Κοινωνια

Η αναπόφευκτη ψιλή κουβεντούλα και τα οφέλη της

Ανάλογα με το αν είστε εσωστρεφής ή εξωστρεφής, η ψιλή κουβεντούλα έχει ένα μεγάλο εύρος και μπορεί να είναι από ευχάριστη, συμπαθητική, αδιάφορη, μέχρι και εφιαλτική

eleni_helioti_1.jpg
Ελένη Χελιώτη
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Η αναπόφευκτη ψιλή κουβεντούλα και τα οφέλη της
© freepik

Η ψιλή κουβεντούλα αποτελεί το 1/3 της ομιλίας μας γενικότερα

Το small talk, γνωστό και ως ψιλή κουβεντούλα, είναι ένα αναπόφευκτο κομμάτι της καθημερινότητάς μας, το οποίο σε ένα βαθμό είναι αναγκαίο καθότι είμαστε κοινωνικά όντα (λέμε τώρα). Από τον περιπτερά όταν θα πας να πάρεις τσιγάρα, στον κύριο ή την κυρία που θα σε εξυπηρετήσει στο σουπερμάρκετ όταν έρθει η σειρά σου στα τυριά, στους συναδέρφους που βλέπεις κάθε μέρα και με τους οποίους κάποια στιγμή κάτι πρέπει να πεις, η ψιλή κουβεντούλα είναι απαραίτητη τόσο για να διατηρηθεί η επικοινωνία ευγενική, όσο και για να μην υπάρχει η επίσης γνωστή άβολη σιωπή.

Ανάλογα με το αν είστε εσωστρεφής ή εξωστρεφής, η ψιλή κουβεντούλα έχει ένα μεγάλο εύρος και μπορεί να είναι από ευχάριστη, συμπαθητική, αδιάφορη, μέχρι και εφιαλτική. Για μένα, που είμαι εσωστρεφής, συνήθως είναι το τελευταίο, όχι γιατί δεν έχω διάθεση να επικοινωνήσω με κάποιον ―αν και συμβαίνει και αυτό καμιά φορά― αλλά γιατί αισθάνομαι ότι είναι ανούσια, και σε ένα βαθμό «ψευδής». Στο «τι κάνεις;» ή «πώς είσαι;», για παράδειγμα, οι περισσότεροι από εμάς απλά θα απαντήσουμε με ένα «καλά», και βεβαίως αυτό δεν είναι γιατί είμαστε όντως καλά αλλά γιατί δεν υπάρχει εν προκειμένω ούτε η οικειότητα, ούτε ο χρόνος, αλλά ούτε και η διάθεση να καθίσουμε να αναλύσουμε γιατί δεν είμαστε.

Καμιά φορά βέβαια, για να μην λέω συνέχεια «καλά», θα εμπλουτίσω λίγο την απάντησή μου με «καλά, αλλά κουρασμένη». Μετά θα προσπαθήσω να μην κάνω την ίδια ερώτηση στον άλλον, γιατί ξέρω τι θα μου απαντήσει, αλλά η αλήθεια είναι ότι θα παραμείνω στα γνωστά θέματα προς συζήτηση που έχουν να κάνουν με τον καιρό, τις αρρώστιες που μας έχουν γονατίσει φέτος ―αγαπημένο θέμα η αρρώστια τους τελευταίους δυο μήνες―, πώς ήταν το σαββατοκύριακό σου, και τα κλισεδάκια πάνε σύννεφο· ξανά, όχι επειδή θέλω αλλά επειδή αν δεν πω κάτι ενδεχομένως να φανώ αγενής, η απόμακρη, ή ξινούλα. Δεκτό. Έχω κάνει και εγώ παρόμοια κριτική σε άνθρωπο που του έβγαζα τις λέξεις με το τσιγκέλι.

Και τι θες δηλαδή, να κάνεις φιλοσοφικές συζητήσεις με όποιον γνωρίζεις γιατί σου φαίνεται τετριμμένο το θέμα του καιρού; Προφανώς και όχι.

