Επιχειρησεις

Η Ελληνική οικονομία το 2025 στο σταυροδρόμι: Πρόκληση ή Ευκαιρία;

Μάνος Ματσαγγάνης, Γρηγόρης Νικολόπουλος και Κώστας Στούπας μιλούν για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας

giannis-mantzikos.jpg
Γιάννης Μαντζίκος
ΤΕΥΧΟΣ 952
7’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Η Ελληνική οικονομία το 2025 στο σταυροδρόμι
© Getty Images

Ελληνική Οικονομία 2025 | Αναγκαία μεταρρύθμιση ή επαναστατική ανατροπή; Οι παράγοντες που σχηματίζουν την οικονομία του μέλλοντος

Μεγάλες είναι οι προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει η ελληνική οικονομία και φέτος, εισερχόμενη σε μια περίοδο κατά την οποία κυριαρχεί η αβεβαιότητα. Αν και η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας είναι υπαρκτή και δείχνει να συνεχίζεται, εντούτοις τίθεται ευθέως το ζήτημα του βιοτικού επιπέδου των πολιτών, οι οποίοι καλούνται να αντιμετωπίσουν μια πολύ χαμηλή (σε σύγκριση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες) αγοραστική δύναμη, με την προοπτική να φαντάζει ανάλογη με το σήμερα.

Πέραν αυτού, τίθενται και σημαντικά ζητήματα σχετικά με την πορεία της ελληνικής οικονομίας κατά τη φετινή χρονιά, λόγω των κινδύνων που ελλοχεύουν. Για παράδειγμα, η ενδεχόμενη κλιμάκωση των γεωπολιτικών εντάσεων στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή και η πιθανή εμφάνιση νέων εστιών αποτελεί ένα από τα ζητήματα που θα απασχολήσουν τη χώρα μας, όπως και η αύξηση του εμπορικού προστατευτισμού μέσω δασμών, τους οποίους έχει ήδη επιβάλει ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ.

Επιπλέον, η πολιτική αστάθεια σε δύο από τις μεγαλύτερες οικονομίες της Ευρωζώνης, τη Γερμανία και τη Γαλλία, αποτελούν τους βασικούς κινδύνους που περιβάλλουν τις προβλέψεις για την πορεία της ελληνικής οικονομίας τα επόμενα χρόνια.

Με φόντο τα παραπάνω, ζητήσαμε τη γνώμη τριών ειδικών: του Μάνου Ματσαγγάνη, του Κώστα Στούπα και του Γρηγόρη Νικολόπουλου.

Μάνος Ματσαγγάνης: Οικονομία, φώτα και σκιές

Πρώτα η φωτεινή πλευρά. Η οικονομία δείχνει σημαντικά σημάδια ζωτικότητας. Το ΑΕΠ αυξάνεται, η ανεργία πέφτει, η δανειοληπτική ικανότητα της χώρας αναγνωρίζεται από τους διεθνείς οίκους. Έχουμε διανύσει πολύ δρόμο από τη βαθιά ύφεση και στη συνέχεια την παρατεταμένη στασιμότητα της προηγούμενης δεκαετίας.

Η συνετή δημοσιονομική διαχείριση της προηγούμενης κυβέρνησης (με το στενό μαρκάρισμα της Τρόικας) έβαλε τις βάσεις για την έξοδο από την κρίση. Το φιλελεύθερο ένστικτο και κάποιες εύστοχες κινήσεις της σημερινής κυβέρνησης έκαναν τα υπόλοιπα. Η σκοτεινή πλευρά αφορά όσα μένουν απελπιστικά ίδια. Σε πείσμα των διακηρύξεων, το παραγωγικό μοντέλο της ελληνικής οικονομίας παραμένει προσκολλημένο σε δραστηριότητες χαμηλής προστιθέμενης αξίας. Η προσοδοθηρία παραμένει ασφαλέστερος τρόπος πλουτισμού από κάποια παραγωγική επένδυση που δημιουργεί καλές θέσεις εργασίας.

