Ελλαδα

2 ημέρες στο Ζάππειο: Ιστορίες από τα γυρίσματα ξένης τηλεοπτικής παραγωγής

Δύστροποι Αθηναίοι κι ένας ξεναγός που δυσφημεί τη χώρα του

Σωτήρης Μικρόπουλος
ΤΕΥΧΟΣ 932
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ιστορίες από τα γυρίσματα ξένης τηλεοπτικής παραγωγής στο Ζάππειο και οι αντιδράσεις των Αθηναίων

Η Ελλάδα είναι και φέτος ο χώρος μεγαλόπνοων κινηματογραφικών και τηλεοπτικών projects του εξωτερικού. Γιατί όχι; Να ρέει και λίγο το χρήμα. Δεν συμφωνούν όλοι, βέβαια, μαζί μου. Θα γίνω πιο λεπτομερής παρακάτω. 

Ο ρόλος μου και άλλων συναδέλφων ήταν απλός: να εμποδίζουμε την πρόσβαση σε πεζούς και οχήματα προς τον προαύλιο χώρο του Ζαππείου για κάποιες ώρες τις ημέρας. Δεν ξέρω αν αυτό είναι σωστό ή αν παραβιάζει «το δικαίωμα της ελεύθερης μετακίνησης στον δημόσιο χώρο». Πάντως, για λίγα λεπτά, σχεδόν όλοι μπορούμε να βρούμε μια μικρή λύση, να συνεργαστούμε, να σεβαστούμε το γεγονός ότι γυρίζεται μια ταινία και ότι ίσως πρέπει να κάνουμε μια παράκαμψη. Δεν είναι τόσο δύσκολο.

Δεν πίστευε το ίδιο μια κυρία που έκανε τζόγκινγκ με μεγάλη παρέα γύρω στις 9 το πρωί –μάλλον σε εναλλακτική για εκείνη διαδρομή– η οποία μου φώναζε: «Αυτό που κάνετε είναι παράνομο!». Τι να πω… Εγώ πάντως με τόσον ιδρώτα και έκρηξη ενδορφινών θα είχα άλλη διάθεση… Πράγματι, σε κάποιους το cardio βγαίνει σε ξέσπασμα ανέκφραστου θυμού – συμβαίνει και στις καλύτερες οικογένειες.

Εξαιτίας των γυρισμάτων, μερικοί ξεναγοί στην περιοχή συνειδητοποίησαν έκπληκτοι ότι έπρεπε να ματαιωθεί ή να αναβληθεί η ξενάγηση που είχαν υποσχεθεί στους πελάτες τους. Κάποιοι επινόησαν με στωικότητα εναλλακτικές πορείες, άλλοι απελευθέρωσαν τα πανανθρώπινα εριστικά τους ένστικτα. Γενικά αυτό το διάστημα έχω συνειδητοποιήσει για εμάς τους Έλληνες/Αθηναίους ότι το 60% είναι ευγενείς και συνεργάσιμοι, το 30% συμπεριφέρεται με ξινίλα, δεν ανταποδίδουν καλημέρα-καλησπέρα, ενώ το 10% βρίζει κανονικά. Πάντοτε έτσι ήταν; Είμαι 28 χρονών, δεν ξέρω πώς ήταν. Όσο για τους ξένους τουρίστες, αυτοί είναι μια εντελώς διαφορετική φυλή: χαλαροί, υπάκουοι, κοινωνικοί… Φυσικά, βρίσκονται σε διακοπές, άρα δεν επιβαρύνονται από την καθημερινότητα. Ωστόσο, η γκρίνια και η βαρυθυμία ίσως συνοδεύει τους Έλληνες ακόμα κι όταν κάνουν διακοπές…

Δεν θέλω να είμαι άδικος, αλλά, από τη μικρή μου εργασιακή πείρα και την κυκλοφορία μου στην πόλη, έχω συμπεράνει ότι έχουμε δυσκολία στην υπακοή σε κανόνες και στη συνεργασία: είναι κάτι που λέμε συχνά, αλλά συνήθως το λένε μεγαλύτεροι άνθρωποι από μένα.

Τρεις στιγμές που θα μου μείνουν αξέχαστες.

Μέρα πρώτη, γύρω στις 10 το πρωί.

Σκάει μύτη μηχανόβιος με άγριες διαθέσεις σε μοτοσικλέτα εντυπωσιακή –για μένα τουλάχιστον, που δεν ξέρω από δίκυκλα. Είναι γύρω στα 55-60, τύπου Έλληνας-dilf. Του κάνουμε νόημα να σταματήσει και τον παρακαλούμε ο συνάδελφός μου κι εγώ να επιλέξει το μονοπάτι αριστερά, ακριβώς στη διχάλα της διαδρομής που θα ακολουθούσε. Ο άνθρωπος ήθελε να πάει από την άσφαλτο, λογικό, αλλά ο δρόμος ήταν κλεισμένος. Θα τον στέλναμε από κάπως ανηφορικό χωμάτινο μονοπατάκι, πλην όμως θα τον έβγαζε στο σημείο όπου ήθελε. Η ατάκα του: «Καλά, ρε παιδιά, και πώς θα πάω εγώ σήμερα στο παγκάκι που κάθομαι (!) κάθε μέρα;»! Γκαζώνει και ανεβαίνει από το χωμάτινο πεζοδρόμιο. Με εντυπωσίασε το ότι ένας dilf άραζε όλη μέρα σ’ ένα παγκάκι του Ζαππείου.

