- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Ποια είναι η Ελλάδα Στασίνογλου πίσω από το μήνυμα «Είμαι άνθρωπος, όχι σκουπίδι»;
«Σαν ξένη σε έναν τόπο νιώθω πάντα περίεργα. Νιώθω ότι δεν ανήκω πουθενά. Βαθιά μέσα μου αισθάνομαι ότι όλοι οι άνθρωποι είναι κάπως έτσι»
Ελλάδα Στασίνογλου, η 16χρονη δημιουργός του stasis hellas, το μήνυμα «Είμαι άνθρωπος, όχι σκουπίδι», η ζωή στην Ελλάδα, η προσφυγιά και η παιδική εκμετάλλευση.
Η βραδιά της Παρασκευής στους δρόμους των Αμπελοκήπων, λίγο πριν τα μεσάνυχτα, είχε μέσα της κάτι από ανθρωπιστική κρίση. Άνθρωποι όλων των ηλικιών κρατάνε «πειραματικά» το κινητό τους μπροστά από έναν κάδο απορριμμάτων και πριν καν το καταλάβω τους πλησιάζω διστακτικά. Μερικοί ψιθυρίζουν πως έχουν δει την αφίσα που είναι κολλημένη στον κάδο στη Βούλα, άλλοι στο Κερατσίνι, κάποιοι στη γειτονιά τους, στην επαρχία και αρκετοί φοιτητές στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. H εικόνα μιας προσφυγοπούλας με σωσίβιο, τα έντονα χρώματα, το τεράστιο QR και το λακωνικό μήνυμα «Είμαι άνθρωπος, όχι σκουπίδι» με κάνουν να κοιτάζω αρκετά λεπτά χωρίς να καταλαβαίνω ιδιαίτερα. Σκανάρω το QR όπως όλοι και η ταινία που με ένα κλικ εμφανίζεται να παίζει σαν ολόγραμμα πάνω στην αφίσα, προβάλλεται με τη μορφή επεισοδίων μπροστά μου. Παιδική εκμετάλλευση και τράφικινγκ με πρωταγωνίστρια τη μικρή Χάγια που αποχωρίζεται την οικογένειά της και με βάρκα έρχεται σε έναν νέο τόπο, ζωντανεύουν ξαφνικά. Λίγο πιο πέρα κοιτάζω έναν μεσήλικα που προσπαθεί να σκίσει την αφίσα αλλά μάταια. Εκείνη δεν περνά απαρατήρητη, ούτε φεύγει εύκολα. Διασχίζω το δρομάκι και σκέφτομαι το street art installation, μελαγχολώ και σκρολάρω στο site που με παρέπεμψε τo QR για να βρω ποια είναι η 16χρονη Ελλάδα Στασίνογλου που δημιούργησε την πρωτότυπη διαδραστική και δωρεάν εφαρμογή για κινητά «stasis hellas» για να σατιρίσει τις αξίες, τις συμπεριφορές και τα σύνδρομα της ελληνικής φυλής.
Στο ξεχασμένο ραδιοφωνάκι του σπιτιού μου τώρα παίζει το Too Much To Ask των Arctic Monkeys. Το σιγοτραγουδάω ενώ είμαι απορροφημένη, ανταλλάσσοντας τα πρώτα μου διαδικτυακά μηνύματα με την Ελίτα -όπως της αρέσει να την αποκαλούν-. Μου διευκρινίζει εξαρχής πως δεν της επιτρέπεται να με συναντήσει από κοντά ούτε και να τα «πούμε» τηλεφωνικά, οπότε αυτομάτως η επικοινωνία μας περιορίζεται και η δική μου περιέργεια έχει αρχίσει να κάνει ατελείωτα ταξίδια σε βυθισμένες ερωτήσεις. Χωρίς πολλά πολλά της ζητάω να μου στείλει μια φωτογραφία της, αισθάνομαι πώς έχω ανάγκη να την πλάσω στο μυαλό μου αλλά η απάντησή της είναι αρνητική. «Έχω μόνο ένα πορτραίτο μου δυστυχώς» μου απαντάει ευγενικά. Δεν το ζητάω για την ώρα και απορώ με μένα, προτιμώ να αφήσω αυτό το μυστήριο γύρω από την επικοινωνία μας, που αρχίζει ξαφνικά να μου αρέσει. Την φαντάζομαι ψηλή για την ηλικία της, χαμογελαστή με μεγάλα μάτια και χείλη, πολύχρωμα μαλλιά και δυναμική από εκείνους τους έφηβους που έχουν να σου διηγηθούν ιστορίες που σε αγγίζουν, ιστορίες που δεν μπορείς να σταματήσεις να τις ακούς.
