Ελλαδα

Bullying, μια διαχρονική μάστιγα

Θύματα, γονείς, καθηγητές, ψυχολόγοι, κοινωνιολόγοι και εγκληματολόγοι μιλούν στην ATHENS VOICE για το «μείζον πρόβλημα δημόσιας υγείας»

Λουκάς Βελιδάκης
13’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Bullying: Τι είναι, ποια τα χαρακτηριστικά θύτη - θύματος και πώς το αντιμετωπίζουμε. Θύματα, κοινωνιολόγοι, καθηγητές, εγκληματολόγοι μιλούν στην Athens Voice.

«Το bullying είναι κακοποίηση. Είναι μάστιγα, ωμή και απροκάλυπτη βία. Είναι απειλές, είναι η κακοποίηση σε μένα που θα το δεχθώ - σωματική, ψυχολογική, συναισθηματική. Ο φόβος είναι κακοποίηση». Η κοινωνιολόγος-ερευνήτρια Κατερίνα Φιτσιάλου υψώνει τον τόνο - με μία χροιά έντονης αγανάκτησης στη φωνή, περιγράφει το μπούλινγκ που δέχεται σήμερα στο σχολείο η 8χρονη κόρη της. Μπούλινγκ είχε δεχθεί επίσης η μεγάλη κόρη της, αλλά και η ίδια στα μαθητικά της χρόνια.

Διερευνώντας το φαινόμενο, εύκολα διαπιστώνει κανείς ότι υπάρχουν στοιχεία διαχρονικότητας, αλλά με αναβάθμιση στις μεθόδους. Διαπιστώνει επίσης ότι υπάρχουν παιδιά του δημοτικού με απίστευτη σκληρότητα στη συμπεριφορά τους, μία αντανάκλαση των όσων ζουν στο σπίτι, όπως λένε οι ειδικοί. Και αναζητώντας ειδήσεις που αφορούν στο φαινόμενο, βρίσκεσαι αντιμέτωπος με παιδιά που αυτοκτόνησαν διότι δεν άντεχαν αυτό το τυραννικό για την ψυχή τους καθεστώς. 

Η Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας έχει αποκαλέσει το μπούλινγκ «μείζον πρόβλημα δημόσιας υγείας», ωστόσο η θεραπεία του -ειδικά στα σχολεία- απέχει από το χαρακτηριστεί επαρκής - μάλλον επικρατεί η λογική του «ου μπλέξεις».

Απέναντί μου κάθεται η 12χρονη Κωνσταντίνα, ένα κορίτσι με έξυπνο βλέμμα και ευγλωττία. Περιγράφει πως στο Γυμνάσιο όπου φοιτά, στον Κορυδαλλό, δέχθηκε μπούλινγκ από μία ομάδα μεγαλύτερων παιδιών που την απείλησαν επειδή... τους κοίταξε. Η Κωνσταντίνα είναι κάπως διαφορετική, καθώς η μητέρα της είναι Κινέζα, κάτι εμφανές στα χαρακτηριστικά του προσώπου της. 

Όταν ανέφερε το περιστατικό στους καθηγητές της, η σύσταση ήταν να μην περνάει από το σημείο που στέκονται αυτά τα παιδιά - προφανώς για να μην προκαλεί. Ο Στέργιος Γκιουλάκης, πατέρας της 12χρονης, αναφέρει ότι η κόρη του αποφεύγει να περάσει, ακόμα και μαζί του, από ένα συγκεκριμένο σημείο σε πλατεία του Κορυδαλλού. Η μικρή αρνείται ότι φοβάται και ο πατέρας της, τη ρωτάει γιατί το αποφεύγει: «Δεν θέλω να με μολύνουν με τα μάτια τους...», λέει, δείχνοντας με τον τρόπο της πόσο έχει δηλητηριαστεί η παιδική ψυχή της.

© cottonbro studio / Pexels

Ο εκφοβισμός περιλαμβάνει τρία βασικά είδη κακοποίησης: συναισθηματική, λεκτική και σωματική. Το δυσάρεστο είναι ότι όσο προχωρούσε το ρεπορτάζ, τόσο περισσότεροι σημείωναν ότι είχαν κι από μία ιστορία να διηγηθούν. Μία σύντομη περιήγηση στο διαδίκτυο είναι αποκαλυπτική: Μία σειρά από γνωστούς και λιγότερο γνωστούς ανθρώπους, μιλάνε και αποκαλύπτουν (ετεροχρονισμένα) το βασανιστήριο που βίωσαν.