Το ίδιο μεσημέρι.

Κάνω νόημα σε ποδηλάτη ξεναγό να ελαττώσει ταχύτητα και του υποδεικνύω δύο διαφορετικές διαδρομές, όπως είχα κάνει και σε πολλούς άλλους, συνεργάσιμους ξεναγούς την ίδια μέρα. Μου λέει με ψευτοφιλικό και ειρωνικό υφάκι: «Ναι, ναι, φίλε μου, ξέρω, ξέρω, μας τα είπαν κι άλλοι». Πάει, στέκεται δίπλα στη διαχωριστική κορδέλα κι αρχίζει την ξενάγηση-κήρυγμα στους 4 τουρίστες ποδηλάτες στα αγγλικά, με βαριά προφορά. Και συνεχίζει: «Αυτό που συμβαίνει είναι ανήκουστο! Πάω στοίχημα ότι η συμφωνία ανάμεσα στο Ζάππειο και στον δήμο είναι παράνομη! Ο Μητσοτάκης τα κάνει αυτά, για να φέρνει ξένες παραγωγές στην Ελλάδα. Την Ελλάδα! Που είναι η Ινδία της Ευρώπης! Εκνευρίζομαι μ’ αυτούς που δουλεύουν στην σε κάτι τέτοιες παραγωγές, γιατί ήμασταν συνάδελφοι με τα παιδιά, κι εγώ στον χώρο του κινηματογράφου ήμουν, αλλά άμα τους ρωτήσεις, θα σου πουν πως είναι χαρούμενοι, they smile (!) επειδή στα γυρίσματα έχουν δωρεάν catering!». Αυτά τα έλεγε σε Βέλγους τουρίστες, οι οποίοι αναρωτιούνταν αν εμείς «στην παραγωγή» είμαστε τόσο εξαθλιωμένοι ώστε εργαζόμαστε για τα «free meals», όπως είπε ένας απ’ αυτούς. Ο ξεναγός συνεχίζει: «Μου τη σπάνε, ρε, αυτά τα άτομα, γιατί είναι submissive! Γιατί υποστηρίζουν τέτοιες δουλειές!». Σ’ αυτό το σημείο απευθύνεται σ’ εμένα και με ρωτάει: «Εσύ τι πιστεύεις, ρε φίλε;».

Εγώ ένιωθα σαν ζώο σε ζωολογικό κήπο, έκθεμα κατάντιας και εξαθλίωσης. Ένα ακόμα bullet point στο tour ταπείνωσης και γκρίνιας του Έλληνα ξεναγού, που ήθελε να πείσει τους Βέλγους ότι είμαστε οι Άθλιοι του Βικτόρ Ουγκό. Δεν του απάντησα όπως ήθελα – σε τέτοιες περιπτώσεις οι περισσότεροι άνθρωποι τα χάνουν. Πάντως ήθελα να του πω: «Εσύ πόσα πληρώνεσαι για να δυσφημείς και τη χώρα σου και τον λαό σου;». Ο ξεναγός απομακρύνθηκε λέγοντάς μου κάτι του τύπου «εγώ μ’ εσένα είμαι, ρε φίλε, για σένα το λέω» και «εξηγώντας» στους τουρίστες ότι είμαι ένα φτωχόπαιδο «χωρίς επιλογές». Μοιράστηκα την ιστορία με συναδέλφους, που μου είπαν ότι έλεγε τα ίδια περί υποτακτικότητας ημών των εργαζομένων στο τηλεοπτικό γύρισμα, ότι είμαστε δούλοι κτλ. κι ότι οι τουρίστες τον άκουγαν κάπως μαγκωμένοι.

Μέρα δεύτερη, γύρω στις 7:30 το πρωί.

Η πρώτη κυρία που σταματήσαμε ήταν γύρω στα 60, καλοστεκούμενη, κάτι σε υβρίδιο Ελένης Δήμου και Γαλήνης Τσεβά. «Καλημέρα σας… βλέπετε, κάνουμε ένα γύρισμα, μήπως θα μπορούσατε να περάσετε από το ακριβώς δίπλα μονοπάτι;»

«Όχι, δεν μπορώ!» φώναξε. «Μένω 45 χρόνια στο Παγκράτι και έτσι πάω κάθε μέρα στη δουλειά μου στο Υπουργείο Εσωτερικών!» Βγάζει το κινητό της και μας ρωτάει σταθερά εκνευρισμένη αν έχουμε άδεια και ποιο είναι το όνομα της παραγωγής. Έλεγα από μέσα μου: Do not confront, do not confront· μείνε ήρεμος, μείνε ψύχραιμος. Αυτό που επαναλαμβάνω στον εαυτό μου κάθε μέρα όταν εργάζομαι ή κυκλοφορώ στην Αθήνα.