Ασχολείται από μικρή με τον προγραμματισμό και τα animation. Λατρεύει τα ζώα, τα λουλούδια και ειδικότερα τις συνθέσεις ικεμπάνα και τη φύση. Αγαπά τα ταξίδια και της αρέσουν τα παιχνίδια με το βλέμμα και το φως, οι οφθαλμαπάτες και να κατασκευάζει γρίφους. Ξεκινάει πρώτα στήνοντας φανταστικά σενάρια. Τα περνάει γρήγορα σε σκίτσα ενώ τους προσθέτει έτοιμες εικόνες που βρίσκει δεξιά κι αριστερά και μετά τα παρατάει και ασχολείται με τα μαθήματά της. «Όταν επανέρθω και καταλήξω αρχίζω και ψάχνω για συνεργάτες. Ευτυχώς στην οικογένεια όλοι βοηθάνε. Ό,τι κάνω το κάνω πρώτα για να περάσω εγώ καλά. Δεν με ενδιαφέρει η δημοσιότητα. Μου φτάνει ότι το καινούργιο έργο μου έχει εξαπλωθεί σε όλη τη χώρα. Για περισσότερα υπάρχει η ιστοσελίδα μου και τα social. Θέλω η εικόνα μου να μου ανήκει και να την ελέγχω μόνο εγώ. Χωρίς την βοήθεια της οικογένειάς μου και πολλών φίλων και συμμαθητών δεν θα τα είχα καταφέρει. Πολλές αφίσες τις κολλάω εγώ η ίδια προκειμένου να κάνω promotion και να γνωρίσω κόσμο από κοντά. Μου αρέσει πολύ αυτή η εμπειρία. Τους εξηγώ για την επαυξημένη πραγματικότητα, τους λέω για το 1922, τους πρόσφυγες και το σήμερα και ακούω τα σχόλιά τους. Μετά, πίσω στον υπολογιστή, ξεκινάω πάλι από την αρχή» μου λέει κι εγώ πιστεύω πως χαμογελάει κάπου εκεί πίσω από την οθόνη του υπολογιστή της για όσα έχει καταφέρει.
Οι γονείς της κατάγονται από τη Μικρά Ασία και τη βάφτισαν Ελλάδα εις μνήμην της Καταστροφής. Μεγάλωσε με ιστορίες από τη Μικρά Ασία αφού οι δικοί της είχαν πάντα κάτι να διηγηθούν στα αδέλφια της και σε εκείνη, τα χαμένα μεγαλεία, το φιάσκο της Μεγάλης Ιδέας, τους Αρμένιους και τους Πόντιους, αλλά και το πώς αντιμετώπισε η τότε Ελλάδα τους πρόσφυγες. Η μητέρα της τής έδειξε πώς να φυσάει γυαλί, με μια λέξη «μαγικό» γι' αυτή. Όταν κολυμπάει νιώθει ότι είναι μέσα σε γυαλί το οποίο πλάθει όπως εκείνη θέλει. Είναι πολύ κοντά στη γη, θέλει να πιάνει τα πράγματα με τα χέρια της και να τα μυρίζει. Θέλει οι θεατές της να σταθούν μπροστά στον κάδο και να έχουν μια εμπειρία με όλες τις αισθήσεις τους.
Ο πατέρας της πάλι της έμαθε να μην ντρέπεται να μοιράζεται και να μην απογοητεύεται ποτέ. Στα ξένα σχολεία που πήγε ποτέ δεν αναφέρθηκε κανένας σε αυτή τη ιστορία της Ελλάδας που της έμαθε. Οι Τούρκοι και οι Αρμένιοι συμμαθητές της δεν είχαν ιδέα. Τελικά εκείνη χαίρεται που οι γονείς της επέμειναν να πάει στο σαββατιανό ελληνικό. Τώρα γνωρίζει κάποια πράγματα για το 1821 και την Μικρασιατική Καταστροφή ωστόσο, σήμερα στην Αθήνα κανείς από την παρέα της δεν ασχολείται με αυτά.
