Πολιτικη & Οικονομια

Χ. Θεοχάρης: «Πληρώσαμε με σκληρότερο μνημόνιο το εναλλακτικό Σχέδιο Β»

Ανάλυση του σχεδίου Β που «τεχνικά δεν προκύπτει νόημα»

Newsroom
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Με άρθρο του στην Καθημερινή, ο βουλευτής του Ποαταμιού Χάρης Θεοχάρης αναφέρεται εκτενώς στο σχέδιο Β που ετοίμαζε ο Βαρουφάκης και εξηγεί μεταξύ άλλων ότι τεχνικά δεν προκύπτει νόημα από αυτό που περιγράφεται.

Το άρθρο ως έχει:

Αν και μεσολάβησε λίγο διάστημα από τις αποκαλύψεις Βαρουφάκη για το Σχέδιο Β της δραχμής , είναι αρκετό ώστε να μας επιτρέπει να αποτιμήσουμε τα γεγονότα, να εκφράσουμε τις αντιρρήσεις μας αλλά και να απαντήσουμε στα εύλογα ερωτήματα των πολιτών.

Ο κ. Βαρουφάκης περιέγραψε ένα ευφάνταστο σχέδιο που περιελάμβανε φίλους να χακάρουν ΑΦΜ, δημιουργία παράλληλου με τα τραπεζικά συστήματος πληρωμών, κρυφές ομάδες δράσης και εν γένει όλα τα συστατικά ενός καλού φιλμ νουάρ.

Η κριτική μας στο “σχέδιο” κινείται σε τρία επίπεδα.

Πρώτον. Τεχνικά δεν προκύπτει νόημα από αυτό που περιγράφεται. Ένα παρόμοιο σύστημα απαιτεί χιλιάδες ευρώ επενδύσεων και αρκετό χρόνο. Δε γίνεται από τη μια στιγμή στην άλλη. Στην πληροφορική αν κάποιος χρειάζεται να δημιουργήσει ένα σύστημα, παίρνει ένα δείγμα στοιχείων (πχ τους πέντε ΑΦΜ της ομάδας που έχει συγκροτηθεί) χωρίς κανένα πρόβλημα νομιμότητας, ετοιμάζει το σύστημα με απόλυτη εχεμύθεια (συχνό φαινόμενο καθώς οι εταιρίες προσπαθούν να διαφυλάξουν την πνευματική τους ιδιοκτησία) και όταν έρθει η κατάλληλη ώρα, παίρνει νόμιμα όλα τα στοιχεία. Υπήρχε επομένως καλύτερος- “μη τσαπατσούλικος””- τρόπος.

Δεύτερον. Ποινικά, αν αυτά που περιγράφονται δεν είναι απλές προθέσεις αλλά πράξεις προπαρασκευής, τότε τίθεται μείζον ζήτημα σχετικά με τη διαφύλαξη των στοιχείων καθώς ο ΥΠΟΙΚ (ή ο ΓΓΠΣ εφ’όσον μεταφέρθηκε η αρμοδιότητα)- ως υπεύθυνος επεξεργασίας- έχει την υποχρέωση της διαφύλαξης του φορολογικού απορρήτου αλλά και της προστασίας των προσωπικών δεδομένων των πολιτών. Σε αυτή την υποχρέωση δε φαίνεται να ανταποκρίθηκε, υπό την αίρεση πάντα πως υπήρξε υλοποίηση του σχεδίου.

Τρίτον και σημαντικότερο. Πολιτικά, είναι φανερό πως η κυβέρνηση δεν είχε πάρει στρατηγικά την απόφαση της μη ρήξης με τους εταίρους και συντηρούσε τέτοιου είδους σχέδια ως εναλλακτικές λύσεις σε περίπτωση μη συμφωνίας. Αυτό είναι κάτι που το πληρώσαμε με σκληρότερο μνημόνιο από αυτό θα μπορούσαμε να έχουμε πετύχει, με υψηλότερες χρηματοδοτικές ανάγκες και άρα με μεγαλύτερη διάρκεια υποστήριξης.

Οι λόγοι που τελικά ο Πρωθυπουργός επέλεξε την πολιτική της μη ρήξης; Ο αποκλεισμός κάθε πιθανής βοήθειας από εναλλακτικούς συμμάχους (Ρωσία, Κίνα κτλ.) αντίθετα με ό,τι υπόσχονταν οι θιασώτες της δραχμής, η σφοδρότερη και μη αναμενόμενη αντίδραση των εταίρων (πιθανότατα ο τέως ΥΠΟΙΚ διαβεβαίωνε τον Πρωθυπουργό πως θα δοθεί παράταση από το Eurogroup και δε θα κλείσουν οι τράπεζες) αλλά και ο ελλιπής βαθμός προετοιμασίας του σχεδίου- βαθμός που δεν είναι σίγουρο πως είχε υπόψη του ο Πρωθυπουργός πριν το τέλος.

