- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Θεοφάνεια ή Θεοφάνια: Πώς το γράφουμε σωστά - Ο καθηγητής Γιώργος Μπαμπινιώτης απαντά
Θεοφάνεια ή Θεοφάνια; Ποια είναι η σωστή ορθογραφία της λέξης; Αυτή είναι η απορία που έχουν πολλοί από εμάς σήμερα, ανήμερα των Θεοφανίων (6.1). Μέσα από ανάρτησή του στο Facebook ο καθηγητής Γλωσσολογίας, Γιώργος Μπαμπινιώτης, είχε δώσει παλαιότερα την απάντηση για το πώς προτιμάται να γράφουμε τη λέξη.
Όπως εξηγεί ο Γεώργιος Μπαμπινιώτης, η σωστή γραφή είναι: «Θεοφάνια» και εξηγεί το γιατί:
«Θεοφάνια, τα
ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ Ως εκκλησιαστική εορτή η λ. αρχικά δήλωσε τη Γέννηση του Χριστού, η οποία στην αρχαία Εκκλησία εορταζόταν μαζί με τη Βάπτιση (6 Ιανουαρίου), πβ. Βασιλ. Εἰς τὴν Ἱερὰν Γέννησιν τοῦ Χριστοῦ, 31. 1473. 3-5: ὄνομα θώμεθα τῇ ἑορτῇ ἡμῶν Θεοφάνεια· ἑορτάσωμεν τὰ σωτήρια τοῦ κόσμου, τὴν γενέθλιον ἡμέραν τῆς ἀνθρωπότητος). Tον 4ο αι. οι δύο γιορτές χωρίστηκαν και η Γέννηση μεταφέρθηκε στις 25 Δεκεμβρίου, οπότε η λ. Θεοφάνια χρησιμοποιήθηκε για τη Βάπτιση τού Χριστού (και την αντίστοιχη εορτή), επειδή σε αυτήν φανερώθηκε ο Θεός με τα τρία του πρόσωπα (η Αγία Τριάδα).
Θεοφάνια ή Θεοφάνεια;
H εορτή των Θεοφανίων είναι προτιμότερο να γράφεται με -ι-: τα Θεοφάνια. Eκτός από τη γνωστή χριστιανική γιορτή των Θεοφανίων, τής βάπτισης δηλ. τού Xριστού και τής φανέρωσης τού Θεού, Θεοφάνια (τα), ήταν και αρχαία εορτή στους Δελφούς, όπου έδειχναν στους λάτρεις τού Aπόλλωνος το άγαλμά του. H γραφή Θεοφάνεια με -ει- δικαιολογείται ως δήλωση τής πράξης και ιδιότητας τού επιθ. θεοφανής: θεοφανής – θεοφάνεια, όπως διαφανής – διαφάνεια. Ωστόσο, προκειμένου για εορτή σε ουδέτερο γένος είναι προτιμότερο να τηρηθεί η γραφή σε -ια: τα Θεοφάνια· πβ. τα Πύθια, τα Ίσθμια, τα Eπιφάνια, αλλά η επιφάνεια από το επιφανής», σημειώνει ο Γεώργιος Μπαμπινιώτης στην ανάρτησή του.
Θεοφάνια: Γιατί ρίχνουμε τον Σταυρό στη θάλασσα
Θεοφάνια 2024: Γιατί ρίχνουμε τον Σταυρό στη θάλασσα
Τα Θεοφάνια εορτάζονται στις 6 Ιανουαρίου και είναι η τρίτη και τελευταία εορτή του Δωδεκαημέρου. Το όνομα της προκύπτει από τη φανέρωση των τριών προσώπων της Αγίας Τριάδας, που συνέβη σύμφωνα με τρεις σχετικές ευαγγελικές περικοπές. Η εορτή των Θεοφανίων λέγεται επίσης και Επιφάνεια και Φώτα (ή Εορτή των Φώτων).
