Ελλαδα

Λέλα Καραγιάννη: Η ηρωίδα της γερμανικής Κατοχής

Στις 8 Σεπτεμβρίου 1944 οδηγήθηκε μαζί με άλλους 71 αγωνιστές στο Άλσος Δαφνίου για εκτέλεση

Έλενα Ντάκουλα
11’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Λέλα Καραγιάννη: Η γερμανική Κατοχή και η αντιστασιακή της δράση. Η «Μπουμπουλίνα» της Εθνικής Αντίστασης εκτελέστηκε από τους Γερμανούς στις 8 Σεπτεμβρίου 1944.

Ένα διατηρητέο, ιστορικό κτίριο της Κυψέλης, έχει ανοίξει τις πόρτες του για ν’ αγκαλιάσει παιδιά της γειτονιάς, προσφέροντάς τους ποικίλα εκπαιδευτικά προγράμματα και ώρες δημιουργικής απασχόλησης. Πρόκειται για στο σπίτι όπου έζησε με την πολυμελή οικογένειά της η ηρωίδα της γερμανικής Κατοχής, Λέλα Καραγιάννη, και το χρησιμοποίησε ως αρχηγείο της αντιστασιακής της ομάδας με το όνομα «Μπουμπουλίνα». Βρίσκεται στη συμβολή των οδών Λέλας Καραγιάννη 1 & Σταυροπούλου.

Το κτίριο, ιδιοκτησίας του δήμου Αθηναίων, παραχωρήθηκε δωρεάν στην ΜΚΟ «Αποστολή» της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών προκειμένου να στεγαστεί εκεί το Κέντρο Δημιουργικής Απασχόλησης για παιδιά δημοτικού. Αυτός είναι ο καρπός μίας ακόμη συνεργασίας μεταξύ του δήμου και της Εκκλησίας, στο πλαίσιο προώθησης κοινωνικών προγραμμάτων και δράσεων στήριξης και ενίσχυσης των ευάλωτων. 

Οικία Λέλας Καραγιάννη

Ο Κώστας Δήμτσας, διευθυντής της ΜΚΟ «Αποστολή», μιλά για το Κέντρο Δημιουργικής Απασχόλησης για παιδιά δημοτικού που στεγάζεται στο σπίτι της Λέλας Καραγιάννη

«Τόσο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος, όσο και εγώ νιώθαμε ανέκαθεν έναν μεγάλο θαυμασμό για την αγωνίστρια της Εθνικής Αντίστασης, Λέλα Καραγιάννη και ήταν αυτό που μας  δημιούργησε την επιθυμία να κάνουμε κάτι, ώστε να αποδώσουμε τιμή στο πρόσωπό της. Με δεδομένο τη μεγάλη της αγάπη για τα παιδιά, σκεφθήκαμε ότι η αξιοποίηση του σπιτιού της ως ένας δημιουργικός χώρος γι’ αυτά θα ήταν ο καλύτερος τρόπος για να γίνει γνωστή η ιστορία της και να διατηρηθεί ζωντανή η μνήμη της».

Ο άλλος πυλώνας πάνω στον οποίο βασίστηκε η ιδέα αυτή ήταν η μεγάλη αγάπη που έτρεφε η πολύτεκνη Λέλα Καραγιάννη για την Ελλάδα, για την οποία θυσίασε τη ζωή της. «Αυτές τις δύο αγάπες θέλουμε να «παντρέψουμε» και από μέσα τους να γεννηθεί ένας χώρος, όπου τα παιδιά φτωχών οικογενειών, θα απασχολούνται δημιουργικά, αποκτώντας ταυτόχρονα γνώσεις και δεξιότητες που θα βοηθάνε στη κοινωνικοποίησή τους και στη διαμόρφωση των χαρακτήρων τους»

Σημαντικό ρόλο για το όλο εγχείρημα έπαιξε η περιοχή στην οποία βρίσκεται το συγκεκριμένο κτίριο, «μία περιοχή που περνάει δύσκολα και δεν είναι στα καλύτερά της», όπως ανέφερε χαρακτηριστικά ο κος Δήμτσας. Επιθυμία είναι ν’ ανοίξει μία βεντάλια πρωτοβουλιών και μέσα απ’ αυτές ν’ αναδειχθεί η αίγλη που είχε παλιά η Κυψέλη αλλά και το ποιοι και πόσο σημαντικοί ήταν άνθρωποι που έζησαν εκεί. 

