- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Βασίλης Παπαθεοδώρου: Εκ βαθέων
«Τι φοβάσαι σήμερα περισσότερο;» «Το σήμερα». Ο συγγραφέας Βασίλης Παπαθεοδώρου μιλά αποκλειστικά στην Athens Voice μετά την οριστική αθώωσή του από το δικαστήριο

Όψεις της πόλης, αναμνήσεις, πράγματα που συνέβησαν παλιά, και πράγματα που συμβαίνουν σήμερα γύρω μας: Ημερολογιακές καταχωρίσεις για κάθε χρήση
Όλοι είχαμε αναστατωθεί όταν, στις αρχές Νοεμβρίου του 2022, διαβάζαμε ότι «Προφυλακίστηκε για παιδική πορνογραφία ο πολυβραβευμένος συγγραφέας Βασίλης Παπαθεοδώρου». Εκείνος όμως που σοκαρίστηκε περισσότερο από όλους μας, ήταν ο ίδιος. Διαβάστε παρακάτω, σ’ αυτό το προφανώς μονοθεματικό Ημερολόγιο, τη συζήτηση που είχαμε οι δυο μας προχθές Παρασκευή. Πέρα από συνάδελφος, ο Βασίλης Παπαθεοδώρου είναι φίλος. Αλλά είναι και ένας άνθρωπος που πέρασε μέσα από μια πραγματική Κόλαση. Άνευ λόγου.
* * *
Κ.Α.: Βασίλη, ξεκινώντας αυτή την κουβέντα να πω ότι είμαστε φίλοι, και ότι στο παρελθόν έχουμε συνεργαστεί και σε κάποια βιβλία, σε κάτι ανθολογίες που είχα φτιάξει.
Β.Π.: Ναι, σε δύο συλλογικούς τόμους διηγημάτων, έναν παιδικό κι έναν ενηλίκων.
Κ.Α.: Ωραία. Λοιπόν, να ξεκινήσουμε με τη βασική είδηση που σε αφορά. Είδηση για όλους εμάς, όχι για σένα, μιας και εσύ ήξερες από τον περασμένο Μάιο την απόφαση του δικαστηρίου για τις κατηγορίες που σε βάραιναν. Όμως πλέον η απόφαση καθαρογράφτηκε, και τη δημοσιοποίησες. Αν και τα έχεις γράψει όλα στον λογαριασμό σου στο Facebook, θέλεις να πεις και εδώ με δυο λόγια τι αποφάνθηκε το δικαστήριο;
Β.Π.: Η αθωωτική απόφαση, η οποία είναι νομικά πολύ δεμένη και συμπαγής, μιλά για χρήση των εν λόγω αρχείων για αποκλειστικά επαγγελματικούς λόγους. Φυσικά υπήρξε μια ολόκληρη ακροαματική διαδικασία, με πλείστα στοιχεία που υποστήριζαν τον ισχυρισμό μου. Η απόφαση αναφέρεται και σε Ελευθερία της Έκφρασης και της Τέχνης. Άλλωστε, θα σημειώσω εδώ πως, βάσει διεθνών συνθηκών που είναι νόμοι του Ελληνικού Κράτους, δραστηριότητες που σχετίζονται με το εν λόγω αδίκημα εξαιρούνται από το ποινικά κολάσιμο, εφόσον αποδεδειγμένα γίνονται για καλλιτεχνικούς, ιατρικούς, ερευνητικούς λόγους ή σχετίζονται με διωκτικούς και δικαστικούς σκοπούς. Αυτό το ήξερα από πιο πριν, το είχα ερευνήσει πολύ καλά. Όπως και γνώριζα πως δεν υπάρχει δυνατότητα να αιτηθεί κάποιος αυτό το υλικό, δεν προβλέπεται θεσμικά, πράγμα για το οποίο απεφάνθη και το Δικαστήριο. Δεν μπορώ να φέρω τεκμήρια, δεν έχουν περάσει όλα στα πρακτικά, αλλά στο Δικαστήριο ακούστηκε από πολύ αρμόδια χείλη (όχι των συνηγόρων μου), μια μίνι Χάρτα των Δικαιωμάτων της Τέχνης, ότι δεν υπόκειται, δεν πρέπει να υπόκειται σε αστυνομικό ή δικαστικό έλεγχο, γιατί έτσι αυτοακυρώνεται, τέτοια πράγματα. Η αλήθεια είναι πως πρόκειται για μια τολμηρή απόφαση, όχι λόγω της έκβασης μόνο (ας σημειωθεί ότι δεν υπήρχε άλλο επιβαρυντικό στοιχείο), αλλά κυρίως λόγω της μοναδικότητάς της στα δικαστικά χρονικά.
