- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Είναι τα ελληνόπουλα τα πιο άτακτα παιδιά της Ευρώπης;
Τρεις επαγγελματίες ψυχολόγοι - ψυχοθεραπευτές μιλούν για τη συμπεριφορά των παιδιών, τους γονείς και όσους ενοχλούνται από τις «υπερβολές»
Είναι άτακτα τα παιδιά των Ελλήνων; Οι ψυχολόγοι - ψυχοθεραπεύτριες Όλια Πάλλη, Ιωάννα Γεωργοπούλου και Ελευθερία Αραβανή απαντούν
«Εδώ και καιρό ψάχνουμε διακοπές αποκλειστικά σε ξενοδοχεία ενηλίκων. Έχουμε δυο εβδομάδες διακοπές και έχουμε ανάγκη από πραγματική ξεκούραση» μου εκμυστηρεύτηκε αυτές τις μέρες η Δ., παντρεμένη με σύμφωνο συμβίωσης δίχως παιδιά. «Αντιλαμβάνομαι τη ανάγκη τους να παίξουν, να τρέξουν, να φωνάξουν, αλλά φοβάμαι πως με τα δικά μας, τα ελληνόπουλα, η κατάσταση είναι τραγική. Δεν παρατηρώ τόση απειθαρχεία σε παιδιά Γάλλων ή Σκανδιναβών».
Πόση αλήθεια κρύβει αυτή η διαπίστωση; Η αίσθηση ότι μεγαλώνουμε τα πιο απείθαρχα, άτακτα και φωνακλάδικα παιδιά της Ευρώπης επανέρχεται σε δημόσιες και ιδιωτικές συζητήσεις, μεταξύ αστείου και σοβαρού.
Θέσαμε μερικές ερωτήσεις σε τρεις επαγγελματίες ψυχολόγους - ψυχοθεραπευτές για βρούμε την απάντηση τόσο οι γονείς, όσο και εκείνοι που ενοχλούνται από τις «υπερβολές» των τέκνων τους.
Τι λένε για τα άτακτα ελληνόπουλα τρεις ψυχολόγοι - ψυχοθεραπευτές
Συχνά επισημαίνουμε πόσο άτακτα είναι τα ελληνόπουλα σε σχέση με τα παιδιά κυρίως βορειοευρωπαίων. Ισχύει κάτι τέτοιο;
«Το να κοιτάμε να ξεριζώσουμε τα «παιδιά ζιζάνια» δεν είναι η λύση. Ίσως χρειάζεται να αναρωτηθούμε πώς φυτρώνουν ενώ η κοινωνία λέει ότι δεν τα σπέρνει», επισημαίνει η Ιωάννα Γεωργοπούλου, Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπεύτρια.
«Ο όρος “άτακτα” θα αδικούσε την πολυφωνικότητα των παιδιών στην Ελλάδα. Θα μπορούσαμε όμως να μιλήσουμε για διαφορετικό τρόπο έκφρασης των αναγκών και των επιθυμιών τους, ίσως πιο θορυβώδη κάποιες φορές από τον αντίστοιχο των βορειοευρωπαίων».
Η κ. Όλια Πάλλη, Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπεύτρια, πιστεύει πως η ανατροφή των παιδιών είναι μια εξαιρετικά απαιτητική δουλειά. Πριν την αστικοποίηση, η διαπαιδαγώγηση δεν ήταν θέμα μόνο της οικογένειας, αλλά ολόκληρης της κοινότητας στην οποία ζούσε το παιδί. Έτσι, εκτός από τον γονέα, ολόκληρη η γειτονιά έπαιρνε τον ρόλο να φροντίσει ή να νουθετήσει το παιδί. Τώρα που οι οικογένειες είναι αποκομμένες από την κοινότητα, οι γονείς καλούνται να σηκώσουν αυτό το βάρος μόνοι τους. Για να τα καταφέρουν χρειάζεται χρόνος και κόπος, ενημέρωση, εγρήγορση και αυτεπίγνωση. Να μπορώ όταν είμαι στον γονεϊκό μου ρόλο να διατηρώ την ψυχραιμία μου και να διαπαιδαγωγώ το παιδί μου με κατάλληλους τρόπους, και ας είμαι αγχωμένος/η ή θυμωμένος/η, και ας μην έχω αντοχές.