Από τις 15 Απριλίου μέχρι σήμερα τα δύο επεισόδια που έχουν κυκλοφορήσει στην εφαρμογή της τα έχουν δει πάνω από 90.000 άνθρωποι. Από αυτούς το 30% είναι ξένοι τουρίστες στη χώρα ενώ αφίσες έχουν κολληθεί πάνω από 8.000 σε όλη την επαρχία και συνεχίζουν. «Κολλάμε σε κάδους με τρόπο ώστε να μην κινδυνεύει ο κόσμος από τα αυτοκίνητα όταν τις σκανάρει. Τις βάζουμε σε γειτονιές όπου δεν το περιμένεις, όπως στα πλούσια προάστια. Κάποιοι δήμοι τις βγάζουν αμέσως, όπως στη Γλυφάδα. Αλλά αυτή είναι η δυσκολία να κάνεις τέχνη στον δημόσιο χώρο».
Ποια είναι η Χάγια στην πραγματικότητα, τη ρωτάω; «Η ηρωίδα μου βασίζεται στην κολλητή μου στο Μόντρεαλ που λέγεται κι αυτή Χάγια και έχει καταγωγή από την Δομινικανή Δημοκρατία. Την πραγματική Χάγια την αγαπώ πολύ και μοιάζουμε σε πολλά. Την ημέρα του αποχαιρετισμού μού πρόσφερε ένα κλαδί αληθινής ελιάς. Δεν θέλει να μου πει πού το βρήκε, αλλά είμαι σίγουρη ότι το έκοψε κρυφά από κάποιο ελληνικό εστιατόριο. Σαν ξένη σε έναν τόπο νιώθω πάντα περίεργα. Νοιώθω ότι δεν ανήκω πουθενά. Βαθιά μέσα μου νοιώθω ότι όλοι οι άνθρωποι είναι κάπως έτσι. Η Αφρική έχει καταντήσει ο σκουπιδότοπος του πλανήτη. Εκεί που εμφανίστηκε ο άνθρωπος εκεί έχουμε όλοι μας συνειδητά επιλέξει να πετάμε τα σκουπίδια μας. Τι ειρωνεία! Από την αρχή ήθελα η ηρωίδα μου να έρχεται στην Ελλάδα από την Αφρική».
Στο δεύτερο επεισόδιο συναντάμε καινούργιους χαρακτήρες καθώς βυθιζόμαστε στον υπόκοσμο μιας σκληρής και απάνθρωπης Αθήνας. Το τρέχον επεισόδιο της ταινίας θα προβάλλεται πάνω σε όλες τις αφίσες μέχρι και τα μέσα Σεπτεμβρίου. «Η ιδέα ξεκίνησε από το Netflix και τις σειρές σε επεισόδια. Θέλω να δημιουργήσω μια σχέση με το κοινό. Κάθε καινούργιο επεισόδιο είναι η συνέχεια του προηγούμενου. Δεν ξέρω πώς θα τελειώσει η όλη δράση. Γράφω και σχεδιάζω παίρνοντας ιδέες από το σήμερα και από αυτά που συμβαίνουν γύρω μου. Δουλεύω γρήγορα και δεν με ενδιαφέρει το τελικό αισθητικό αποτέλεσμα.
