- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
O Θεόφιλος Σεχίδης και η πενταπλή δολοφονία
Το ταραγμένο μυαλό, η έμμονη ιδέα και οι δολοφονίες των συγγενών του
Υπόθεση Θεόφιλου Σεχίδη: Ο «Σφαγέας της Θάσου» που σκότωσε και τεμάχισε πέντε μέλη της οικογένειάς του. Η σχιζοφρένεια και η καταδίκη σε πέντε φορές ισόβια.
Από τον Μάιο του 1996 η Ελένη Σεχίδη, μόνιμη κάτοικος Βελγίου, προσπαθούσε μάταια να επικοινωνήσει με τον άντρα της, τον 58χρονο Βασίλη Σεχίδη, ο οποίος είχε έρθει στην Ελλάδα να επισκεφτεί συγγενείς και τα ίχνη του χάθηκαν. Στον Λιμένα Θάσου έμενε η τετραμελής οικογένεια του αδερφού του, Δημήτρη: o Δημήτρης Σεχίδης, που ήταν δάσκαλος, η γυναίκα του Μαρία και τα παιδιά τους, η μεγάλη κόρη Ερμιόνη, που έπασχε από σχιζοφρένεια, και ο 22χρονος Θεόφιλος που φοιτούσε στη Νομική Σχολή της Κομοτηνής. Η Ελένη Σεχίδη μόνο με τον Θεόφιλο είχε καταφέρει να μιλήσει στο τηλέφωνο, ο οποίος κάθε φορά έλεγε στη θεία του ότι οι δικοί του έλειπαν σε ταξίδι στο εξωτερικό. Η γυναίκα απευθύνθηκε στη βελγική αστυνομία, αλλά όταν οι σχετικές έρευνες αποδείχτηκαν άκαρπες εξαιτίας της απόστασης, αποφάσισε να έρθει η ίδια στην Ελλάδα.
Η Ελένη Σεχίδη ταξίδεψε στον Τριπόταμο Φλώρινας, χωριό καταγωγής της οικογένειας, προσπαθώντας να εντοπίσει τα ίχνη του άντρα της. Στις 3 Αυγούστου πήγε εκεί και ο Θεόφιλος Σεχίδης, προσποιούμενος τάχα ότι αναζητούσε κι εκείνος την οικογένειά του ρωτώντας φίλους και χωριανούς. Η θεία του βρήκε εντελώς αλλόκοτη τη συμπεριφορά του ανιψιού της. Άλλωστε ήξερε ότι ο Σεχίδης παρουσίασε τα πρώτα δείγματα παράξενης συμπεριφοράς όταν τελείωσε το γυμνάσιο − τότε η ίδια και ο άντρας της υποψιάζονταν ότι είχε σχέσεις με σατανιστικές οργανώσεις. Ο σύζυγός της είχε έρθει από το Βέλγιο για να το συζητήσει με την υπόλοιπη οικογένεια και να προσπαθήσει να συνετίσει τον Θεόφιλο. «Είχε έρθει από το Βέλγιο για να συνεννοηθούν με τον πατέρα μου και να με κλείσουν σε ίδρυμα», είπε ο Θεόφιλος Σεχίδης αργότερα.
Λίγες μέρες νωρίτερα, στις 21 Ιουλίου, σε έλεγχο που είχε γίνει στο αυτοκίνητό του στην περιοχή της Καβάλας, είχαν βρεθεί μια κοντόκανη καραμπίνα, ένα κυνηγετικό όπλο και φυσίγγια. Το δικαστήριο τον καταδίκασε σε δεκάμηνη φυλάκιση και πρόστιμο 700.000 δρχ., με τριετή αναστολή λόγω του γεγονότος ότι είχε λευκό ποινικό μητρώο και αφέθηκε ελεύθερος. Το στοιχείο αυτό, σε συνδυασμό με το γεγονός πως κατά την εξέτασή του ο Σεχίδης δεν μπορούσε να δώσει πειστικές απαντήσεις για το πού βρίσκονται οι πέντε συγγενείς του, ενέτεινε τις υποψίες των αστυνομικών της Ασφάλειας Θεσσαλονίκης ότι πιθανώς σχετίζεται με την εξαφάνισή τους. Άλλωστε έπεφτε και σε συχνές αντιφάσεις.
