Πολιτικη & Οικονομια

Edito 261

Οι ευρωεκλογές επαλήθευσαν τις διεργασίες που έχουν ήδη αρχίσει να γίνονται εμφανείς στην κοινωνία μας.

Φώτης Γεωργελές
ΤΕΥΧΟΣ 261
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Edito 261: Οι ευρωεκλογές, ο Κ. Καραμανλής, ο Γιώργος Παπανδρέου και ο ελληνικός λαός

Οι ευρωεκλογές επαλήθευσαν τις διεργασίες που έχουν ήδη αρχίσει να γίνονται εμφανείς στην κοινωνία μας. Φαίνεται ότι ο πολιτικός χρόνος της ΝΔ έχει εξαντληθεί. Η ΝΔ έχασε και το ΠΑΣΟΚ κέρδισε. Με μεγάλη διαφορά. Η δημοκρατία είναι ευτυχώς ή δυστυχώς, ευτυχώς μάλλον, συγκριτικό πολίτευμα. Δεν είναι παθιασμένος έρωτας, θέλω αυτό ή τίποτε άλλο. Η δημοκρατία είναι συγκρίσεις και επιλογές. Οι πολίτες συγκρίνουν και επιλέγουν την καλύτερη λύση από τις υπάρχουσες διαθέσιμες. Στη σύγκριση αυτή, τα αποτελέσματα είναι πολύ προφανή. Η σημερινή κατάσταση της χώρας δεν μοιάζει με την Ελλάδα που παρέδωσε το 2004 ο Κ. Σημίτης. Η μελαγχολία, η ανασφάλεια και ο πεσιμισμός έχουν αντικαταστήσει την αυτοπεποίθηση και την αισιοδοξία εκείνης της Ελλάδας των Ολυμπιακών Αγώνων.

Αν ο διάλογος του Κ. Καραμανλή με τον ελληνικό λαό μοιάζει εξαντλημένος, ο διάλογος του Γιώργου Παπανδρέου με τους πολίτες τώρα αρχίζει στ’ αλήθεια. Τώρα στρέφονται πραγματικά σ’ αυτόν και περιμένουν ν’ ακούσουν. Όχι πώς θα φτάσει στην εξουσία, αλλά τι θα κάνει μ’ αυτήν για να αντιμετωπίσει τα προβλήματά της η χώρα και να προχωρήσει ένα βήμα προς τα μπρος. Χωρίς ευρύτερο ακροατήριο, χωρίς πολιτικές και κυρίως κοινωνικές συμμαχίες αυτό το βήμα δεν είναι δυνατόν να γίνει.

Ο διάλογος αυτός δεν είναι καθόλου εύκολος. Γιατί το δεύτερο μήνυμα που επιβεβαίωσαν αυτές οι εκλογές είναι η βαθιά κοινωνική δυσαρέσκεια που αγγίζει την περιφρόνηση προς το πολιτικό δυναμικό. Η τεράστια αποχή των ευρωεκλογών βέβαια δεν θα επαναληφθεί και στις βουλευτικές. Όμως η ευκολία με την οποία ο ένας στους δυο πολίτες σχεδόν προτίμησε τις διακοπές και η, για πρώτη φορά, μαζική επιλογή της αποχής ως πολιτική στάση, δείχνει ότι η κοινωνία θεωρεί το πολιτικό σύστημα αυτονομημένο από τις δικές της ανάγκες και προβλήματα. Αυτή η αρνητική πολιτικοποίηση θα έχει μέλλον μόνο αν μετατραπεί σε θετική. Είναι πάρα πολύ κατανοητά τα συναισθήματα όσων νιώθουν προδομένοι και εγκαταλελειμμένοι από το πολιτικό σύστημα. Αλλά μοιάζει με αυτοκτονική ομοιοπαθητική να νομίζεις ότι «τιμωρείς» αυτούς που σου μαυρίζουν τη ζωή, αφήνοντάς τους μόνους κι ανενόχλητους, να σου τη μαυρίσουν κι άλλο. Κανείς δεν θυμάται το ύψος της αποχής στις αμερικάνικες εκλογές του 2000. Όλος ο κόσμος όμως θυμάται οδυνηρά την οκταετία Τζορτζ Μπους που επακολούθησε. Αυτή η αρνητική πολιτικοποίηση δεν έχει ακόμα ξεκάθαρα χαρακτηριστικά και περιέχει στοιχεία από το παρελθόν. Όταν οι πολίτες δηλώνουν ότι «δεν τους εκφράζει» κανένα κόμμα, αντιμετωπίζουν την πολιτική με μια «πολύ 20ού αιώνα» αντιμετώπιση. Τότε που τα κόμματα είχαν μέλη και πιστούς οπαδούς, ήμασταν στρατευμένοι, οι αντίπαλοι ήταν εχθροί και το δικό μας κόμμα-πατερούλης είχε όλες τις λύσεις. Στη νέα, πιο σύνθετη, εποχή οι πολίτες δεν είναι οπαδοί, συγκρίνουν και κάνουν επιλογές συνεχώς, όπως κάνουν σε κάθε δραστηριότητα της ζωής τους. Χρησιμοποιούν την ψήφο τους θετικά, αρνητικά, ενισχύουν πρόσκαιρα, καταψηφίζουν, υποστηρίζουν κριτικά, με σκοπό να επιτύχουν κάτι άλλο κάθε φορά. Μοιάζουν λιγότερο σταθεροί ιδεολογικά αλλά στην πραγματικότητα είναι πιο πολιτικοποιημένοι.