Τον Μάιο του 2022, ο 14χρονος Μάκης από τον Κολωνό έβαλε τέλος στη ζωή του - απαγχονίστηκε μέσα στο δωμάτιό του. Δεχόταν αδιάκοπο μπούλινγκ από άλλους μαθητές του 54ου Γυμνάσιο Αθηνών, είχαν φτάσει στο σημείο να τον απειλούν ότι θα τον μαχαιρώσουν. Συμμαθητές του αγοριού κατήγγειλαν την αδράνεια των δασκάλων και της διεύθυνσης του σχολείου σε περιστατικά βίας. «Γινόταν εδώ και ένα χρόνο και οι καθηγητές δεν έκαναν τίποτα. Πρέπει να έρθει αστυνομία, γίνεται σε πολλά παιδιά αυτό. Του πέταγαν νεράντζια την Παρασκευή από το σχολείο μέχρι το σπίτι του, τον έφτυναν, του πέταγαν νερά και οι καθηγητές δεν έκαναν τίποτα», είχε δηλώσει συμμαθητής του 14χρονου.

Τον Ιούλιο του 2018, 15χρονος μαθητής από την Αργυρούπολη αυτοκτόνησε - απαγχονίστηκε στο μπαλκόνι του σπιτιού του. Ήταν θύμα μπούλινγκ και άφησε πίσω του σχετικό σημείωμα, στο οποίο κατονόμαζε έξι νεαρούς που τον είχαν βάλει στο στόχαστρο. 

Πόσο δύσκολη είναι η κατάσταση; Σύμφωνα με στοιχεία που διαθέτει το υπουργείο Παιδείας, από το Δημοτικό έως το Λύκειο: το 1/3 των μαθητών πέφτει θύμα εκφοβισμού στο σχολείο, το 1/2 των μαθητών δέχεται λεκτικό εκφοβισμό, το 56% των μαθητών δημοτικού έχουν υποστεί ύβρεις και κοροϊδίες, το 30,5% των μαθητών δημοτικού έχουν δεχθεί χτυπήματα και σπρωξίματα και το 13% των μαθητών γυμνασίου και λυκείου έχουν πέσει θύμα εκφοβισμού.

Η εγκληματολόγος Έλενα Συρμαλή σημειώνει ότι «σύμφωνα με έρευνες θυματοποίησης, έχουμε παγκοσμίως ένα 20-29% παιδιών που έχει βιώσει μπούλινγκ - τα στατιστικά αυτά προέρχονται από τις έρευνες που ξεκινούν τη δεκαετία του '70 και συνεχίζουν μέχρι σήμερα. Υπάρχει, όσο φτάνουμε πιο κοντά χρονικά, μικρή αύξηση και διαφοροποίηση στα κορίτσια. Δεν έχουμε ξεκάθαρη εικόνα, γίνονται πολλές έρευνες, είναι δύσκολο να προσεγγίσεις ένα παιδί».

«Δεν στρέφονται όλα τα παιδιά στο μπούλινγκ, επίσης τα παιδιά δεν είναι ξεκομμένα από το σύνολο της κοινωνίας, δεν είναι τα παιδιά πολύ διαφορετικά από αυτό που φανταζόμαστε στους ενήλικες και το σχολείο είναι μία μικρογραφία της κοινωνίας μας», υπογραμμίζει η ψυχολόγος Μαριαλένα Σπυροπούλου, για να προσθέσει: «Το μπούλινγκ είναι συνήθως αποτέλεσμα μίας κατάστασης που τα παιδιά πολύ πρώιμα έχουν δει και δεχθεί, έχουν εισπράξει μέσα στο οικογενειακό τους περιβάλλον, με λεκτικούς ή και σωματικούς τρόπους ή με έναν τρόπο έχει ευνοηθεί για την ανάπτυξη τους, δηλαδή με τρόπους λεκτικούς που δεν αποσοβείται, δεν καταδικάζεται, αλλά ψιλοκλείνουμε και το μάτι».

