Ελλαδα

Πέθανε ο «συνήθης ύποπτος» Αβραάμ Λεσπέρογλου

Ήταν καταζητούμενος για 17 χρόνια - Η δίκη και η αθώωση

Newsroom
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Αβραάμ Λεσπέρογλου: Πέθανε ο συνήθης ύποπτος μετά από έμφραγμα - Ήταν καταζητούμενος για 17 χρόνια - Η δίκη και η αθώωση

Ο Αβραάμ (Μάκης) Λεσπέρογλου πέθανε σε ηλικία 69 ετών μετά από έμφραγμα που υπέστη. Το όνομα τού Αβραάμ Λεσπέρογλου συνόδευε συχνά η φράση «συνήθης ύποπτος», ενώ υπήρξε επί 17 χρόνια καταζητούμενος από τις αρχές.

Ο θάνατος του Αβραάμ Λεσπέρογλου έγινε γνωστός μέσα από ανάρτηση του δικηγόρου Γιάννη Ραχιώτη, όπου περιγράφονταν η «οδύσσεια» που έζησε από τη στιγμή που έπαθε το έμφραγμα, μέχρι να καταλήξει μέσα στο ασθενοφόρο στο δρόμο για το νοσοκομείο της Τρίπολης. 

Ο Αβραάμ (Μάκης) Λεσπέρογλου κατέληξε στο ασθενοφόρο μετά από έμφραγμα

Όπως γράφει στην ανάρτησή του ο κ. Ραχιώτης: «Ο Αβρααμ (Μάκης) Λεσπέρογλου έφυγε από κοντά μας σήμερα 3/7/24 στις 2μμ μετά από έμφραγμα που έπαθε νωρίς το πρωί στο Γύθειο που έκανε διακοπές. Τον σκότωσε το διαλυμένο σύστημα υγείας. Στο Νοσοκομείο Γυθείου δεν μπορούσαν να του προσφέρουν τίποτα. Τον μετέφεραν στο Νοσοκομείο της Σπάρτης. Στην καρδιολογική κλινική του νοσοκομείου Σπάρτης υπηρετεί μόνο ένας καρδιολόγος και οι ανάγκες καλύπτονται όπως-όπως με ιδιώτες. Δεν μπορούσαν να του κάνουν στεφανιογραφία που θα του έσωζε πιθανότατα τη ζωή. Μετά από ώρες αναζητήσεων άλλου Νοσοκομείου αποφάσισαν να τον στείλουν στην Τρίπολη χωρίς να τον σταθεροποιήσουν πρώτα. Τον έστειλαν με κοινό ασθενοφόρο, δεν είχαν ειδική κινητή μονάδα. Πέθανε στο δρόμο για την Τρίπολη». 

Ποιος ήταν ο «συνήθης ύποπτος» Αβραάμ Λεσπέρογλου

Ο Αβραάμ (Μάκης) Λεσπέρογλου γεννήθηκε το 1955 και  ανέπτυξε έντονη αντιδικτατορική δραστηριότητα στην Αθήνα κατά τη διάρκεια της χούντας. Με τη μεταπολίτευση πέρασε στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης όπου, παράλληλα ανέπτυξε έντονη σχέση με Παλαιστίνιους η οποία με την πάροδο του χρόνου πήρε τη μορφή πολιτικής υποστήριξης και αλληλεγγύης στον αγώνα των Παλαιστινίων. Από το 1979 επιστρέφει στην Αθήνα και εργάζεται, ενώ συνεχίζει να συμμετέχει δραστήρια στους κοινωνικούς αγώνες εκείνης της περιόδου.

Στις 24/10/1982 γίνεται απόπειρα διάρρηξης ενός εργαστηρίου οδοντοτεχνικής στα Εξάρχεια, κατά την οποία τραυματίζεται ο αστυνομικός Ψαρουδάκης. Συλλαμβάνονται δύο άτομα από το φιλικό περιβάλλον του Αβραάμ Λεσπέρογλου: Ένας Παλαιστίνιος και ένας Έλληνας. Τις επόμενες ημέρες από το συμβάν το όνομα του Λεσπέρογλου εμφανίζεται στις εφημερίδες και καταζητείται από τις διωκτικές αρχές. Ο Αβραάμ Λεσπέρογλου δεν παρουσιάζεται, φοβούμενος ότι αν διευκρινίσει ότι το τρίτο άτομο, το οποίο πυροβόλησε τον αστυφύλακα, δεν είναι ο ίδιος αλλά ένας Παλαιστίνιος, θα θέσει σε κίνδυνο την ασφάλεια και ελευθερία αρκετών Παλαιστίνιων στην Ελλάδα. «Όταν έμαθα ότι η αστυνομία με καταζητούσε για τον τραυματισμό του αστυνομικού Ψαρουδάκη παρέλυσα» είχε πει στις 3/5/2000 ο ίδιος, σε συνέντευξη του στην Ελευθεροτυπία. «Δεν ήξερα τι συνέβη και έπρεπε να διευκρινίσω τι ακριβώς είχε γίνει. Το ότι δεν ήταν πράξεις που με έβρισκαν σύμφωνο δεν έκανε τα πράγματα τόσο απλά όσο φαίνονται. Η πεποίθηση μου, όμως, ότι αν έλεγα στις διωκτικές αρχές τι συνέβη θα εμπλέκονταν και άλλοι Παλαιστίνιοι και από την άλλη εκτιμώντας τη μακρόχρονη σχέση μου και παίρνοντας υπόψη τις συμφωνίες μαζί τους και όχι τη διαφωνία μου για αυτά τα γεγονότα, με υποχρέωσαν να σιωπήσω αντί να παρουσιαστώ και να ξεκαθαρίσω τη θέση μου».