Μάνος Ματσαγγάνης

Η εξάρτηση από τον τουρισμό («βαριά βιομηχανία» της χώρας) έχει αυξηθεί αντί να μειωθεί. Στα νησιά μας χτίζονται περιουσίες πάνω στη λεηλασία των φυσικών πόρων του τόπου (του ήλιου, της θάλασσας κ.ά.), με ελάχιστη ή καθόλου επένδυση που να προσθέτει αξία και χωρίς μέριμνα για τη μελλοντική βιωσιμότητα. Το εξωτερικό έλλειμμα (ένδειξη απώλειας ανταγωνιστικότητας στις διεθνείς αγορές) έχει αρχίσει πάλι να διογκώνεται. Οι μισθοί παραμένουν καθηλωμένοι. Τα νοίκια είναι απλησίαστα.

Τι μπορεί να γίνει; Βραχυπρόθεσμα, λίγα πράγματα. Η πτώχευση της χώρας καλλιέργησε τα «ζωώδη ένστικτα» της αγοράς, η κυβερνητική αλλαγή του 2019 τα απελευθέρωσε. Η κοινωνική ζήτηση για γρήγορο πλουτισμό, χωρίς πολλές ρυθμίσεις και φόρους, είναι ακατανίκητη. Κι όμως, θα πρέπει να κατανικηθεί: καθηλώνει την οικονομία σε μια τροχιά χαμηλών επιδόσεων και μεγάλων κινδύνων.

Ένα σοβαρότερο πολιτικό προσωπικό, στην κυβέρνηση και στην αντιπολίτευση, θα αναγνώριζε την ανάγκη συναίνεσης, παρά τις διαφορές προσέγγισης, σε ένα μακροπρόθεσμο πρόγραμμα που θα θωράκιζε την οικονομία απέναντι σε μελλοντικές απειλές (κλιματική αλλαγή, γεωπολιτική αστάθεια, δημογραφική παρακμή). Μια δυναμική οικονομία απαιτεί επενδύσεις στις δεξιότητες, στην καινοτομία, στη βιωσιμότητα. Ιδέες και σοβαρές επεξεργασίες υπάρχουν. Αυτό που λείπει είναι η εμπιστοσύνη και η συνεργασία που θα μοιράσουν δίκαια το όφελος (και το κόστος) των απαραίτητων αλλαγών. Αντί γι’ αυτά, συζητάμε για ανοησίες.

→ Ο Μάνος Ματσαγγάνης είναι καθηγητής δημόσιας οικονομικής στο Πολυτεχνείο του Μιλάνου και επικεφαλής του Προγράμματος Ελληνικής & Ευρωπαϊκής Οικονομίας του ΕΛΙΑΜΕΠ.

Γρηγόρης Νικολόπουλος: Οι αριθμοί ευημερούν, οι άνθρωποι υποφέρουν

Η ελληνική οικονομία δεν μπορεί να μείνει ανεπηρέαστη από τις διεθνείς εξελίξεις, κι αυτές είναι εντελώς απρόβλεπτες λόγω Τραμπ. Ο εμπορικός πόλεμος και οι γεωπολιτικές ανατροπές μπορεί να έχουν δυσάρεστες συνέπειες για την παγκόσμια οικονομία, συμπεριλαμβανομένης φυσικά της ελληνικής. Εφόσον είναι απρόβλεπτες οι συνέπειες, δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη στις προβλέψεις για την ελληνική οικονομία.

Γρηγόρης Νικολόπουλος

Όσον αφορά το εγχώριο πολιτικό σκηνικό, φαίνεται ότι οι δυνατότητες μεταρρυθμίσεων από τη φθίνουσα σε δημοτικότητα κυβέρνηση τείνουν σταδιακά στο μηδέν. Το θετικό είναι ότι, όπως διαμορφώνεται ο πολιτικός χάρτης, η χώρα, ακόμη κι αν μελλοντικά υπάρξει μια περίοδος ασταθών κυβερνήσεων, δεν κινδυνεύει να βρεθεί εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης και είναι απίθανο να έρθει αντιμέτωπη με αλλοπρόσαλλες αποφάσεις οικονομικής πολιτικής. Το κακό είναι ότι οι χρόνιες παθογένειες της ελληνικής οικονομίας παραμένουν. Η δημόσια διοίκηση είναι προβληματική, η γραφειοκρατία επιβαρύνει κάθε δραστηριότητα, η δικαιοσύνη καθυστερεί, το επιχειρηματικό περιβάλλον είναι πάρα πολύ δύσκολο. Οι επιχειρήσεις εντοπίζουν ως μεγάλα εμπόδια στην ανάπτυξή τους την υπερφορολόγηση, τις υψηλές ασφαλιστικές εισφορές, την έλλειψη πρόσβασης σε χρηματοδότηση, τις καθυστερήσεις πληρωμών, που φτάνουν, σε πολλές περιπτώσεις, και το έτος.