Μπούλινγκ: Τα χαρακτηριστικά του θύτη και θύματος

Για την κοινωνιολόγο Κατερίνα Φιτσιάλου, τα παιδιά-θύτες βρίσκονται «σε οριακό σημείο, έχουν αρχίσει να αντιδρούν και βγάζουν βία, οπουδήποτε». Επισημαίνει ότι «ο στόχος του μπούλινγκ δεν αφορά στο ότι έχουν κάτι προσωπικό με το θύμα - σχεδόν ποτέ. Είναι απλά ένα ευάλωτο πλάσμα, που ενδέχεται να είναι συναισθηματικά απορυθμισμένο. Ο θύτης κατανοεί αυτή την απορρύθμιση, δεν μπορεί να ισορροπήσει το θυμικό του και λέει "να ο κατάλληλος στόχος". Ποιος είναι αυτός; Αυτός που δεν αντιδρά...».

«Τα χαρακτηριστικά των παιδιών που κάνουν μπούλινγκ, είτε λεκτικό είτε σωματικό είτε cyber, και γενικά οι θύτες και τα θύματα μοιάζουν - έχει βρεθεί σε μελέτες, έχουν κοινά χαρακτηριστικά, απλώς έχουν αλλάξει τις όψεις του νομίσματος», λέει από την πλευρά της η ψυχολόγος Μαριαλένα Σπυροπούλου. «Οι θύτες είναι παιδιά ήδη φοβισμένα, αισθανόμενα ελλειπτικά, με κάποιες ψυχικές οι εσωτερικές αδυναμίες, που αυτό μπορεί να υπεραναπληρώνεται από μία σωματική ρώμη, αυτό κυρίως στο παρελθόν, τώρα με το cyberbullying δεν χρειάζεται σωματική ρώμη, έχουμε δει παιδιά πολύ τρομαγμένα, μικρόσωμα, υποαναπτυγμένα σωματικά, να κάνουν εξαιρετικά σκληρό cyberbullying, να μεταμορφώνονται πίσω από την οθόνη» σημειώνει.

Και προσθέτει: «Για να μπεις στη λογική του εκφοβισμού του άλλου, σημαίνει ότι είσαι πάρα πολύ φοβισμένος ο ίδιος. Δεν έχεις άλλους τρόπους να είσαι μέρος μίας ομάδας κι αυτό ήδη κάτι σημαίνει. Μπορεί να εκφράζεται επιθετικά, αλλά εμείς διαβάζουμε από κάτω πόσο αμυντικά νιώθει αυτό το παιδί μέσα στο περιβάλλον για να πρέπει να περάσει σε πράξη. Τα θύματα, όταν αφήνουν κάτι να εξελίσσεται, σημαίνει ότι έχουν εδραιώσει έναν εσωτερικό μηχανισμό -μέσα από τον χαρακτήρα τους, την ταύτιση με κάποιον γονέα, μέσα από το περιβάλλον-, μπορεί να μην κάνει κάποιος αυτό μέσα στο σπίτι, αλλά μπορεί να υπάρχει ο υποδοχέας, αν συμβεί να το δεχθεί κι ο γονέας και να το παίρνει το παιδί ώστε να είναι αδύναμο να αντιδράσει: αυτή η αδυναμία αντίδρασης είναι ουσιαστικά αυτή που ευνοεί όλους τους παθογόνους μηχανισμούς. Και αυτό πολλές φορές οδηγεί στο πέρασμα στην πράξη - μπορεί ως μικρό να μην μπορεί να αντιδράσει. Από θύμα μπορεί να γίνει θύτης».