 

Αβραάμ Λεσπέρογλου: Πέθανε ο συνήθης ύποπτος © EUROKINISSI

Στις 1 Απριλίου το 1985 εκτελείται ο εισαγγελέας Θεοφανόπουλος. Στις 6 Μαΐου πραγματοποιείται αιματηρή ληστεία σε σούπερ μάρκετ και στις 15 του ίδιου μήνα γίνεται η περίφημη συμπλοκή στην περιοχή Γκύζη, με το θάνατο τριών αστυνομικών και του Χρήστου Τσουτσουβή. Η Ασφάλεια στις 22 Μαϊού κατηγορεί επίσημα τους Λεσπέρογλου-Μπαλάφα ως συμμετέχοντες στη συμπλοκή. Στις 1/11/1985 ασκείται δίωξη στον Λεσπέρογλου και για τις τρεις υποθέσεις, Θεοφανόπουλου, Σκλαβενίτη, Γκύζη. Ο Λεσπέρογλου συνειδητοποιεί ότι «μετά τις απίστευτες κατηγορίες που μου αποδόθηκαν το '85 δεν είχα περιθώρια επιστροφής. Έτσι επέλεξα το δρόμο της αυτοεξορίας». Φεύγει από την Ελλάδα και έκτοτε περιπλανάται στο εξωτερικό όπου με «επίμονες και πολλές προσπάθειες κατάφερα να δημιουργήσω μια πιο μόνιμη διαμονή, σταθερότερη εργασία και κοινωνικό περιβάλλον».

Τον Δεκέμβρη του 1999 η κατάσταση της υγείας της μητέρας του επιδεινώνεται. Ο Αβραάμ (Μάκης) Λεσπέρογλου επιχειρεί να έρθει στην Αθήνα για να είναι δίπλα της, χρησιμοποιώντας πλαστό διαβατήριο. Στις 23/12/1999 συλλαμβάνεται αμέσως καθώς φθάνει στο αεροδρόμιο του Ελληνικού. Με συνοπτικές διαδικασίες καταδικάζεται σε ποινή φυλάκισης 3,5 χρόνων χωρίς αναστολή για παράνομη είσοδο στη χώρα και οδηγείται στον Κορυδαλλό. Στις 24/5/2000 καταδικάζεται από το Στρατοδικείο του Ρουφ για ανυποταξία σε ποινή φυλάκισης άλλων 3,5 χρόνων χωρίς αναστολή.

Τον Μάρτιο του 2001 πραγματοποιείται η δίκη σε δεύτερο βαθμό, στο Μικτό Ορκωτό Εφετείο Αθηνών. Η απόφαση του Εφετείου, στις 27/3/2001, είναι καταπέλτης: Ο Αβραάμ (Μάκης) Λεσπέρογλου κρίνεται αθώος, με ψήφους 4-3. Ακολουθούν μια σειρά απαλλακτικών ή ευνοϊκών αποφάσεων: Στις 20/06/2001 το Τριμελές Εφετείο Αθηνών μειώνει την αρχική ποινή που του είχε επιβληθεί για παράνομη είσοδο στη χώρα σε 7 μήνες με τριετή αναστολή. Στις 25/10/2001 αθωώνεται πανηγυρικά για τις υποθέσεις Θεοφανόπουλου, Σκλαβενίτη, Γκύζη, τις ίδιες κατηγορίες για τις οποίες είχε αθωωθεί και ο Γ. Μπαλάφας, με ψήφους 5-2. Και στις 6/11/2001 o Αβραάμ Λεσπέρογλου αφήνεται επιτέλους ελεύθερος, καθώς γίνεται δεκτή από το Στρατοδικείο η αίτηση αναστολή εκτέλεσης της ποινής 3,5 χρόνων που του είχε επιβληθεί για ανυποταξία, αφού είχε εκτελέσει τα 3/5 της ποινής του.

Σχετικά με τη συμπλοκή στο Γαλάτσι και τις κατηγορίες που αντιμετώπιζε για ληστεία και ανθρωποκτονία δύο αστυνομικών κατά συναυτουργία, το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο τον έκρινε κατά πλειοψηφία (5-2) αθώο, καθώς μειοψήφησαν μία τακτική δικαστής και μία ένορκος, ενώ κατά τον ίδιο τρόπο (5-2) κρίθηκε αθώος ο Αβραάμ Λεσπέρογλου κατά πλειοψηφία και για τη συμπλοκή στου Γκύζη, όπου έχασαν τη ζωή τους τρεις αστυνομικοί και ο Χρήστος Τσουτσουβής.