Πολιτικη & Οικονομια

Οι ερινύες λείπουν σε διακοπές

Πρόσφυγες: ιστορίες, παράμετροι, αριθμοί

Γιώργος Παναγιωτάκης
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

-Δεν φοβάσαι μήπως βρεις τα σύνορα κλειστά;

-Πίστεψέ με. Τον τελευταίο καιρό έχω δει και έχω ζήσει τόσα πολλά, ώστε δεν φοβάμαι πια τίποτα.

Ο παραπάνω διάλογος ανάμεσα σ’ έναν Αθηναίο και έναν εικοσάχρονο πρόσφυγα από τη Συρία, έγινε στον σταθμό Λαρίσης, λίγο πριν από την αναχώρηση του τρένου για τη Θεσσαλονίκη. Ο νεαρός είχε φτάσει την προηγούμενη μέρα στον Πειραιά με το πλοίο, ενώ τρεις εβδομάδες νωρίτερα είχε περάσει από τα τουρκικά παράλια στην Κω, στριμωγμένος σ’ ένα υπερφορτωμένο φουσκωτό. Πριν, είχε ταξιδέψει στον νότο της Τουρκίας με διάφορα μέσα και ακόμα πιο πριν είχε αφήσει πίσω του μια βομβαρδισμένη πόλη, ένα κατεστραμμένο σπίτι και κάποιους νεκρούς συγγενείς. Νωρίτερα κι από αυτό, ήταν ένα μορφωμένο παιδί της μεσαίας τάξης και το βιωτικό του επίπεδο δεν ήταν και πολύ διαφορετικό από το δικό μας.

image

Η περίπτωση του είναι σχετικά συνηθισμένη και στα σίγουρα όχι και η πιο ακραία. Την ίδια διαδρομή κάνουν τους τελευταίους μήνες χιλιάδες άνθρωποι, ανάμεσά τους ανάπηροι, οικογένειες με πολύ μικρά παιδιά ή και ασυνόδευτοι ανήλικοι. Η Αθήνα βρίσκεται κάπου στη μέση του μεγάλου ταξιδιού. Όσοι φτάνουν εδώ έχουν αφήσει πίσω τους ένα πολύ επικίνδυνο κομμάτι -το πέρασμα του Αιγαίου. Έχουν όμως μπροστά τους εκατοντάδες χιλιόμετρα πορείας μέσα σε αφιλόξενους τόπους. Έχουν να διασχίσουν τέσσερις τουλάχιστον χώρες, να περάσουν από τις ανάλογες συνοριακές γραμμές, να ξεφύγουν από αστυνομικούς και στρατιώτες, να κάνουν ασύμφορες συναλλαγές με διακινητές και διεφθαρμένους κρατικούς υπαλλήλους, να αντέξουν την κούραση, την αϋπνία και τις ασθένειες και τελικά, αν καταφέρουν να ολοκληρώσουν τη διαδρομή, να γίνουν δεκτοί από τις εκεί ευρωπαϊκές αρχές και να μην σταλούν σε κάποιον από τους ενδιάμεσους σταθμούς ώστε να ξαναρχίσουν την προσπάθεια. Κάτι αντίστοιχο βιώνουν και όσοι ακολουθούν το άλλο πολυσύχναστο «μονοπάτι», τον δρόμο της Ιταλίας. Εκεί μάλιστα η θαλάσσια διαδρομή είναι μακρύτερη και, όπως δείχνουν τα πολύνεκρα ναυάγια, ακόμα πιο επικίνδυνη.