«Μέχρι και το 2000, φαινόταν ότι κυριαρχούν τα αγόρια και στους θύτες και στα θύματα - από 9 έως και 17 ετών. Στα 16 οι θύτες απολαμβάνουν μια δημοφιλία, είναι κορύφωση. Οι θύτες έχουν έναν κύκλο 2-3 ατόμων, που τους θαυμάζουν και τους ακολουθούν. Έχουμε τον κυρίαρχο, τον μπούλη, που παίρνει την πρωτοβουλία για να ξεκινήσει ο εκφοβισμός, κυρίως σε ένα μικρότερο και πιο αδύναμο παιδί και οι άλλοι ακολουθούν, είναι πιο παθητικοί, δεν παίρνουν την πρωτοβουλία. Από τις αρχές του 2000 βλέπουμε σταδιακά και την αύξηση στα ποσοστά και των κοριτσιών», υπογραμμίζει η εγκληματολόγος Έλενα Συρμαλή. 

«Στα αγόρια έχουμε κυρίως σωματικό και λεκτικό εκφοβισμό, είναι άμεσος με σημείο αναφοράς το σχολείο. Στα κορίτσια βλέπουμε τον έμμεσο εκφοβισμό, τον κοινωνικό - ένας αποκλεισμός, μία φήμη και ειδικά τώρα με το cyber τα ποσοστά των κοριτσιών ανεβαίνουν. Όπως και στην παραβατικότητα γενικότερα, των εφήβων και των ενηλίκων, έχουμε μία αύξηση και στις γυναίκες. Και στα εγκλήματα παλαιότερα πρωταγωνιστούσαν οι άνδρες, σιγά σιγά μπήκαν και οι γυναίκες - σταδιακά υιοθετούν τις αρνητικές έξεις», προσθέτει η ίδια. 

Η κ. Φιτσιάλου εκτιμά ότι «ο θύτης κερδίζει δύναμη, γιατί συνδέεται με τον θυμό του. Όταν πάψεις να είσαι θυμωμένος και αρχίζουν να σε κατακλύζουν οι ενοχές, ότι "κοίτα πώς αντέδρασα εδώ, τι κακό έκανα στον άλλον", αυτό σε καταρρακώνει ψυχολογικά. Τα παιδιά που κάνουν μπούλινγκ είναι όσα ψάχνουν στηρίγματα, δεν τα βρίσκουν στην οικογένεια και προσπαθούν από αλλού να οικοδομήσουν μία συναισθηματική ισορροπία. Αυτά τα παιδιά επειδή αισθάνθηκαν αδύναμα, αντιδρούν».

© RODNAE Productions / Pexels

Πώς γίνεται το μπούλινγκ, ποια η αντίδραση

Η Φωτεινή είναι 19 ετών, πέρυσι τελείωσε το λύκειο της Πεύκης. Στέκεται ήρεμα απέναντί μου, αλλά δεν ξεχνά τα όσα έζησε σε μία πιο τρυφερή ηλικία. «Όταν άλλαξα σχολείο, στην 4η δημοτικού, δέχθηκα μπούλινγκ - τα παιδιά ήταν πολλά χρόνια μαζί, ήρθα από άλλη περιοχή, με είχαν περιθωριοποιήσει, ένιωθα μοναξιά, φοβόμουν ότι είχα κάνει εγώ λάθος. Αυτό άλλαξε ένα χρόνο μετά, όταν με ένα κορίτσι έκανα παρέα. Μία άλλη φίλη δεν μου φέρθηκε καλά, με έκανε να νιώθω ότι δεν αξίζω, με κατηγορούσε, ήταν η αιτία που τα άλλα παιδιά δεν με έκαναν παρέα, είχαν σκληρή στάση. Έλεγε στα άλλα παιδιά να μην μου κάνουν παρέα, για να γίνει αρεστή. Στο δημοτικό με κορόιδευαν για την άρθρωση μου, ένιωθα μεγάλη ανασφάλεια, σταμάτησα να μιλάω. Με κορόιδευαν γιατί είμαι παιδί μονογονεϊκής οικογένειας, μου έλεγαν ότι είμαι εξώγαμο - στο δημοτικό. Σίγουρα το είχαν ακούσει από τους γονείς τους».