Όλα αυτά βέβαια είναι κάπως δύσκολο να τα διαχειριστώ, γιατί για καιρό ήμουν παγωμένος και αποστασιοποιημένος, έστω και ως τρόπο άμυνας. Σιγά-σιγά θα αρχίσω να χαλαρώνω κι εγώ, φαντάζομαι
Κ.Α.: Καταλαβαίνω. Πολύ ωραία. Οπότε, ουσιαστικά, τώρα είναι που συνεχίζεις τη ζωή σου κανονικά. Είναι έτσι;
Β.Π.: Κανονικά δεν θα το έλεγα. Προσπαθώ να βρω τα πατήματά μου, κάθε μέρα φέρνει και κάτι διαφορετικό. Ακόμα δεν έχω ισορροπήσει. Αλλά τουλάχιστον προσπαθώ να συνεχίσω.
Κ.Α.: Είχες όμως και πάρα πολλές αντιδράσεις από φίλους, γνωστούς, απλούς αναγνώστες, ανθρώπους που έμαθαν για σένα από το διαδίκτυο. Απ’ ό,τι κατάλαβα, δεν έχεις σταματήσει να δέχεσαι μηνύματα συμπαράστασης.
Β.Π.: Και είναι πολύ συγκινητικό αυτό, άσχετα αν τα συναισθήματά μου αυτή την περίοδο είναι κάπως μπλοκαρισμένα. Έχω δεχτεί πολλά μηνύματα συμπαράστασης και αγάπης. Αλλά έχω δει και πάρα πολλά άτομα να κάνουν αναρτήσεις και να σχολιάζουν με θετικό τρόπο την έκβαση. Όλα αυτά βέβαια είναι κάπως δύσκολο να τα διαχειριστώ, γιατί για καιρό ήμουν παγωμένος και αποστασιοποιημένος, έστω και ως τρόπο άμυνας. Σιγά-σιγά θα αρχίσω να χαλαρώνω κι εγώ, φαντάζομαι.
Κ.Α.: Αυτό είναι το μόνο σίγουρο. Από την άλλη, αντιλήφθηκες άραγε σχόλια ή κάτι παρόμοιο από ανθρώπους που δεν «χάρηκαν» με την απόφαση του δικαστηρίου;
Β.Π.: Ίσως κάποιοι να είναι μουδιασμένοι ακόμα ή να μην έχουν χωνέψει την είδηση. Για «μη χαρά» δεν μπορώ να μιλήσω, χωρίς να το αποκλείω, δεν μπορώ όμως να κάνω υποθέσεις αν δεν έχω κάτι απτό. Πριν κάνω γνωστή την απόφαση είχα δει σχόλια που έλεγαν για βραβεία και για κολλητούς, μετά δεν παρατήρησα κάτι. Όλη αυτή η υπόθεση δίδαξε —κι εμένα φυσικά— ότι είναι λάθος να βγαίνουν αβίαστα συμπεράσματα επειδή μάς βολεύουν.
Κ.Α.: Ας γυρίσουμε όμως τον χρόνο πίσω. Βρίσκεσαι λοιπόν να έχεις στον υπολογιστή σου αρχεία παιδικής πορνογραφίας, φωτογραφίες κακοποιημένων παιδιών υποθέτω, που είχες κατεβάσει για να κάνεις έρευνα για το μυθιστόρημα που σκόπευες να γράψεις με θέμα ακριβώς τη σεξουαλική παιδική εκμετάλλευση — σωστά;
Β.Π.: Εδώ, η αρχική υπόθεση είναι εντελώς εσφαλμένη. Όλοι έχουν στο μυαλό τους κάποια σκηνή με ενήλικα, που κακοποιεί κάποιον ανήλικο έφηβο, αυτός ουρλιάζει κλπ., κάτι τέτοιο. Δεν υπάρχει εν προκειμένω αυτό το μοτίβο που έχει ο καθένας στο μυαλό του. Μέσα στον όρο παιδική πορνογραφία περιλαμβάνονται και απεικονίσεις του σώματος ή σημείων του σώματος, με πρόδηλο σκοπό να προκαλέσουν γενετήσια διέγερση. Κοινώς, δεν σημαίνει ότι οπωσδήποτε πρέπει να υπάρχει κακοποίηση με τη μορφή που την έχουμε όλοι στο μυαλό μας. Ακόμα κι ένας έφηβος να γδύνεται στο Ίντερνετ και να υπάρχει η εικόνα μόνο, αυτό είναι παιδική πορνογραφία.
