Ελλαδα

Δημογραφικό: Σε μια εικοσιπενταετία σχεδόν 1 στους 3 θα είναι πάνω από 65 ετών

Η εκτίμηση του καθηγητή Κοτζαμάνη για τη μείωση των γεννήσεων

Newsroom
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Δημογραφικό: Τα στοιχεία του καθηγητή Κοτζαμάνη για μείωση γεννήσεων και η πρόβλεψη για περισσότερους ηλικιωμένους σε μία 25ετία

Μία ενδιαφέρουσα συνέντευξη για το Δημογραφικό παραχώρησε στην ΕΡΤ ο καθηγητής Δημογραφίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, Βύρωνας Κοτζαμάνης, υποστηρίζοντας ότι η μεγαλύτερη απειλή για το συνολικό πληθυσμό του ανθρώπινου είδους είναι η μείωση της γονιμότητας

Ο καθηγητής σχολίασε ότι οι δημογραφικές αλλαγές είναι πλέον ραγδαίες και έδωσε μερικά σημαντικά στοιχεία προκειμένου να κατανοήσουμε την κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε σήμερα: Ο δείκτης γονιμότητας το 1960 ήταν 4,7 παιδιά ανά γυναίκα. Το 2002 είχε υποχωρήσει στα 2,3 παιδιά ανά γυναίκα. Στον ανεπτυγμένο κόσμο ο δείκτης γονιμότητας ήταν εδώ και δεκαετίες πολύ χαμηλότερος. Το 1960 μια γυναίκα έκανε κατά μέσο όρο τρία παιδιά. Τώρα ο δείκτης έχει υποχωρήσει στο 1,6 παιδί ανά γυναίκα.

Δημογραφικό: Τα στοιχεία του καθηγητή Κοτζαμάνη για τη μείωση των γεννήσεων

Στην Ελλάδα είναι ακόμη χαμηλότερος στο 1,35. Αυτός ο δείκτης πρέπει να είναι 2,1. Δηλαδή 2,1 παιδιά ανά γυναίκα. Προκειμένου να υπάρχει σταθερότητα στον πληθυσμό αυτό, το 0,1 ή εξισορροπείται στις περιπτώσεις που δεν υπάρχουν παιδιά. Όπως εξήγησε στην ΕΡΤ ο καθηγητής, στην Ελλάδα τη δεκαετία του 1930 κάναμε κατά μέσο όρο 190.000 παιδιά ετησίως, ενώ τη δεκαετία που μας έρχεται, 21- 30, θα κάνουμε κατά μέσο όρο 77.000. «Τα παιδιά που γεννήθηκαν τη δεκαετία του 30 προέρχονται από ζευγάρια που γεννήθηκαν στις αρχές του αιώνα μας. Τα ζευγάρια αυτά εκείνη την εποχή, έκαναν κατά μέσο όρο γύρω στα τρία παιδιά ανά γυναίκα(…). Αυτές οι γενιές δίνανε τη δεκαετία του 30, 107.000 γεννήσεις, αλλά δεν επιβίωναν τρία παιδιά για να αντικαταστήσουν μια γυναίκα, γιατί είχαμε πάρα πολύ υψηλή θνησιμότητα, βρεφική θνησιμότητα και εφηβική θνησιμότητα. Τα ζευγάρια που κάνουν παιδιά τώρα – που γεννήθηκαν μετά το 1980 – 1990 – θα είναι σίγουροι ότι όσα παιδιά θα κάνουν θα επιβιώσουν. Σημαντική διαφορά. Δεν ισχύει όμως το ίδιο σε μια σειρά χώρες της υποσαχάριας Αφρικής. Αυτές είναι οι γενιές που γεννήθηκαν πριν από το 2000. Οι γυναίκες αυτές και τα ζευγάρια αυτά δεν επιθυμούν και δεν κάνουν παιδιά. Έχουν τη δυνατότητα να κάνουν τον αριθμό των παιδιών που επιθυμούν λόγω του ότι έχουν τα σύγχρονα μέσα αντισύλληψης που δεν είχαν οι παππούδες μας και ταυτόχρονα κάνουν λιγότερα. Θέλουν να κάνουν 2, κάνουν λιγότερα από 1,5, κάνουν 1,4».

Σε άλλο σημείο της συνέντευξης ο καθηγητής σχολίασε ότι τα Ηνωμένα Έθνη τείνουν να πουν ότι στα επόμενα 60 – 70 χρόνια όλοι θα συγκλίνουμε γύρω από το 1,9, όχι στο 2. «Επομένως, αυτό σημαίνει πρακτικά ότι από το 2100 και μετά ο πληθυσμός μας θα είναι 1,9».

Κοτζαμάνης: Θα έχουμε περισσότερους ηλικιωμένους και λιγότερους νέους

«Οι κοινωνίες μας, οι σύγχρονες τουλάχιστον, αλλά και οι λιγότερο ανεπτυγμένες κοινωνίες, πρέπει να προσαρμοστούν σε μια νέα πραγματικότητα, θα έχουμε λιγότερους νέους από ότι στο παρελθόν και περισσότερους ηλικιωμένους. Αυτό υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα αυξηθεί συνταρακτικά ο μέσος όρος ζωής μας, γιατί η επιστήμη προχωρά και αυτό δεν αποκλείεται. Μέχρι στιγμής κερδίζουμε ένα μήνα παραπάνω κάθε χρόνια, δηλαδή τα επόμενα 20 χρόνια θα κερδίσουμε 20 μήνες 2 με 3 χρόνια παραπάνω».

Παράλληλα, τόνισε πως πολύ πιθανό σε μια εικοσιπενταετία να περάσουμε από το 23% στο 30%, δηλαδή σχεδόν ένας στους τρεις θα είναι πάνω από 65. Ο κ. Κοτζαμάνης αναφέρθηκε και στην εικόνα των ηλικιωμένων σήμερα, υπογραμμίζοντας ότι ένας ηλικιωμένος σήμερα δεν έχει καμία σχέση με τον ηλικιωμένο του 1920 ή του 1880. «Υπάρχει η ημερολογιακή ηλικία, το έτος γέννησης, υπάρχει βιολογική ηλικία, η οποία δεν ταυτίζεται σε όλους μας με το έτος γέννησης. Και υπάρχει και μια άλλη παράμετρος που είναι η κοινωνική γήρανση, η οποία είναι μια άλλη παράμετρος».