- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Ο ρους της Ιστορίας
Η λύση που επιθυμούμε, δηλαδή να ανακοπούν εδώ και τώρα οι μεταναστευτικές ροές, απλά, είναι αδύνατη
Δεν είναι απλά μεταναστευτικές ροές που διασχίζουν ηπείρους και θάλασσες, είναι ο ρους της Ιστορίας που διασχίζει το χρόνο. Κάποια στιγμή θα συνέβαινε, συμβαίνει τώρα. Δεν είναι μόνο ο σημερινός πόλεμος στη Συρία, ο Άσαντ και το ΙSIS. Είναι το εντεινόμενο πρόβλημα υπερπληθυσμού στον πλανήτη (7,3 δισ. τώρα, 10 δισ. μέχρι το 2050;), σε συνδυασμό με όλο και λιγότερους πόρους (νερό, τροφή), τοπικούς πολέμους, επιδημίες και κλιματικές αλλαγές. Είναι η παγκόσμια φτώχεια. Αυτά ή άλλα χειρότερα υπήρχαν εκεί ανέκαθεν αλλά τέτοια μετανάστευση δεν είχαμε μέχρι τώρα. Όμως τα τελευταία 3-4 χρόνια συσσωρεύτηκε η κρίσιμη πίεση που έκανε τη χύτρα να σκάσει.
Αυτή τη στιγμή υπάρχουν γύρω στα 60 εκ. πρόσφυγες και εκτοπισμένοι σε όλο τον κόσμο. Το 52% αυτών είναι παιδιά κάτω των 18 ετών. Στην υποσαχάρεια Αφρική υπάρχουν περισσότεροι από 3 εκ. πρόσφυγες. Η Τουρκία φιλοξενεί σήμερα τους περισσότερους πρόσφυγες: 1,6 εκ. Ακολουθούν το Πακιστάν (1,5 εκ.), το Ιράν (982.000), η Αιθιοπία (659.000) και η Ιορδανία (654.100). Ο Λίβανος φιλοξενεί 1,2 εκ., τους περισσότερους αναλογικά με τον πληθυσμό του: 232 πρόσφυγες ανά 1.000 κατοίκους. Από την αρχή του 2015 ήρθαν στην Ελλάδα μέσω θαλάσσης 500.000 πρόσφυγες εκ των οποίων το 64% προέρχονται από τη Συρία και το 23% του συνόλου είναι παιδιά, ενώ παράλληλα άλλοι 80.000 διέσχισαν τη Μεσόγειο από τα αφρικανικά παράλια. Το 2014 περισσότερο από το 50% των προσφύγων παγκοσμίως προήλθε από τρεις χώρες: Συρία, Αφγανιστάν και Σομαλία. Συνεπώς, δεν είναι αυτό που νομίζουμε, ότι μόνο η Ευρώπη δέχεται μεταναστευτικές ροές. Το φαινόμενο είναι παγκόσμιο και παρουσιάζει ιδιαίτερη ένταση στην ευρύτερη περιοχή μας. Οι αριθμοί σοκάρουν αλλά δείχνουν και την αδυναμία της όποιας «λύσης».
Οι άνθρωποι από το Πακιστάν, το Μπανγκλαντές (το κράτος με τη μεγαλύτερη πυκνότητα πληθυσμού στον κόσμο), το Αφγανιστάν, το Ιράκ, τη Συρία, τη Σομαλία, την Κεντροαφρικανική Δημοκρατία, το Κογκό που φεύγουν τρέχοντας από πολέμους, ξηρασία, τυφώνες ή λοιμούς, θέλουν να εγκατασταθούν και να ζήσουν σε ασφαλές περιβάλλον. Στην Ευρώπη ζει μόνο το 10% του παγκόσμιου πληθυσμού. Αυτοί διαχειρίζονται το 35% του παγκόσμιου πλούτου. Το δέλεαρ είναι εμφανές. Λογικά, το όνειρο των περισσοτέρων προσφύγων είναι να ζήσουν έστω και στις παρυφές, στα τρισάθλια για μας «ιδιαίτερα προάστια», του δυτικού πολιτισμού. Κάποιοι, με κίνδυνο της ζωής τους, τα καταφέρνουν. Οι υπόλοιποι ελπίζουν να τους μιμηθούν.