Η κ. Ελευθερία Αραβανή, Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπεύτρια, διαχωρίζει τον χαρακτηρισμό ζωηρά από τον όρο ατίθασα. «Τι εννοούμε με τον όρο άτακτα; Μπορεί να αναφέρουμε ως “άτακτα” τα παιδιά που είναι ζωηρά ή /και ατίθασα. Αν κρατήσουμε το “ζωηρά” μας παραπέμπει στην παιδική ηλικία, όπου είναι ζητούμενο και επιθυμητό τα παιδιά μας να είναι ζωηρά, δραστήρια και δυναμικά. Αν το ερμηνεύσουμε ως ατίθασα παιδιά, που δεν υπακούν σε κανόνες, δυσκολεύονται να προσαρμοστούν και προκαλούν συνεχώς προβλήματα μικρά ή μεγάλα, τότε σίγουρα έχουμε ευθύνη να κοιτάξουμε το περιβάλλον στο οποίο μεγαλώνουν.
Η σύγκριση μεταξύ της συμπεριφοράς παιδιών μιας χώρας με αυτών κάποιας άλλης, θεωρώ ότι είναι κάτι το οποίο χρειάζεται να διερευνηθεί διεξοδικά εξετάζοντας πολλούς παράγοντες, που συντελούν στο μεγάλωμα των παιδιών και έχοντας έναν πολύ συγκεκριμένο στόχο. Διαφορετικά κάθε σύγκριση που γίνεται επιφανειακά ή “στο πόδι”, οδηγεί σε επιπόλαια, ίσως και λανθασμένα συμπεράσματα και φτιάχνει παραπλανητικές εικόνες».
Η Ιωάννα Γεωργοπούλου πιστεύει πως ένας μονοσήμαντος χαρακτηρισμός, σαν ρετσινιά, δημιουργεί την αίσθηση της ομοιογένειας, στερεί την ελευθερία και δεν διευκολύνει την ανάδυση της διαφορετικότητας του κάθε παιδιού. Και η διαφορετικότητα εμπλουτίζει κάθε κοινωνία. Ας μην ξεχνάμε ότι ορισμένες φορές τα «ζιζάνια» έχουν ευεργετική επίδραση και αυξάνουν τη γονιμότητα της αλλαγής.
Αν ισχύει παρ’ όλα αυτά αυτή η διαπίστωση, ποιοι παράγοντες συμβάλουν σε αυτό;
Μπορούμε να αποδώσουμε αυτή την «κατάκτηση» των γονιών, στο κοινωνικο - πολιτικό - οικονομικό περιβάλλον και στον τρόπο ζωής που αυτό διαμορφώνει, όπου σίγουρα διαφέρει αρκετά από το δικό μας, σύμφωνα με την κυρία Αραβανη.
Oι Βορειοευρωπαίοι ζουν σε ένα περιβάλλον οικονομικά και συναισθηματικά πιο ασφαλές και οργανωμένο κι έτσι μπορούν να έχουν πιο ξεκάθαρες θέσεις. Αυτή η διαφορά στον τρόπο διαβίωσης και στην κουλτούρα επηρεάζει και τη διαπαιδαγώγηση, συμπληρώνει η κυρία Πάλλη.