Μαζί με τη φανέρωση της Αγίας Τριάδας, γιορτάζεται και μία υπολανθάνουσα λατρεία προς το νερό, που θεωρούνται παντού αγιασμένα. Κυρίως οι νέοι βουτάνε στα νερά, αψηφώντας το κρύο, γιατί θεωρούν μεγάλη ευλογία να πιάσουν το σταυρό, ενώ, σε πολλές περιοχές της χώρας μας, ο ιερέας απελευθερώνει ένα περιστέρι σε ανάμνηση της εμφάνισης του Αγίου Πνεύματος «εν είδει» (με τη μορφή) περιστεριού.
Κατά τις ευαγγελικές περικοπές στις αρχές του 30ου έτους της ηλικίας του Ιησού, ο Ιωάννης (ο Πρόδρομος), γιος του Ζαχαρία και της Ελισάβετ, ο επιλεγόμενος στη συνέχεια Βαπτιστής, που ήταν 6 μήνες μεγαλύτερος του Χριστού, και διέμενε στην έρημο, ασκητεύοντας και κηρύττοντας το βάπτισμα μετανοίας, βάπτισε με έκπληξη και τον Ιησού στον Ιορδάνη ποταμό. Κατά δε τη στιγμή της Βάπτισης κατέβηκε από τον ουρανό το Άγιο Πνεύμα υπό μορφή περιστεράς στον Ιησού και ταυτόχρονα από τον ουρανό ακούσθηκε φωνή που έλεγε ότι: «Ούτος εστίν ο Υιός μου ο αγαπητός εν ω ευδόκησα». Η φράση αναφέρεται στα ευαγγέλια του Ματθαίου, του Μάρκου και του Λουκά, ενώ απουιάζει από αυτό του Ιωάννη. Αυτή δε είναι και η μοναδική φορά της εμφάνισης, στη Γη, της Αγίας και ομοουσίου και αδιαιρέτου Τριάδος υπό του πλήρους «μυστηρίου» της Θεότητας.
Τα θεοφάνια ονομάζονται έτσι επειδή η φωνή του θεού ακούστηκε στη γη. Για αυτό ονομάστηκαν έτσι Θεό+Φάνεια. Ο θεός φάνηκε στη γη, θεός+φάνηκε. Το πότε καθιερώθηκε να εορτάζεται η μνήμη του γεγονότος της Βάπτισης του Ιησού δεν είναι γνωστό με βεβαιότητα. Φαίνεται όμως ότι αναφάνηκε πολύ νωρίς στην πρώτη Εκκλησιά των Χριστιανών. Ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς (Στρωμ. βιβλ. α΄) αναφέρει πως κάποιοι αιρετικοί, οι περί τον Βασιλείδη γνωστικοί στις αρχές του Β΄ αιώνα εόρταζαν την ημέρα της Βάπτισης του Κυρίου «προδιανυκτερεύοντες» και ότι η εορτή αυτή γινόταν κατ΄ άλλους μεν στις 6 Ιανουαρίου, κατ΄ άλλους στις 10 Ιανουαρίου.
Κατά δε τον 3ο αιώνα η εορτή φαίνεται κοινότατη σε όλη τη Χριστιανική Εκκλησία. Έτσι ενώ ο Gieseler ( Kirchengeschichte I ,376) δέχθηκε ότι πρώτοι οι Βασιλειδιανοί καθιέρωσαν την εορτή των Θεοφανίων ο Neander (Kirchengeschichte I 386) θέτει το ερώτημα: πως από αιρετικούς το δέχθηκε η Εκκλησία; Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος παραδέχεται και περιγράφει την εορτή ως αρχαία πανήγυρης μάλλον στην Αντιόχεια τη Μεγάλη, και ότι από εκεί την παρέλαβαν οι Γνωστικοί Βασιλειδιανοί... Κατά δε τις Αποστολικές Διαταγές (η΄ 38) η εορτή των Επιφανείων «ήγετο δια το εν αυτή ανάδειξιν γεγενήσθαι της του Χριστού θεότητος». Στο τέλος του 3ου αιώνα προστέθηκε και άλλη έννοια στον εορτασμό αυτό που άρχισε να πανηγυρίζεται και ως ημέρα της «εν σαρκί» φανερώσεως του Κυρίου. Ούτως και στην Αλεξάνδρεια κατά τον Κασσιανό, και στη Κύπρο κατά Επιφάνιο. Από της εποχής λοιπόν αυτής άρχεται, κατά το πιθανότερο, και ο εορτασμός των Χριστουγέννων. Κατά τον 4ο αιώνα η εορτή των Θεοφανίων γιορτάζεται πλέον με λαμπρότητα σε όλη την ανατολική Εκκλησία ως εορτή του φωτισμού της ανθρωπότητας δια του Αγίου Βαπτίσματος, απ΄ όπου και το όνομα «Τα Φώτα», εορτή «των Φώτων» (Γρηγόριος Ναζιανζηνός λόγος 39, Αστερίου Αμάσ. Λόγος εις «εορτών των Καλανδών»).