Γιατί η διαφορά από τη ζωή στα πατρογονικά τους εδάφη είναι τεράστια και στα δικά τους μάτια απείρων διαστάσεων. Και τη βλέπουν, την ακούνε, την πιάνουν. Με ένα απλό smart phone έχουν όλο τον κόσμο στην παλάμη τους και μπορούν να κάνουν συγκρίσεις. Η ειρήνη, η ανεκτικότητα, η οικονομική ευρωστία, η τεχνολογία, το σύστημα υγείας, η εκπαίδευση, η ελευθερία, για τα οποία εμείς καυχιόμαστε, τους είναι πολύ ελκυστικά. Είναι απλά η καλύτερη ζωή. Ποιος δεν τη θέλει; Γι’ αυτό τους βλέπεις να γαντζώνονται σε μια βάρκα και να διασχίζουν ακόμα και τη Μεσόγειο «σε τούτο το τρομακτικό ταξίδι του χαμού», το ταξίδι για τη δική τους «γη της επαγγελίας». Δεν θέλουν να μείνουν στην Τουρκία, στο Ιράν ή στη Λιβύη, ούτε καν στην Ελλάδα. Στη Γερμανία και την Αγγλία θέλουν να φτάσουν. Ευνόητο.
Εμείς φυσικά τους βλέπουμε ως πρόβλημα που χρειάζεται λύση, μόνο που λύση δεν υπάρχει. Ή, καλύτερα, δεν υπάρχει η επιθυμητή για μας λύση. Κι εκεί αρχίζουν τα διλήμματα. Να μην κάνουμε την Ευρώπη φρούριο, αλλά να μην ανοίξουμε και τα σύνορά μας. Δηλαδή; Να τους δεχόμαστε ή όχι; Κλείνουμε τα χερσαία σύνορα, αλλά όχι τα θαλάσσια. Γιατί; Μοιάζει σαν να ελπίζουμε ότι έτσι κάποιοι θα πνιγούν και θα μας έρθουν λιγότεροι. Γιατί δεν ανοίγουμε μια πόρτα στα χερσαία σύνορα ώστε να εισέρχονται με ασφάλεια και συντεταγμένα υπό τον έλεγχο των αρχών; Να καταγράφονται και να διοχετεύονται αναλογικά και βάσει σχεδίου στην υπόλοιπη Ευρώπη; Γιατί δεν ναυλώνουμε καράβια να τους μεταφέρουν από τα τουρκικά παράλια αλλά τους περιμένουμε στα νησιά αφού πρώτα έχουν θαλασσοπνιγεί; Το ίδιο αποτέλεσμα θα είχαμε αλλά χωρίς πνιγμούς, χωρίς αναστάτωση των κατοίκων των ακριτικών περιοχών, με λιγότερα έξοδα και περιορισμό της δράσης των διακινητών. Τελικά είναι ανοιχτά ή κλειστά τα σύνορα της Ευρώπης; Οι κοινοτικές αρχές εδώ φαίνονται απροετοίμαστες ενώ δεν θα ’πρεπε.
Είναι βέβαια πολύ δύσκολο να αντιμετωπίσουμε το σοκ της αύξησης του πληθυσμού της Ευρώπης κατά μερικά εκατομμύρια ξένους, κυρίως αλλόθρησκους, παράτυπους μετανάστες. Και αυτό μέσα σε 45 χρόνια. Είναι δύσκολο να ζούμε υπό το φόβο της εισροής μαχητών του χαλιφάτου που έρχονται να σπείρουν το θάνατο στη «φωλιά των απίστων». Είναι ακόμα πιο δύσκολο να εντάξουμε όλες αυτές τις ψυχές με ειρηνικό και οργανωμένο τρόπο στον κοινωνικό ιστό της κάθε χώρας και μάλιστα σε εποχές οικονομικής ύφεσης. Να πείσουμε πολλούς από αυτούς, κυρίως τους μουσουλμάνους, να εγκαταλείψουν τα δικά τους πολιτισμικά πρότυπα και να ενσωματωθούν στις προηγμένες δυτικές κοινωνίες. Με δυο λόγια είναι δύσκολο να διαχειριστούμε την υπόθεση. Αλλά δεν έχουμε άλλη επιλογή και πρέπει να το κάνουμε. Σε αυτό πρέπει να καταναλώσουμε κάθε ικμάδα, γνώση και ανθρωπισμό και όχι στο πώς θα κάνουμε την είσοδο επικίνδυνη για τις ζωές τους. Αλλιώς τα κοινωνικά συμβόλαια και οι χάρτες των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η κουλτούρα και η καρδιά του ευρωπαϊκού πολιτισμού θα καταλήξουν κενά γράμματα. Και τότε είναι που θα σημάνει η ώρα του ρατσισμού.