Φέτος κατέληξα βέβαια σε έναν πιο μαζικό τρόπο καλλιτεχνικής παρέμβασης στον δημόσιο χώρο. Ευτυχώς η γρήγορη εξέλιξη της επαυξημένης πραγματικότητας μέσω web με βοήθησε να συνδυάσω την χάρτινη αφίσα με την προβολή της ψηφιακής ταινίας μου μόνο με μια απλή σύνδεση. Και το καλύτερο: διαπίστωσα ότι οι αμέτρητοι κάδοι σκουπιδιών προσφέρονται ως κατάλληλη επιφάνεια για αφισοκόλληση όλο τον χρόνο. Η ιδέα να συνδυάσω σκουπίδια με ανθρώπους για να θίξω την στάση της κοινωνίας απέναντι στους πρόσφυγες και στις μειονότητες μου φάνηκε ιδανική και φυσικά μέσα από αυτό να σαρκάσω και την έννοια της τέχνης. Είμαι πολύ ευχαριστημένη με το αποτέλεσμα. Θέλω να μιλήσω για τα παιδιά των προσφύγων. Νομίζω ότι αυτά είναι τα πραγματικά θύματα. Η σεξουαλική εκμετάλλευση, το τράφικινκ, το εμπόριο οργάνων και η δουλεία με προβληματίζουν πολύ. Δυστυχώς από το 1922 μέχρι και σήμερα δεν άλλαξαν και πολλά. Δεν ενδιαφέρομαι για την πολιτική, την στρατιωτική και εθνική διάσταση του θέματος. Όλα αυτά είναι βαρετά. Εγώ βλέπω το 1922 και κάθε 22 ως ανθρωπιστική κρίση».
«To κοριτσάκι που πετά» πού θέλει να φτάσει;
Πρόκειται για την κούκλα που φέρνει η Χάγια μαζί της. Είναι το μόνο στοιχείο που την ενώνει με την πατρίδα της. Η σκηνή είναι φανταστική και συμβολίζει την απώλεια της ταυτότητας. Όταν είσαι ξένος σε μια καινούργια χώρα, το πρώτο που νιώθεις ότι βάλλεται είναι η ταυτότητά σου. Εδώ εγώ χρησιμοποιώ την κούκλα ως ένα εργαλείο αφήγησης για να δείξω την ζωή στην πόλη και για να εισάγω και άλλους χαρακτήρες.
Ανανεώνεις τις αφίσες σε σχεδόν καθημερινή βάση προσδίδοντας έτσι στην όλη δράση μια πρωτόγνωρη διάσταση διαχρονικότητας. Με ποιον τρόπο το πετυχαίνεις;
Αυτό το είδα όταν ήμουν μικρή στη Σανγκάη. Πάνω σε μια ξεφτισμένη αφίσα εμφανιζόταν ξαφνικά η ίδια αφίσα αλλά φρεσκοτυπωμένη. Το θέμα ήταν το ίδιο αλλά τώρα το μήνυμα ήταν διαφορετικό. Τέσσερα διαφορετικά μηνύματα, ένα για κάθε νέα εποχή του χρόνου. Το ψάξαμε με τον πατέρα μου, αγοράσαμε το μυθιστόρημα της διαφήμισης και διαπιστώσαμε ότι και αυτό χωριζόταν σε τέσσερα μέρη, ένα για κάθε εποχή. Το περίεργο ήταν ότι οι σελίδες ήταν κολλημένες, όπως στα παλιά βιβλία. Έπρεπε να ξεκολλήσεις τις σελίδες για να διαβάσεις τη συνέχεια. Οι Κινέζοι έχουν μια ιδιαίτερη σχέση με το χαρτί. Σκέφτηκα ότι, αφού η αφίσα είναι μέσο της πόλης, γιατί να μην χρησιμοποιείται περισσότερο και να μην έχει μεγαλύτερη διάρκεια; Και ως έργο τέχνης σε ένα περιβάλλον που όλα αλλάζουν γρήγορα, γιατί να μην δείχνει την ηλικία της; Πάνω στην αφίσα μπορώ να προβάλω επίσης και άλλες ταινίες πάνω στο ίδιο θέμα. Ολόκληρο φεστιβάλ ταινιών μπορεί να προβληθεί. Θέλω η διεργασία να είναι μέρος του έργου. Ν' ανοίγω το εργαστήρι μου στο κοινό.
