Ελλαδα

Μιχάλης Σαμόλης: Μαθήματα ζωής από έναν άστεγο

Γιατί όλοι οι άστεγοι είναι επιφυλακτικοί απέναντι στον κόσμο;

Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη
ΤΕΥΧΟΣ 933
12’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Μιχάλης Σαμόλης, ένας Ορατός Άστεγος: Η ζωή θα τελειώσει μόνο όταν κλείσεις τα μάτια σου

Στο βιβλίο τους «Αόρατοι άνθρωποι», ο άστεγος συμπολίτης μας Μιχάλης Σαμόλης και η δημοσιογράφος Τόνια Τσακίρη μιλούν με τόλμη και ευθύτητα για πράγματα που νομίζουμε μικρά, μα είναι μεγάλα: την ανθρώπινη επαφή, την ψυχολογική υποστήριξη, τη χαρά τού να προσφέρεις στους άλλους.

Το βιβλίο «Αόρατοι άνθρωποι» (εκδ. Παπαδόπουλος) το φιλοξενήσαμε για προδημοσίευση τον περασμένο Μάιο. Η συγγραφέας του, Τόνια Τσακίρη, εξιστορεί τη ζωή του Μιχάλη Σαμόλη –άστεγου συνανθρώπου μας, πωλητή του περιοδικού «Σχεδία»– που, μέσα από τους σταθμούς που ο ίδιος ακολουθεί ξεναγώντας ανθρώπους στη φόδρα της πόλης των Αθηνών κατά τις Αόρατες Διαδρομές, μας διηγείται πώς έφτασε –από γείτονας της διπλανής πόρτας (με σπουδές στην Αμερική, οικογένεια και δουλειά)– να βρεθεί στους δρόμους ολομόναχος.

Ο Μιχάλης Σαμόλης έκανε δύο απόπειρες αυτοκτονίας πριν καταφέρει να βρει το φως που τον οδήγησε σιγά σιγά στην άκρη του τούνελ: τα συσσίτια, τις κουζίνες, τα υπνωτήρια και τους ξενώνες, τις ΜΚΟ και τους απλούς εθελοντές. Και, πάνω απ’ όλα, τη «Σχεδία», αυτό το περιοδικό που ίσως έχετε δει να πουλούν οι άνθρωποι με τα κόκκινα γιλέκα έξω από σταθμούς μετρό, θέατρα και σινεμά. Το περιοδικό των αστέγων. Το περιοδικό από το οποίο κερδίζουν τα προς το ζην και ξαναποκτούν πίστη στον εαυτό τους άνθρωποι που έφτασαν μια μέρα να μην έχουν πού να γείρουν το κεφάλι τους.

Με τον Μιχάλη Σαμόλη γνωριζόμαστε 7 χρόνια τώρα. Τον έχω παρακολουθήσει ως άτυπο εκπρόσωπο των αστέγων της Αθήνας, να τον καλούν να μιλήσει στην Ελλάδα και την Ευρώπη, από την Προεδρεία της Δημοκρατίας μέχρι τα λύκεια της χώρας και τα πανεπιστήμια του εξωτερικού, με σκοπό να κάνει την αστεγία ορατή. Μέρος της προσπάθειάς του αυτής είναι και η διήγηση της προσωπικής του ιστορίας: η «πτώση» και η «αναγέννηση», όπως τις αποκαλεί εκείνος. Μπορείτε να τον ακούσετε να τη διηγείται συντόμως αν τον ακολουθήσετε σε κάποια «Αόρατη διαδρομή». Αλλά μπορείτε και να διαβάσετε ετούτο το βιβλίο, το βιβλίο της ζωής του, που με τόσο μεράκι, αγάπη και προσοχή έγραψε η δημοσιογράφος Τόνια Τσακίρη για ν’ ακουστούν αυτές οι ιστορίες, να γίνει ορατή η ύπαρξη των αστέγων, να μπει αυτό το βιβλίο σε κάθε σπίτι, να ταρακουνηθούμε εμείς και η Πολιτεία, εξίσου.

Με τον Μιχάλη Σαμόλη και την Τόνια Τσακίρη συναντηθήκαμε λίγο πριν από την παρουσίαση του βιβλίου στο «Σχεδία home», στις 17/10. Ήθελα καιρό να μιλήσουμε για το βιβλίο τους.