Γιατί το ρατσισμό που ελλοχεύει πίσω από το φαινόμενο των μεταναστευτικών ροών δεν τον αντιμετωπίζεις κάνοντας πως δίνεις λύσεις. Με ευχές και δάκρυα ή απειλές και συρματοπλέγματα. Τον απομονώνεις, όταν βρεις τρόπους να εντάξεις τους «ξένους» στην πόλη. Να τους δώσεις βοήθεια αλλά και να πάρεις οφέλη. Να τους κάνεις δικούς σου και όχι να τους αφήσεις βορά στο δικό σου ή και δικό τους ρατσισμό και θρησκευτικό φονταμενταλισμό. Έχουμε, αλήθεια, μετρήσει πόσο θα μπορούσαν να συνεισφέρουν τα εκατομμύρια των ηλικιακά νέων μεταναστών στην ανάπτυξη της γερασμένης Ευρώπης, στην αναζωογόνηση της παραγωγικότητας; Δεν είναι όλοι χειρώνακτες που αναζητούν μια χαμηλά αμειβόμενη βοηθητική εργασία. Είναι και αγρότες, τεχνίτες, ράφτες, μάγειροι, καλλιτέχνες επιστήμονες και πιστεύουν ότι μπορούν να κάνουν μια καινούργια αρχή σε ένα καινούργιο και κυρίως ασφαλές περιβάλλον. Και θα την κάνουν, έστω και αν μεγάλα τμήματα των ευρωπαϊκών κοινωνιών στρέφονται εναντίον τους. Η μαζική μετανάστευση πάντοτε προξενούσε φόβο.
Αυτά είναι τα προβλήματα που οφείλουμε να αντιμετωπίσουμε. Όχι χώνοντας το κεφάλι στην άμμο και προσποιούμενοι πως δεν βλέπουμε το πρόβλημα. Αλλά πιάνοντάς το από τα κέρατα. Όχι αρνούμενοι τη μετανάστευση και την προσφυγιά, αλλά θέτοντας τους όρους για την υποδοχή των μεταναστών – όρους ανθρωπιστικούς και οικονομικούς ταυτόχρονα, όρους πολιτισμικής συμβίωσης, όρους μέλλοντος! Και με συναίσθηση της Ιστορίας. Μας ενοχλεί και μας φοβίζει το «φαινόμενο» αλλά αυτό είναι και θα ζήσουμε μαζί του.
Ο άνθρωπος περπατάει. Μετακινείται. Πηγαίνει και έρχεται. Κανένα σύνορο, καμιά θάλασσα, καμιά απειλή δεν τον σταμάτησε εδώ και χιλιάδες χρόνια. Πώς αλλιώς θα μπορούσε να γίνει σήμερα; Μήπως ήρθε το τέλος της Ιστορίας και δεν το καταλάβαμε; Στις μέρες μας η Ασία και η Αφρική έρχονται στην Ευρώπη, σε παλιότερες μέρες η Ευρώπη πήγαινε στην Αμερική ή στην Αυστραλία. Η λύση που επιθυμούμε, δηλαδή να ανακοπούν εδώ και τώρα οι ροές, απλά, είναι αδύνατη. Η παρέα του Ιλάν θα σταματήσει να έρχεται όταν οι παγκόσμιες κοινωνικές και φυσικές συνθήκες το επιτρέψουν. Άγνωστο πώς και πότε ακριβώς. Όταν το αποφασίσει η Ιστορία.