Στη Δύση τα Θεοφάνια απαντώνται στα μέσα του 4ου αιώνα, αλλά από της εποχής αυτής φαίνεται στη Ρωμαϊκή Εκκλησία και άλλη μια εορτή αφιερωμένη στην κατά σάρκα Γέννηση του Ιησού στις 25 Δεκεμβρίου. Όταν πλέον καθιερώθηκε αυτή η ημερομηνία για τα Χριστούγεννα σε όλο τον Χριστιανικό κόσμο έγινε και ο διαχωρισμός της εορτής των Φώτων στις 6 Ιανουαρίου, στα μέσα του 6ου αιώνα.
Ο «αγιασμός των υδάτων»
Βασική τελετουργία των Θεοφανίων είναι ο «αγιασμός των υδάτων» με την κατάδυση του Σταυρού κατά μίμηση της Βάπτισης του Θεανθρώπου. Στην ελληνική εθιμολογία όμως, ο εν λόγω Αγιασμός έχει και την έννοια του καθαρμού, του εξαγνισμού των ανθρώπων καθώς και της απαλλαγής του από την επήρεια των δαιμονίων. Η τελευταία αυτή έννοια δεν είναι ασφαλώς αυστηρά χριστιανική, αλλά έχει ρίζες στην αρχαία λατρεία. Στα περισσότερα μέρη της Ελλάδας ο αγιασμός γίνεται για πρώτη φορά (στις μέρες αυτές) την παραμονή των Θεοφανίων που λέγεται «μικρός αγιασμός» ή «Πρωτάγιαση» ή «Φώτιση»(αν και ο αγιασμός και της παραμονής και ανήμερα των Φώτων είναι ίσης αξίας, Μέγας Αγιασμός). Με την πρωτάγιαση ο ιερέας γυρίζει όλα τα σπίτια και με το Σταυρό και ένα κλωνί βασιλικό «αγιάζει» ή «φωτίζει» (ραντίζει) τους χώρους των σπιτιών. Η πρωτάγιαση είναι και το αποτελεσματικό μέσο με το οποίο τρέπονται σε άγρια φυγή οι καλικάντζαροι εκτός από το άναμμα μιας μεγάλης υπαίθριας φωτιάς.