Κ.Α.: Μάλιστα… Θέλω να μου πεις το εξής: με την εκ των υστέρων γνώση, προφανώς και δεν θα έκανες κάτι τέτοιο. Πώς θα χειριζόσουν την κατάσταση; Πώς θα έκανες έρευνα; …Αλλά πριν μού απαντήσεις: προσωπικά, εάν θα με απασχολούσε ποτέ ένα τέτοιο πρότζεκτ, δεν θα έκανα καμία τέτοιου είδους έρευνα. Νομίζω πως ξέρω ήδη αρκετά για το θέμα, από ταινίες και από τις ειδήσεις στην τηλεόραση. Δεν θέλω να μάθω περισσότερα, και ισχυρίζομαι πως θα μπορούσα να γράψω ένα ειλικρινές βιβλίο. Κάνω λάθος;
Β.Π.: Ναι, και θα εξηγήσω. Καταρχάς, από την ερώτηση, φαίνεται η σημασία της εικόνας. Οι ειδήσεις και οι ταινίες όμως αναφέρονται, κατά κύριο λόγο, αν όχι αποκλειστικά, στο μοτίβο της κακοποίησης, του εξαναγκασμού. Μοτίβο, το οποίο δεν συνάντησα. Αντιθέτως συνάντησα έφηβους δυτικών κοινωνιών, στα δωμάτιά τους, να εκτίθενται αυτοβούλως στο Ίντερνετ. Είναι ένα ναρκισσιστικό μοτίβο, οι όροι δικοί μου, το αναφέρω έτσι για να δείξω τα κίνητρα. Αλλού υπάρχει ένα μοτίβο χειραγώγησης και κατάχρησης εξουσίας, πάλι με εντελώς διαφορετικά κίνητρα από τα δύο προηγούμενα. Κακοποίηση μεν και αυτά, αλλά όχι με την κλασική μορφή που κάποιος έχει στο μυαλό του. Και αυτά τα μοτίβα, τότε, πριν από χρόνια δηλαδή, δεν τα ήξερα. Ας μην κρίνουμε από το σήμερα που έχουμε ακούσει πλέον τα πάντα. Επιπλέον, πάνω στην πρώτη παρανόηση, αυτή των κακοποιημένων παιδιών, έχει γίνει και μια δεύτερη. Ότι εγώ έβλεπα τις πράξεις, ότι εστίαζα σε αυτές. Πέρα από το απεχθές της πράξης καθαυτής, υπάρχει και το «πρακτικό». Δεν μου χρησίμευαν σε τίποτα, δεν είναι δυνατόν να μεταφερθούν αυτά σε βιβλίο. Οπότε, τι έβλεπα; Τα μοτίβα πριν και μετά από την πράξη. Για παράδειγμα, αν ήθελα να γράψω βιβλίο για την οπλοκατοχή σε σχολεία στις ΗΠΑ, θα έβλεπα τις κινήσεις του δράστη και των θυμάτων, αν υπάρχουν ρατσιστικά κίνητρα, αν διακρίνεται κάποιο είδος αυτοθυσίας, αν υπάρχουν φωνές λόγω του πανικού ή σιωπή λόγω του φόβου, ο δράστης πώς απομακρύνεται, ενδεχομένως πώς είναι η ψυχική του κατάσταση, όπως αυτή θα έχει αποτυπωθεί στις κινήσεις του, τέτοια. Δεν θα έβλεπα τη στιγμή της δολοφονίας, δεν θα άντεχα φυσικά να το δω αυτό. Ε, κατ’ αναλογία, τέτοιου είδους στοιχεία αναζητούσα. Και τέτοιου είδους στοιχεία είναι η συναισθηματική και ψυχική κατάσταση του εφήβου, η αίσθηση της εξάρτησης από κάποιες οδηγίες ενήλικα, βλέμματα, κλπ. Προς επίρρωση των προηγουμένων , αν εγώ έγραφα βιβλίο για μένα στη φυλακή, θα ήταν πιο πιστό την ώρα που το βίωνα, παρά τώρα, μετά από κάποια χρονική απόσταση και αποστασιοποίηση. Γιατί μετά μιλάμε για μετατραυματικό στρες ή διαχείριση του τραύματος, στοιχεία που τα έχω αναπτύξει σε άλλα μου βιβλία, και όχι για το πώς βιώνεται ένα τραύμα εν τη γενέσει του.