― Τόνια, Μιχάλη, πώς γνωριστήκατε;

Τόνια Τσακίρη: Ήταν λίγο πριν τον κόβιντ. Είχα διαβάσει για τις «Αόρατες διαδρομές» κι αποφάσισα να πάω τις κόρες μου, που ήταν αρκετά μικρούλες τότε, για να εκτιμήσουν αυτά που είχαν και να καταλάβουν ότι τίποτα δεν είναι δεδομένο. Εκεί συναντήσαμε τον Μιχάλη, που ήταν ο ξεναγός μας. Θυμάμαι πόσο πολύ εντυπωσιαστήκαμε κι οι τρεις, γιατί είχαμε εντελώς άλλη εικόνα για τους ανθρώπους που βρίσκονται στον δρόμο: δεν περίμενα δηλαδή να είναι καθαρός, περιποιημένος, να έχει σπουδάσει στην Αμερική. Όλη ιστορία της ζωής του με συγκλόνισε. Και η προσωπικότητά του επίσης.

Μετά ήρθε ο κορωνοϊός, κι όταν πια τελείωσε, σε ένα φεστιβάλ βιβλίου στο Ζάππειο η μία μου κόρη, η μικρή, είδε τον Μιχάλη που πουλούσε τη «Σχεδία» και τον αναγνώρισε. Εν τω μεταξύ, εγώ σκεφτόμουν μήνες ολόκληρους να γράψω ένα βιβλίο για την ψυχική δύναμη των ανθρώπων, όμως δεν είχα ξεκάθαρη εικόνα του τι θα έγραφα. Ήξερα ότι ήθελα να αναφερθώ στον Μιχάλη, αλλά δεν θα ήταν ο βασικός πρωταγωνιστής. Όταν όμως τον είδα να πουλάει τη «Σχεδία», κάτι σαν να ξεκαθάρισε μέσα μου και πάω και του λέω: «Θες να σου γράψω την ιστορία της ζωής σου;». Στην αρχή ήταν φοβερά επιφυλακτικός, όπως οι περισσότεροι άστεγοι, αλλά σιγά σιγά κέρδισα την εμπιστοσύνη του.

― Μιχάλη, εξήγησέ μου αυτό που λέει Τόνια, ότι όλοι οι άστεγοι είναι επιφυλακτικοί απέναντι στον κόσμο. Εντέλει, γιατί την εμπιστεύτηκες;

Μιχάλης Σαμόλης: Κοίτα, με πλησιάζει πολύς κόσμος νομίζοντας ότι δεν καταλαβαίνω ότι έρχεται να εκμεταλλευτεί, να φανεί ότι είναι δίπλα μου, ότι βοηθάνε, ότι στηρίζουν τους άστεγους και τα λοιπά. Όμως εγώ καταλαβαίνω πολύ καλά. Δέκα χρόνια στον δρόμο, έχω αποκτήσει φοβερή εμπειρία για το τι θέλει ο καθένας από μένα. Οι περισσότεροι άστεγοι, όταν μείναμε άστεγοι, οι άνθρωποι μας κλείσανε τις πόρτες. Συγγενείς, φίλοι, όλοι. Είναι πολύ δύσκολο να με κερδίσει ένας άνθρωπος. Και καταλαβαίνω τι θέλει ο καθείς με το «καλημέρα σας». Αλλά την Τόνια την εμπιστευτικά καταρχάς επειδή έφερε τα παιδιά της στις Αόρατες Διαδρομές. Το βρήκα εξόχως σημαντικό ότι μια γυναίκα έφερε τα παιδιά της για να τους δείξει πώς μπορεί να καταλήξει η ζωή τους και τι συμβαίνει στο κέντρο της Αθήνας. Αν δεν σε νοιάζει η αστεγία και η φτώχεια, δεν δείχνεις στα παιδιά σου τέτοια πράγματα. Και γι’ αυτό την εμπιστεύτηκα. Εντάξει, είχα πολλές απορίες για ποιον λόγο ήθελε να γράψει το βιβλίο, πώς θα το γράψει κ.λπ. Ούτε ήθελα ν’ ανοιχτώ και να πω πολλά προσωπικά πράγματα.