Όταν η αρνητική πολιτικοποίηση μετατραπεί έτσι σε θετική, τότε μπορεί και να επηρεάζει τις πολιτικές εξελίξεις. Όταν στη Γαλλία οι ψηφοφόροι είδαν ότι το σοσιαλιστικό κόμμα, πολυδιασπασμένο και σε εσωτερικές έριδες, δεν μπορεί να παίξει τον ιστορικό του ρόλο, ενώ τα διάφορα σχήματα της αριστεράς έχουν εγκλωβιστεί στον αντιευρωπαϊσμό, οδήγησαν τον Κον Μπεντίτ και τους Πράσινους στο 17%, τρίτο κόμμα ίδιας δυναμικής σχεδόν με το δεύτερο. Τηρουμένων των αναλογιών, τέτοιο ήταν και το τρίτο μήνυμα των ελληνικών ευρωεκλογών, με παραλήπτη εδώ την Αριστερά. Αν θέλουμε να είμαστε ακριβείς, οι μεγάλοι χαμένοι αυτών των εκλογών ήταν τα αριστερά κόμματα. Με δύο κυβερνητικές θητείες, και τέτοιες θητείες, η ήττα της ΝΔ ήταν λίγο πολύ αναμενόμενη. Τα κόμματα της Αριστεράς, σε συνθήκες παγκόσμιας κρίσης του οικονομικού συστήματος, με τη δυσαρέσκεια προς τα δύο μεγάλα κόμματα εξουσίας να ξεπερνάει το 80%, είδαν τις δυνάμεις τους να μειώνονται. Αν όχι τώρα, πότε; Αν 35 χρόνια δεν είναι αρκετά για να αντιληφθούν το πρόβλημα, πόσα χρειάζονται; Τα αριστερά κόμματα δεν είδαν μόνο τα ποσοστά τους να μειώνονται, είδαν να απορρίπτονται και όλες οι επιδιώξεις, όλες οι ερμηνείες τους, όλες οι αναλύσεις. Δεν μπόρεσαν να ξεφύγουν από το ρόλο του κόμματος διαμαρτυρίας και δεν κατάλαβαν ότι σε εποχές πολιτικής κρίσης οι πολίτες αναζητούν κόμματα λύσεων και όχι διαμαρτυρίας. Έτσι επιβεβαιώθηκε τυπικά αυτό που ήδη ήταν γνωστό, αλλά δεν ήθελαν να δουν. Η απόρριψη και η δυσαρέσκεια στρεφόταν προς το πολιτικό σύστημα ολόκληρο και όχι προς το δικομματισμό. Αντίθετα, νέα κόμματα, όπως οι Οικολόγοι-Πράσινοι, αλλά ίσως και η Δράση που απέτυχε, έχουν περιθώρια να παίξουν έναν πιο σύνθετο ρόλο στην επόμενη εποχή.

Η οποία θα είναι έντονη και με επιταχυμένες διεργασίες. Πολλά πράγματα θα συμβούν σε λίγο χρόνο. Τα πολιτικά κόμματα, αν μπορέσουν να διαβάσουν τα αποτελέσματα της προηγούμενης Κυριακής, αλλά και όλο το κλίμα της εποχής, θα καταλάβουν ίσως ότι δεν μπορούν να κάνουν τίποτα λιγότερο από το να επανεφεύρουν τον εαυτό τους.