Ο «Μέγας Αγιασμός» γίνεται ανήμερα των Θεοφανίων εντός των Εκκλησιών σε ειδική εξέδρα στολισμένη επί της οποίας φέρεται μέγα σκεύος γεμάτου ύδατος. Στη συνέχεια γίνεται η κατάδυση του Σταυρού στη θάλασσα ή σε γειτονικό ποταμό ή λίμνη. Η κατάδυση του Σταυρού, κατά τη λαϊκή πίστη δίνει στο νερό καθαρτικές και εξυγιαντικές ικανότητες. Οι κάτοικοι πολλών περιοχών μετά την κατάδυση τρέχουν στις παραλίες της θάλασσας ή στις όχθες ποταμών ή λιμνών και πλένουν τα αγροτικά τους εργαλεία ακόμη και εικονίσματα. Κατά την κοινή λαϊκή δοξασία ακόμη και τα εικονίσματα με το πέρασμα του χρόνου χάνουν την αρχική δύναμη και αξία τους, που την αποκτούν όμως εκ νέου από το αγιασμένο νερό. Αυτή ακριβώς η διαδικασία δεν αποτελεί παρά μόνο ακριβώς πιστή επιβίωση των αρχαίων δοξασιών. Οι αρχαίοι π.χ. Αθηναίοι είχαν τη τελετή (διαδικασία) των γνωστών «Πλυντηρίων» όπως την αποκαλούσαν κατά την οποία μετέφεραν «εν πομπή» στην ακτή του Φαλήρου το άγαλμα της Αθηνάς. Εκεί το έπλεναν με θαλασσινό νερό για να το καθαρίσουν από ρύπους και να ανανεωθούν οι ιερές δυνάμεις του αγάλματος.
Θεοφάνια 2024 - Έθιμα σε όλη την Ελλάδα
Στις Δυτικές Εκκλησίες, τα Θεοφάνια είναι περισσότερο συνδεδεμένα με την προσέλευση και την προσκύνηση των Τριών Μάγων στη Φάτνη της Γέννησης του Ιησού.
Έθιμα που έχουν τις «ρίζες» τους βαθιά κρυμμένες στο χρόνο αναβιώνουν στη Βόρεια Ελλάδα, με αφορμή τα Θεοφάνια. Ξεχωρίζουν τα Ραγκουτσάρια στην Καστοριά, οι Φωταράδες στη Χαλκιδική και τα Τζαμαλάρια στην Πέλλα.
Στην Καστοριά, τα Ραγκουτσάρια είναι ένα τριήμερο εκδηλώσεων καρναβαλιού, που ολοκληρώνονται στις 8 Ιανουαρίου, ημέρα της Αγίας Δομινίκης. Οι συμμετέχοντες στις εκδηλώσεις μεταμφιέζονται σε ζώα ή αλλάζουν φύλλο (οι άνδρες μεταμφιέζονταν σε γυναίκες και οι γυναίκες σε άνδρες). Αμέσως μετά τον αγιασμό των υδάτων, τα Ραγκουτσάρια θα ξεχυθούν κατά μπουλούκια στις γειτονιές της Καστοριάς, τραγουδώντας και χορεύοντας, ενώ οι εκδηλώσεις θα ολοκληρωθούν με μεγάλη παρέλαση στην πόλη.
Το έθιμο των Φωταράδων, που ξεκινά την παραμονή των Φώτων, διατηρείται στο Παλαιόκαστρο Χαλκιδικής. Μία ομάδα καλαντιστών εκλέγει τον «βασιλιά» της και όλοι μαζί πηγαίνουν στην εκκλησία του χωριού. Στη συνέχεια, η ομάδα περιφέρεται τραγουδώντας τα τοπικά κάλαντα, τα οποία καταλήγουν σε ευχές ξεχωριστές για το κάθε μέλος της οικογένειας. Ανήμερα των Φώτων, ο «βασιλιάς», ντυμένος με τσομπάνικη κάπα, και οι «Φωταράδες», ντυμένοι με την τοπική ενδυμασία και κρατώντας μεγάλα ξύλινα σπαθιά, χορεύουν στην πλατεία του χωριού.
Τα μπαμπούγερα, πάλι, είναι μια από τις πιο ενδιαφέρουσες εθιμικές παραδόσεις στην Καλή Βρύση της Δράμας. Από το πρωί της παραμονής, οι γυναίκες σκορπίζουν με το δεξί χέρι στάχτη γύρω από το σπίτι προφέροντας ξορκιστικές λέξεις για να φύγουν τα καλακάντζουρα και να μην έχει φίδια το καλοκαίρι. Μετά το τέλος της τελετής του αγιασμού των υδάτων τα μπαμπούγερα συγκεντρώνονται έξω από την εκκλησία. Η αμφίεσή τους είναι ζωόμορφη και ομάδες - ομάδες ή χωριστά γυρίζουν τους δρόμους του χωριού κυνηγώντας όσους συναντούν και ζητώντας συμβολικά κάποιο φιλοδώρημα.
