Πολιτικη & Οικονομια

Δύο ριζοσπαστικές εκ-λογικές προτάσεις

Που μπορούν να αλλάξουν εκ βάθρων το πολιτικό σκηνικό και να εφαρμοστούν αύριο

Θάνος Τζήμερος
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Μολονότι δεν μας συμφέρει ως μικρό κόμμα, το όριο του 3% για είσοδο στη Βουλή είναι σωστό.

Αν καταργηθεί, αρκεί ένα 0,334% για να εκπροσωπηθεί ένα κόμμα στο κοινοβούλιο με έναν έστω βουλευτή. Το αποτέλεσμα θα ήταν να δημιουργηθούν δεκάδες συντεχνιακά, τοπικιστικά ή θρησκευτικά κόμματα με 1-3 βουλευτές το καθένα και ο σχηματισμός κυβέρνησης να ήταν ένας άλυτος γρίφος.

Η ασταθής, εάν προέκυπτε, κυβερνητική πλειοψηφία θα ήταν ευάλωτη στον εκβιασμό οποιουδήποτε εταίρου που θα απειλούσε να την ρίξει αν δεν «περνούσε το δικό του».

Λίγο - πολύ, το ίδιο θα συνέβαινε κι αν από το 3% το όριο έπεφτε π.χ. στο 1%. Το 3% έχει και θεωρητική βάση: είναι εύκολο να πείσεις λίγους για οτιδήποτε.

Μπορεί ένας γραφικός να βρει κι άλλους γραφικούς, να φαντασιώνονται διάφορα και να φτάσουν στο 0,33% ή και στο 1%. Για να αποκτήσεις πολιτική δύναμη όμως, πρέπει να μπορείς να πείσεις μια υπολογίσιμη κρίσιμη μάζα σε πανελλήνιο επίπεδο.

Όμως, ταυτόχρονα, αυτό το όριο έχει δημιουργήσει τον φόβο της χαμένης ψήφου, που διαστρεβλώνει τις προτιμήσεις του εκλογικού σώματος και οδηγεί τις εκλογές σε μόνιμη πόλωση.

Ο ψηφοφόρος δεν ψηφίζει το κόμμα που έχει τις συγγενέστερες με τις αντιλήψεις του θέσεις, αλλά εκείνο που, στην εκάστοτε συγκυρία, είναι το λιγότερο κακό από τα δύο που φαίνεται ότι θα διεκδικήσουν την πρωτιά.

Δεδομένου ότι οι εκλογικοί μονομάχοι σχεδόν μονοπωλούν την προβολή από τα ΜΜΕ, η ανανέωση του πολιτικού σκηνικού είναι πρακτικά αδύνατη.

Τα ίδια πρόσωπα απλώς αλλάζουν πολιτική στέγη. Η μέθοδος της εισόδου νέων προσώπων σε ένα υπάρχον κόμμα και της προσπάθειας αλλαγής του εκ των έσω ουδέποτε απέδωσε.

Το «παλιό» έχει φτιάξει μηχανισμούς αντίδρασης και ακαμψίας που ή θα σε αφομοιώσουν ή θα σε εξοβελίσουν.

Κι όμως. Υπάρχει τρόπος και το 3% να διατηρηθεί και να εξαλειφθεί ο φόβος της χαμένης ψήφου.

Η λύση είναι να δίνεται η δυνατότητα στον ψηφοφόρο να βάζει στον φάκελο ψηφοδέλτια μέχρι και τριών κομμάτων, σημειώνοντας τη σειρά προτίμησης με τους αριθμούς 1,2,3 σε έναν προκαθορισμένο χώρο του ψηφοδελτίου.

Αν το κόμμα που δηλώνεται πρώτο δεν συγκεντρώσει το 3%, η ψήφος προσμετρείται στο δεύτερο, κι αν κι εκείνο δεν συγκεντρώσει το 3% πηγαίνει στο τρίτο.