Είναι οι παραβατικές συμπεριφορές παιδιών ταξικό θέμα;
Υπάρχει περίπτωση να είναι θέμα ταξικό ή εκμάθησης καλών τρόπων;
Αποκλείει κάτι τέτοιο η κ. Αραβανή. «Δεδομένου, ότι παρατηρούμε παραβατικές συμπεριφορές και σε παιδιά που ανήκουν σε “υψηλές τάξεις” τόσο στην Ελλάδα, όσο και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, σίγουρα θα λέγαμε ότι το να είσαι “άτακτος” δεν είναι ταξικό θέμα. Αλλά είναι θέμα διαπαιδαγώγησης και σίγουρα χρειάζεται να δοθεί μεγάλη έμφαση στο πλαίσιο, στο οποίο εκφράζεται η “αταξία”, αλλά και στο γενικότερο κοινωνικό- πολιτικό σύστημα. Μια πιο επαναστατική ματιά θα έλεγε ότι η «αταξία» είναι και από τα χαρακτηριστικά του ανθρώπου που τον κάνουν ανθρώπινο, που τον κάνουν να αμφισβητήσει, να διαταράξει τα στεγανά, τις ορθότητες και να προκαλέσει προς αλλαγές, να χαλάσει την “τάξη”».
Η κ. Πάλλη πιστεύει πως η διαπαιδαγώγηση είναι κάτι βαθύτερο από θέμα καλών τρόπων. Το πόσο «άτακτα» είναι τα παιδιά εξαρτάται συνήθως από το πόσο αποτελεσματική ή όχι είναι η οριοθέτηση από το περιβάλλον τους. Η οριοθέτηση όμως προϋποθέτει μια ζεστή σχέση μαζί τους. Χρειάζεται χρόνος και επιμονή, προκειμένου να εμφυσήσουμε στα παιδιά αξίες όπως η ενσυναίσθηση και ο σεβασμός απέναντι στους άλλους ανθρώπους. Είναι δηλαδή κάτι βαθύτερο συγκριτικά με την έννοια των καλών τρόπων, που παρότι διευκολύνει τη συνύπαρξη των ανθρώπων μεταξύ τους, θα έλεγε κανείς ότι είναι πιο επιφανειακή και τυπολατρική προσέγγιση.
Την σημασία των ορίων υπογραμμίζει η κ. Γεωργοπούλου. «Σίγουρα τα λειτουργικά όρια είναι απαραίτητα στο μεγάλωμα των παιδιών. Όρια φροντιστικά και όχι τιμωρητικά. Όρια που θα το βοηθήσουν να αντιληφθεί τον εαυτό του σε σχέση με τους άλλους και να επικοινωνήσει αρμονικά μαζί τους σε μια διαδικασία προς την ανεξαρτησία του μέσα από την αλληλεξάρτηση. Και το πώς ένα παιδί θα συνυπάρξει θα καθοριστεί από την αλληλεπίδραση που θα έχει στα συστήματα που συμμετέχει. Η συνεργασία οικογένειας και σχολείου, με ρόλους διακριτούς, με σεβασμό κι εμπιστοσύνη εκατέρωθεν διευκολύνει ξεκάθαρα το παιδί να αναπτύξει το δυναμικό του και να δημιουργήσει δεσμούς με την κοινωνία».
Τα «κενά» του σπιτιού μπορεί να τα καλύψει το σχολείο;
Τη σημασία των γονέων επισημαίνει η κ. Πάλλη. Για τα παιδιά το βασικό πρότυπο συμπεριφοράς είναι οι γονείς. Από τους γονείς παίρνουν τη φροντίδα που χρειάζονται για να επιβιώσουν και να αναπτυχθούν και από αυτούς μαθαίνουν πώς να ζουν. Περισσότερο μάλιστα μιμούμενα τη συμπεριφορά τους και λιγότερο ακολουθώντας τις συμβουλές και τις νουθεσίες τους. Όταν λοιπόν ένα παιδί δεν έχει μάθει στο σπίτι του να λειτουργεί με σεβασμό στις ανάγκες τις δικές του αλλά και των άλλων ανθρώπων, το πιο πιθανό είναι πως θα δυσκολευτεί πολύ να προσαρμοστεί στο σχολικό πλαίσιο, όπου οι κανόνες είναι συγκεκριμένοι και χρειάζεται να ακολουθούνται από όλους. Έτσι, βλέπουμε συχνά στα σχολεία παιδιά να αντιδρούν, να συμπεριφέρονται κατά το δοκούν, να εκρήγνυνται όταν δε γίνεται το δικό τους και, γενικώς, να δυσκολεύονται να λειτουργήσουν με ομαλό τρόπο μέσα στο κοινωνικό σύνολο. Οι δάσκαλοι στα σχολεία παλεύουν συνήθως να βοηθήσουν τα παιδιά αυτά να λειτουργήσουν με σεβασμό και ενσυναίσθηση, αλλά είναι εξαιρετικά δύσκολο να τα καταφέρουν, καθώς οι αξίες καλλιεργούνται πρωτίστως μέσα στην οικογένεια και το πρότυπο των γονέων είναι πολύ ισχυρό. Στις περιπτώσεις πάντως που οι γονείς είναι ανοιχτοί στην επικοινωνία με τους εκπαιδευτικούς και συνεργάζονται μαζί τους, τα παιδιά ανταποκρίνονται με θετικό τρόπο και εξελίσσονται.
