Πολιτικη & Οικονομια

Ας ξεμπερδεύουμε, λοιπόν!

Αλλά από τα κούφια συνθήματα

Μιλένα Αποστολάκη
ΤΕΥΧΟΣ 538
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Την Κυριακή ψηφίζουμε για τρίτη φορά μέσα σε ένα χρόνο και, όπως όλα δείχνουν, η αποχή ενδέχεται να αναδειχτεί σε μεγάλο αντίπαλο για όλα τα κόμματα. Το φαινόμενο ασφαλώς δεν είναι ελληνικό. Αν κανείς ρίξει μία ματιά στις τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις στην καρδιά της Ευρώπης θα αντιληφθεί ότι πρόκειται για μία τάση του εκλογικού σώματος που παίρνει ανησυχητικές διαστάσεις.

Oι αιτίες της άρνησης μεγάλων τμημάτων των ευρωπαϊκών κοινωνιών να συμμετέχουν στις εκλογικές αναμετρήσεις και να συγκαθορίσουν το εκλογικό αποτέλεσμα, το σχηματισμό κυβέρνησης και την ακολουθούμενη πολιτική στις χώρες τους, έχουν από καιρό επισημανθεί: Η κρίση αντιπροσώπευσης, η αναξιοπιστία που τροφοδοτείται συνεχώς με εξαγγελίες που δεν πραγματοποιούνται, η διαφθορά, η ατιμωρησία σε συνδυασμό με τα μηδενικά αντανακλαστικά αυτοκάθαρσης των κομμάτων, η ακραία πόλωση μεταξύ παρατάξεων και προσώπων που συχνά εξελίσσεται σε άθλιους σκυλοκαβγάδες είναι οι πιο προφανείς και οι πλέον επαναλαμβανόμενοι από τους λόγους που ολοένα και περισσότεροι πολίτες αισθάνονται ότι το δικαίωμα της ψήφου είναι κενότατο περιεχομένου, και δεν το ασκούν.

Είναι σε αυτές τις συνθήκες χρέος όλων των δημοκρατικών πολιτικών σχηματισμών, αλλά και προφανές συμφέρον τους, να διαμορφώσουν τη στρατηγική, τη ρητορική και την επικοινωνία τους με τέτοιο τρόπο ώστε οι απογοητευμένοι και καχύποπτοι πλέον ψηφοφόροι να ξανανιώσουν ότι υπάρχει λόγος σοβαρός να σηκωθούν από τον καναπέ τους και να ψηφίσουν. Ότι η ενίσχυση κάποιου κόμματος ή η εκλογική ήττα και η υποχώρηση άλλων κομμάτων θα έχουν αντίκτυπο χειροπιαστό και σημαντικό στην καθημερινότητά τους και στο μέλλον της χώρας.

Μέσα σε αυτή τη συγκυρία είναι εξαιρετικά ανούσια και θα πρόσθετα αφόρητα παλιομοδίτικη η πρόσκληση που απευθύνουν στους πολίτες πολλοί σε αυτές τις εκλογές, ζητώντας τους να απορρίψουν το παλιό και να επιλέξουν το νέο, αυτοαναγορευόμενοι προφανώς σε αποκλειστικούς εκπροσώπους του νέου και άφθαρτου.

Ανεξάρτητα από τον τόνο της πρόσκλησης, που είναι άλλοτε διχαστικός και συγκρουσιακός και άλλοτε πιο «τεχνοκρατικός», το μήνυμα είναι κοινό: Είτε «ξεμπερδεύοντας» με τους άλλους, είτε επιλέγοντας το νέο απέναντι στο παλιό και φθαρμένο έρχονται οι νέοι σωτήρες! Τίποτα πιο παλιό, πιο χιλιοειπωμένο και ματαιωμένο, αλλά κυρίως τίποτα πιο εύκολο να αποδομηθεί μέσα σε λίγους μόλις μήνες μετά το όποιο εκλογικό αποτέλεσμα ήττας ή νίκης.

Στη χρεοκοπημένη Ελλάδα των διακομματικών μνημονίων, τα προβλήματα και οι λύσεις τους είναι δυστυχώς πολύ σύνθετα. Τόσο πολύ, ώστε οι «νέες δυνάμεις» της πούρας αριστεροσύνης, του μοντερνισμού, της εθνικοφροσύνης κ.λπ. δεν επαρκούν για την αντιμετώπισή τους. Και πάντως είναι βέβαιο πως το γεγονός ότι αυτοπαρουσιάζονται ως το νέο στην πολιτική δεν θα τους βοηθήσει στο ελάχιστο την επαύριο των εκλογών, όταν θα έρθει η σκληρή ώρα της πραγματικής διακυβέρνησης.

Με τη χώρα χρεοκοπημένη και με περιορισμούς κεφαλαίων με απροσδιόριστη ημερομηνία λήξης, το πρόβλημα δεν είναι αν τη διακυβέρνηση θα αναλάβουν οι νέοι ή οι παλιοί, αλλά αν θα την αναλάβουν οι καλύτεροι, οι γνώστες, οι υπεύθυνοι και αυτοί που προτάσσουν το συμφέρον του τόπου πάνω από τις μικροκομματικές τους σκοπιμότητες.

Στη σύγχρονη ιστορία μας το σχεδόν διαρκές αίτημα για ανανέωση στην πολιτική ζωή υπηρετήθηκε και βρήκε ουσιαστική ανταπόκριση στο περιεχόμενο της διακυβέρνησης από ηγέτες και παρατάξεις που απευθύνθηκαν στους πολίτες με τα προγράμματα και τις ιδέες τους, και όχι με την ημερομηνία γέννησής τους ή εισόδου τους στην πολιτική. Όσες φορές φύσηξε άνεμος αλλαγής και εκσυγχρονιστικών μεταρρυθμίσεων στη χώρα, αυτό έγινε από ηγέτες και κόμματα που στήριξαν τη σχέση εμπιστοσύνης τους με το λαό στη βάση των στέρεων δεσμεύσεών τους για την προκοπή της χώρας, και όχι στην προαναγγελία ξεμπερδέματος με εκείνους τους οποίους αγωνίζονταν να διαδεχτούν.

Είναι χαρακτηριστικό ότι στον ιστορικό λόγο του της 5ης Σεπτεμβρίου 1910, ο Ελευθέριος Βενιζέλος, γνήσιος φορέας πολιτικής αλλαγής, όπως ιστορικά αποδείχτηκε, δεν καλεί τους Έλληνες να ξεμπερδέψουν με το παλιό. Καλεί όσους συμμερίζονται τις νέες ιδέες του να αφιερώσουν όλες τους τις δυνάμεις για να συντελέσουν στην επιτυχία των εθνικών στόχων. Και όπως η ιστορία καταγράφει, ο Βενιζέλος έκανε κάτι προδήλως σημαντικότερο από το να ξεμπερδέψει με το παλιό. Αναμόρφωσε τη χώρα του προωθώντας δίκαιες μεταρρυθμίσεις που κατέστησαν την Ελλάδα μία ευρωπαϊκή δυναμη που πρωταγωνιστούσε και ευημερούσε.

Με δυο λόγια όποιος περιορίζεται να προτάσσει το ότι θα «ξεμπερδέψει» με το παλιό στην προσπάθειά του να κερδίσει την εξουσία είναι παραπάνω από βέβαιο ότι αποτελεί ο ίδιος μέρος του παλιού και ότι σύντομα το γεγονός αυτό θα καταστεί ένα κοινό πολιτικό μυστικό!