Πολιτικη & Οικονομια

Γενοκτονία ή εθνοκάθαρση του ελληνικού κινηματογράφου;

Αποδειχτήκαμε και ρομαντικοί και ηλίθιοι

Κωνσταντίνος Μωριάτης
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η κυρία Κυριακή Μάλαμα, σκηνοθέτρια εκπομπών της ΕΤ-3 μεταξύ των οποίων και της «Κυριακής στο χωριό», ήταν η επιλογή του γνωστού τώρα και ως υπουργού Πολιτισμού Μπαλτά να διαβάσει το μήνυμά του στην τελετή του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης στην οποία δεν θεώρησε αναγκαίο να παρευρεθεί. 

Μάθαμε λοιπόν διά στόματος Κυριακής ότι το Υπουργείο Πολιτισμού 1) «Θα εφαρμόσει εξ ολοκλήρου το Νόμο περί κινηματογράφου» και 2) «Θα αποκαταστήσει άμεσα την άδικη αφαίρεση από τα κινηματογραφικά εισιτήρια του ποσοστού του φόρου που κατευθυνόταν στη στήριξη της ελληνικής κινηματογραφίας με ίσο ποσό το οποίο θα αποδοθεί στην ελληνική παραγωγή».

Για να μαθαίνουν οι νεότεροι και να θυμούνται οι παλαιότεροι:

- Τον Νόμο περί κινηματογράφου, γνωστό και ως νόμο Γερουλάνου, τον πολέμησε τότε μέχρι τέλους ο ΣΥΡΙΖΑ με εμπροσθοφυλακή τον ποιητή/γιατρό/πρώην υφυπουργό Παιδείας κύριο Κουράκη, ο οποίος ως συνεπής αριστερός αγωνιστής υπερασπίστηκε τότε διακαώς το δικαίωμα του «λαού».

- Δηλ. του κάθε αργόσχολου συνδικαλιστή να κρίνει εκείνος ποιες κινηματογραφικές ταινίες θα έπρεπε να χρηματοδοτηθούν.

- Τον «τρισκατάρατο» εκείνο νόμο δεν τον καταψήφισε τότε μόνο ο «λαϊκός» Σύριζα, αλλά και η «αστική» ΝΔ με εισηγητή το άλλο άξιο τέκνο της συμπρωτεύουσας, τον άνθρωπο του πολιτισμού, της κουλτούρας και του μπάσκετ, βουλευτή/προπονητή κύριο Ιωαννίδη.

- Εννοείται βέβαια ότι κατόπιν εισήγησης του κομισάριου/ηθοποιού/δικαστή Καζάκου τον καταψήφισε και το σοβιετικό ΚΚΕ. Τον υπερψήφισε με μισή καρδιά το βαθύ ΠΑΣΟΚ των Λιάνη-Αράπογλου κ.λπ. και ουσιαστικά καθαρά υπέρ ενός νόμου του ΠΑΣΟΚ ήταν μόνο το τότε κόμμα... της κ. Μπακογιάννη! Ακόμα περισσότερο ο μόνος πραγματικά ένθερμος υποστηρικτής του ήταν ο κ. Άδωνις –ναι– Γεωργιάδης, εισηγητής τότε του ΛΑΟΣ.

Κατά τη σύνταξη του Νόμου, ως ενεργοί κινηματογραφιστές του κινήματος «Κινηματογραφιστές στην Ομίχλη» είχαμε, θυμάμαι, εισακουστεί στο ότι η πιο ασφαλής πηγή χρηματοδότησης για τον κινηματογράφο θα ήταν η «αντικειμενική», αυτή δηλαδή της προσφοράς και της ζήτησης της αγοράς η οποία θα προέκυπτε από τον ειδικό φόρο επί του εισιτηρίου. Σκεφτόμασταν ως ρομαντικοί ότι όσο καλύτερες ταινίες κάνουμε τόσο πιο πολλοί Έλληνες θα βλέπουν κινηματογράφο, άρα θα έχουμε περισσότερα εισιτήρια που θα έφερναν περισσότερους πόρους για το ελληνικό σινεμά. Εάν δεν… δεν! Ως μη δηλ. «συνδικαλιστές» εμπιστευόμασταν τον εαυτό μας ότι μπορούμε να κάνουμε καλές ταινίες και ότι δεν είμαστε «καρέτα-καρέτα», προστατευμένοι από έναν κωδικό χρηματοδότησης που θα επιβάρυνε τον προϋπολογισμό του κράτους. Θέλαμε βέβαια παράλληλα και να προφυλαχτούμε από «αγράμματους δεξιούς» που εάν κέρδιζαν τις εκλογές θα τοποθετούσαν στο Υπουργείο Πολιτισμού –όπως και έκαναν– έναν τύπο σαν π.χ. τον Π. Παναγιωτόπουλο, ο οποίος δεν θα το ’χε σε τίποτα να έκοβε στα μισά τη χρηματοδότηση του κωδικού κινηματογράφου καταστρέφοντας έτσι παραγωγή και ταινίες, μιας και ως γνωστόν «οι δεξιοί δεν είναι κουλτουριάρηδες, δεν αγαπούν το ελληνικό σινεμά κ.λπ.» Μείναμε έτσι ήσυχοι ότι με την ψήφιση του νόμου καταφέραμε επιτέλους να μείνουμε εκτός του καθυστερημένου πολιτικού μας συστήματος, αφού πλέον ποτέ δεν θα του ζητάγαμε χρήματα αποφεύγοντας έτσι τις γνωστές πελατειακές σχέσεις που κατέτρωγαν χρόνια και το δικό μας χώρο.