Τ.Τ.: Κι εγώ έπρεπε να του εξηγήσω ότι αυτή ήταν η βιογραφία του κι ότι έπρεπε να μιλήσει για τα πιο προσωπικά. Δεν γεννήθηκε 60 χρόνων. Κι όταν ο Μιχάλης κατάλαβε ότι θα έγραφα την δική του αλήθεια, ότι δεν θα κατηγορούσε κάποιον άλλον άνθρωπο, άρχισε ν’ ανοίγεται. Και κατάλαβε επίσης ότι μπορούσε, μέσα από το βιβλίο, να βοηθήσει όλους τους άλλους άστεγους. Γιατί μ’ αυτό το βιβλίο θέλαμε να ρίξουμε φως σ’ αυτό το κομμάτι της κοινωνίας που οι υπόλοιποι αποστρέφονται.

Ο Μιχάλης Σαμόλης και η δημοσιογράφος Τόνια Τσακίρη

― Τόνια, απ’ όλα αυτά που έμαθες για τον Μιχάλη, τι σου έκανε μεγαλύτερη εντύπωση;

Τ.Τ.: Αυτό που με σόκαρε ήταν το πόσο εύκολα μπορεί να βρεθεί κανείς στον δρόμο. Εγώ μέχρι τότε θεωρούσα, βλακωδώς, ότι για να μείνεις άστεγος πρέπει να είσαι αλκοολικός, ας πούμε, ή να έχεις ψυχολογικά προβλήματα, να κάνεις χρήση ναρκωτικών π.χ. – ότι μόνο αυτές οι κατηγορίες ατυχών ανθρώπων καταλήγουν στον δρόμο. Κατάλαβα από τον Μιχάλη ότι δεν είναι έτσι τα πράγματα: ο Μιχάλης είχε σπουδάσει, είχε δουλειά, είχε χρήματα, είχε σπίτι και οικογένεια. Υπάρχουν πολλοί σαν τον Μιχάλη – οι «νεοάστεγοι», όπως τους ονομάζει. Από τη μια στιγμή στην άλλη μπορεί να βρεθείς στον δρόμο· τίποτα δεν είναι δεδομένο. Δεν το είχα συνειδητοποιήσει μέχρι τότε αυτό.

Το δεύτερο που με εξέπληξε ήταν το πόσο αποξενωμένοι αισθάνονται αυτοί οι άνθρωποι από την κοινωνία: πριν γνωρίσω τον Μιχάλη, δεν μου είχε περάσει ποτέ από το μυαλό να πάω σε έναν πωλητή της «σχεδίας» και να του πω ένα απλό «καλημέρα», χωρίς απαραιτήτως ν’ αγοράσω το περιοδικό. Δεν μπορούσα να φανταστώ ότι μπορεί αυτό να φτιάξει τη διάθεσή του για μια ολόκληρη μέρα. Οι άνθρωποι στέκονται στη μέση του πλήθους και είναι αόρατοι. Ούτε είχα καταλάβει πόσο τους λείπει η ανθρώπινη επαφή. Νόμιζα ότι τους έλειπε το φαγητό. Πάνω απ’ όλα όμως τους λείπει η προσοχή, η ανθρώπινη επαφή, να αισθανθούν κι αυτοί ότι είναι άνθρωποι.

― Μιχάλη, εσύ τι λες για όλα αυτά;

Μ.Σ.: Κοίτα, το πρώτο πράγμα που εξήγησα στην Τόνια είναι ότι δεν ήθελα να κατηγορήσω κανέναν. Έχω μάθει να μην κατηγορώ τους άλλους. Για ό,τι μου συνέβη είμαι συνυπεύθυνος. Ένας άνθρωπος που μένει στον δρόμο δεν είναι άνευ ευθυνών. Μπορεί να μην είναι μεγάλες αυτές οι ευθύνες, αλλά υπάρχουν. Και έτσι το πρώτο πράγμα που της είπα ήταν «θα σου τα πω όλα, αλλά δεν θέλω να γράψεις άσχημα πράγματα για κανέναν». Δεν κατηγορώ κανέναν. Ούτε τον εαυτό μου κατηγορώ. Εγώ θέλησα να γραφτεί αυτό το βιβλίο για να καταλάβει ο κόσμος ότι είμαστε κι εμείς άνθρωποι. Εγώ ήμουν κάποτε ο γείτονάς σας, αυτός που έμενε στο διπλανό διαμέρισμα. Μετά έχασα τον αδερφό μου, μου κλέψανε το φορτηγό, έχασα τα πάντα, τα λέω στο βιβλίο. Αλλά κοίτα τώρα: στον ξενώνα του Δήμου Αθηναίων είμαστε 250 άνθρωποι.