Κ.Α.: Πολύ καλά. Οπότε, έχεις αυτά τα αρχεία, τις φωτογραφίες, και ξαφνικά συλλαμβάνεσαι. Θέλω να μου πεις πώς νιώθεις εκείνες τις στιγμές.
Β.Π.: Το απόλυτο σοκ, κάτι από το οποίο δεν έχω συνέλθει εντελώς. Σαν να έσπασε ένα φράγμα και να ξεχύθηκε ένα ποτάμι ή σαν να έπεσε ένα βουνό πάνω μου. Και το μυαλό δούλεψε κάπως περίεργα, νόμιζα ότι επρόκειτο για κάποιον ήρωά μου που του συμβαίνουν όλα αυτά, κι ότι εγώ πρέπει να βρω μια λύση για να προχωρήσω το βιβλίο. Το μυαλό μπλόκαρε, τα αισθήματα πάγωσαν, διάφορες πληροφορίες, στοιχεία ή αναμνήσεις άρχισαν να ξεθωριάζουν με ταχύτατους ρυθμούς. Δεν θυμόμουν καν ονόματα συνεργατών μου που είχαμε επικοινωνήσει πριν από κάποιες μέρες. Αλλά παράλληλα και ένα αβάσταχτο άγχος για τους δικούς μου, τι θα απογίνει με διάφορα προβλήματα που αντιμετωπίζουν. Δεν ξέσπασα σε κλάματα τις πρώτες ώρες ή μέρες. Προσπάθησα, είτε συνειδητά είτε εκ των πραγμάτων, να πάρω απόσταση από τα τεκταινόμενα για να χειριστώ όσο πιο νηφάλια γίνεται την κατάσταση. Ακούγεται αντιφατικό αυτό, σε στιγμές πανικού και ολοκληρωτικής καταστροφής να ψάχνω για νηφαλιότητα, αλλά επειδή το μυαλό πλέον ήταν ένα κουβάρι, κάπως έπρεπε να βρω την άκρη του.
Έτσι, ενώ στην αρχή με είχαν για ελιτιστή, κάποιοι μάλιστα με έβλεπαν και με μισό μάτι γιατί νόμιζαν ότι είμαι βιαστής μωρών —αυτό τούς έμεινε από τον τρόπο που παρουσιάστηκαν οι ειδήσεις—, μετά σιγά-σιγά άρχισαν να φεύγουν όλα, να με συμπαθούν και να με σέβονται.
Κ.Α.: Κάποια στιγμή βλέπεις και τι γίνεται έξω, στον κόσμο, στον χώρο του βιβλίου, στα social media και αλλού. Το βρίσκεις υπερβολικό; Το θεωρείς «ανθρωποφαγικό»; Πιστεύεις ότι έπεσες θύμα «δολοφονίας προσωπικότητας»;
Β.Π.: Το «ανθρωποφαγικό» διαφέρει παρασάγγες από τη «δολοφονία χαρακτήρα». Ήταν κάτι σαν κοινωνικός βιασμός, δεν μπορώ να το χαρακτηρίσω αλλιώς. Μιλάμε για μαζική παράκρουση, για υστερία, για λιντσάρισμα διαφόρων μορφών. Το οποίο δεν εκδηλώθηκε μόνο εναντίον μου, αλλά και εναντίον όποιων ατόμων ήθελαν να εκφέρουν κάποια παρότρυνση για αυτοσυγκράτηση. Ακόμα και αυτοί που προτίμησαν να σιωπάσουν την πλήρωσαν με το να δέχονται επιθετικά μηνύματα γιατί δεν με κατασπαράζουν. Δεν ξέρω αν έχει συμβεί ποτέ άλλοτε κάτι τέτοιο σε τέτοια έκταση, προσωπικά δεν θυμάμαι. Τραγικό όλο αυτό, τραγικό το να απομονώνονται παράγραφοι από βιβλίο μου με θέμα τον βιασμό για να δείξουν — τι; το πόσο ανώμαλος είμαι; Να παίρνουν βίντεο δικά μου και να βρίσκουν ύποπτες φράσεις σε αυτά που έλεγα πριν 10 και 15 χρόνια σε ακροατήρια από 100 παιδιά, φράσεις βέβαια που κανείς δεν τις θεωρούσε ύποπτες. Τα κανάλια με fake news πυροδότησαν τα κατώτερα ένστικτα όλων.