Αποδειχτήκαμε τελικά και ρομαντικοί και ηλίθιοι! Δεν μπορέσαμε να φανταστούμε ότι υπάρχει κάτι χειρότερο από τους «αγράμματους δεξιούς» που ζει ανάμεσά μας, κάποιοι δηλ. που θα έφταναν να καταργήσουν μία αντικειμενική πηγή χρηματοδότησης που δεν χρειάζεται να χρηματοδοτούν, μια ανεξάρτητη πηγή για την οποία κανείς δεν θα τους ζήταγε ποτέ να βάλουν το χέρι στην τσέπη. Το μόνο «ελάττωμά» της ήταν το ότι για αυτό ακριβώς το λόγο πιθανότατα να τους ήταν ανεξέλεγκτη. Αποφάνθηκαν λοιπόν ότι καλύτερα θα ήταν να καταστραφεί, σχέση δηλ. αντίστοιχη με του ISIS και τα μνημεία.

Έτσι λοιπόν ο ΣΥΡΙΖΑ επί Κουράκη καταψήφισε το νόμο καταγγέλλοντάς τον ως «προϊόν της εμπορευματοποίησης», επί Ελληνοραματιστή δραχμοονειροπόλου Ξυδάκη ουσιαστικά τον κατήργησε ακυρώνοντας τη μόνη πηγή χρηματοδότησής του, τον ειδικό φόρο ύψους 10% επί του εισιτηρίου «υπέρ του ελληνικού κινηματογράφου», χαρακτηρίζοντάς τον ως φόρο υπέρ τρίτων.

Συνήθως καταργούνται οι φόροι υπέρ τρίτων με σκοπό τη μείωση του κόστους του εισιτηρίου υπέρ του καταναλωτή. Στην περίπτωσή μας όμως φρόντισαν να αυξηθεί ταυτόχρονα ο συντελεστής ΦΠΑ από το 13% που ήταν, στο 23%. Έτσι η Πρώτη Φορά Αριστερά αδιαφορώντας για τη συνταγματική υποχρέωση περί «προστασίας και ανάπτυξης της κινηματογραφικής τέχνης που αποτελεί υποχρέωση του Κράτους», «αναβαθμίζει» τον κινηματογράφο σε φορολογητέο εμπόρευμα με 23% ΦΠΑ –ενώ π.χ. το βιβλίο και το θέατρο παραμένουν πολιτιστικά προϊόντα του 6% ΦΠΑ–, υλοποιώντας αυτό για το οποίο κατηγορούσε τον Νόμο Γερουλάνου! (τον οποίο ο κ. Μπαλτάς μόλις υποσχέθηκε να εφαρμόσει!!!)

Με άλλα λόγια, αυτό που έγινε είναι πως από εκεί που οι θεατές του κινηματογράφου πλήρωναν ένα φόρο στο εισιτήριο για να υπάρχουν ελληνικές ταινίες, τώρα να πληρώνουν το ίδιο ποσό αλλά αυτό να πηγαίνει π.χ. στο μισθό των καθαριστριών/ δικαστικών υπαλλήλων με τα κόκκινα γάντια.

Έτσι η Πρώτη Φορά Αριστερά, αφού διά του κυρίου Ξυδάκη επισκέφτηκε πρώτα ως γλάστρα τις Κάννες, έκανε σκόνη το τελευταίο γαλλικό επιχείρημα «περί πολιτιστικής εξαίρεσης» κατά τη διάρκεια των παγκόσμιων διαπραγματεύσεων του GATT (GeneralAgreementonTarifsandTrade, 1993, UruguayRound).

Και παραδίδει τη σκυτάλη στη Δεύτερη Φορά Αριστερά, για να μας διαβεβαιώσει σήμερα ο κ. Μπαλτάς διά στόματος Κυριακής της ΕΤ3 ότι θα εφαρμόσει τον Νόμο που η Πρώτη Φορά Αριστερά κατήργησε.


Υ.Γ. 1 Περισσότερα περί διαπραγματεύσεων του GATT και της γαλλικής πολιτιστικής εξαίρεσης:

https://en.wikipedia.org/wiki/Cultural_exception#The_French_Cultural_Exception

https://fr.wikipedia.org/wiki/Exception_culturelle_française