Την πρόταση αυτή, εκτός από μέλη της οικογενείας της Λέλας Καραγιάννη, υποστήριξε θερμά ο δήμαρχος Αθηναίων κος Μπακογιάννης. Μετά την έγκρισή της από το δημοτικό συμβούλιο, υπογράφτηκε η συμφωνία για τη δημιουργία του κέντρου, το οποίο τιμητικά θα φέρει το όνομά της».

Το κέντρο θα είναι ανοικτό για παιδιά της γειτονιάς, ελληνικής και ξένης καταγωγής, με βασικό κριτήριο για την εγγραφή τους την οικονομική κατάσταση της οικογένειας. «Πρέπει να δίνουμε το χέρι στους ανθρώπους που έχουν ανάγκη. Τα παιδιά δεν έχουν χρώμα, δεν έχουν φυλή. Το ενδιαφέρον θα ήταν μία μίξη παιδιών, πλουσίων και φτωχών. Το μήνυμα της Λένας Καραγιάννη ήταν ότι δεν πρέπει γίνεται διάκριση σε κανέναν», αναφέρει χαρακτηριστικά ο κος Δήμτσας. 

Θα γίνονται δεκτά μέχρι 50 παιδιά την ημέρα, τα οποία θα χωρίζονται σε δύο βάρδιες των 25 η καθεμία. Ο στόχος είναι αργότερα ν’ απευθυνθούν και σε παιδιά μεγαλύτερης ηλικίας και το σπίτι της Λέλας Καραγιάννη να γίνει το σπίτι των παιδιών της Κυψέλης,

Συνεχίζοντας, μας δίνει περισσότερες πληροφορίες για την λειτουργία του κέντρου. «Εκεί θα πηγαίνουν μετά το σχολείο, θα τρώνε, θα μελετάνε τα μαθήματά τους, θα μαθαίνουν ξένες γλώσσες, ρομποτική, υπολογιστές, θα γαλουχούνται με την ιστορία της Ελλάδας. Το μέλλον κάθε χώρας είναι τα παιδιά. Και αυτά πρέπει να διδαχτούν την ιστορία του τόπου, γιατί όποιος την αγνοεί, δεν μπορεί να πάει παρακάτω. Φεύγοντας το βράδυ θα έχουν κερδίσει κάτι». 

Η στελέχωση θα γίνει από δασκάλους, οι οποίοι μαθαίνουν στα παιδιά πώς να μελετούν τα μαθήματά τους μέσα σ’ ένα περιβάλλον που θα το θεωρούν σαν το σπίτι τους. Εκτός από τους επαγγελματίες, θα υπάρξουν και εθελοντές και ήδη η προσφορά είναι μεγάλη και ο στόχος είναι να αξιοποιηθούν όλοι καθώς και οι πρωτοποριακές ιδέες τους, όπως διαδραστικά ή θεατρικά παιχνίδια, όπου τα παιδιά θα «ενσαρκώνουν», μέσω ρόλων, τους πρωταγωνιστές εκείνης της εποχής. 

Τις πρωινές ώρες ο χώρος, μέσα στον οποίο θα υπάρχουν ελάχιστα αντικείμενα από το σπίτι της Λέλας Καραγιάννη (όπως ο μπουφές που θα δωρίσει ο εγγονός της, Αλέξανδρος), θα προσφέρεται για επίσκεψη σχολείων και για σειρά εκδηλώσεων, για την προβολή και τη δράση της ηρωίδας, η οποία δεν είναι τόσο γνωστή στο ευρύ κοινό. Ο στόχος είναι όλα αυτά ν’ αποτελέσουν έναν πόλο ιστορικής μνήμης για μαθητές απ’ όλη την Αθήνα και η Λέλα Καραγιάννη ν’ αποτελέσει ένα φωτεινό παράδειγμα γι’ αυτούς.

