- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Μικροί και μεγάλοι αποχαιρετισμοί συνοδεύουν τη συμβολική στιγμή της πρωτοχρονιάς. Μια δύσκολη χρονιά τελειώνει, μια δυσκολότερη έρχεται. Μετράς τους μήνες που πέρασαν και βρίσκεις απώλειες χρόνου και νοήματος. Ποια είναι η πιο οδυνηρή από τις δύο; Ένα παρελθόν που αιμορραγεί, ένα μέλλον που δύει. Δεν είναι ότι χάνω την πίστη μου στην αλληλεγγύη, είναι που νιώθω να χάνω την ενέργειά μου, λέει η Νάγια όταν οι Ιρανοί πρόσφυγες που ζητούν άσυλο πολιορκούν εξαγριωμένοι τα γραφεία της Ύπατης Αρμοστείας, όπου δουλεύει εθελοντικά. Αναγκασμένη να ξεγλιστρήσει από το γραφείο της σαν ένοχη για κάτι που δεν έφταιξε, ζητάει λίγη στήριξη από φίλους στο δρόμο του ακτιβισμού για τα ανθρώπινα και πολιτικά δικαιώματα, που είναι στρωμένος με πολλές αμφιβολίες. Συνοδεύω δύο μικρά αιθιοπάκια στο σχολείο για μια εβδομάδα. Το σχολείο είναι λίγο κάτω από τον Άγιο Παντελεήμονα, περνάς από σωρούς σκουπιδιών, καταρρέοντα νεοκλασικά και μπαίνεις σε μια ωραία πλακόστρωτη αυλή, με φρεσκοβαμμένους διαδρόμους. Δεν είμαι ρατσιστής, λέει ο διευθυντής, ίσως αν έμενα στην περιοχή να ήμουν. Με κοιτάζει. Την προηγούμενη μέρα το βράδυ είχαμε προσπαθήσει λίγοι φίλοι μαζί με τα δυο παιδιά και μερικά ακόμη ανήλικα προσφυγόπουλα να παρακολουθήσουμε τη συναυλία του Μεγάρου στην εκκλησία. Δεν καταφέραμε να φτάσουμε πριν κλείσουν οι πόρτες. Βρεθήκαμε έτσι εγκλωβισμένοι σε ένα παγερό τρίγωνο: ανάμεσα στις βρισιές και τις απειλές κάποιων ακροδεξιών, στη δυσφορία και τις διαμαρτυρίες κατοίκων της περιοχής και στο φυλασσόμενο από τα ΜΑΤ φρούριο-εκκλησία. Αμυνόμενη πολιτεία, πολιορκημένη συναυλία, μέσα ο πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο αρχιεπίσκοπος, κόσμος, μουσική, έξω εμείς και μερικοί ακόμη ματαιωμένοι. Έφταναν στ’ αυτιά μας οι μελωδίες της μουσικής, η χορωδία, το φέγγος της εκκλησίας, αλλά το νόημα που μας είχε οδηγήσει ως εκεί έμοιαζε θαμπό μέσα στο κρύο και τη φοβιστική πραγματικότητα της πλατείας. Καμιά γέφυρα του μέσα με το έξω, καμιά ανοιχτή χαραμάδα. Έξω ήμασταν ένα μικρό εγκαταλειμμένο νησί, ενώ μέσα παιζόταν κάτι που δεν μπορούσα να προσδιορίσω: ελεύθεροι πολιορκημένοι, πολιτισμένοι vs βάρβαροι, επίσημοι εκπολιτιστές;
Κινδυνεύω να αδικήσω καλές προθέσεις; Όχι, γιατί πιστεύω πως πρέπει να έχει συνέχεια και αποτέλεσμα αυτή η καλή ιδέα. Αλλά πρέπει να βελτιωθεί, να κατέβει από το ιερό όρος του Πολιτισμού και των Τεχνών στις πραγματικές διαστάσεις της ανθρώπινης ευαισθησίας και να μιλήσει με πραγματικούς όρους και ολόκληρες αλήθειες. Διότι έλεγαν μόνο τη μισή αλήθεια οι επίσημες δηλώσεις και τα σχόλια των εφημερίδων: Ο ήχος της μουσικής που ακούστηκε από τον Ιερό Ναό του Αγ. Παντελεήμονα ήταν η καλύτερη απάντηση στο μίσος, στην γκετοποίηση και στις ακρότητες που έχουν μετατρέψει την περιοχή σε εμπόλεμη ζώνη. Χρειαζόμαστε λιγότερη διακηρυκτική ρητορική, περισσότερα επιχειρήματα και καλύτερες απαντήσεις. Χρειαζόμαστε γραμμές επικοινωνίας και πιο σταθερή σχέση και διάλογο ανάμεσα στις πολλές πραγματικότητες, ώστε το μήνυμα της ειρηνικής συνύπαρξης των ανθρώπων από διαφορετικά έθνη που ζουν στον Άγιο Παντελεήμονα να βάλει τέλος στα θλιβερά γεγονότα που έχουν αμαυρώσει την εικόνα μιας από τις πιο ιστορικές συνοικίες της πρωτεύουσας. Ο διευθυντής