Είτε το συνειδητοποιούμε είτε όχι, η αλήθεια είναι ότι όλες οι σχέσεις ξεκινάνε με μια συζήτηση. Η κολλητούλα από τη δουλειά δεν θα είχε γίνει ποτέ φίλη αν η κουβέντα δεν είχε ξεκινήσει κάποια στιγμή από τον καιρό, ή το μοίρασμα του επίσης γνωστού «πώς ήταν το σαββατοκύριακό σου;» τότε που ακόμα δεν είχε αναπτυχθεί η οικειότητα να μιλήσετε για την ενοχλητική συνάδερφο και το τι φοράει.

Έρευνες λένε ότι η ψιλή κουβεντούλα αποτελεί το 1/3 της ομιλίας μας γενικότερα, και ενώ είναι δύσκολο μερικές φορές να αντιληφθούμε πόσο σημαντικό ρόλο παίζει στις σχέσεις που χτίζουμε, είναι στην πραγματικότητα ο τρόπος με τον οποίο δημιουργούμε μια πρώτη άποψη και κάνουμε την πρώτη μας κριτική για έναν άνθρωπο που γνωρίζουμε για πρώτη φορά.

Και βέβαια, δεν έχει να κάνει μόνο με την ανάπτυξη σχέσεων, αλλά και την επίτευξη των στόχων ―σκεφτείτε για παράδειγμα τη συζήτηση που λαμβάνει χώρα κατά τη διάρκεια μιας συνέντευξης για δουλειά, ή μεταξύ δύο επαγγελματιών που έχουν συναντηθεί για να επιτευχθεί μια συμφωνία. Το πώς επικοινωνούν, τι μοιράζονται, τι κοινά στοιχεία θα βρεθούν μεταξύ τους, όπως και η προσπάθεια να «ζεσταθεί» το κλίμα, είναι πολλές φορές αυτό που θα καθορίσει το αποτέλεσμα.

Εδώ όμως έρχεται ένα πολύ ενδιαφέρον στοιχείο το οποίο λίγοι γνωρίζουμε ή αντιλαμβανόμαστε. Συχνά υποθέτουμε, και ομολογώ ότι το έχω κάνει και εγώ ουκ ολίγες φορές, ότι οι άνθρωποι γύρω μας δεν θέλουν να μιλήσουν, ή δεν θα μας συμπαθήσουν, αλλά έρευνες δείχνουν ότι τείνουμε να υποτιμούμε πόσο πολύ οι συνομιλητές μας απολαμβάνουν την παρέα μας, και ότι οι άνθρωποι μάς συμπαθούν περισσότερο απ’ όσο νομίζουμε, ένα φαινόμενο που ονομάζεται «κενό συμπάθειας» (the liking gap). Ακόμα πιο ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι όσο περισσότερο το κάνουμε ―να πλησιάζουμε και να μιλάμε με αγνώστους― τόσο πιο αισιόδοξοι και σίγουροι αισθανόμαστε για τις επικοινωνιακές μας δεξιότητες.

Ακόμα ίσως πιο ενδιαφέρον ―κάνει και λίγο σενάριο επιστημονικής φαντασίας― είναι ότι αυτή η αίσθηση που έχουμε μερικές φορές ότι γνωρίζουμε κάποιον καλά ενώ μόλις τον γνωρίσαμε και ίσα που έχουμε ανταλλάξει 10 κουβέντες, δεν είναι στη σφαίρα της φαντασίας μας, αλλά υφίσταται σαν φαινόμενο και ονομάζεται διαπροσωπικός συγχρονισμός (interpersonal synchronization). Αυτό που στην ουσία συμβαίνει είναι ότι δημιουργείται ένας συγχρονισμός στον ρυθμό ομιλίας, στο μοτίβο βάδισης, και ακόμη και στην αναπνοή, όσο αντιλαμβανόμαστε ότι έχουμε κοινές αντιλήψεις με τον άλλον, κάτι που παρατηρούμε καθώς εξοικειωνόμαστε μεταξύ μας.

