- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Προκόπης Δούκας: Αποχαιρετά την μητέρα του με μια ιστορία αγάπης
Στον θάνατο της μητέρας του Μαρίας και σε μια ιστορία αγάπης των γονιών του αναφέρεται συνεργάτης της Athens Voice Προκόπης Δούκας. Ο δημοσιογράφος περιγράφει την ζωή της και μέσα από μια συγκινητική επιστολή στην εξορία του πατέρα του και τον αγώνα της μητέρας του να τον μεγαλώσει.
Προκόπης Δούκας: «Η δύναμη της μου έδωσε όλα τα εργαλεία για να γίνω αυτό που έγινα»
H Μαρία Δρίβα ήταν από σκληρό μέταλλο, όπως και πολλοί από τη γενιά της. Γεννημένη το 1932, ψημένη από την παιδική της ηλικία στον πόλεμο και στη φτώχεια, έζησε από νωρίς τον εμφύλιο, τη βία και την καταπίεση. Έκανε αδιανόητα πράγματα για γυναίκα της εποχής της, σπούδασε στην ΑΣΟΕΕ παρά τις αντιρρήσεις της οικογένειας, επωμίστηκε το βάρος των αδελφών και της δουλειάς στο μικρό μαγαζάκι του πατέρα της, επειδή ήταν η γερή, αυτή “που δεν αρρώσταινε”. Ήταν η ψηλή ξανθιά, τη φώναζαν “η Σουηδέζα”, ένας σίφουνας, με καρδιά παιδιού. Την έπνιγε η αδικία, υπήρξε συνεργάτις του Ηλία Τσιριμώκου και Γραμματέας της Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, ενώ είχε πολλούς από τους πολιτικούς που αναδείχθηκαν αργότερα στη μεταπολίτευση, βοηθούς.
Εγκατέλειψε την πολιτική αηδιασμένη από την υποκρισία, έφτιαξε μόνη της την δική της πρωτοποριακή επιχείρηση, ήταν η πρώτη που λάνσαρε τις ποδιές του νηπιαγωγείου και το σακάκι του Δημοτικού για τα αγόρια και έντυσε τα μεγαλύτερα ξενοδοχεία της χώρας. Ο φεμινισμός γι αυτήν ήταν κάτι το εύκολο, το αυταπόδεικτο με την πράξη της. Ερωτεύτηκε τον Νίκο Καθαροσπόρη, όταν αυτός βγήκε από την εξορία, γιατί εξελέγη βουλευτής της ΕΔΑ. Πέρασε τα πιο δύσκολα χρόνια στη μέση ηλικία, με τύψεις που έκανε ένα γιό μαζί του, ενώ αυτός διωκόταν και κρυβόταν από τη δικτατορία. Από τότε, δεν ξανακοιμήθηκε ποτέ καλά. Δεν σταμάτησε ποτέ να προσπαθεί να φτιάξει καινούργια πράγματα, δεν εγκατέλειψε ποτέ, με μια ασταμάτητη δίψα για τη δημιουργία και την ευτυχία, που η ζωή και οι επιλογές της πολλές φορές της στέρησαν. Έμεινε η τελευταία από 10 αδέλφια, μικρότερα και μεγαλύτερα.
Ακόμα και τα σκληρά καρύδια όμως, κάποτε σπάνε. Όπως και το ισχίο της, που την έστειλε πριν από 10 μέρες στην Εντατική. Σήμερα το πρωί, δεν άντεξε άλλο. Αυτή η φωτογραφία της είναι για μένα, η πιο όμορφη και αινιγματική, γιατί η γαλήνη στο βλέμμα της δείχνει αυτή τη σπάνια, άπιαστη σοφία που θα ήθελε να κατακτήσει. Η δύναμη της μου έδωσε όλα τα εργαλεία για να γίνω αυτό που έγινα. Κι αυτό είναι που την έκανε μάνα, με όλη τη σημασία της λέξης…
Προκόπης Δούκας: «Να πω και εγώ μια ιστορία αγάπης;»
Να πω και εγώ μια ιστορία αγάπης; Ο πατέρας μου, Νίκος Καθαροσπόρης, βγήκε από τις φυλακές και τις εξορίες το 1958, σε ηλικία 42 ετών, στερημένος από κάθε νεανική ζωή. Γνώρισε τη μητέρα μου και θαμπώθηκε, την κοιτούσε στα μάτια και λαχταρούσε να ζήσει μαζί της, όσα του είχαν λείψει. Έζησαν μαζί ανέφελα, λιγότερο από μια δεκαετία. Φαίνεται οτι ήταν πολύ για τη μοίρα.