Σε αυτές τις παθογένειες έχει προστεθεί η παράξενη οπτική που έχει η κυβέρνηση για την οικονομία. Η οικονομική πολιτική της αποσκοπεί σχεδόν αποκλειστικά στην ικανοποίηση των ξένων επενδυτών και ξένων παρατηρητών της οικονομίας, με αποτέλεσμα οι αριθμοί να ευημερούν και οι άνθρωποι να υποφέρουν. Δημοσιονομικά η χώρα είναι σε εξαιρετικά καλό σημείο, με πλεονάσματα, γεμάτο δημόσιο ταμείο, ικανοποιητικό κόστος δημόσιου δανεισμού, σχετικά ταχύ ρυθμό ανάπτυξης.

Όμως οι μισθοί είναι χαμηλοί, η αγοραστική δύναμη των Ελλήνων πολύ μικρή, η εγχώρια παραγωγή φθίνει, οι εισαγωγές αυξάνονται και το έλλειμμα εξωτερικών συναλλαγών έχει εκτοξευθεί σε επικίνδυνα ύψη. Παραγωγικές επενδύσεις δεν γίνονται ούτε από Έλληνες ούτε από ξένους, γίνονται μόνο βραχυχρόνιες τοποθετήσεις από ξένους. Και είναι πολύ αμφίβολο αν αυτοί θα παραμείνουν, ιδίως στους κλάδους που έχουν ήδη υπεραποδόσει, όπως τα ακίνητα και οι τράπεζες. Η ελληνική οικονομία στηριζόταν πάντα στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Η κυβέρνηση όμως διώκει τις μικρομεσαίες και ευνοεί τις μεγάλες. Σε μια μικρή χώρα οι μεγάλες επιχειρήσεις είναι λίγες κι αυτό σημαίνει ότι ο ανταγωνισμός δεν λειτουργεί, τα ολιγοπώλια σχηματίζουν καρτέλ, διαλύουν τους μικρούς και αυξάνουν ανεξέλεγκτα τις τιμές για τον καταναλωτή. Ενώ λοιπόν οι ξένοι και τα εγχώρια καρτέλ κερδίζουν, η ελληνική επιχείρηση μετά βίας επιβιώνει, ο πολίτης ζορίζεται οικονομικά και αυτό σε καμία περίπτωση δεν διασφαλίζει ευημερία, ούτε βιώσιμη ανάπτυξη στο μέλλον.

→ Ο Γρηγόρης Νικολόπουλος είναι διευθυντής της ιστοσελίδας Reporter.gr και αρθρογράφος στο Πρώτο Θέμα.

Κώστας Στούπας: Τις επαναστάσεις τις κάνουν οι πεινασμένοι νέοι, όχι οι συνταξιούχοι

Η ελληνική οικονομία βρίσκεται στην καλύτερη φάση των τελευταίων δεκαετιών. Τα 3-4 τελευταία χρόνια παρουσιάζει δυναμικούς ρυθμούς ανάπτυξης σε σχέση με το διεθνές ευρωπαϊκό περιβάλλον, μείωση της ανεργίας και μείωση του χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ. Καλύτερη εικόνα από αυτή, δηλαδή δυναμικούς ρυθμούς ανάπτυξης χωρίς τη δημιουργία χρέους, είχε παρουσιάσει η χώρα μόνο τις δεκαετίες ’50 και ’60, όταν η Ελλάδα, από τα ερείπια του εμφυλίου πολέμου (χάρη και στη στήριξη των συμμάχων), κατάφερε να αναδειχθεί στις 30 πλουσιότερες χώρες του κόσμου. Σημαντικούς ρυθμούς ανάπτυξης παρουσίασε και την περίοδο 2000-2008. Τότε όμως η ανάπτυξη οφειλόταν στην ευημερία με δανεικά και συνοδευόταν με υψηλά ελλείμματα, τόσο δημοσιονομικό όσο και έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. Τώρα παρουσιάζει τεράστιο δημοσιονομικό πλεόνασμα. Το πιο μελανό σημείο αυτής της περιόδου ανάπτυξης είναι το μεγάλο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, το οποίο μετά το 2019 έχει εκτροχιαστεί και το 2024 ξεπέρασε τα 15 δισ. ευρώ.