Κ.Α.: Εσύ πώς θα αντιδρούσες σε κάτι παρόμοιο; Εάν μάθαινες κάτι τέτοιο για έναν συνάδελφο;
Β.Π.: Δεν ξέρω, κι αυτό το λέω μετά λόγου γνώσεως. Σίγουρα θα ήταν σοκαριστικό αν άκουγα κάτι τέτοιο, όμως, κι αυτό το έχω τσεκάρει στον εαυτό μου, θα περίμενα κάποιες μέρες προτού γράψω ή πω το οτιδήποτε. Να ενώνω τη φωνή μου μαζί με αυτήν ενός αλαλάζοντα όχλου είναι κάτι που συνήθως δεν το κάνω. Όπως και να ’χει, μετά από αυτή την περιπέτεια πλέον θα είμαι κι εγώ διπλά και τριπλά επιφυλακτικός προτού πω κάτι, έστω και μετά από μέρες.
Κ.Α.: Σωστά. Οπότε, γίνεται ό,τι γίνεται, και ξαφνικά κλείνεις τους λογαριασμούς σου, χάνεσαι και… τι γίνεται; Προφυλακίζεσαι;
Β.Π.: Ναι, έμεινα λίγες μέρες στη ΓΑΔΑ, περίπου μια βδομάδα, και μετά έγινε μεταγωγή στην Τρίπολη, όπου και παρέμεινα για το υπόλοιπο της κράτησής μου.
Κ.Α.: Πώς ήταν τα πράγματα εκεί; Πώς σού φέρθηκαν οι άλλοι κρατούμενοι; Πώς ένιωθες;
Β.Π.: Στην αρχή βίωσα ένα πολιτισμικό σοκ. Σκεφτόμουν, Τι θέλω εγώ με όλους αυτούς; Ήμουν απόμακρος, κάποιοι μού είπαν ότι μοιάζω σαν να είμαι από άλλον πλανήτη. Και τα ηθικά, ας το πω έτσι, ζητήματα φάνταζαν δυσεπίλυτα. Μπορώ να μιλήσω με κάποιον που κατηγορείται για κάτι; Μπορώ να τον συμπαθήσω; Να τον πιστέψω; Αν συμπαθήσω κάποιον που έχει όντως διαπράξει κάτι, τι γίνεται; Από ένα σημείο όμως και μετά, κατάλαβα ότι πρόσθετα κι εγώ ο ίδιος βάρος στο ήδη φορτωμένο μυαλό μου και άφησα τα πράγματα να εξελιχτούν. Έτσι, ενώ στην αρχή με είχαν για ελιτιστή, κάποιοι μάλιστα με έβλεπαν και με μισό μάτι γιατί νόμιζαν ότι είμαι βιαστής μωρών —αυτό τούς έμεινε από τον τρόπο που παρουσιάστηκαν οι ειδήσεις—, μετά σιγά-σιγά άρχισαν να φεύγουν όλα, να με συμπαθούν και να με σέβονται. Κι αυτό γιατί έδινα σημασία σε όλους: Αφρικανούς, Πακιστανούς, Αφγανούς, Αλβανούς, Ρομά, χώρια από τους Έλληνες φυσικά, καθόμουν να ακούσω την ιστορία τους, τους έδινα κουράγιο, τους βοηθούσα με τα γραφειοκρατικά τους, τους έλεγα έναν καλό λόγο. «Με σένα ηρεμεί το μυαλό μου», μου είχε πει ένας από το Μπαγκλαντές. Kalb brother, αδερφός στην καρδιά, με θεωρούσε ένας Αφγανός, στον οποίο είχα δώσει κλειδάκι από το λουκέτο του κομοδίνου μου για να παίρνει