Πολλοί ζήτησαν να πάρουν σπίτι τους μια αφίσα. Κάποιος μου πρόσφερε χρήματα για το επόμενο έργο μου, όποιο και αν είναι αυτό. Ένας μαθητής από το Κερατσίνι μετέφερε τον κάδο στην τάξη του για να δείξει πώς λειτουργεί. Ένας αρχιτέκτονας από τα νότια προάστια μου ζήτησε να βάζω αφίσες στους κάδους έξω από κτίριά του. Γενικά υπάρχει ένας ενθουσιασμός. Στο Περιστέρι, στο Κερατσίνι, στον Βόλο και στη Λάρισα όλοι ήταν πολύ φιλόξενοι. Πολλοί ηλικιωμένοι βρήκαν το μήνυμα πολύ εύστοχο. Κάποιοι νόμιζαν βέβαια ότι είμαστε του «ΑΝΤΑΡΣΥΑ», ενώ σε κάποιους άλλους δεν άρεσε η ιδέα της τέχνης πάνω σε κάδο που μυρίζει. Εγώ τους απαντώ ότι «η τέχνη θέλει θυσίες». Ο δημόσιος χώρος άλλωστε είναι η ιδανική παιδική χαρά. Αν και χαώδης, όλοι εκεί τελικά συναντιόμαστε και εκφραζόμαστε ελεύθερα. Έχει τους δικούς του άγραφους κανόνες τους οποίους όλοι, διά μαγείας, σεβόμαστε. Στην Ελλάδα, ο Έλληνας δεν έχει καθόλου καλή σχέση με τον δημόσιο χώρο. Δεν έχει καν σχέση! Αυτό θέλω να το αλλάξω.
Και συνεχίζει: «Η Αθήνα είναι μια μαγική πόλη. Τώρα την ξέρω καλά. Κάθε βράδυ μετά τα μαθήματα βγαίναμε για 2 ώρες για να κολλήσουμε αφίσες. Η συνεχής αφισοκόλληση έγινε κάτι σαν τελετή, κάτι σαν μέρος του όλου έργου. Εκεί έξω είδα απίστευτα πράγματα τα οποία θέλω να βάλω στις ταινίες μου. Παρατήρησα ότι συνήθως αποφεύγουμε τους κάδους. Όπως κάνουμε και με ανθρώπους που νιώθουμε ότι μας απειλούν. Αυτό είναι λάθος. Οι κάδοι είναι παντού. Το ίδιο και οι άνθρωποι που αναγκάστηκαν να έρθουν στη χώρα μας. Πρέπει να μάθουμε να ζούμε μαζί τους. Εγώ βλέπω τον κάδο ως ένα installation το οποίο έρχεται σε εσένα, στη γειτονιά σου, όλο τον χρόνο. Δεν χρειάζεται να πας σε ένα μουσείο για να το δεις. Η τέχνη βρίσκεται παντού. Ίσως να προσπαθώ να πω ότι η σχέση μας με την τέχνη είναι πιο απλή απ' ό,τι νομίζουμε.
Συγκεκριμένα, με την επαυξημένη πραγματικότητα έχω τη δυνατότητα να σκανάρω το γύρω μου περιβάλλον για να ανακαλύψω κάτι καινούργιο που υπάρχει αλλά δεν το βλέπω. Αν και πολύ καινούργια, πιστεύω ότι η ΕΠ έχει και αφηγηματικές δυνατότητες. Ναι, μπορεί να δημιουργήσει και να μεταφέρει συναισθήματα. Κάτι σαν ένα ζωντανό γκράφιτι σε συνεχή εξέλιξη. Αλλά τώρα η αναπαράσταση έχει γίνει ακόμα πιο δυναμική – βασίζεται στην συμμετοχή του θεατή. Οι ταμπέλες και οι αφίσες θα μας μιλάνε μέσα από βίντεο και ήχους. Όλα θα είναι σαν να χορεύουν. Και το σημαντικότερο, θα μας παρουσιάζουν αυτό που θέλουμε να δούμε».