Στις 8 Αυγούστου οι αρχές συνέλαβαν τελικά τον Θεόφιλο Σεχίδη και τον οδήγησαν στην Ασφάλεια Θεσσαλονίκης ως ύποπτο για τη δολοφονία των πέντε μελών της οικογένειας. Ύστερα από πολύωρη ανάκριση ο δράστης ομολόγησε ότι σκότωσε τον πατέρα, τη μητέρα, την αδελφή, τον θείο και τη γιαγιά του. «Ήταν άρρωστοι και ήθελα να τους λυτρώσω» δήλωσε. Η έμμονη ιδέα του ήταν ότι του έλεγαν ψέματα για το ποια ήταν η μητέρα του.
«Ήθελαν να με βγάλουν από τη μέση και πρόλαβα να τους σκοτώσω πρώτος. Υπήρχε συνωμοσία σε βάρος μου. Βρισκόμουν εν αμύνη. Μου έκαναν ψυχολογικό πόλεμο επειδή ήξερα ότι ήμουν άλλης μάνας παιδί και δεν μου έλεγαν την αλήθεια. Τους ξέκανα για να μην με ξεκάνουν».
Ο πρώτος φόνος έγινε το πρωί της 19ης Μαΐου, στην περιοχή της αρχαίας ακρόπολης της Θάσου. Ο Θεόφιλος Σεχίδης πήγε εκεί με τον θείο του, Βασίλη, για να συζητήσουν. Η συζήτηση άρχισε να γίνεται έντονη και μετατράπηκε σε άγρια λογομαχία.
«Προσπάθησε να με χτυπήσει με ένα μαχαίρι. Τον έσπρωξα και έπεσε σε γκρεμό, από ύψος 10 μέτρων. Κατέβηκα κάτω και τον είδα να ψυχορραγεί. Και για να μη βασανίζεται άλλο, του έκοψα με το μαχαίρι το κεφάλι», υποστήριξε ο δράστης.
Στη συνέχεια έκρυψε το πτώμα σε θάμνους. Μετά έφυγε, αγόρασε ένα καινούριο πουκάμισο και ένα κυνηγετικό όπλο και πήγε σπίτι να περιμένει τους υπόλοιπους της οικογένειας.
Πρώτος μπήκε στο σπίτι ο 55χρονος πατέρας του Θεόφιλου, ο Δημήτρης, και ξέσπασε καινούργιος καβγάς. «Ο πατέρας μου είχε ένα μαχαίρι, φοβήθηκα», είπε. «Μόλις γύρισε για να πάει στην τουαλέτα, τον πυροβόλησα και έπεσε νεκρός. Μετά του έκοψα την καρωτίδα μ’ ένα μαχαίρι». Λίγο μετά, μπήκε στο σπίτι η 49χρονη μητέρα του Μαρία. «Κρατούσε κι αυτή μαχαίρι. Της άρπαξα το χέρι, την αφόπλισα και της έκοψα τον λαιμό με το μαχαίρι», είπε ο Σεχίδης, αλλά ο ιατροδικαστής διαπίστωσε ότι είχε κι αυτή πυροβοληθεί στο κεφάλι. Ακολούθησε η αδελφή του, Ερμιόνη (Έμμυ), που είχε ακούσει τη φασαρία, μπήκε στο σαλόνι, κρατώντας ένα σταχτοδοχείο για να αμυνθεί. Ο Σεχίδης υποστήριξε πως κρατούσε και αυτή μαχαίρι. «Μου όρμησε και τη σκότωσα με τον ίδιο τρόπο», συμπλήρωσε.