συνεχίζει, ενθαρρυμένος από τη σιωπή μου. Πρέπει να σας πω ότι η εμπειρία μού διδάσκει πως οι έγχρωμοι δεν αγαπούν τα γράμματα, σε αντίθεση με τους Αλβανούς που δείχνουν θέληση για μάθηση. Είχατε την ίδια άποψη πριν δέκα χρόνια; τον ρωτάω. Ανάμεσά μας πέφτει τώρα ομίχλη. Συνοδεύω τα δυο μικρά παιδιά, που η συγκυρία των πολέμων, της πείνας και της παγκοσμιοποίησης τα έφερε στο δρόμο μου, κάτω από τα βλέμματα αγουροξυπνημένων γονιών και παιδιών. Την επομένη ο Άμπελ θα μεταφέρει σε μένα και το μεγαλύτερο αδελφό του την απορία του συμμαθητή του: η θεία σου είναι άσπρη κι εσύ...; ο μικρός δεν προφέρει την άλλη λέξη, τη μειωτική. Λατρεύω τον καφέ με γάλα, σχολιάζω, και τα δυο παιδιά ανασαίνουν με ανακούφιση. Το σχολείο μας δεν έχει τάξεις ενισχυτικής, λέει ο δάσκαλος, ψάχνουμε απεγνωσμένα να βρούμε χρήματα για ενισχυτική διδασκαλία, λέει ο φίλος από το Υπουργείο Παιδείας. Τα παιδιά έχουν γραφτεί στην τετάρτη και την έκτη, με κριτήριο την ηλικία αλλά χωρίς κριτήριο ζωής, παιδιά που πήγαν για πρώτη φορά σε ελληνικό σχολείο τον περασμένο Σεπτέμβρη. Γιατί; ρωτάω, έτσι είναι ο κανονισμός, παίρνω την απάντηση. Τα παιδιά κοιμούνται σ’ έναν ξενώνα για παιδιά-πρόσφυγες, η μητέρα τους δουλεύει στην επαρχία, στη συλλογή των πορτοκαλιών. Τα απογεύματα προσπαθούν με τη βοήθεια εθελοντών δασκάλων να μάθουν να μην μπερδεύουν το φ με το θ, να αρχίσουν σιγά σιγά να συλλαβίζουν.
Απομακρύνομαι από το σχολείο καθώς χτυπάει το κουδούνι κι ακούγεται η πρωινή προσευχή. Διασχίζω τις κάτω γειτονιές του κέντρου, Λιοσίων, Μιχαήλ Βόδα, Ηπείρου, Αχαρνών, Φυλής. Παρατηρώ τα σπίτια, τα πρόσωπα των περαστικών, προσέχω τις γυναίκες και τον τρόπο που είναι ντυμένες, τα νέα παιδιά, τα μαγαζιά. Η πόλη ξυπνάει, το πρωινό φρέσκο ψωμί που μοσχοβολάει ως το πεζοδρόμιο σε αισιοδοξεί. Ένας κόσμος πολύχρωμος, φτωχός, της ανάγκης, ζει εδώ. Χωρίς σταθερή ζωή, χωρίς καλές συνθήκες μέσα κι έξω απ’ το σπίτι, χωρίς καλό μεροκάματο, πιεσμένος από το κύμα που τον πέταξε ως εδώ, από κείνους που βρήκε και τους ενόχλησε με την παρουσία του, από κείνους που δεν τους αρέσει το χρώμα του, η γλώσσα του που δεν την καταλαβαίνουν, ο τρόπος που συμπεριφέρεται. Ένας κόσμος ενοχοποιημένος, μπερδεμένος, χωρίς προσανατολισμό, κοινότητες ανθρώπων σε αγωνιώδη αναζήτηση επιβίωσης, σημείων αναφοράς. Βγαίνω στην Πατησίων και περπατάω από την Ακαδημίας ως το Σύνταγμα, στην άλλη πλευρά της πόλης, 15 λεπτά με τα πόδια, μια ανάσα απόσταση. Μια εκδήλωση ενότητας, με στόχο της ανάδειξη της πνευματικής και πολιτιστικής δημιουργίας, με στόχο να προβληθεί ο λόγος, ο σεβασμός και ο διάλογος και να αναδειχθεί στους κατοίκους της περιοχής και ιδιαίτερα στους νέους ότι ο πολιτισμός ενώνει, διαβάζω τις δηλώσεις του κ. Μάνου του Μεγάρου Μουσικής. Σκέφτομαι ένα ένα τα νοήματα αυτής της πρότασης, τα πρωθύστερα, τις αποσιωπήσεις, την απόσταση που χωρίζει την καλή πρόθεση από τον πολιτισμό που ενώνει, και τη βρίσκω τεράστια σε σχέση με το χρόνο της πρωινής μου πεζοπορίας. Είναι αυτή η απόσταση που πρέπει να αναγνωρίσουμε, να κατανοήσουμε, να νοηματοδοτήσουμε και μετά να την περπατήσουμε και να τη μειώσουμε. Προς όφελος όλων μας και όσο το δυνατόν πιο γρήγορα, καθώς όσο δεν μειώνεται μεγαλώνει κι άλλο, παίρνει τρομακτικές διαστάσεις – μέσα μας, γίνεται απειλητική.