Παραστατικό Διάγραμμα της δράσεως της ομάδας Καραγιάννη από τον Μάιο 1941 έως Ιούλιο 1944

Λίγα λόγια για το κτίριο

Το διώροφο κτίριο κτίστηκε το 1923 και αποτελεί αξιόλογο δείγμα κτιρίου της ύστερης εκλεκτικιστικής περιόδου. Μετά την εκτέλεση της Λέλας Καραγιάννη (8/9/1944) παρέμεινε ως κατοικία των κληρονόμων της, μέχρι τα τέλη περίπου τα τέλη της δεκαετίας του ’70.

Το 1995 χαρακτηρίστηκε διατηρητέο μνημείο και δύο χρόνια αργότερα, επί δημαρχίας Έβερτ, πέρασε στην ιδιοκτησία του δήμου. Μέσω του Αναπτυξιακού Προγράμματος Τοπικής Αυτοδιοίκησης «Θησέας» ανακαινίστηκε και αποκαταστάθηκαν οι ζημιές του. Για πολλά χρόνια αφέθηκε εγκαταλειμμένο και ερειπωμένο. Από το 2013 έως το 2015 λειτούργησε ως άτυπος προσωρινός ιατρικός συμβουλευτικός σταθμός και το 2018 μετατράπηκε σε χώρο ανάπτυξης ψηφιακών δεξιοτήτων, μέσω μιας συνεργασίας του Δήμου Αθηναίων και της Microsoft.

Ποια ήταν η Λέλα Καραγιάννη

H Λέλα (Ελένη) Καραγιάννη γεννήθηκε το 1898 στην Λίμνη Ευβοίας. Ήταν η πρωτότοκη κόρη του Αθανάσιου Μηνόπουλου, με καταγωγή από το Πήλι Ευβοίας και της Σοφίας Μπούμπουλη, απόγονος της ηρωϊδας του 1821, Λασκαρίνας Μπουμπουλίνας.

Το 1916 παντρεύτηκε τον φαρμακοποιό Νικόλαο Καραγιάννη, ο οποίος διατηρούσε φαρμακείο – αρωματοπωλείο στην οδό Πατησίων 16. Απέκτησαν επτά παιδιά και έμεναν σε μία διώροφη μονοκατοικία, κοντά στην πλατεία Αμερικής, στην οδό Λήμνου 1 (νυν Λέλα Καραγιάννη). Στην περιοχή αυτή κατοικούσαν τότε οικογένειες της μεσοαστικής Αθήνας, με πολλές εκ των οποίων η Λέλα Καραγιάννη διατηρούσε φιλικές σχέσεις και αποδείχθηκαν πολύτιμοι συνεργάτες στις μετέπειτα δραστηριότητές της.

Γυναίκα με χαρισματική προσωπικότητα, δυναμική, ιδεολόγος, με κοινωνικές ευαισθησίες και τεράστιο απόθεμα ψυχής, ανέπτυξε μεγάλο φιλανθρωπικό έργο, ιδιαίτερα μετά την μικρασιατική καταστροφή συνδράμοντας τους πρόσφυγες που ήλθαν στην Αθήνα. Φρόντισε παιδιά, ορφανά, χήρες, ηλικιωμένους προσπαθώντας να τους ανακουφίσει και να τους καλύψει τις βασικές τους ανάγκες. 

Προτεραιότητά της ήταν η ανατροφή και μόρφωση των επτά παιδιών της στα οποία  εμφύσησε το αίσθημα του πατριωτισμού και του εθελοντισμού. Όλα, εκτός το μικρότερο, είχαν ενεργή συμμετοχή στην αντίσταση, κατά την διάρκεια του πολέμου και της κατοχής. 