ό,τι θέλει χωρίς να με ρωτάει. Κι αυτός μόνο εμένα δεν ντρεπόταν, έκλαιγε μόνο μπροστά μου, γιατί δεν ήθελε να τον βλέπουν οι άλλοι. Έτσι, όταν έφυγα για το Πρωτόδικο, πέρασε η μισή φυλακή να με αγκαλιάσει και να μου ευχηθεί καλή τύχη. Κι όταν έμαθαν ότι είμαι έξω με αναστολή, τότε χάρηκαν όλοι, ξέσπασαν όλοι, γιατί ήταν το πρώτο καλό νέο που άκουγαν εδώ και καιρό. Και, παρόλο που υπήρχε ζήλια, πάντα στις φυλακές υπάρχει ζήλια, στην περίπτωσή μου δεν εμφανίστηκε. Μετά, την επόμενη της πρώτης δίκης εβδομάδα, με είχαν πάρει γύρω στα 20 άτομα τηλέφωνο για να με συγχαρούν και να με ακούσουν. Κάποιοι συνέχιζαν να με παίρνουν για μήνες μετά, κάποιοι συνεχίζουν και τώρα, λέγοντάς μου ότι τους λείπουν οι συζητήσεις μας, ότι μόνο με μένα μπορούσαν να μιλήσουν, κι ότι νιώθουν χαρούμενοι μέσα στη μαυρίλα τους κάθε φορά που μου μιλάνε. Γιατί κι εγώ τούς λέω πράγματα αισιόδοξα. Κάποιοι, κι ας μην ακουστεί εγωκεντρικό αυτό, είναι η αλήθεια όπως μου την έχουν πει, έχουν αρχίσει να κάνουν ξανά όνειρα μετά τις κουβέντες μας. Όνειρα που ενδεχομένως να μην έχουν την ευκαιρία να τα κυνηγήσουν. Ποτέ.
Κ.Α.: Τρομερά πράγματα. Έτσι λοιπόν ένιωθες στην αρχή: και στη συνέχεια; Άλλαζε αυτό με το πέρασμα του χρόνου; Γινόταν χειρότερο; Βαρύτερο; Ή μήπως το «συνήθιζες» τρόπον τινά;
Β.Π.: Συνηθίζεις θέλοντας και μη με την πάροδο του χρόνου. Προσαρμόζεσαι, ίσως και ιδρυματοποιείσαι σε κάποιον βαθμό. Και στην προσαρμογή βοηθά και το προσωπικό της φυλακής, ο διευθυντής, ο αρχιφύλακας ο κύριος Τάκης, κυρίως αυτός, όλοι οι υπάλληλοι, που δείχνουν πραγματική ανθρωπιά, που δεν σε θεωρούν σκουπίδι. Βάζουν ξεκάθαρα όρια φυσικά, αλλά κάνουν πραγματικό σωφρονισμό θα έλεγα, και οι κρατούμενοι δεν θεωρούν ότι τους βασανίζει κάποιος. Οφείλω λοιπόν να δώσω τις ευχαριστίες μου σε αυτούς τους ανθρώπους, κάποιος πρέπει να το πει. Υπήρχαν και διαπροσωπικές σχέσεις σε ένα βαθμό, μιλούσαμε για τις οικογένειές μας, μας έλεγαν πώς πέρασαν στις γιορτές, με κάποιους γινόταν πλάκα και, γενικά, τη φυλακή την κρατούσαν σε απόλυτη ηρεμία και ασφάλεια. Έχουν τον σεβασμό μου.
Κ.Α.: Πόσο καιρό έμεινες στη φυλακή συνολικά;
Β.Π.: Γύρω στους έντεκα μήνες.