Ευρήματα από το Πανεπιστήμιο του Πρίνστον στην πράξη της ανθρώπινης επικοινωνίας και αφήγησης αποκάλυψαν ένα ισχυρό φαινόμενο που ονομάζεται «νευρική σύζευξη» (neural coupling), όπου ο εγκέφαλός μας ουσιαστικά συγχρονίζεται κατά την πράξη της αφήγησης. Οι ερευνητές παρακολούθησαν ακροατές και αφηγητές μέσω μηχανών μαγνητικής τομογραφίας (MRI) και διαπίστωσαν ότι τα εγκεφαλικά τους κύματα συγχρονίζονται κατά τη διάρκεια μιας ιστορίας, κάτι το οποίο αποκάλυψε ότι οι ιστορίες είναι ένα από τα πιο ισχυρά διαπολιτισμικά συστατικά μας για επικοινωνία.

Και αν το καλοσκεφτούμε θα διαπιστώσουμε ότι αληθεύει, και ότι σίγουρα έχουν υπάρξει περιστάσεις όπου κάποιος ξεκίνησε να μιλάει με τα «Έχεις ποτέ…;» «Κι αν…;» και «Το ήξερες ότι…;», και αυτό πυροδότησε μια συζήτηση και μια ανταλλαγή εμπειριών και ιστοριών που όχι μόνο έκανε την κουβέντα άμεσα πιο ενδιαφέρουσα, αλλά έφερε και τους συνομιλητές πιο κοντά και αύξησε την αντίληψη και την κατανόηση μεταξύ τους.

Όλα κάπου αρχίζουν, και οι ανθρώπινες σχέσεις ιδιαιτέρως ξεκινάνε με την συχνά ―αλλά όχι πάντα και όχι απαραίτητα― βαρετή ή τετριμμένη ψιλή κουβεντούλα. Όταν όμως έχουμε κατά νου τι αυτές οι πρώτες ανταλλαγές λεκτικής επικοινωνίας μπορούν να επιφέρουν σε λίγα χρόνια από εκείνη την ίσως άβολη στιγμή, μπορούμε πιο εύκολα, πιο γρήγορα, και πιο αποτελεσματικά να τις μεταμορφώσουμε σε κάτι πιο ενδιαφέρον, και προς όφελός μας, αλλά και προς όφελος της σχέσης αυτής, είτε είναι αυστηρά επαγγελματική, είτε όχι.

Υπάρχουν πολλές συμβουλές για το πώς να περιηγηθούμε στο small talk με επιτυχία: τι να προσέξουμε, τι να αποφύγουμε, σε τι να εστιάσουμε σε κάθε περίπτωση. Για παράδειγμα, πολλοί προειδοποιούν να αποφύγουμε θέματα όπως η πολιτική, η θρησκεία ή ακόμα και η δουλειά, γιατί μπορεί ο συνομιλητής μας να έχει μόλις απολυθεί. Το πιο σημαντικό πρώτο βήμα όμως ίσως είναι να πάψουμε να φοβόμαστε, και το δεύτερο να αντιλαμβανόμαστε καλά τον χώρο και το χρόνο, όπως και ποιον έχουμε απέναντί μας, παρατηρώντας και ακούγοντας. 

Δείτε το ως ένα κυνήγι θησαυρού όπου ανυπομονείτε να ανακαλύψετε κάτι συναρπαστικό ή ζουμερό που μπορεί να «ξεθάψετε». Ποιος ξέρει πού μπορεί να οδηγήσει η συζήτηση; Η κοινή μας πραγματικότητα είναι ένα ιδανικό σημείο εισόδου και μπορεί να οδηγήσει σε βαθύτερη συζήτηση, αφήνοντας πίσω τις βροχές των τελευταίων ημερών και τις αρρώστιες.

«Έχεις ποτέ…;»

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ ΠΑΝΤΑ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.