Και οι αφίσες «ξεθωριάζουν»;
Αν οι αφίσες δεν ξεθώριαζαν, κανείς δεν θα πρόσεχε ότι κάτι καινούργιο συμβαίνει, ότι προβάλλεται το νέο επεισόδιο. Όταν βλέπεις το ίδιο πράγμα κάθε μέρα, δημιουργείς μια υποσυνείδητη σχέση μαζί του. Αν αυτό αλλάζει, τότε νιώθεις ότι είναι «ζωντανό», όπως εσύ. Αυτό εμένα μου φαίνεται ότι κάνει το έργο μου διαχρονικό. Εφήμερο μεν, αλλά πέρα από τα όρια του χρόνου. Δεν θέλω να με πιέζει ο χρόνος. Θέλω ο θεατής να απολαμβάνει το έργο μου σύμφωνα με την δική του ταχύτητα. Εξ ου και η λέξη «Aπόλαυσε» πάνω στην αφίσα. Κάτι σπάνιο στην ψηφιακή εποχή μας όπου όλα μετριούνται με την ταχύτητα.
Νέο επεισόδιο 15 Σεπτεμβρίου, οι ημερομηνίες είναι συμβολικές;
Η 15η Σεπτεμβρίου είναι συμβολική. Φόρος τιμής στην Καταστροφή της Σμύρνης. Το ενδιάμεσο διάστημα των δύο μηνών ανάμεσα στα επεισόδια είναι αρκετό για να αναπτύξω το κάθε φιλμ. Επίσης, θέλω έτσι να έχω τον χρόνο να χωνέψω την καθημερινότητα και να εντάξω καινούργια στοιχεία στα φιλμ ανάλογα με το τι συμβαίνει. Παρακολουθώ λιγάκι την επικαιρότητα και προσπαθώ να παίρνω ιδέες. Μου αρέσει να μην έχω αποφασίσει το τέλος αλλά να ανταποκρίνομαι σε αυτά που συμβαίνουν γύρω μου. Το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι το επεισόδιο που θα βγει στις 15 Σεπτεμβρίου θα αναφέρεται στο 1922 για να καταλήξουμε ότι τελικά δεν έχουν αλλάξει και πολλά πράγματα από τότε. Η συνέχεια έπεται να είναι σκληρή και πολύ ρεαλιστική.
Η όλη δράση «θα πάει μέχρι τέλη της χρονιάς, με καινούργια επεισόδια, έτσι για να σπάσει ο τσαμπουκάς του παλιοσυστήματος».
Τα μουσεία τα βαριέμαι, μου μυρίζουν μούχλα. Υπάρχει ένα ολόκληρο σύστημα από πίσω. Όλα είναι δημόσιες σχέσεις. Στον Καναδά κρίνουν την τέχνη σύμφωνα με την τεχνολογική πρωτοτυπία της. Έστειλα ένα φιλμάκι μου σε φεστιβάλ και το έκοψαν επειδή είχε «κλεμμένες εικόνες». Ε, όχι. Προτιμώ να φτιάξω τη δική μου πλατφόρμα και να την μοιραστώ με τον κόσμο χωρίς ενδιάμεσους.
Stasis hellas και Ελλάδα Στασίνογλου
Ο τίτλος stasis hellas επιλέχτηκε ως ένα παιχνίδι με το όνομά της αλλά και ως ένας τρόπος για να δέσει το έργο με τις στάσεις λεωφορείων. «Είναι και μια ατάκα που σε καλεί (όπως ο big brother) να σταματήσεις για λίγο και να σκεφτείς. Πιστεύω ότι, όταν δημιουργείς κάτι, αυτό που βγαίνει έχει πάντα σχέση με τα καθημερινά γεγονότα. Πέρυσι τα 200 χρόνια από το 1821 και φέτος τα 100 χρόνια από την Μικρά Ασία μου φάνηκαν ως η κατάλληλη ευκαιρία και ενδιαφέρον θέμα. Γιατί να μην πω πώς βλέπω εγώ την πρώτη πατρίδα μου; Όταν είσαι στον δρόμο το μήνυμά σου πρέπει να είναι άμεσο, κατανοητό και να προκαλεί. Το 2021, για το πρώτο έργο μου, την εφαρμογή stasishellas, επέλεξα τις στάσεις λεωφορείου. Τι καλύτερο από το να ζητήσω από τον κόσμο που περιμένει στη στάση να κατεβάσει μια δωρεάν σατιρική εφαρμογή για τη σύγχρονη ελληνική κοινωνία; Εφαρμόζοντας την επαυξημένη πραγματικότητα σχολίασα την θέση της γυναίκας, το προσφυγικό, την σχέση της Ελλάδας με την Ευρώπη, τον πόλεμο και τους εξοπλισμούς, την γραφειοκρατία, τον ρόλο των media και πολλά άλλα. Σε πολύ κόσμο δεν άρεσε, αλλά αρκετοί, ειδικά η νεολαία, κατάλαβε ότι όλο αυτό ήταν μια προσωπική περιπέτεια με σκοπό το χιούμορ και μου έστειλε θετικά σχόλια.