«Αν περιγράψουμε σήμερα πώς λειτουργούν οι οικογένειες και τα σχολεία στην Ελλάδα, με μια λέξη θα λέγαμε “διεκπεραιωτικά”», τονίζει η κ. Αραβανή. «Ζούμε στη σημερινή κοινωνία, ώστε να βγει η καθημερινότητα, το πρόγραμμα, να διεκπεραιώσουμε και να ησυχάσουμε. Υπάρχει μεγάλη κόπωση σήμερα κι αυτό αντανακλάται στα παιδιά, το αφουγκράζονται και το εκφράζουν. Ευτυχώς. Όταν η οικογένεια δεν μπορεί να ανταποκριθεί στη διαπαιδαγώγηση των παιδιών της, στην ανατροφή τους, ευτυχώς ακόμη μπορεί το σχολείο. Δυστυχώς όχι στο σύνολό του, ούτε με τον τρόπο που λειτουργούν τα σχολεία, αλλά με τους ανθρώπους που το πλαισιώνουν. Πόσοι άνθρωποι χρωστάνε το μεγάλωμά τους σε κάποιον δάσκαλο, που νοιάστηκε, φρόντισε, έδειξε αληθινό ενδιαφέρον, τους ζέστανε την καρδιά. Επίσης, η παρέα, οι φίλοι, οι συμμαθητές αποτελούν μια μικρή ομάδα, η οποία μπορεί να σε εξελίξει και να διαπαιδαγωγήσει»
Λειτουργούν οι Σχολές Γονέων;
Με απογοήτευση επισημάνει την έλλειψη και την δυσλειτουργία τους η κ.Πάλη. «Δυστυχώς είναι ελάχιστες οι Σχολές Γονέων που λειτουργούν στην Ελλάδα, καθώς για να έχει μια τέτοια δράση αποτέλεσμα χρειάζεται δέσμευση και χρόνος. Χρειάζεται οι άνθρωποι που συμμετέχουν να προσέρχονται συστηματικά, να γίνονται τακτικές συναντήσεις ανά 15 ημέρες και να έχει διάρκεια τουλάχιστον έναν χρόνο. Όπως καταλαβαίνετε με την καθημερινότητα που αντιμετωπίζουν οι περισσότεροι γονείς, είναι δύσκολο να μπορέσουν να συμμετέχουν σε κάτι τέτοιο, ειδικά όσο δε δίνεται έμφαση στη σπουδαιότητα ενός τέτοιου εγχειρήματος».
Για επίπονο θέμα κάνει αναφορά η κ. Αραβανή. «Ως εκπαιδεύτρια για πολλά χρόνια Σχολών Γονέων, είναι ένας θεσμός που μου προκαλεί μια πολλή γλυκιά νοσταλγία και λύπη που καταργήθηκε τόσο βίαια και χωρίς αιτία. Οι Σχολές Γονέων ήταν ένας κύκλος ανθρώπων που μοιράζονταν τις εμπειρίες τους, τις δυσκολίες, τις απορίες τους για το μεγάλωμα των παιδιών τους. Ήταν ένα εργαστήρι για γονείς δημιουργικό και τόσο αναγκαίο. Πλέον έχουν αντικατασταθεί από την πληροφορία του ίντερνετ, των social media κλπ και έχει χαθεί αυτή η σύνδεση, αυτές οι στιγμές μαγείας, εκεί που ανακαλύπταμε ότι ανήκουμε σε μια ομάδα, που χωράει τις “αταξίες” μας.