Κ.Α.: Και μετά βγαίνεις, αποφυλακίζεσαι. Πώς ήταν οι πρώτες σου ημέρες έξω; Πώς αισθανόσουν; Έβλεπες κόσμο; Έβγαινες; Συναναστρεφόσουν φίλους και γνωστούς;
Β.Π.: Όταν βγαίνεις, έχεις την αίσθηση πως βρίσκεσαι μεταξύ δύο κόσμων, πως πατάς σε δυο βάρκες. Αυτό κάνει αρκετό καιρό να φύγει, αμβλύνεται πολύ αργά. Και τα συναισθήματά μου είναι κάπως μπλοκαρισμένα. Αισθάνομαι πως έχω αδειάσει. Προσπάθησα όμως για άμεση κοινωνικοποίηση και δεν κλείστηκα. Βέβαια υπάρχει η πρώτη φορά για όλα, πρώτη φορά στο σούπερ μάρκετ, πρώτη φορά στο περίπτερο, πρώτη συνάντηση με φίλο ή γνωστό. Μέσα στην ατυχία μου όμως στάθηκα εξαιρετικά τυχερός που είχα ένα άμεσο περιβάλλον εξαιρετικά υποστηρικτικό, που μου έδωσε κουράγιο και δύναμη. Πέτρος, Κλεάνθη, Νέλη, Ντέπυ, Αντρέας, Γιάννης, Μαρία, Βασίλης κ.ά., όλοι αυτοί μού στάθηκαν όσο κανείς. Για μένα είναι οικογένεια, νιώθω σαν να με έχουν υιοθετήσει.
Κ.Α.: Πες μου κάτι άλλο. Διάβαζες όλον αυτό τον καιρό; Παρακολουθούσες τις ειδήσεις και όλα αυτά;
Β.Π.: Αν μιλάμε για λογοτεχνικά βιβλία, ναι, διάβαζα. Είχα βέβαια και τις φάσεις μου, που δεν ήθελα να διαβάσω. Τις ειδήσεις ήθελα να τις παρακολουθώ για να ξέρω τί γίνεται στον έξω κόσμο πιο πολύ, χωρίς να πιστεύω αυτά που λέγονταν για διάφορες υποθέσεις του αστυνομικού ή δικαστικού ρεπορτάζ. Κι ακόμα δεν τις πιστεύω, προσπαθώ απλά να ακούσω τα αντικειμενικά στοιχεία, π.χ. «συνελήφθη ο τάδε με αυτή την κατηγορία», αλλά δεν δίνω καμία απολύτως βάση σε οτιδήποτε έχει να κάνει με ρεπορτάζ ή «έρευνα». Ειδικά στο δικαστικό ρεπορτάζ, δεν του δίνω καμία βάση.
Υπήρξαν και κάποιες στιγμές που κι εγώ ο ίδιος αναρωτήθηκα, «Βρε, μπας και υπάρχει κάτι αληθές σε όλα αυτά»;
Κ.Α.: Ειδικά το πρώτο διάστημα, διάβαζες όσα γράφονταν για την υπόθεσή σου; Ή δεν ήθελες να τα δεις;
Β.Π.: Μετά την καραντίνα στην Τρίπολη, πρώτη μέρα στον θάλαμο, έσκασε στις ειδήσεις η υπόθεσή μου. Προφανώς ήταν το απόλυτο σοκ. Έκλεινα τα αφτιά μου με τα χέρια μου και σκέπαζα το κεφάλι με το μαξιλάρι μπας και δεν ακούσω. Γιατί αυτά που λέγονταν δεν είχαν καμία σχέση με μένα. Δεν υπήρχαν σκοτεινά διαδίκτυα, μωρά, ζωντανές θεάσεις, βιασμοί, επικοινωνίες, διακινήσεις κλπ. Σαν να μιλούσαν για κάποιον άλλον σε κάποια άλλη υπόθεση. Υπήρξαν και κάποιες στιγμές που κι εγώ ο ίδιος αναρωτήθηκα, «Βρε, μπας και υπάρχει κάτι αληθές σε όλα αυτά»; Παρόλο που ήξερα πως δεν υπήρχε, ωστόσο βίωσα μιαν αμφιβολία. Λέω, δεν είναι δυνατόν να λέγονται όλα αυτά χωρίς το παραμικρό στοιχείο, δεν ξέρω τι γίνεται. Τέτοια είναι η δύναμη της είδησης στην τηλεόραση. Αλλά, πραγματικά τώρα, αυτή την ποιότητα ειδήσεων αξίζουμε; Έτσι είναι τα πράγματα; Να καταστρέφονται άνθρωποι με ψέματα και να μην τρέχει τίποτα;
Κ.Α.: Δεν έχεις άδικο… Τι ποσοστό των πραγμάτων που ειπώθηκαν για εσένα από φίλους, γνωστούς, συναδέλφους, απλούς χρήστες του διαδικτύου, απλούς πολίτες εντέλει, πιστεύεις ότι ήταν άδικο; Ή σκληρό; Ή όπως αλλιώς θα μπορούσες να το χαρακτηρίσεις;
Β.Π.: Φαντάζομαι, η συντριπτική πλειονότητα των σχολίων ή αναρτήσεων ανήκει σε αυτή την κατηγορία. Βασίστηκαν σε ψέματα, που μεταδίδονταν δύο ημέρες μετά το συμβάν, ενώ η έρευνα που έδειξε πως τίποτα από όλα αυτά δεν υπάρχει, ολοκληρώθηκε μετά από έναν μήνα περίπου. Αφιλτράριστα σχόλια για να εισπράξουν την επιδοκιμασία του όχλου. Λίγα μόνο διακρίθηκαν για την αυτοσυγκράτηση και τη σύνεσή τους. Ήταν σοκαριστικά. Όπως σοκαριστικό είναι να βγάζω εγώ την είδηση, μόνος μου, μετά από 8 μήνες από την αθώωση και να μην υπάρχει αποκατάσταση της αλήθειας είτε από τα ΜΜΕ, είτε από κάποιους σχολιαστές.