Ας τα πάρουμε όμως με τη σειρά:

  • Το ΑΕΠ το 2024 αυξήθηκε κατά 2,3% έναντι 0,9% του μέσου όρου της Ευρωζώνης. Αυτό σημαίνει, έπειτα από μια δεκαετία αποκλίσεων, πως συγκλίνουμε προς την Ευρώπη. Η ανεργία, τον Ιανουάριο που μας πέρασε, μειώθηκε στο 8,7%. Το ποσοστό αυτό θα μπορούσε να θεωρηθεί πλασματικό. Στην πραγματικότητα η ζήτηση για εργαζόμενους υπερβαίνει την προσφορά, απλά η ευμάρεια έχει κάνει πολλούς εργαζόμενους εκλεκτικούς και διστακτικούς.
  • Ο κρατικός προϋπολογισμός το 2024 παρουσίασε πλεόνασμα 369 εκατ. ευρώ και πρωτογενές πλεόνασμα 8,7 δισ. ευρώ. Πρωτογενές λέμε το αποτέλεσμα πριν αφαιρέσουμε τις δαπάνες για την εξυπηρέτηση του χρέους. Με αυτό το πρωτογενές πλεόνασμα, ακόμη κι αν το 2032, που τελειώνουν κάποιες συμφωνίες για το χρέος, αυξηθεί το κόστος εξυπηρέτησης, έχουμε περιθώρια να το διαχειριστούμε. Τέτοιες επιδόσεις δεν εμφανίζει ούτε η Γερμανία.
  • Μεγάλες χώρες όπως οι ΗΠΑ, η Γαλλία, το Η.Β. παρουσιάζουν τεράστια ελλείμματα, αυξημένο χρέος και θα χρειαστούν μεγάλες προσπάθειες για να αποφύγουν αυτά που πέρασε η Ελλάδα την περασμένη δεκαετία. Στις ΗΠΑ, για παράδειγμα, το 2024 αναμένεται έλλειμμα περί τα 2 τρισ. δολάρια ή περισσότερο από το 6% του ΑΕΠ τους, ενώ το χρέος έχει ξεπεράσει το 120% του ΑΕΠ.
Κώστας Στούπας

Όμως, παρά τη ραγδαία αύξηση των εξαγωγών τα τελευταία χρόνια, το εμπορικό έλλειμμα μεγαλώνει. Η Ελλάδα λίγο πριν από τη χρεοκοπία του 2010, είχε εξαγωγές περί τα 20 δισ. ευρώ και τώρα έχει φτάσει περί τα 50 δισ. ευρώ. Οι εξαγωγές λοιπόν το ’24 έπεσαν στα 48,6 δισ. ευρώ από 50 δισ. ευρώ το 2023. Από την άλλη πλευρά, οι εισαγωγές αυξήθηκαν από τα 83 δισ. ευρώ στα 84,2 δισ. ευρώ. Παρά την αύξηση της τουριστικής κίνησης, άρα και των εσόδων, το έλλειμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών πέρυσι ξεπέρασε τα 15 δισ. ευρώ. Αυτό δείχνει πως από τη χώρα φεύγουν περισσότερα χρήματα απ’ όσα έρχονται από εξαγωγές, τουρισμό, μεταφορές, επενδύσεις κ.λπ. Αυτό δεν είναι καλό. Μια λίμνη από την οποία τα ποτάμια που τραβούν νερό τραβάνε περισσότερο από τις ποσότητες που εισρέουν αργά ή γρήγορα θα στεγνώσει.

