Ελλαδα

To συνωμοσιολογικό έγκλημα: Η εκμετάλλευση της περιέργειας της κοινής γνώμης

Από την αρχή της μαζικοποίησης της δημοσιογραφίας, το έγκλημα γίνεται βασική αναφορά της

Βασίλης Βαμβακάς
ΤΕΥΧΟΣ 846
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Τo έγκλημα, η ιδεολογική πόλωση και η προσπάθεια εμπλοκής του σε πολιτικές και κομματικές σκοπιμότητες.

Συχνά-πυκνά η επικαιρότητα ασχολείται με το έγκλημα και μάλιστα με τις πιο ακραίες εκδοχές του. H «εγκληματολογία» είναι μία από τις βασικές παραμέτρους της σύγχρονης ενημέρωσης, ανεξάρτητα από το εάν επιλέγονται στοιχεία δραματοποίησης και φαιδρής εμπορικής εκμετάλλευσης της περιέργειας της κοινής γνώμης για «απεχθείς» πράξεις ή ακολουθείται μια πιο ψυχρή καταγραφή των γεγονότων. Από την αρχή της μαζικοποίησης της δημοσιογραφίας, το έγκλημα γίνεται βασική αναφορά της: το «καθημερινό πολεμικό ανακοινωθέν» όπως έλεγε ο Μισέλ Φουκώ, που οριοθετεί σε μια σύγχρονη δημοκρατική δημόσια σφαίρα το νόμιμο και το παράνομο, το επιτρεπτό και ανεπίτρεπτο, το ιερό και το ανόσιο.

Εάν θέλαμε να κατηγοριοποιήσουμε σχηματικά τον τρόπο με τον οποίο καταγράφονται και κατά συνέπεια εξηγούνται τα εγκλήματα στον σύγχρονο κόσμο θα καταλήγαμε κυρίως σε τρεις τύπους (υπάρχει πλούσια βιβλιογραφία για το θέμα, εδώ επιχειρείται μια απλοποίησή της).

  1. Καταγραφές του εγκλήματος που στιγματίζουν τον θύτη, τη συμπεριφορά, την ηθική, τον ψυχισμό ή και το (εθνικό, ταξικό, ιδεολογικό ή άλλο) περιβάλλον καταγωγής του. Οι μετανάστες έχουν υπάρξει χαρακτηριστικές περιπτώσεις αυτού του στιγματισμού. Τα θύματα παίζουν δευτερεύοντα ρόλο, αφού αποτελούν απλά αφορμές για την εκδήλωση της προβληματικής συμπεριφοράς του θύτη. Μάλιστα πολλές φορές γίνονται διπλά θύματα, αφού στην προσπάθεια δαιμονοποίησης του εγκληματία εκτίθενται πτυχές τις δικής τους ιδιωτικής ζωής. Ενδεικτικότατο, το πρόσφατο παράδειγμα της 12χρονης που έπεσε θύμα βιασμού και σωματεμπορίας και εκτίθενται πράξεις και σκέψεις της για να φανεί το επαχθές των εκμεταλλευτών της.
  2. Καταγραφές του εγκλήματος που ηρωοποιούν τους θύτες, μέσα από μια έμμεση ή άμεση δικαιολόγηση της πράξης τους είτε για λόγους κοινωνικούς-οικονομικούς είτε για λόγους ψυχικούς και ιδεολογικούς. Πολλές φορές πράξεις νεανικής ή «αναρχικής» βίας στην Ελλάδα αντιμετωπίζονται ως αποτέλεσμα της εφηβικής απειθαρχίας ή της ριζοσπαστικότητας που με κάποιο τρόπο πρέπει να εκτονωθεί και άρα να κατανοηθεί και να γίνει εν μέρει αποδεκτή ή και αντικείμενο θαυμασμού. Τα θύματα με έναν περίεργο τρόπο γίνονται αρνητικοί πρωταγωνιστές, αφού αποτελούν τις εκδοχές του κοινωνικού προβλήματος απέναντι στο οποίο «ξεσπά» η νομιμοποιημένη παραβατικότητα. Π.χ. το ξύλο ή η μολότοφ στην αστυνομία συμβολίζει την αγανάκτηση στη χρόνια κατασταλτική της λογική.
  3. Καταγραφές του εγκλήματος που αγνοούν το θύμα και τον θύτη και ανάγουν την παραβατική πράξη σε αποτέλεσμα μιας γενικευμένης κοινωνικής ανομίας ή και οικονομικής φτώχειας. Οι ληστείες, τα επεισόδια στα γήπεδα, η παράνομη πορνεία πολλές φορές καταγράφονται δημοσιογραφικά μόνο και μόνο για να αναδειχτούν ευρύτερα κοινωνικά προβλήματα. Ένας πρόχειρος κοινωνιολογισμός σε αυτή την περίπτωση αναπαριστά ως θύτη συνολικά την κοινωνία και όχι κάποια συγκεκριμένα πρόσωπα ή ομάδες.