Ας ελπίσουμε και ας διεκδικήσουμε «άτακτα» την θέσπιση ενός δημοσίου θεσμού για την λειτουργία Σχολών Γονέων και Εκπαιδευτικών μαζί. Αυτή η συνεργασία, αυτό το “μαζί” οδηγεί σε θαύματα. Γονείς, Εκπαιδευτικοί και Παιδιά χρειάζονται χώρο για να εκφραστούν και να συμπορευτούν».
Έχουν γραφτεί πολλά βιβλία για τον τρόπο που μεγαλώνουν τα παιδιά τους οι Δανοί. Τι διαφορετικό κάνουν εκείνοι από εμάς.
«Πράγματι, οι Δανοί είναι ένα παράδειγμα προς μίμηση στον τρόπο ζωής τους, καθώς έχουν μια φιλοσοφία που τους επιτρέπει να απολαμβάνουν τα απλά καθημερινά πράγματα και να δίνουν προτεραιότητα στους αγαπημένους τους. Έτσι, περνάνε χρόνο με τα παιδιά τους και μέσα σε ένα κλίμα ασφάλειας και ηρεμίας, τα μαθαίνουν να απολαμβάνουν το παιχνίδι και τη συντροφικότητα, ενθαρρύνουν την αυτονομία τους, καλλιεργούν την ενσυναίσθηση και ενισχύουν την αυτοεκτίμησή τους. Βέβαια, χρειάζεται να έχουμε στο μυαλό μας ότι αυτές τις καλές πρακτικές τις εφαρμόζουν έχοντας την ασφάλεια που προσφέρει ένα κράτος πρόνοιας, όπως η Δανία. Στην Ελλάδα του σήμερα, μετά από τόσες κρίσεις, οι γονείς έχουν πολλή αγωνία για την επιβίωση της οικογένειας και αβεβαιότητα για το αύριο. Έτσι, είναι πολλές φορές δύσκολο έως ακατόρθωτο να περνούν καθημερινά ποιοτικό χρόνο με τα παιδιά τους, πόσο μάλλον να ενημερωθούν για τις σύγχρονες μεθόδους διαπαιδαγώγησης και να τις εφαρμόσουν δημιουργώντας ένα περιβάλλον ηρεμίας και χαράς» σύμφωνα με την άποψη της κ. Πάλλη.
Η κ. Γεωργοπούλου τονίζει πως είναι σημαντικό να λαμβάνονται υπόψη καλές πρακτικές άλλων χωρών, όπως η Δανία που καλλιεργεί στο σχολείο έννοιες όπως η ενσυναίσθηση, το θάρρος της αποτυχίας, το να είσαι σε αρμονία με την ομάδα κ.ά. «Χρειάζεται πάντα βέβαια να μην ξεχνάμε την ταυτότητα της κάθε χώρας. Η ιδιοσυγκρασία του ελληνικού λαού διαφέρει από την αντίστοιχη των Βόρειων χωρών και αυτό δε διευκολύνει συγκρίσεις, ούτε μπορεί να παρακαμφθεί στην προσπάθεια για μια αλλαγή. Ο δρόμος που έχεις να διανύσεις καθορίζεται από το πού και πώς είσαι και το πού θες να πας».
Η κ. Αραβανή αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο οι έλληνες γονείς να είμαστε κάποιες φορές υπερπροστατευτικοί. «Δεν ξέρω, ίσως τα βλέπουν από μικρά ως αυτόνομους και ώριμους ενήλικες. Οι Έλληνες γονείς, κρατάνε ακόμη τους οικογενειακούς δεσμούς, τη σύνδεση και το μεράκι του να προστατεύουν τα μικρά τους. Και κάποιες φορές μπορεί και να το παρακάνουν…»