Ελλαδα

O «λόγος» του βασιλιά

O τέως βασιλιάς Κωνσταντίνος πέθανε ως «χρήσιμος» έκπτωτος και «ευδαίμων εν τη απουσία του»

Ανδρέας Ζαμπούκας
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Η περίοδος βασιλείας του τέως βασιλιά Κωνσταντίνου, τα δεινά που επέφερε η βασιλεία στη χώρα και οι νοσταλγοί του στέμματος.

Στην ταινία «Ο λόγος του βασιλιά», η πάλη του Γεωργίου του 6ου με το τραύλισμα είναι η δραματική απεικόνιση μιας αληθινής ιστορίας. Που μεταμορφώνεται σε ένα γλαφυρό αφήγημα για τον τρόπο που ο καθένας μας αναμετράται με τους φόβους του. Στο τέλος όμως, η ραδιοφωνική ομιλία του με την οποία ανακοινώνει τη συμμετοχή της Αγγλίας στον πόλεμο είναι συγκλονιστική!

Μακάρι να είχαμε να αφηγηθούμε κάτι ανάλογο και για τον εκλιπόντα Κωνσταντίνο, μιας και υπήρξε αρχηγός του κράτους στην κρίσιμη τριετία (1964-1967) που οδήγησε τη χώρα στη δικτατορία.

Η ιστορική ματιά καταλογίζει στον τέως βασιλιά πολλά λάθη. Πριν και μετά τη δικτατορία, μέχρι το δημοψήφισμα με το οποίο εξέπεσε οριστικά, από το αξίωμά του. Λάθη που προφανώς οφείλονται στην έλλειψη πολιτικής ευφυίας αλλά και στην αναποφασιστικότητα που τον διέκρινε. Παρ’ όλα αυτά μπορεί να του αναγνωρίσει κανείς την αξιοπρεπή στάση που επέδειξε σε όλο το υπόλοιπο της ζωής του, αποκρούοντας τις προσπάθειες των επίδοξων νοσταλγών του στέμματος.

Ο Κωνσταντίνος δεν κατάφερε ποτέ να νικήσει τους φόβους του στην πολιτική. Το 1965, το ‘67, το ‘74. Μπόρεσε, όμως, να αντιμετωπίσει με τόλμη και καρτερία την απώλεια ενός έκπτωτου ρόλου. Και να μην συναινέσει ποτέ σε κάθε απόπειρα επαναφοράς του στο προσκήνιο. Άτολμος ως βασιλιάς, «γενναίος» όμως στην ατολμία του…

Αντίθετα ο παππούς και συνονόματός του Κωνσταντίνος, άνθρωπος του ρίσκου, δημοφιλής, ευφυής και ικανός αρχηγός του στρατού, οδήγησε την χώρα στον εθνικό διχασμό και στην μικρασιατική τραγωδία. Με την ιστορία της Ελλάδας να ήταν σήμερα, πολύ διαφορετική αν ένας άλλος βασιλιάς, ο Αλέξανδρος (1917-1920), δεν πέθαινε από το δάγκωμα μιας μαϊμούς…

Από κει και πέρα, ο αδυσώπητος «ελληνορθόδοξος» λαϊκισμός φροντίζει να μην κατανοούν οι Έλληνες ότι η ιστορία –που δεν την ξέρουν κιόλας– δεν είναι δικαστήριο. Και πως οι εθνικοί διχασμοί και οι καταστροφές σ’ αυτόν τον τόπο δεν οφείλονται αποκλειστικά στους βασιλιάδες αλλά κυρίως, στην ανίατη αρρώστια της φυλής, την διχόνοια.

Όλα τα δεινά που επέφερε η βασιλεία στη χώρα θα είχαν αποφευχθεί αν ο θεσμός δεν διέθετε το προνόμιο των παρεμβάσεων στη διακυβέρνηση. Αν δηλαδή είχε διευθετηθεί το ζήτημα, όπως διευθετήθηκε στην Μεταπολίτευση, με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Γιατί και χωρίς τον βασιλιά, με Πρόεδρο Δημοκρατίας με ανάλογες εξουσίες, πάλι το ίδιο θα συνέβαινε στις συνεχείς διενέξεις της «διαρχίας». Φτάνει να δει κανείς τι γινόταν στο πολιτικό σύστημα στην Προεδρευόμενη Δημοκρατία της περιόδου 1924-1935. Που μας οδήγησε τελικά στην δικτατορία του Μεταξά...

Η «μυθολογία» της Μεταπολίτευσης θέλει τους κακούς βασιλιάδες να τιμωρούνται στις γκιλοτίνες της απαξίωσης. Προσφέροντας ένα ακόμα άλλοθι στην έλλειψη της εθνικής μας αυτογνωσίας.

Κι αυτοί όμως είναι ένα κομμάτι της ιλαροτραγωδίας που συνθέτει το εθνικό μας αφήγημα. Τις περισσότερες φορές, φοβικοί και ανάξιοι των περιστάσεων σε έναν μανιχαϊστικό κόσμο πολιτικής μισαλλοδοξίας και εξουσιομανίας.

Τουλάχιστον ο Κωνσταντίνος πέθανε ως «χρήσιμος» έκπτωτος και «ευδαίμων εν τη απουσία του». Ευτυχής ίσως μέσα στη μεγάλη του οικογένεια και αμέριμνος κάθε δοκιμασίας που μπορεί να του επιφύλασσε το πολιτικό υπόλοιπο της ζωής του.

Αυτός ο βασιλιάς δεν εκφώνησε ποτέ κανένα λόγο πολέμου. Είναι όμως ευτύχημα για την χώρα που κράτησε σιωπηρά τον δικό του λόγο. Που παρέμεινε στο περιθώριο και δεν ενέδωσε στα κελεύσματα των φερέλπιδων «ραδιούργων» της Μεταπολίτευσης.