Αυτοί οι τρεις τύποι καταγραφής και ερμηνείας του εγκλήματος στο δημόσιο λόγο που επικεντρώνουν στον θύτη και όχι στο θύμα προκύπτουν κυρίως μέσα από τους δημοσιογραφικούς κώδικες που αναπτύσσονται την εποχή επιρροής της tabloid υφολογίας αλλά πολύ συχνά ενσωματώνουν επιστημονικές ή επιστημονικίζουσες απόψεις, νομικών, εγκληματολόγων, ψυχολόγων, κοινωνιολόγων ακόμη και αστρολόγων…. 

Στην εποχή της διαδικτυακής ενημέρωσης και «ερασιτεχνικής» δημοσιογραφίας που επιτρέπουν τα social media ανακύπτει ένας τέταρτος τύπος, ιδιαίτερα σημαντικός. Χωρίς να αποκλείει τις προηγούμενες λογικές αντιμετώπισης του εγκλήματος (τον στιγματισμό, την ηρωοποίηση ή την απενοχοποίηση του θύτη), ο τέταρτος τύπος έρχεται καταρχήν να αναζητήσει μια ξεκάθαρα πολιτική ερμηνεία του εγκλήματος. Στο πλαίσιο της συνωμοσιολογικής λογικής που ευημερεί στα διαδικτυακά κανάλια επικοινωνίας, το έγκλημα όχι μόνο θεωρείται παράγωγο κοινωνικών συνθηκών αλλά και έκφραση ή βραχίονας της πολιτικής εξουσίας, του «κατεστημένου». Ο σύγχρονος αντισυστημικός λόγος δεν αποδίδει πλέον στους αντιπάλους του τα εύσημα της εθνικής προδοσίας για να τους ανάγει σε εχθρούς (άλλωστε πολλές φορές εχθρεύεται την εθνική ταυτότητα) αλλά τους συνδέει με ορατά και αόρατα κυκλώματα εγκληματικότητας. 

Γνωρίζουμε ότι με βάση αυτή την πολιτικοποίηση του εγκλήματος της παιδεραστίας ο Ντόναλντ Τραμπ κατάφερε να πλήξει τη Χίλαρι Κλίντον αλλά και να στρατεύσει στο πλάι του την παραφροσύνη των πιστών του QΑnon που πήγαν να καταλάβουν το Καπιτώλιο μετά την εκλογική του ήττα. Σήμερα στην Ελλάδα η αντισυστημική σκανδαλοθηρική δημοσιογραφία τύπου Μακελειό, έχει επιχειρήσει ακριβώς το ίδιο όσον αφορά την κυβέρνηση της ΝΔ μετά την αποκάλυψη της υπόθεσης Λιγνάδη. Τώρα αναφανδόν στην ίδια λογική εντάσσεται η αξιωματική αντιπολίτευση με τον αρχηγό της Αλέξη Τσίπρα να αποδίδει ακόμη και την τραγική υπόθεση παιδεραστίας στον Κολωνό σε σκοτεινές δυνάμεις που ελέγχονται από το εγχώριο δεξιό κατεστημένο. 

Τα εγκλήματα είναι πολύ σοβαρή υπόθεση τόσο για να κατανοηθούν όσο και για να αντιμετωπιστούν, αλλά και να αφεθούν στην πατροπαράδοτη ιδεολογική μας πόλωση. Η προσπάθεια εμπλοκής τους σε πολιτικές και κομματικές σκοπιμότητες πέρα από την εκ νέου δηλητηρίαση του δημόσιου λόγου στην Ελλάδα με δόσεις μνησίκακου εκφασισμού, θα προκαλέσουν ανυπολόγιστη ζημιά στην ίδια την καταπολέμηση του εγκλήματος. Δεν είναι ότι στο έγκλημα δεν ενυπάρχουν περίπλοκες σχέσεις εξουσίας, όμως αυτές σπάνια αφορούν τη δημόσια πολιτική ζωή. Περισσότερο έχουν να κάνουν με την ιδιωτική και οικογενειακή σφαίρα. Αν θέλουμε να καταλάβουμε πιο πολύ θα ωφελήσει να ξαναδούμε τις ταινίες του ελληνικού παράξενου (weird ) κινηματογράφου παρά να ξαναμπούμε στον φαύλο κύκλο του λαϊκιστικού μιζεραμπιλισμού. Και, το σημαντικότερο, είναι προτιμότερο να προσπαθήσουμε να θεραπεύσουμε τα τραύματα των πραγματικών θυμάτων παρά να τα αγνοήσουμε προς χάριν της έλξης που μας ασκούν ορατοί και αόρατοι θύτες.