Η «Σχεδία» φτιάχτηκε γι' αυτούς τους ανθρώπους. Όμως από τους 250, δουλεύουν στο περιοδικό μόνο δύο. Οι υπόλοιποι αρνούνται. Άλλοι κρύβουν ότι είναι άστεγοι. Άλλοι νιώθουν ότι έχουν παραιτηθεί στη μοίρα τους και δεν έχουν τη διάθεση και την όρεξη να ξανασηκωθούν στα πόδια τους και να παλέψουν και να ξαναβγούν κανονικά στην κοινωνία. Ίσως επειδή δεν έχουν καταλάβει ότι όλοι οι άνθρωποι έχουν τεράστια δύναμη μέσα τους. Όποτε αυτό το βιβλίο είναι και ένας τρόπος να δώσω και σ’ αυτούς τους ανθρώπους κουράγιο, να τους εξηγήσω ότι η ζωή δεν τελειώνει ποτέ. Θα τελειώσει μόνο όταν κλείσεις τα μάτια σου. Άμα δεν κλείσεις τα μάτια σου, ζήσε. Και ζήσε τώρα, μην περιμένεις να ζήσεις αύριο.

― Ξέρεις, Μιχάλη... καμιά φορά σκέφτομαι ότι, επειδή εσύ έχεις τεράστια αναγνωρισιμότητα, οι συνάνθρωποί σου στον ξενώνα ίσως να νιώθουν ένα τεράστιο κενό να τους χωρίζει από εκεί που έχεις φτάσει εσύ.

Μ.Σ.: Κατ' αρχάς δεν ξεκίνησα από εδώ που βρίσκομαι τώρα. Πριν από 10 χρόνια, με δύο απόπειρες αυτοκτονίας, θεωρούσα ότι η ζωή μου έχει τελειώσει κι ότι δεν υπάρχει άνθρωπος να με βοηθήσει. Και δεν υπήρχε κανένας, όλοι είχαν εξαφανιστεί. Όταν άρχισα να πουλάω το περιοδικό, στην αρχή κρυβόμουνα πίσω από κολόνες και τοίχους, ντρεπόμουν. Μέχρι που αποδέχτηκα ότι αυτό είναι, δεν υπάρχει κάτι άλλο. Μιχάλη, είσαι άστεγος. Για κάποιους κάνεις, για κάποιους μπορεί να μην κάνεις. Και ξέρεις τι με βοήθησε; Ο κόσμος. Όταν γνώρισα την αγάπη των ανθρώπων που αγοράζουν το περιοδικό, όχι απλώς για να με βοηθήσουν, αλλά για να το διαβάσουν. Οι ίδιοι αυτοί οι άνθρωποι με ρωτάνε θες κάνα καφέ, θες καμιά τυρόπιτα, κανένα σάντουιτς; Με βλέπουν. Και κάπως έτσι άρχισα να νιώθω καλύτερα.

Μετά, το 2015 ξεκίνησα στις Αόρατες Διαδρομές. Εκεί κατάλαβα πόσο σημαντικό είναι να έχεις παιδιά λυκείου ή πανεπιστημίου και να τους μιλάς, να τους εξηγείς τη φόδρα της πόλης – και να βλέπεις στα πρόσωπά τους την έκπληξη της νέας αυτής γνώσης. Εγώ, όταν πρωτοέμεινα στον δρόμο για 42 ημέρες, δεν ήξερα τίποτα. Δεν ήξερα για τα συσσίτια, τους ξενώνες, για τις ΜΚΟ… Εύχομαι να μη συμβεί σε κανέναν, αλλά δεν είναι κακό να γνωρίζεις πού είναι αυτοί οι οργανισμοί που μπορούν να σε βοηθήσουν σε μια στιγμή ανάγκης.