Αυτή η Οδύσσεια και κυρίως ο αριθμός των ανθρώπων που επιλέγουν ή αναγκάζονται να την ζήσουν, είναι η απόδειξη πως βρισκόμαστε μπροστά σε ένα ιστορικών διαστάσεων φαινόμενο, στη μεγαλύτερη ίσως μεταναστευτική κρίση από την εποχή του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου. Είναι ένα φαινόμενο τόσο σύνθετο και πολύπλοκο, ώστε όποιος υποστηρίζει πως έχει απόλυτες ερμηνείες ή έτοιμες λύσεις, απλά κοροϊδεύει τον κόσμο.

image

Το βέβαιο είναι πως η βασική αιτία του είναι οι ένοπλες συγκρούσεις (σε Συρία, Αφγανιστάν, Ερυθραία και αλλού). Σύμφωνα με κάποιες αξιόπιστες πηγές, οι πρόσφυγες πολέμου αποτελούν το 62% -ίσως και περισσότερο- του συνόλου των μεταναστών που βρίσκονται αυτή τη στιγμή στον δρόμο. Άλλες ή συμπληρωματικές αιτίες είναι η ακραία φτώχεια, η ανεργία, η απουσία στοιχειωδών υπηρεσιών υγείας, η πολιτική βία, η εγκληματικότητα, οι σιτοδείες, οι φυσικές καταστροφές. Το τρομερό αυτό μείγμα θα έφερνε σε απόγνωση οποιονδήποτε άνθρωπο. Αρκεί να σκεφτούμε πόσοι από εμάς δηλώνουμε έτοιμοι να μεταναστεύσουμε απηυδισμένοι από την κρίση και την απουσία οικονομικής προοπτικής.

Υπάρχουν διάφορες παράμετροι που συμπληρώνουν τον καμβά. Μία τέτοια είναι η παράλληλη αγορά που έχει στηθεί στην πλάτη των προσφύγων και περιλαμβάνει από εγκληματικές συμμορίες και κυκλώματα διακινητών, μέχρι φιλάργυρους ντόπιους που πουλούν υπερτιμημένα σωσίβια και τρόφιμα ή νοικιάζουν χωράφια για διανυκτέρευση. Μία άλλη, σύμφωνα με τους ειδικούς, είναι η ηλεκτρονική δικτύωση και η εύκολη πρόσβαση στην πληροφορία –στοιχεία που διαφοροποιούν την συγκεκριμένη μεταναστευτική κρίση από τις προηγούμενες.

image

Η πιο σοκαριστική παράμετρος όμως αφορά την στάση των ευρωπαϊκών και γενικά των δυτικών κυβερνήσεων. Η βοήθεια, ακόμη και από τις πλούσιες χώρες της γηραιάς ηπείρου, δίνεται με το σταγονόμετρο και αφού πρώτα οι πολιτικοί συναγωνιστούν σε μια ρητορική αδιαφορίας, κινδυνολογίας ή και μίσους, η οποία μάλιστα γίνεται για καθαρά ψηφοθηρικούς λόγους (θα το δούμε σύντομα και στη δική μας προεκλογική περίοδο). Για παράδειγμα, η «επιχείρηση εισβολής» στο Καλαί που πανικόβαλε την Γαλλία και την Μεγάλη Βρετανία και μονοπώλησε την παγκόσμια ειδησεογραφία για μέρες, έγινε από περίπου 3 χιλιάδες μετανάστες –γύρω στο 1% δηλαδή των ανθρώπων που βρίσκονται στο δρόμο. Την ίδια στιγμή ο Λίβανος με πληθυσμό 4,5 εκατομμύρια, φιλοξενεί 1,2 εκατομμύρια πρόσφυγες από τη Συρία. Οι ντροπιαστικοί αυτοί αριθμοί δεν εμπόδισαν κάποιους βρετανούς πολιτικούς να υποστηρίξουν πως το κράτος πρόνοιας κινδυνεύει με κατάρρευση αν οι «εισβολείς» περάσουν στην χώρα.

Φαίνεται πως οι ερινύες, οι μόνες ίσως που θα μπορούσαν να μας θυμίσουν τις ευθύνες του δυτικού κόσμου στην όλη κατάσταση, δεν έχουν επιστρέψει ακόμα από τις διακοπές τους.

Στις φωτογραφίες, οι πόλεις τις οποίες αναγκάστηκαν να αφήσουν πίσω τους κάποιοι από τους πρόσφυγες.