Υπάρχουν όμως εύλογα ερωτήματα που οι υποστηρικτές του σχεδίου θέτουν και είναι σημαντικό να απαντηθούν.

Ρωτούν: Δεν πρέπει μια κυβέρνηση να έχει προετοιμασμένες εναλλακτικές λύσεις για τέτοιου είδους έκτακτες καταστάσεις; Η απάντηση είναι φυσικά ναι! Κάθε σοβαρή κυβέρνηση εκπονεί σχέδια αντιμετώπισης έκτακτων καταστάσεων. Όμως το κάνει μέσα στο πλαίσιο υπηρεσιακών αρμοδιοτήτων. Για παράδειγμα οι Ένοπλες Δυνάμεις εκπονούν διάφορα σενάρια εισβολής από Βορρά ή Ανατολή. Η αστυνομία έχει σχέδιο αντιμετώπισης ταραχών. Τέλος, το σχέδιο Ξενοκράτης της Πολιτικής Προστασίας έχει πλάνο δράσης για την αντιμετώπιση καταστροφικών φαινομένων. Μόνο μέσα από αυτή την οπτική θα είχε νόημα η ανάλυση της εναλλακτικής αντιμετώπισης της ρήξης, σε περίπτωση που αυτή καθίστατο αναπόφευκτη. Στο ίδιο πλαίσιο, οι επιπτώσεις της ρήξης θα ήταν γνωστές στην κυβέρνηση από την αρχή και θα έπαιρνε τις στρατηγικές αποφάσεις νωρίτερα, χωρίς άσκοπες και επώδυνες για την οικονομία παλινωδίες.

Ρωτούν: Δεν είναι λογικό όχι μόνο να έχουμε εναλλακτικό σχέδιο εξόδου, αλλά αυτό να είναι το κυρίαρχο ζητούμενο, αφού τα μνημόνια έχουν φέρει την καταστροφή και την εξαθλίωση στην χώρα;

Εδώ πρέπει να είμαστε κατηγορηματικοί: Η μετάβαση δεν είναι οικονομικά ορθολογική. Ακόμη όμως και αν ήταν, παραγνωρίζουμε το γεγονός πως τα μνημόνια δεν έφεραν την κρίση. Η κρίση ήρθε γιατί το λαϊκίστικο πολιτικό σύστημά μας έβαζε πάντα τα στενά κομματικά συμφέροντα πάνω από αυτά της χώρας. Γιατί νιώθει τον Ευρωπαϊκό ζουρλομανδύα να μην του επιτρέπει προσλήψεις, αυξήσεις, παράνομες προμήθειες, ρουσφέτια, όπως εκείνο θα τα ήθελε.

Στην πραγματικότητα όμως ο ζουρλομανδύας είναι η έλλειψη των δανεικών. Και αν τώρα τρόικα και Ευρωπαίοι μας επιδεικνύουν κάποια αλληλεγγύη, στη δραχμή δεν θα έχουμε δανεικά από πουθενά και συνεπώς οι μόνοι που θα πληρώσουν το μάρμαρο είναι όσοι συμπολίτες δε θα έχουν τη δυνατότητα εξόδου από την χώρα. Αυτό γιατί πχ για τους Κινέζους η αξία της χώρας εκτός ευρώ θα είναι μηδενική και θα προτιμήσουν να επενδύσουν στην Ιταλία, αλλά και οι αγορές- υποψιασμένες πια- δε θα εμπιστευτούν ένα πολιτικό σύστημα που αδυνατεί να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις μας εντός ευρωζώνης.

Συστηματική δουλειά, σοβαρό και υπεύθυνο πολιτικό σύστημα, συνεργασία υγιών και δημιουργικών δυνάμεων και ρεαλιστική αντιμετώπιση της πραγματικότητας είναι το μόνο διαβατήριο για να βγούμε από την κρίση.

Οι πολίτες περιμένουν από το πολιτικό σύστημα να σταματήσει να φαντασιώνεται και να σηκώσει τα μανίκια. Δεν περισσεύει κανείς. Δεν υπάρχει μέρα για χάσιμο• λάθος. Δεν υπάρχει ώρα για χάσιμο.