― Σκεφτόμουν ότι εσύ, μαζί με την Τόνια φυσικά, έχεις κάνει ένα τεράστιο βήμα για να καταστήσεις τους άστεγους ορατούς προς τον υπόλοιπο κόσμο. Αλλά ίσως αυτό που χρειάζεται τώρα είναι ένα βήμα για την ενδυνάμωση των υπαρχόντων αστέγων. Ποιο είναι το πρώτο βήμα για να βοηθηθεί ένας άστεγος;

Μ.Σ.: Στον ξενώνα έχουμε δύο ψυχιάτρους και δύο ψυχολόγους. Μιλάω μαζί τους συχνά. Μου εξήγησαν πόσο εύκολο είναι όσοι βρίσκονται τώρα σε δεινότερη θέση από μένα, να με τραβήξουν προς τα κάτω και να ξαναπέσω στα χάπια· και πόσο δύσκολο είναι εγώ να τραβήξω έστω και έναν ώστε να έρθει μαζί μου. Γι’ αυτό θεωρώ ότι το πρώτο βήμα βοήθειας σε κάποιον που είναι άστεγος είναι η ψυχολογική υποστήριξη. Μετά το φαΐ, μετά το σπίτι, μετά όλα. Τώρα που ήμουν στο Μιλάνο με τη Feantsa* μάς μίλησε ένας άστεγος από το Μάντσεστερ, που κάνει κι αυτός τις εκεί Αόρατες Διαδρομές, κι εξήγησε: «Ήρθαν, έφτιαξαν ένα κτίριο, βάλανε ωραία δωμάτια, κρεβάτια, τα πάντα, βάλαν τους άστεγους μέσα κι έφυγαν. Σ’ έναν χρόνο το πρόγραμμα είχε αποτύχει». Γιατί δεν είχαν ψυχολογική υποστήριξη.

Ο Μιχάλης Σαμόλης και η δημοσιογράφος Τόνια Τσακίρη

― Μια διαφωνία που έχω ακούσει για το βιβλίο είναι ότι παρουσιάζεται η ιστορία του Μιχάλη κυρίως ως ζήτημα προσωπικής ευθύνης: όχι ότι φταίει ο Μιχάλης, αλλά ότι ο Μιχάλης έχει την προσωπική ευθύνη να προσπαθήσει να ξανασηκωθεί στα πόδια του. Άνθρωποι που θεωρούν ότι η αστεγία είναι εντελώς συστημικό πρόβλημα, ας πούμε, πιστεύουν ότι, αν δεν φτιάξει το σύστημα, η αστεγία θα παραμείνει. Κι ότι, εν πάσει περιπτώσει, ο άστεγος δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να έχει την ευθύνη του εαυτού του, για να το πω απλά.

Μ.Σ.: Εγώ θα στο πω πιο απλά, διότι εγώ ζω με άστεγους και μιλάω με άστεγους. Δεν υπάρχει άστεγος που να μην έχει έστω κι ένα ελάχιστο μερίδιο ευθύνης για την αστεγία του. Ας το ξεκαθαρίσουμε αυτό. Είτε το παραδέχεσαι είτε όχι. Όταν ο άλλος έχει παραιτηθεί, δεν φταίει η Πολιτεία, ειδικά όταν ξέρει ότι του παρέχονται υπηρεσίες και υποστήριξη για να ξεφύγει. Καταλαβαίνω ότι είναι δύσκολο ν’ αποδεχτείς ότι έκανες λάθος στη ζωή σου. Αλλά αν έχεις στο μυαλό σου ότι εγώ δεν φταίω σε τίποτα –όπως έκανα εγώ τα πρώτα χρόνια– θα είσαι και δυστυχής και δεν θα μπορέσεις να βοηθήσεις τον εαυτό σου να βρει λύση. Εμένα ξεκαθάρισαν όλα μέσα μου όταν είπα στον εαυτό μου: Μιχάλη, έκανες λάθη.

