπιστωθεί και από διεθνείς μελέτες. Σύμφωνα, λοιπόν, με την Έκθεση «SARTRE 2» (Social Attitudes to Road Traffic Risk in Europe/Στάση ως προς τους Κίνδυνους Οδικής Ασφάλειας στην Ευρώπη) του 1998 η ειδική περικοπή για την Ελλάδα ανέφερε ότι: «Αυτή η χώρα είναι περισσότερο αντίθετη προς τις ζώνες ασφάλειας, τις τοποθετεί λιγότερο στα οχήματα και έχει την προδιάθεση να διακινδυνεύσει περισσότερο από τον μέσο όρο»! Σύμφωνα με την Έκθεση «SARTRE 3» του 2004 και παρότι η διαφορά είχε συρρικνωθεί οι Έλληνες παρέμεναν πρώτοι (με 35%) και –με την παρηγορητική παρεμβολή των αδελφών Κυπρίων (με 25%)– μακράν από τους δεύτερους Βέλγους (με 17%) στην μη τήρηση της σχετικής υποχρέωσης.

Ο Χέρμαν Μέλβιλ περιγράφοντας την κατάσταση στη Νήσο του Καρόλου, μία από τις «Encantadas», τις μαγεμένες νήσους του, έγραφε ότι ο δυνάστης της, όταν αναγκάστηκε να την εγκαταλείψει, θεωρούσε ότι η δημοκρατία που είχαν εγκαταστήσει οι πρώην υπήκοοί του «δεν ήταν παρά ένα άθλιο πείραμα που θα κατέρρεε σύντομα. Αλλά όχι, οι εξεγερμένοι συνασπίσθηκαν σε μία δημοκρατία που δεν ήταν ελληνική ή ρωμαϊκή, ούτε αμερικανική. Όχι, δεν ήταν επ’ ουδενί δημοκρατία, αλλά μία διαρκής εξεγερσιοκρατία, που περηφανευόταν πως δεν είχε κανένα νόμο πέρα από την ανομία». Ανομία με την έννοια της ανυπαρξίας νόμων. Κάτι ανάλογο ισχύει εν πολλοίς και για τη χώρα. Με τη διαφορά ότι οι εξεγερμένοι της Νήσου του Καρόλου ήταν ναυτικοί που το είχαν σκάσει από τα πλοία στα οποία είχαν ναυτολογηθεί, καθώς και το ότι στην Ελλάδα ψηφίζονται –άρα υπάρχουν– νόμοι. Αλλά μόνο για τα μάτια του κόσμου, για να προσφέρουν το άλλοθι του οργανωμένου κράτους. Στην πράξη υφίστανται για να τηρούνται σε εθελοντική βάση από τους μεν και να καταστρατηγούνται ατιμωρητί από τους δε. Χωρίς καν να εξεγείρονται οι τελευταίοι. Αρκεί, η απειλή της πρόκλησης δυσαρέσκειας (η οποία ενδέχεται να εκτραπεί σε εξέγερση) σε ομάδες ατόμων που δεν ανέχονται περιορισμό της ασυδοσίας τους. Δεν πρόκειται λοιπόν για «εξεγερσιοκρατία», αλλά για κατεστημένη «ανομοκρατία».

Υ.Γ. Για εκείνους που πιθανόν να αμφιβάλλουν ακόμα για τη στάση των αρχών, ας αναφερθεί μία εξόφθαλμη περίπτωση ενθάρρυνσης της παραβατικότητας. Κάποια υπηρεσία (της κεντρικής διοίκησης ή της τοπικής αυτοδιοίκησης δεν έχει σημασία) αποφάσισε προ καιρού να βάλει μία τάξη στην κυκλοφορία στη διασταύρωση των οδών Αγίου Αθανασίου και Κονίτσης στο Μαρούσι. Επέβαλε, λοιπόν, την κυκλοφορία γύρω από τον παρακείμενο χώρο πρασίνου και προχώρησε και στην κατάλληλη διαμόρφωση των πεζοδρομίων. Άφησε, όμως, ένα σημείο διέλευσης για να μπορούν τα κάθε λογής «μηχανάκια» να παραβαίνουν τις μονοδρομήσεις ανέμελα και χωρίς δυσκολία!