Η Φωτεινή Σακελλαροπούλου είναι καθηγήτρια φιλόλογος και έχει διδάξει σε δεκάδες σχολεία της επαρχίας: «Καθώς υπηρετώ σε επαρχιακά σχολεία Δ/θμιας εκπαίδευσης με λίγους μαθητές, τα φαινόμενα εκφοβισμού είναι πιο ήπιας έντασης και συνήθως επιλύονται έγκαιρα σε σχέση με αυτά που πληροφορούμαι από συναδέλφους που εργάζονται σε σχολεία των αστικών κέντρων. Φέτος μάλιστα δεχτήκαμε μαθητή από αστικό κέντρο, ο οποίος λόγω μπούλινγκ επέλεξε να αλλάξει και τόπο κατοικίας και σχολείο, προκειμένου να ξεφύγει από τους διώκτες του».

Η Αλεξάνδρα Κεντρωτή είναι δημοσιογράφος με εξειδίκευση σε θέματα μητρότητας, ενώ έχει μία κόρη 14 ετών. «Το παράδοξο που παρατηρώ είναι το εξής: τα παιδιά στη θεωρία καταδικάζουν φαινόμενα βίας με βαρύγδουπες δηλώσεις και δακρύβρεχτες αναρτήσεις στα social media, αλλά στην πράξη το μπούλινγκ είναι στην καθημερινότητά τους. Είναι μια κανονικότητα στην οποία υποκύπτουν πολύ εύκολα. Για παράδειγμα, τουλάχιστον από τη δική μου εμπειρία ως μαμά ενός έφηβου παιδιού, σπάνια θα κοροϊδέψουν ή θα στοχοποιήσουν ένα “διαφορετικό” παιδί που περιφέρεται ολομόναχο στα διαλείμματα. Το πιθανότερο είναι να το αγκαλιάσουν και να το προστατέψουν. Ωστόσο, θα στοχοποιούν με μεγάλη ευκολία το μέλος της ίδιας τους της παρέας που θα τολμήσει να τσακωθεί ή να διαφωνήσει μαζί τους. Η συνέχεια είναι τρομακτική αφού ολόκληρη η παρέα, συντονισμένα, βάζει στην “άκρη” αυτό το παιδί, το κακολογεί παντού και τελικά του ασκεί ακραίο μπούλινγκ μέχρι να μην του μιλάει κανείς, ούτε από το σχολείο του, αλλά ούτε κι από τα υπόλοιπα σχολεία της περιοχής. Κι αυτή η συμπεριφορά είναι αποδεκτή απ’ όλους. Καλά καλά δεν αντιλαμβάνονται ότι πρόκειται για μπούλινγκ». 

«Όταν παρατηρούμε μία εκφοβιστική συμπεριφορά, την εντοπίζει και το παιδί και ο γονιός. Πολλές φορές αν η συμπεριφορά δεν γίνει ακραία, σε βαθμό που δεν θα πηγαίνει άλλο, το παιδί θα επιτρέψει στο γονιό να κινήσει το θέμα; Φοβάται τα αντίποινα, θα επιστρέψει στο σχολείο και θα αντιμετωπίσει την ίδια συμπεριφορά, ίσως και χειρότερη», σχολιάζει η εγκληματολόγος κ. Συρμαλή. «Ασκείται μεγάλη πίεση στα παιδιά - δεν είναι μόνο μία επιθετική, επαναλαμβανόμενη και σε βάθος χρόνου συμπεριφορά, έχουμε μία σχέση αλληλεπίδρασης εξουσίας, έχουμε μία σχέση με ένα παιδί που είτε δεν μπορεί είτε δυσκολεύεται πολύ να αντιμετωπίσει τον θύτη. Δεν είναι ένα παιδί που θα βγει να αντιμετωπίσει τον θύτη - όπως και στο εργασιακό μπούλινγκ υπάρχει μία σχέση εξουσίας και εκ των πραγμάτων ο εργαζόμενος φοβάται γιατί εξαρτάται, έτσι και το παιδί συναισθηματικά δεν μπορεί να αντιδράσει γιατί φοβάται και προτιμά να το βιώσει σιωπηρά, ακόμα κι αν γνωρίζουν οι γονείς. Αν υπάρξει αντίδραση, πολλές φορές το μπούλινγκ γίνεται ακόμα χειρότερο και το παιδί ίσως υποχρεωθεί να αλλάξει σχολείο. Ουσιαστικά είναι σαν να "τιμωρείται" και το θύμα», συνεχίζει. 