Τ.Τ.: Πρέπει να ρωτήσεις τον εαυτό σου: Μήπως ξόδευα παραπάνω χρήματα από ό,τι έπρεπε; Μήπως δεν έκανα σωστή επιλογή οικογένειας, κι όταν χρειάστηκε, αυτοί οι άνθρωποι δεν με στήριξαν; Τέτοιων επιλογών την ευθύνη την έχει ο καθένας, όχι μόνο σε κατάσταση αστεγίας. Και μετά, ναι, φυσικά έρχεται η Πολιτεία, που πρέπει να βοηθήσει. Με μια ολιστική προσέγγιση με ψυχολόγους, με συνέπεια, με σπίτια, να δίνουν στους ανθρώπους και εργασία, αλλά όχι μόλις τελειώνει η σύμβαση να τους πετάνε έξω οι εργοδότες και μετά κόψε τον λαιμό σου, οπότε να χάνουν και το σπίτι. Ένα μοντέλο σαν αυτό που ξεκίνησε η Φιλανδία, ας πούμε, που έχει πολύ μεγαλύτερη επιτυχία απ' ό,τι εδώ, γιατί υπάρχει συνέπεια. Αλλά πρέπει κι εσύ ο ίδιος να θέλεις να δεχτείς αυτή τη βοήθεια.

Μ.Σ.: Θα σου δώσω ένα παράδειγμα: κάθονται όλοι τώρα και περιμένουν το μηνιαίο βοήθημα, ενώ μπορούν να έρθουν στη «Σχεδία», να βγάζουν παραπάνω λεφτά –όχι πολλά, άλλα δικά τους– και να ξυπνάνε το πρωί και να πηγαίνουν στη δουλειά, που είναι πολύ σημαντικό. Εγώ θεωρώ πολύ πιο σημαντικό από τα χρήματα το γεγονός ότι ξυπνάω το πρωί για να πάω στη δουλειά. Ξυρίζομαι, κάνω μπάνιο, φτιάχνομαι. Πόσο πιο σημαντικό είναι αυτό απ’ το να κάθομαι όλη τη μέρα στο κρεβάτι ή στην καφετέρια, όπου αράζουν όλοι, και το βράδυ να χαπακώνομαι κι όλα καλά… Ξέρω ανθρώπους που έκαναν τεράστια λάθη. Ένας Πορτογάλος, στο Μιλάνο, στη συνάντηση της Feantsa, μας είπε την τρομακτική του ιστορία: πήγαινε στο Μαρόκο, κατάπινε 5 σβολάκια χασίς, μετά γυρνούσε στην Πορτογαλία, πήγαινε στην τουαλέτα, τα έβγαζε και τα πουλούσε. Τον πιάσανε επειδή έκανε πάρα πολλά ταξίδια στο Μαρόκο. Χρήση, φυλακή, δρόμος. Όμως βρήκε το κουράγιο και τη δύναμη και είπε όπα, εδώ τέρμα. Τώρα έχει απεξαρτηθεί και κάνει ό,τι κάνω κι εγώ: βοηθάει άλλους ανθρώπους. Δουλεύει σε μια ΜΚΟ που βοηθάει χιλιάδες ανθρώπους που είναι στον δρόμο.

― Και πώς μπορείς να πείσεις περισσότερους από αυτούς τους 250 ανθρώπους να πάνε να εργαστούν στη «Σχεδία»;

Μ.Σ.: Δεν ξέρω. Τους έχουμε μιλήσει τουλάχιστον πέντε φορές, έχει έρθει ο ίδιος ο Χρήστος Αλεφάντης, ο ιδρυτής του περιοδικού: ποιοι είμαστε, τι κάνουμε, πόσο εύκολο είναι να γίνεις πολίτης μόνο με την ταυτότητά σου. Έρχεσαι, παίρνεις 10 περιοδικά δωρεάν στην αρχή. Βγάζεις 50€ και μετά ή τα τρως ή προχωράς. Οι περισσότεροι έρχονται, τα παίρνουν, τα τρώνε και φεύγουν. Αλλιώς, μαθαίνεις ν’ αφήνεις κάποια χρήματα στην άκρη, τρως τα 10€, κρατάς τα 40€ για να πάρεις καινούργια περιοδικά και σιγά σιγά φτιάχνεις ένα κεφάλαιο.

― Μου ακούγεται σαν εκμάθηση βασικών οικονομικών συμπεριφορών.

Μ.Σ.: Είναι εκμάθηση του να δουλεύεις και να τιμάς τη δουλειά σου. Για μένα το πιο σημαντικό είναι να πηγαίνω στη δουλειά.