Σε χωριά της Καβάλας και της Δράμας, αναβιώνει το έθιμο των αράπηδων. Άντρες ντύνονται με προβιές και ζώνονται κουδούνια. Λέγεται ότι οι αράπηδες ήταν πολεμιστές που μετείχαν στην εκστρατεία του Μεγαλέξανδρου και έδιωξαν με τους αλαλαγμούς τους ελέφαντες των Ινδών.
Στη Θεσσαλία, ανήμερα της εορτής αναβιώνουν τα ρουγκάτσια (ρουγκατσάρια). Αποτελούνταν από ομάδες (10-15 μεταμφιεσμένων ατόμων) οι οποίες περιφέρονταν από σπίτι σε σπίτι παίρνοντας την ανάλογη αμοιβή. Μερικά από τα απαραίτητα μέλη του κάθε ομίλου ήταν ο γαμπρός, η νύφη (νέος μεταμφιεσμένος), ο παπάς, ο παππούς, ο γιατρός και οι «αρκουδιάρηδες», ενώ εντυπωσιάζει ο αριθμός των τραγουδιών με τα οποία οι ρουγκατσάρηδες συνόδευαν το πέρασμά τους.
Στην Κεφαλονιά, η τρίτη μεγάλη γιορτή του δωδεκαημέρου είναι τα Θεοφάνια ή τα Φώτα, που μαζί με την ημέρα του Αγιασμού και του Άη-Γιάννη δημιουργούν ένα τριήμερο γιορτής των νερών. Η επόμενη ημέρα από την ημέρα του Αγιασμού είναι των Φώτων. Οι Κεφαλονίτες εκτιμούν ιδιαίτερα αυτήν τη γιορτή και τη θεωρούν ισάξια της Λαμπρής.
Στη Λευκάδα, την ημέρα των Θεοφανείων, τη στιγμή που ο μητροπολίτης ρίχνει τον σταυρό στα κρύα νερά της θάλασσας, δεκάδες Λευκαδίτες, υπό τους ήχους της Φιλαρμονικής Εταιρίας Λευκάδας, βουτούν στη θάλασσα πορτοκάλια, τα οποία στη συνέχεια παίρνουν και κρατούν στο σπίτι τους για ολόκληρο τον χρόνο, χωρίς αυτά να σαπίζουν!
Οι μωμόγεροι (φωτό από τη γιορτή στην Ανατολή Ιωαννίνων) είναι ποντιακό έθιμο από τα αρχαία χρόνια μέχρι και τις ημέρες μας. Είναι σατιρικό και αναβιώνεται κατά τη διάρκεια της περιόδου των Χριστουγέννων μέχρι τα μέσα Ιανουαρίου, αλλά μερικές φορές και έως τα μέσα του Φεβρουαρίου. Λόγω της γεωγραφικής απομόνωσης των Ποντίων, το έθιμο ήταν μια μορφή αναγνώρισης της ελληνικής προέλευσής τους και ένας τρόπος να ξεχαστούν από την τουρκική δουλεία και τις βίαιες εξισλαμίσεις.
Το έθιμο είναι ζωντανό ακόμα και σήμερα, ιδιαίτερα σε διάφορα μέρη της Ελλάδας όπου κατοικούν Πόντιοι. Στην εβδομάδα πριν από το νέο έτος, τα άτομα θα ντυθούν με διάφορα κοστούμια-σύμβολα του πολιτισμού και της λαογραφίας των Ποντίων. Η αρκούδα συμβολίζει τη δύναμη, η ηλικιωμένη γυναίκα το παρελθόν, η νύφη το μέλλον, το άλογο την ανάπτυξη, ο γιατρός την υγεία, ο στρατιώτης την υπεράσπιση, η αίγα (κατσίκα) τα τρόφιμα και ο Άγιος Βασίλης το νέο έτος που θα φτάσει σε μερικές μέρες.