Cyberbullying, η διαδικτυακή μετεξέλιξη

«Το cyberbullying μπορεί να γίνει με μεγαλύτερη σκληρότητα διότι γίνεται ανώνυμα», λέει η 19χρονη Φωτεινή, θύμα μπούλινγκ και η ίδια κατά το παρελθόν. Εξηγεί ότι ο διαδικτυακός εκφοβισμός είναι διαδεδομένος και μπορεί να τον βρει κανείς σε πολλές μορφές. Από απειλές μέσω φωτογραφιών, από κορίτσια 13 έως 16, που εμπιστεύτηκαν αγόρια- «στέλνουν προσωπικές φωτογραφίες και αν δεν στείλουν άλλες, τους εκβιάζουν».

Η ίδια υπογραμμίζει ότι σε σχόλια σε αναρτήσεις του TikTok παρατηρείται έντονο μπούλινγκ, «υπάρχουν σκληρά λόγια, που σίγουρα θα επηρεάσουν κάποιον. Υπάρχουν παιδιά που κάνουν βίντεο στο TikTok, που μπορεί να χορεύουν ή να λένε κάτι, κι από κάτω τα σχόλια είναι γεμάτα δηλητήριο».

Η 12χρονη Κωνσταντίνα από τον Κορυδαλλό περιγράφει περιστατικά διαδικτυακού εκφοβισμού. «Κυρίως γίνεται με φωτογραφίες - μπορεί να σε βγάλει κάποιος φωτογραφία ενώ είσαι στην τουαλέτα και μετά να την αναρτήσει στα social media». 

Η εκπαιδευτικός Φ. Σακελλαροπούλου σημειώνει: «Σημαντικός δίαυλος του εκφοβισμού διαπιστώνουμε πλέον ότι είναι τα κοινωνικά δίκτυα, τα οποία προσφέρουν στον θύτη την άνεση να εκφοβίζει τα θύματα του απαρατήρητος. Διαμορφώνει ήδη το κλίμα εκτός σχολείου, για να δράσει και εντός, αν του το επιτρέψουν οι συνθήκες. Κι αυτό γιατί η σχολική κοινότητα είναι πια υποψιασμένη, υπάρχει ευαισθητοποίηση ως προς το θέμα και από την πλευρά των μαθητών και από αυτή των καθηγητών». 

Η εγκληματολόγος Έλενα Συρμαλή λέει ότι ο διαδικτυακός εκφοβισμός είναι σαν τον παραδοσιακό, αλλά με ηλεκτρονικά μέσα. «Δεν έχουμε εκπαιδευτεί, ενήλικες και παιδιά, στο πώς πρέπει να χρησιμοποιούμε το ίντερνετ. Όταν μπαίνω σε ένα κοινωνικό δίκτυο και λαμβάνω ένα μήνυμα περίεργο ή θυμωμένο κι εγώ θεωρώ ότι πρέπει να απαντήσω ή πρέπει να απαντήσω σε προκλήσεις και απειλές, το πρώτο πράγμα που θα έπρεπε να κάνουμε είναι απευθυνθούμε στη ΔΗΕ. Για μένα το καλύτερο είναι να μην απαντήσεις - να απευθυνθείς στους γονείς σου, να μην μπεις σε αυτή τη διαδικασία γιατί γίνεται χειρότερο και πρέπει να το καταλάβουμε. Όταν βλέπουμε τους γονείς μας να αντιδρούν βίαια, να χρησιμοποιούν αγοραίο λόγο, πώς θα αντιδράσουμε εμείς που είμαστε ανήλικοι: Μιμητικά! Όταν ένα παιδί βλέπει ένα πρόσωπο εξουσίας να αντιδρά με ένα συγκεκριμένο τρόπο και να χειρίζεται με βίαιο τρόπο τη γλώσσα, τι πιστεύετε ότι θα γίνει;»

© Ibraim Leonardo / Pexels

Υπάρχει λύση για το μπούλινγκ;