Αν ένα κόμμα ως πρώτη επιλογή δεν ξεπεράσει το 3% αποκλείεται και από τις επόμενες καταμετρήσεις ακόμα κι αν είχε δηλωθεί ως δεύτερη ή τρίτη επιλογή.

Έτσι ο ψηφοφόρος μπορεί να ψηφίσει ένα μικρό κόμμα ως πρώτη επιλογή, ένα άλλο μικρό ή κάπως μεγαλύτερο ως δεύτερη, και, ως τρίτη, το κόμμα που θα υποχρεωνόταν να ψηφίσει ως το μη χείρον υπό τις σημερινές συνθήκες. (Ανοίγω παρένθεση, δυστυχώς όχι αυτονόητη για αρκετούς: στις εκλογές δεν ψηφίζεις το ιδανικό, αλλά από τις υπάρχουσες προτάσεις αυτή που είναι πιο κοντά ή λιγότερο μακριά από τις απόψεις σου. Η αποχή είναι η χειρότερη επιλογή. Εγώ, ας πούμε, θα έβαζα τα εξής 3 ψηφοδέλτια, κατά σειρά προτίμησης: Δημιουργία, ξανά! – Ποτάμι – Ν.Δ. μολονότι έχω πολλές ενστάσεις για την υποτονική αντιπολίτευση του Ποταμιού και πάρα-πάρα-πολλές για την εμμονή της Ν.Δ. στο κρατικιστικό, φορομπηχτικό μοντέλο. Όμως απέναντι είναι οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ.)

Η συνακόλουθη πολυπλοκότητα στην καταμέτρηση μπορεί να εκμηδενιστεί αν κάθε εφορευτική επιτροπή περνάει τα αποτελέσματα σε μια ηλεκτρονική βάση δεδομένων η οποία με το κατάλληλο πρόγραμμα, σε ελάχιστο χρόνο, θα μπορεί να δώσει την τελική εικόνα.

Με αυτόν τον τρόπο θα είχαν και τα μεγάλα κόμματα εικόνα της πραγματικής τους δύναμης, στοιχείο που θα τα καθιστούσε περισσότερα σεμνά κάθε φορά που επικαλούνται τη λαϊκή εντολή.

Μια άλλη μικρή αλλαγή με πολύ θετικά αποτελέσματα θα ήταν η αλλαγή των όρων που διέπουν τους συνασπισμούς κομμάτων.

Ο υπάρχων εκλογικός νόμος ουσιαστικά αποκλείει τους συνασπισμούς καθώς απαιτεί ο συνασπισμός να κατεβαίνει στις εκλογές με ενιαίο ψηφοδέλτιο. Αυτό είναι εξαιρετικά δύσκολο να γίνει καθώς προκύπτει πλήθος προβλημάτων τεχνικών και πολιτικών.

Ποιος εκπροσωπεί τον συνασπισμό; Ποιος παίρνει τις τελικές αποφάσεις σε ένα σωρό επί μέρους θέματα: από την επιλογή των προεκλογικών μηνυμάτων μέχρι τον ορισμό των υποψηφίων; Ποιος εγκρίνει και ποιος πληρώνει δαπάνες; Πώς θα κατανεμηθεί η πιθανή κρατική επιχορήγηση; Τι θα συμβεί αν δηλώσεις ή θέσεις μέλους του συνασπισμού δεν βρίσκουν σύμφωνους τους άλλους;

Επιπλέον, μετά τις εκλογές, κανένα συνασπισμένο κόμμα δεν θα ξέρει το εκλογικό του ποσοστό. Έτσι ο συνασπισμός ή θα είναι ο προθάλαμος για μία μόνιμη πολιτική συνεργασία με στόχο την πλήρη συνένωση ή θα δημιουργήσει περισσότερα προβλήματα απ’ όσα προσπαθεί να λύσει.

Σε περίπτωση δε, που οι εκλογές γίνονται με λίστα, όπως πιθανόν να συμβεί σύντομα, ο συνασπισμός είναι εντελώς αδύνατος.