Η δράση της Λέλας Καραγιάννη άρχισε με την επιστροφή των στρατιωτών από το μέτωπο της Αλβανίας, μετά την εισβολή των Γερμανών στην Αθήνα. Άνοιγε την πόρτα της σε στρατιώτες στους οποίους πρόσφερε προσωρινή στέγη και φαγητό και, όπως έλεγε η μικρή της κόρη Νεφέλη, το σπίτι τους έμοιαζε με στρατώνα. 

Το 1941 δημιούργησε και χρηματοδότησε με δικούς της πόρους την οργάνωση «Μπουμπουλίνα», με στόχο να βοηθήσει τις συμμαχικές δυνάμεις, φυγαδεύοντας αρχικά Βρετανούς στρατιώτες που είχαν εγκλωβιστεί στην Ελλάδα. Βασικός πυρήνας της ομάδας, η οποία αριθμούσε 100 άτομα, ήταν η οικογένειά της, συμπεριλαμβανομένων και των παιδιών της. Με την πάροδο του χρόνου, οι δράσεις διευρύνθηκαν σε δολιοφθορές κατά του εχθρού, παρακολούθηση δοσιλογικών ομάδων και στρατευμάτων κατοχής, κατασκοπία. Οι επιχειρήσεις αυτές απαιτούσαν άριστο σχεδιασμό και συντονισμό και αν  και η Λέλα Καραγιάννη δεν είχε καμία εμπειρία ή εκπαίδευση σε θέματα στρατιωτικής φύσης, κατάφερε με τα προσόντα και τις έμφυτες ηγετικές της ικανότητες, να γίνει η μόνη γυναίκα αρχηγός αντιστασιακής οργάνωσης. 

Επισήμως, η εμπλοκή της στον αντιστασιακό αγώνα άρχισε στις 10 Μαΐου του 1941 όταν πήρε μέσα στο σπίτι της έναν Αυστραλό φυγάδα, τον Τζον Ουίνσον. Σε συνεννόηση με την φίλη της, Νίκη Χωμενίδου, τον έκρυψαν στο σπίτι της, στην οδό Ρόδου 20, το οποίο έγινε το πρώτο καταφύγιο για απόκρυψη βρετανών φυγάδων. 

Η απροσεξία και απερισκεψία του Αυστραλού έβαλε σε μπελάδες όλους όσοι είχαν εμπλακεί στη διάσωσή του, με αποτέλεσμα την σύλληψή τους. Μεταξύ αυτών ήταν τα παιδιά της Λέλας, Γιώργος, Ιωάννα και Ηλέκτρα. Ο Γιώργος κατάφερε και δραπέτευσε, μέσα από το  Αρχηγείο της Γερμανικής Στρατονομίας στο Μετοχικό Ταμείο Στρατού στην οδό Πανεπιστημίου, ενώ οι αδελφές του αφέθηκαν ελεύθερες, μετά από μία σύντομη ανάκριση.  Αυτό το περιστατικό, αντί να τους τρομάξει και να λειτουργήσει κατασταλτικά, τους πείσμωσε και όλοι ρίχτηκαν με πάθος στον αγώνα. Ήρεμη δύναμη παρέμενε ο σύζυγός της, ο οποίος προσπαθούσε λίγο να φρενάρει τον ενθουσιασμό τους ώστε να αποτραπούν τα χειρότερα. Το φαρμακείο όμως λειτούργησε συχνά ως έδρα του αρχηγείου της.

Προκειμένου να κρύψει τους στρατιώτες είχε δημιουργήσει ένα δίκτυο κρυσφύγετων χρησιμοποιώντας διάφορα σπίτια γνωστών της, ακόμη και την Μονή των Μεγάρων. Αυτό όμως ενείχε πολλούς κινδύνους για όλους τους εμπλεκόμενους και έτσι αποφάσισε να φυγαδεύει τους στρατιώτες στη Μέση Ανατολή. Η πρώτη αποστολή έγινε με το καΐκι Ελσιανιατόρ του Λευτέρη Μπαστουνόπουλου, με καπετάνιο τον Χρυσίνη.