― Μιχάλη, κι εσύ είχες πριν δουλειά, είχες το φορτηγό σου. Κι όταν σου το κλέψανε, βρέθηκες στον δρόμο.

Μ.Σ.: Ξέρεις, δεν έχω καμία σχέση με τον άνθρωπο που ήμουνα πριν την αστεγία. Έχω αλλάξει τα πάντα: τις απόψεις μου, τις σκέψεις μου, τη συμπεριφορά μου. Εγώ πέθανα το 2013, όταν έμεινα στον δρόμο, κι αναστήθηκα το 2014, όταν άρχισα να δουλεύω για τη «Σχεδία». Ο παλιός Μιχάλης πήγαινε στην εκκλησία, έδινε 50 λεπτά στον επαίτη και νόμιζε ότι ήτανε άνθρωπος της αλληλεγγύης (γελάει). Κατάλαβα τι πραγματικά σημαίνει αλληλέγγυος άνθρωπος όταν είδα τους εθελοντές. Πριν από 10 χρόνια, όταν έτρωγα σ’ ένα συσσίτιο του δήμου στη Σοφοκλέους, που έχει κλείσει τώρα, ήταν ένας άνθρωπος 70 χρονών που ερχόταν και μαγείρευε, σκούπιζε, εθελοντικά όλα.

Είχαμε πιάσει φιλία και μου έδινε λίγο φαγητό παραπάνω. Μια μέρα τον είδα έξω και τον πιάνω και του λέω «Σ’ ευχαριστώ πάρα πολύ, γιατί αυτό που κάνεις είναι πολύ σημαντικό για μένα». «Όχι» μου λέει, «κάνεις λάθος: εγώ σ’ ευχαριστώ που μου επιτρέπεις να σε βοηθήσω κι αισθάνομαι αυτή την αγαλλίαση ψυχής που αισθάνομαι». Τότε κατάλαβα τι σημαίνει εθελοντισμός. Τώρα είμαι κι εγώ στη θέση του. Έρχεται η Τόνια, μοιράζουμε φαγητό τα βράδια, κάνουμε πολλά πράγματα. Αλλά τα χρόνια που έχασα δεν μπορώ να τα αναπληρώσω. Γιατί δεν είχα τη γνώση. Και πιστεύω ότι η γνώση είναι το παν.

Η συνέντευξή μας τελειώνει, σταματάω το μαγνητοφωνάκι μου. Τελειώνουμε τους καφέδες μας. Ο Μιχάλης είναι έτοιμος να πάρει το μετρό να επιστρέψει στη δουλειά. Σηκώνομαι και με σταματάει. «Θέλω να συμπληρώσω κάτι» λέει. «Όλοι οι άνθρωποι έχουν τεράστια δύναμη μέσα τους. Με ρωτάνε: πώς αντέχει ο άλλος τον δρόμο με την κουβέρτα; Τους απαντώ: ο ανθρώπινος οργανισμός είναι φτιαγμένος έτσι ώστε να αντέχει τα πάντα. Αν ήσουν εσύ στον δρόμο, θα άντεχες. Γιατί κι εγώ άντεξα. Η διαφορά μας είναι ότι εσύ δεν το γνωρίζεις. Και ότι δεν γνωρίζεις τη δύναμη που έχουν όλοι οι άνθρωποι, αρκεί να βρουν τη θέληση. Εγώ βρήκα τον σκοπό της ζωής μου όταν έμεινα άστεγος, μιλώντας για τους αστέγους. Υπάρχουν άνθρωποι που έρχονται στη Γη και δεν ξέρουν γιατί ήρθαν, γιατί πέθαναν, γιατί ζήσανε. Εγώ όμως τον βρήκα. Και αυτό είναι που με ικανοποιεί περισσότερο. Δηλαδή, αν μου έλεγε τώρα κάποιος: “Θες να γυρίσεις πίσω στη ζωή σου με το φορτηγό σου και τα λοιπά;” θα του έλεγα: “Τρελός είσαι; Θα ήμουν ένα τίποτα. Ενώ τώρα είμαι κάποιος. Προσφέρω”».

* FEANTSA = Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Εθνικών Οργανώσεων που εργάζονται με τους Αστέγους