Covid, δύσκολα βιώματα και προσφυγικό
«Κατ’ αρχάς ο covid. Αυτό με έκανε να δω τον δημόσιο χώρο και το ελληνικό φως με άλλο βλέμμα και να σκεφτώ για το τι είναι τέχνη. Ο ρατσισμός και η ξενοφοβία είναι πράγματα που επίσης συνάντησα στην Ελλάδα καθώς και μια περίεργη σχέση με την εκκλησία. Με ενοχλεί πολύ που το κράτος δεν τα κατάφερε με το προσφυγικό. Θυμάμαι τις εικόνες από τους πρόσφυγες μέσα στις βάρκες να παίζουν συνέχεια στις κινέζικες ειδήσεις. Τότε, το 2015, δεν κατάλαβα πολλά. Μόνο θυμάμαι τον πατέρα μου να κλαίει. Ξαφνικά το σπίτι γέμισε με βιβλία για τη Μικρά Ασία και τη Σμύρνη. Σήμερα βλέπω ότι δεν έχουν αλλάξει και πολλά από το 1922. Νιώθω ότι έγινα ρεζίλι ως Ελληνίδα. Στεναχωρήθηκα πολύ και με τη νεολαία που εν μέσω covid δεν συμπαραστάθηκε στους ηλικιωμένους. Αυτό μου λέει ότι σαπίζουμε σαν κοινωνία».
Τι σε ενοχλεί περισσότερο στα νέα άτομα και τι είναι αυτό που θαυμάζεις περισσότερο σε αυτά;
Οι συμμαθητές μου και οι φίλοι μου είναι γεμάτοι όνειρα και φαντασία. Αλλά είναι πολύ δεμένοι με την οικογένεια. Δεν παίρνουν εύκολα πρωτοβουλίες. Περιμένουν πρώτα από τους άλλους. Και δύσκολα συνεργάζονται μεταξύ τους. Στο σχολείο συζητάμε συνέχεια για τις πανελλήνιες. Δεν υπάρχει καιρός για έρωτα και ταξίδια. Τι θα άλλαζα; Θα έβαζα περισσότερο χρώμα, πράσινο και νερό στις πόλεις, θα γκρέμιζα όλα τα σχολεία, θα πλήρωνα καλύτερα τους δασκάλους και τους γιατρούς.
Το σίγουρο είναι πως η Ελίτα δεν έχει ιδέα τι θέλει να σπουδάσει. Δεν βιάζεται άλλωστε. Θέλει πρώτα να ταξιδέψει και να γνωρίσει καλύτερα την Αφρική. Αυτό που δεν έχει πει στον κόσμο μέχρι σήμερα είναι «Να ζουν περισσότερο στο τώρα και να απολαμβάνουν την κάθε στιγμή. Να νοιάζονται για τους ανθρώπους ανεξάρτητα από το χρώμα, την ηλικία, τη γλώσσα και την καταγωγή. Να ευαισθητοποιηθούν τα νέα παιδιά και να κάνουν αυτό που τους αρέσει. Θέλω να μην σκοντάφτουμε σε φανταστικά εμπόδια και να καταλάβουμε ότι υπάρχουν τρόποι να γίνουν πράγματα με πολύ λίγα μέσα. Πρώτα απ' όλα, η ιδέα. Να μιλήσουμε για τα καθημερινά μας προβλήματα, να πάρουμε τα πράγματα στα χέρια μας και να μάθουμε να συνεργαζόμαστε χωρίς εγωισμούς. Έχω δει απίστευτα ταλέντα γύρω μου τα οποία ζηλεύω και θα ήθελα να κάνουμε πράγματα μαζί».