Η λίστα, ο προκαθορισμός δηλαδή της σειράς των εκλόγιμων από το ίδιο το κόμμα κι όχι τους ψηφοφόρους του, δημιουργεί τόσους εσωτερικούς κραδασμούς που μπορούν να διαλύσουν και τα πιο οργανωμένα κόμματα.

Πόσω δε μάλλον μία νεότευκτη συμμαχία, με τα στελέχη του ενός κόμματος, σε τοπικό τουλάχιστον επίπεδο, να βλέπουν ανταγωνιστικά τα στελέχη του άλλου.

Κι εδώ η λύση είναι απλή: ο συνασπισμός να δηλώνεται πριν τις εκλογές στον Άρειο Πάγο, οι ψήφοι που θα πάρουν τα συνασπισμένα κόμματα να αθροίζονται, αλλά τα κόμματα να κατεβαίνουν με διαφορετικά ψηφοδέλτια. Μάλιστα, η δήλωση συνασπισμού μπορεί να περιέχει και άλλες δεσμεύσεις, όπως το ότι επικεφαλής του συνασπισμού θα είναι μετά τις εκλογές ο πρόεδρος του μεγαλύτερου σε ποσοστά κόμματος εκτός κι αν ο ίδιος ο συνασπισμός αποφασίσει διαφορετικά.

Η αυτόνομη κάθοδος κάθε κόμματος, επειδή ακριβώς οδηγεί σε συγκεκριμένο ποσοστό το καθένα, διευκολύνει όλες τις από κει και ύστερα σχέσεις των συνασπισμένων. Επιπλέον, οι πολίτες γνωρίζουν πριν τις εκλογές ποιοι συνεργάζονται με ποιους (και δεν περιμένουν μετεκλογικές εκπλήξεις, σαν τα αριστεροακροδεξιά υβρίδια) ενώ λειτουργεί και σε ψυχολογικό επίπεδο θετικά: ο ψηφοφόρος ψηφίζει το “κόμμα του” χωρίς να ενοχλείται από την παρουσία στο ίδιο ψηφοδέλτιο υποψηφίων των άλλων συνασπισμένων κομμάτων για τους οποίους μπορεί να έχει δυσανεξία.

Οφείλω, κλείνοντας, να υπογραμμίσω ότι δεν είναι αυτό το εκλογικό σύστημα που προτείνω. Είναι μόνο δύο μικρές, ριζοσπαστικές όμως, αλλαγές στο υπάρχον σύστημα, εύκολες να γίνουν, εύκολες στο να τις καταλάβει ο ψηφοφόρος, που μπορούν να αλλάξουν εκ βάθρων το πολιτικό σκηνικό και να εφαρμοστούν αύριο.

Γι’ αυτό δεν θίγω συνολικά το θέμα του εκλογικού νόμου ή του μπόνους των 50 εδρών καθώς έχουν γραφτεί πολλά σχετικά.

Για όσους ενδιαφέρονται πρέπει να πω ότι το ιδανικό για τη “Δημιουργία, ξανά!” εκλογικό σύστημα είναι αυτό στο οποίο δεν θα ψηφίζεις κόμματα αλλά θέσεις, περίπου όπως στα τεστ που κυκλοφορούν διαδικτυακά. (Αν, για παράδειγμα, οι ψηφοφόροι της Κω ήξεραν την εκπεφρασμένη προεκλογικά - με απόλυτη σαφήνεια! - θέση του ΣΥΡΙΖΑ για ανοιχτά σύνορα και… διεθνιστική αλληλεγγύη στους παράνομους μετανάστες, θα του έδιναν 38%;)

Αλλά αυτό είναι μια άλλη μεγάλη κουβέντα που προϋποθέτει εκτεταμένη χρήση της Πληροφορικής και, φυσικά, άλλο επίπεδο παιδείας και ωριμότητας του εκλογικού σώματος.


ΦΩΤΟ: ΑΠΕ-ΜΠΕ/ΑΠΕ-ΜΠΕ/ΟΡΕΣΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