Η εγκληματολόγος κ. Συρμαλή υποστηρίζει ότι για να υπάρχει σωστή δράση, πρέπει να υπάρχει γνώση του φαινομένου: «Πρέπει να σκεφτούμε την ψυχολογία του θύματος, όταν "θυματοποιείσαι" μπαίνεις σε έναν φαύλο κύκλο: ντροπή και θυμός, και για τους συμμαθητές σου, αλλά και για τον εαυτό σου που δεν μπορείς να αντιδράσεις. Δεν αντιδρούν όλοι με τον ίδιο τρόπο - πολλοί παγώνουν μπροστά στη βία. Το δεχόμαστε, όλο αυτό, δημιουργεί ενοχές, συνεχίζεται αυτό το πράγμα και δεν σταματάει. Από τη στιγμή που έχουμε διαπιστώσει μία τάση, έχουμε δει τα ανησυχητικά μηνύματα, η ίδια η Πολιτεία θα πρέπει συστατικά και διαχρονικά να επιλέγει πανεπιστήμια τα οποία θα πραγματοποιούν συνεχείς έρευνες για να παρακολουθούμε την πορεία αυτών των φαινομένων και να μπορούν να βρεθούν επιστήμονες στο πεδίο ώστε να βγαίνουν συμπεράσματα και να ακολουθούνται συγκεκριμένες πολιτικές αντιμετώπισης».

Η κοινωνιολόγος Κ. Φιτσιάλου τονίζει ότι το «κατάλληλο θύμα» βρίσκεται ακόμα στο πρώιμο στάδιο που βρισκόταν το παιδί που κάνει μπούλινγκ τώρα πριν ξεκινήσει τον εκφοβισμό. Αυτός «κάποια στιγμή μπορεί να γίνει θύτης. Ο λεγόμενος "κύκλος του δράματος" πρέπει να σπάσει. Πώς; Με το να καταλάβει ο θύτης και το θύμα τι συμβαίνει και γιατί. Αυτό μπορεί να γίνει με την παρακολούθηση από ειδικό, αυτά τα παιδιά πρέπει να τα βλέπουν κοινωνικές υπηρεσίες - από το σχολείο, τους δήμους, τους κοινωνικούς λειτουργούς. Οι δάσκαλοι είναι αφυπνισμένοι σε αυτό το κομμάτι, ενημερώνουν άμεσα το γονιό -και του θύτη και του θύματος-, εμένα μου τηλεφώνησαν όταν η κόρη μου, που είναι στο δημοτικό, δέχθηκε επίθεση από ένα άλλο παιδί. Μου ανέφεραν ότι έχουν ενημερωθεί οι γονείς του παιδιού - του έφεραν κοινωνική λειτουργό που είναι συνέχεια δίπλα του και μέσα στην τάξη. Λέγεται "παράλληλη στήριξη"». 

«Είναι σημαντικό να χτίζουμε σχέσεις εμπιστοσύνης με τα παιδιά, ώστε να βρίσκουν σε μας συμμάχους και να μιλάνε, όπως επίσης να γίνονται δράσεις ενίσχυσης της αυτοπεποίθησης των μαθητών, έτσι ώστε να μην βρίσκει έδαφος κανένας εκφοβισμός», υπογραμμίζει η φιλόλογος Φωτεινή Σακελλαροπούλου.

Η ψυχολόγος Μ. Σπυροπούλου επισημαίνει ότι «πλέον έχει μπει στην ατζέντα η έννοια της ψυχολογίας και της ψυχοθεραπείας, η έννοια των ειδικών και ευτυχώς μετά τον κορωνοϊό έσπασε κι αυτό το ταμπού, αλλά δεν είναι τα πράγματα τόσο διαυγή όσο νομίζουμε. Ακόμα και σύγχρονοι και μοντέρνοι άνθρωποι δεν δέχονται ότι το παιδί τους κάνει ψυχοθεραπεία, πάει μεν, αλλά το κρατάνε κρυφό. Έχω δουλέψει σε σχολεία και είναι θλιβερά υψηλό το ποσοστό των εκπαιδευτικών που δεν κάνουν ψυχοθεραπεία κι έχουν σχέση με παιδιά. Θεωρώ ότι όποιο επάγγελμα έχει σχέση με ανθρώπινο παράγοντα και δη ψυχισμό, πρέπει οπωσδήποτε να κάνει ψυχοθεραπεία για κάποιο καιρό». Και προσθέτει: «Εμείς οι ψυχαναλυτές λένε για τον μηχανισμό της επανάληψης, πώς θα σπάσει κάτι το οποίο επαναλαμβάνεται και γίνεται πεπρωμένο. Πώς θα σταματήσει να γίνεται πεπρωμένο και θα διαλέξει έναν άλλο δρόμο ο άνθρωπος ο τραυματισμένος. Μπορεί να αλλάξει το πεπρωμένο, ακόμα και μετά από 20 χρόνια, πρέπει να έρθει η συνειδητοποίηση, να το συνειδητοποιήσει το σπίτι. Ένας γονέας λέει ότι είναι αλέρτ και είναι. Αλλά αν όμως ο ίδιος δεν έχει καμία επαφή με τον εαυτό του, πώς είναι αλέρτ; Αν δεν έχει συνειδητοποιήσει τι γίνεται μέσα στο γάμο του ή την πρώτη του οικογένεια, ναι νοιάζεται για το παιδί του, δεν λέει ψέματα, αλλά το αφήνει ακάλυπτο γιατί έχει αφήσει ακάλυπτο ένα κομμάτι του εαυτού του».