Ο Θεόφιλος Σεχίδης μετέφερε τα πτώματα στο υπνοδωμάτιο, σκούπισε τα αίματα και κοιμήθηκε. Την άλλη μέρα το πρωί πήγε στο σπίτι η γιαγιά του. Σύμφωνα με τα λεγόμενά του, και αυτή κινήθηκε εναντίον του οπότε την ακινητοποίησε και της έκοψε τον λαιμό. Αμέσως μετά τεμάχισε τα πτώματα και τα τοποθέτησε σε μαύρες σακούλες σκουπιδιών. Παράλληλα έκοψε τα κρανία με σιδεροπρίονο και αφαίρεσε τους εγκεφάλους των θυμάτων, τους τοποθέτησε σε πιάτο και τους έβαλε στο ψυγείο, με σκοπό να τους μελετήσει και μετά να τους φάει για να τους τιμωρήσει. Όπως είπε ο ίδιος:
«Δυο τρεις εγκεφάλους τούς έβγαλα και τους έβαλα στο ψυγείο. Είχα κάποιες ψυχιατρικές και ιατρικές γνώσεις και ήθελα να εξετάσω την ανατομία του ανθρώπινου εγκεφάλου. Αυτό είναι όλο. Δεν μετάνιωσα για τίποτα, καλά έκανα. Το ένα κεφάλι ήδη είχε σπάσει, τα μυαλά είχαν βγει, οπότε γιατί να μην τα βάλω στο ψυγείο…»
Με το φέρι μποτ της γραμμής Θάσου - Κεραμωτής μετέφερε επί τρεις ημέρες τις σακούλες με τα διαμελισμένα κορμιά των συγγενών στην Καβάλα. Όταν νύχτωνε πήγαινε στο σκουπιδότοπο της Πέρνης και έθαβε τις σακούλες. Με τη δικογραφία που σχηματίσθηκε σε βάρος του, ο Θεόφιλος Σεχίδης οδηγήθηκε στην Εισαγγελία Πλημμελειοδικών Καβάλας. Η δίκη διεξήχθη στις 20 Ιουνίου 1997 στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Δράμας. Το δικαστήριο τον καταδίκασε σε πέντε φορές ισόβια για τις ανθρωποκτονίες κατά συρροή και σε ποινή φυλάκισης 7,5 ετών για οπλοχρησία, οπλοκατοχή, οπλοφορία και για περιύβριση νεκρού.
Τη Δευτέρα 12 Αυγούστου, ο Θεόφιλος Σεχίδης μεταφέρθηκε στις Δικαστικές Φυλακές Κομοτηνής, όπου για προληπτικούς λόγους τοποθετήθηκε στην απομόνωση. Από τους αστυνομικούς ζήτησε μόνο να ακούει Μπαχ ή, αν αυτό δεν είναι εφικτό, κλασική μουσική και να διαβάζει βιβλία. Λίγο πριν από τον Σεπτέμβρη του 1997 μεταφέρθηκε στον Κορυδαλλό για ψυχιατρική παρακολούθηση, καθώς παρουσίασε ψυχολογικές διαταραχές και δεν επικοινωνούσε με το περιβάλλον. Η γνωμάτευση της αξονικής τομογραφίας εγκεφάλου, στην οποία υποβλήθηκε, έδειξε «εγκεφαλικά ευρήματα που δεν μπορούν να χαρακτηρισθούν φυσιολογικά».
Αρχικά, μετά από 5μηνη παρακολούθηση της συμπεριφοράς του Σεχίδη, επιστήμονες ψυχιατρικής συμπέραναν ότι ο Σεχίδης πάσχει από σχοζότυπη διαταραχή προσωπικότητας και έκριναν ότι δε χρειαζόταν περίθαλψης. Του καταλογίστηκε «πλήρης ευθύνη και επίγνωση των πράξεών του». Ωστόσο, τονίστηκε η οικογενειακή του κατάσταση, η οποία είχε ιδιαιτερότητες και είχε ως αποτέλεσμα ο Σεχίδης να έχει βιώσει πολύ δύσκολες καταστάσεις. Στις 2 Ιουνίου του 1992 ο Σεχίδης υποβλήθηκε σε αξονική τομογραφία που έδειξε ότι είχε εγκεφαλικές ανωμαλίες. Το 2010 ο ψυχίατρος Γεώργιος Τζεφεράκος δήλωσε ότι ο Σεχίδης πάσχει από σχιζοφρένεια και όχι από σχιζότυπη διαταραχή. Η σχιζοφρένεια χαρακτηρίζεται από ψυχωτικά επεισόδια (απώλεια επαφής με την πραγματικότητα). Τα συμπτώματα συνοδεύονται από συναίσθημα. Περιλαμβάνουν διαταραχή της σκέψης, παραληρητικές ιδέες (λανθασμένες πεποιθήσεις, συχνά παρανοϊκές) και ψευδαισθήσεις. Η σχιζοφρένεια δεν μπορεί να γιατρευτεί εντελώς. Μπορεί να υπάρξει εξέλιξη, αλλά όχι απόλυτη ίαση.
Στις 12 Φεβρουαρίου 2019 ο Θεόφιλος Σεχίδης πέθανε από ανακοπή καρδιάς σε ηλικία 47 χρόνων.