Όταν ξέσπασε το απριλιανό πραξικόπημα, η μητέρα μου έψαχνε κάθε βράδυ, σε ποιό σπίτι θα τον κρύψει.
Η αγωνία την καταρράκωσε σωματικά και ψυχολογικά. Το δυσκολότερο ήταν ο μικρός Προκόπης, που έπρεπε να πάει Α’ Δημοτικού, ενώ “ο μπαμπάς έλειπε σε ταξίδι για δουλειές”, κατά προτίμηση στη Γερμανία. Στην πραγματικότητα κρυβόταν στα Πετράλωνα. Για να με δει φευγαλέα, πίσω από μια κουρτίνα, η μητέρα μου σκαρφιζόταν διάφορα κόλπα, αφήνοντας το μικρό της Wolseley χωρίς νερό στο ψυγείο, έτσι ώστε να σταματήσει από βλάβη δήθεν τυχαία, κάτω από το παράθυρο του.
Ο μεγαλύτερος φόβος των αριστερών γονιών, εκείνα τα χρόνια, ήταν πόσο θα κρατήσει η δικτατορία (δεκαετίες, όσο του Φράνκο στην Ισπανία άραγε;) και τι ψυχολογικό πόλεμο θα κάνουν στα παιδιά τους στο σχολείο. Οτι ο πατέρας τους είναι κακοποιός, ληστής, οτι τον κυνηγάνε ή οτι είναι στις φυλακές; Η αδερφή της μητέρας μου παρακάλεσε μια κοινή φίλη με τον Αντώνη Μωραίτη, όταν το σχολείο είχε waiting list ετών, να με δεχθούν.
Κι αυτός ο εμπνευσμένος εκπαιδευτικός, προς τιμήν του, με δέχτηκε. Όπως έκανε και με τα παιδιά του Κύρκου και του Μπενά ή με δεκάδες άλλα παιδιά αριστερών, καλλιτεχνών, διανοουμένων που βρίσκονταν υπό διωγμό. Ακόμα και χωρίς καθόλου λεφτά, γιατί αυτό που τον ενδιέφερε, ήταν η εκπαιδευτική λάμψη του σχολείου που είχε ιδρύσει.
Όταν ο πατέρας μου απέδρασε με περιπετειώδη τρόπο στη Γαλλία, μόνο σε μένα επιτρεπόταν να πάω να τον δω. Δεν μπόρεσε ποτέ να συνηθίσει τη νέα του εξορία. Η πίκρα για την αφιέρωση μιας ολόκληρης ζωής σε έναν σκοπό που άρχιζε να ξεθωριάζει, ειδικά μετά την αιματηρή καταστολή της Άνοιξης της Πράγας, το 1968, τον είχε καταβάλει. Με το άνοιγμα των εξοριών και την υποτιθέμενη φιλελευθεροποίηση του καθεστώτος, με την κυβέρνηση Μαρκεζίνη, είχε βγάλει εισιτήριο να γυρίσει στις 17 Νοεμβρίου του 1973. Τον σταμάτησε η μητέρα μου, πανικόβλητη, καθώς έβλεπε να έρχεται η δεύτερη χούντα του Ιωαννίδη. Αυτό ήταν και η χαριστική βολή.
Ένας καλπάζων καρκίνος στο συκώτι του στέρησε τη ζωή, στις 2 Μαρτίου του 1974. Δεν πρόλαβε να δει τη μεταπολίτευση. Στη μητέρα μου έδωσαν επιτέλους διαβατήριο να πάει στο Παρίσι, για να γυρίσει με το φέρετρο του. Πριν από λίγο καιρό, ανακάλυψα στα πράγματα της αυτή την επιστολή, για ένα πένθος αβάσταχτο για εκείνην τότε.
Αύριο, στις 11.30, στο Πρώτο Νεκροταφείο, θα αποχαιρετήσουμε τη μητέρα μου, χωρίς θρησκευτική τελετή, αφού πω δυό ακόμα λόγια γι αυτήν. Και αργότερα, θα αποτεφρωθεί στη Ριτσώνα, όπως πάντοτε επιθυμούσε. Πενήντα ολόκληρα χρόνια μετά, οι στάχτες της στον Ευβοϊκό, θα συναντήσουν ξανά τον άνθρωπο που αγάπησε, εκεί όπου γεννήθηκε και τάφηκε και ο ίδιος. Σας ευχαριστώ όλους για τα θερμά σας λόγια και τη συμπαράσταση.