Η κ. Σπυροπούλου προχωράει τη σκέψη της: «Όλοι οι άνθρωποι από τη στιγμή που γεννιούνται μέχρι τη στιγμή που θα κλείσουν τα μάτια τους, πρέπει να έχουν ένα όφελος στη ζωή και για να το έχεις, πρέπει να καταλάβεις πώς γεμίζεις, για να καταλάβεις πώς γεμίζει πρέπει να έρθεις σε επαφή με το τι λείπει και ποιο είναι το έλλειμμα. Δεν ξεκινάμε από την αγάπη, καταλήγουμε στην αγάπη. Ξεκινάμε από την επιθετικότητα, ξεκινάμε από την οργή - αυτό πρέπει να σκεφτούν οι κοινωνίες, ότι αυτή είναι η αρχή. Η αγάπη είναι το πολύ επεξεργασμένο που αφορά μία σχέση - κάποιος πρέπει να σε έχει αγαπήσει για να αγαπήσεις. Και στα παιδιά που εκφοβίζουν συστηματικά, κάτι έχει συμβεί. Και στα παιδιά που εκφοβίζονται συστηματικά, κάτι λείπει. Ένα έλλειμμα αγάπης. Η πραγματική, ουσιαστική αγάπη θωρακίζει».

Παρέμβαση με νομοσχέδιο

Η κατάσταση, κατά πώς φαίνεται, είχε οξυνθεί σε τέτοιο βαθμό, ώστε οδήγησε το υπουργείο Παιδείας σε παρέμβαση με νομοσχέδιο που σκοπεύει στην πρόληψη και αντιμετώπιση της ενδοσχολικής βίας.

Το νομοσχέδιο αναμένεται να έχει ως βασικό πυρήνα τη δημοσιοποίηση και την καταγραφή κάθε περιστατικού, ώστε κατόπιν να υπάρξει ένα πλαίσιο παρεμβάσεων από εκπαιδευτικούς, ψυχολόγους και κοινωνιολόγους. Βάσει των μέτρων που προτείνονται, το πρόβλημα θα αντιμετωπίζεται μέσα στη σχολική κοινότητα, χωρίς τιμωρητικές προθέσεις.

Θα στηρίζεται στους εξής άξονες:

  1. Πλατφόρμα για αναφορές περιστατικών ενδοσχολικής βίας.
  2. Αποδέκτες θα είναι οι υπεύθυνοι αντιμετώπισης της σχολικής βίας και εκφοβισμού σε κάθε σχολείο.
  3. Για κάθε περιστατικό, οι δύο υπεύθυνοι του σχολείου θα είναι σε άμεση επικοινωνία με την τετραμελή ομάδα δράσης της Πρωτοβάθμιας ή Δευτεροβάθμιας Διεύθυνσης.
  4. Οι ομάδες δράσης θα συντάσσουν ετήσιες εκθέσεις με τις παρατηρήσεις και τα συμπεράσματά τους με στόχο τη χάραξη μελλοντικής πολιτικής κατά της ενδοσχολικής βίας βάσει δεδομένων.