Κ.Α.: Ναι… Πες μου κάτι άλλο. Έγραψες κάτι όλον αυτό τον καιρό;
Β.Π.: Ναι, έγραψα στις αρχές το περί ου ο λόγος βιβλίο, έστω και ως λύτρωση. Μετά έγραψα δυο πολύ μικρές ιστοριούλες, λίγων λέξεων, για παιδιά. Αυτές τις εικόνες, σκέψεις και ιδέες, τις είχα στο μυαλό μου από πιο πριν. Μετά δεν μπορούσε να μου έρθει καμία ιδέα, το μυαλό είχε περιοριστεί πίσω από κάγκελα και συρματοπλέγματα, όπως και το σώμα. Και επήλθε συγγραφικό μπλοκάρισμα.
Κ.Α.: Δυστυχώς, ακούγεται λογικό… Τι σκοπεύεις να κάνεις με αυτό; Με το βιβλίο εννοώ. Και με τα παιδικά.
Β.Π.: Φαντάζομαι πως όταν (ότε και αν δηλαδή) έρθει το πλήρωμα του χρόνου, θα εκδοθούν.
Κ.Α.: Πιστεύεις ότι τώρα πια, με την αθώωσή σου, θα επανέλθεις γρήγορα στα εκδοτικά πράγματα;
Β.Π.: Θα δείξει, το ελπίζω.
Κ.Α.: Έχεις σκεφτεί να γράψεις ένα κείμενο, αυτοβιογραφικό, auto-fiction, ή μυθοπλαστικό, με βάση αυτή την εμπειρία, όλα αυτά που σου συνέβησαν;
Β.Π.: Φυσικά και το έχω σκεφτεί, δεν ξέρω όμως αν πρέπει να είναι μια μαρτυρία ή κάτι μυθοπλαστικό, αν πρωταγωνιστής πρέπει να είμαι εγώ ή κάποιος άλλος, αν θα πρόκειται για νεανικό ή ενηλίκων. Η σκέψη ότι θέλω να το κάνω έχει διαμορφωθεί εδώ και αρκετό καιρό.
Κ.Α.: Πιστεύω ότι γρήγορα θα βρεις αυτό ακριβώς που θα σε εκφράσει περισσότερο. Για να κλείσουμε: Τι φοβάσαι σήμερα περισσότερο;
Β.Π.: Το σήμερα. Δεν ξέρω τι θα μου φέρει, τι έχει ξημερώσει για μένα. Είναι κάτι που το βίωσα τα δύο τελευταία χρόνια και δεν έχει φύγει ακόμα.
Κ.Α.: Και τι ελπίζεις;
Β.Π.: Στο αύριο.
Κ.Α.: Κάτι τελευταίο που θα ήθελες να πεις;
Β.Π.: Να είμαστε πιο επιφυλακτικοί και δύσπιστοι απέναντι σε κάθε αρνητική είδηση που ακούμε. Συχνά δεν είναι αυτό που φαίνεται. Κι επίσης δεν κάνουμε κάποιον διαγωνισμό εκφράσεων αποτροπιασμού, όπου ο πιο σοκαρισμένος κερδίζει. Από την άλλη, ας είμαστε πιο ενθουσιώδεις και δεκτικοί με τις θετικές ειδήσεις.
Κ.Α.: Σε ευχαριστώ πολύ.
Β.Π.: Κι εγώ ευχαριστώ.