Αυτό συμβαίνει γιατί η χώρα δεν έχει παραγωγική βάση και εισάγει περισσότερα απ’ όσα θα μπορούσε να υποστηρίξει το πορτοφόλι της με βιώσιμο τρόπο. Βέβαια η κατάσταση πριν από το 2010 ήταν χειρότερη, αλλά αυτό δεν αρκεί. Ένας κρίσιμος δείκτης είναι οι επενδύσεις, οι οποίες, παρά την αύξηση τα τελευταία χρόνια, παραμένουν απογοητευτικά χαμηλές. Ο Σχηματισμός Ακαθάριστου Παγίου Κεφαλαίου (Σ.Α.Π.Κ.) π.χ. το ’24 έφτασε τα 43,1 δισ. ευρώ έναντι 37,6 το ’23, 41,5 δισ. ευρώ το ’22 και 22,6 δισ. ευρώ το 2019. Πριν από τη χρεοκοπία, ο ακαθάριστος σχηματισμός κεφαλαίου ήταν περί τα 60 δισ. ευρώ, αλλά τότε πάνω από 20 δισ. επενδύσεις τον χρόνο αφορούσαν κατοικίες. Τώρα για κατοικίες δαπανούμε περί τα 5,5 δισ. ευρώ. Η εξέλιξη αυτή είναι θετική, γιατί ο μόνος τομέας που έχει ανακάμψει στα προ χρεοκοπίας επίπεδα είναι αυτός των μεταλλικών κατασκευών και μηχανημάτων, γεγονός που δείχνει μια, έστω και αργή, αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου.

Αυτό δεν είναι αρκετό. Αν υπολογίσουμε πως οι αποσβέσεις πάγιου εξοπλισμού είναι περί τα 30 δισ. τον χρόνο, τότε η ισχύς που προστίθεται στην οικονομία είναι περί τα 10 δισ. ευρώ τον χρόνο. Θα μπορούσαμε να υποθέσουμε πως θα αποχαιρετήσουμε οριστικά τη ζώνη της υπανάπτυξης και μιας νέας χρεοκοπίας, αν ο Σ.Α.Π.Κ. ξεπεράσει τα 60 δισ. τον χρόνο, και πως θα εξελιχθούμε σε μια «τίγρη»» των Βαλκανίων, αν ξεπεράσουμε τα 100 δισ. τον χρόνο.

Κάτι τέτοιο όμως, ακόμη κι αν βρίσκαμε τα κεφάλαια και τους επενδυτές, θα είναι δύσκολο, γιατί είμαστε μια κοινωνία σε δημογραφική γήρανση και με τον πληθυσμό να μειώνεται. Με λίγα λόγια, δεν υπάρχει το επιχειρηματικό και εργατικό δυναμικό. Επιπλέον, και αυτό που υπάρχει είναι τόσο «αδιάφορο», που τα χρήματα τα οποία μοιράζει η ΕΕ μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης για τη χρηματοδότηση επιχειρηματικών προσπαθειών λόγω μειωμένης ζήτησης, μοιράζονται από τον ΗΔΙΚΑ για ιατρικές διαγνώσεις του παχέος εντέρου και άλλες παθήσεις. Αυτό συμβαίνει γιατί τα κεφάλαια μένουν αδιάθετα. Τις επαναστάσεις όμως τις κάνουν οι πεινασμένοι, όπως έκαναν οι παππούδες μας μετά τον εμφύλιο, όταν εκτόξευσαν την Ελλάδα στις 30 πλουσιότερες χώρες του κόσμου.

 Ο Κώστας Στούπας είναι αρθρογράφος στο Liberal.gr και συγγραφέας του βιβλίου «Η επερχόμενη αταξία», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Επίκεντρο.

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ ΠΑΝΤΑ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Έρευνα της MARC, μια πρωτοβουλία της Παπαστράτος
Από το ζην, στο ευ ζην: Νέα δεδομένα για το ιδανικό εργασιακό περιβάλλον, δείχνει έρευνα της MARC, μια πρωτοβουλία της Παπαστράτος

Η εργασιακή ασφάλεια δίνει πλέον τη θέση της στην αναζήτηση καλύτερων αποδοχών και ευκαιριών επαγγελματικής ανέλιξης

Έχετε δει 20 από 75 άρθρα.