Με τεράστια ανακούφιση άκουσε, μετά από μερικές μέρες, από τον σταθμό του BBC του Καΐρου το συνθηματικό μήνυμα «Jackson, Jackson and Jackson, ευχαριστούμε το άρωμα».  Η επανάληψη του ονόματος Jackson σήμαινε τους τρεις προστατευόμενους, ενώ η λέξη «άρωμα» υπαινισσόταν το αρωματοπωλείο του συζύγου της. Συνολικά, φυγάδευσε στο Κάιρο 140 Βρετανούς στρατιώτες, οι οποίοι δικαίως την αποκαλούσαν «Μάνα Καραγιάννη». Η δε οικογενειακή φιλία που διατηρούσε με τον Διευθυντή της Αστυνομίας Αθηνών, Άγγελο Έβερτ, αποδείχθηκε πολύτιμη για την έκδοση ταυτοτήτων, πιστοποιητικών ή άλλων απαραίτητων εγγράφων. 

Όπως λέει ο γιος της, Βύρωνας, «Δεν είχαμε σκοπό να κάνουμε κατασκοπία ή να κρύβουμε Εγγλέζους. Ήλθαν μόνα τους τα πράγματα. Στην αρχή κρύψαμε έναν, αυτός έφερε άλλους δύο και στο τέλος βρεθήκαμε με πολλούς βρετανούς. Μετά το καΐκι του καπετάν Χρυσίνη ήταν το καΐκι του Φαφούτη, του Μαμαλάκη.... τα καΐκια πήγαιναν και ερχόντουσαν»

Τον Οκτώβριο του 1941, μετά από καταγγελία ενός καταδότη η Λέλα Κ. και ο σύζυγός της συνελήφθησαν και οδηγήθηκαν στις φυλακές Αβέρωφ. Εκείνος αποφυλακίστηκε πολύ γρήγορα ενώ εκείνη έμεινε μέσα 7 μήνες, δικάστηκε από ιταλικό στρατοδικείο και αθωώθηκε ελλείψει στοιχείων. Η δραστηριοποίησή της συνεχίστηκε ακόμη και πίσω από τα σίδερα.

Τον Μάρτιο του 1944 νοσηλεύτηκε, λόγω υπερκόπωσης και καρδιοπάθειας, στον Ερυθρό Σταυρό. Αλλά ακόμη και μέσα στο νοσοκομείο δεν ησύχασε και συνέχισε τον αγώνα της, έχοντας μετατρέψει το δωμάτιό της σ’ ένα άτυπο αρχηγείο της οργάνωσης «Μπουμπουλίνα».

Τον Ιούλιο του 1944 ξαναμπήκε στο νοσοκομείο από το οποίο βγήκε στις 11/07/44 όχι όμως για το σπίτι της, αλλά για τις φυλακές του Χαϊδαρίου. Ο καταδότης της ήταν ο Γεώργιος Ριζόπουλος, ο οποίος δεν άντεξε τα βασανιστήρια της ανάκρισης και έδωσε το όνομά της. Στην μεταπολεμική έκθεσή του ο γιατρός Σαρακηνός σημειώνει: «... εκ των παραθύρων του Νοσοκομείου πολλοί δακρύοντες οφθαλμοί παρηκολούθουν μέχρις ότου εξηφανίσθη τον απάγον την Εθνομάρτυραν αυτοκίνητον μετά των δημίων της...»

Φυλακές Χαιδαρίου. Κτίριο 15 - κελιά μελλοθανάτων

Το προηγούμενο βράδυ γερμανοί στρατιώτες με τον ανακριτή Μπέκετ είχαν εισβάλει στο σπίτι της, συνέλαβαν τα τέσσερα από τα επτά παιδιά της και τα οδήγησαν στο κολαστήριο της οδού Μέρλιν 6. Την επόμενη συνέλαβαν και τον άλλο της γιο, τον Νέλσονα.

Ο ανακριτής Μπέκετ είχε την φήμη ενός από τους πιο σκληρούς και αιμοχαρείς ανακριτές  και αυτό επιβεβαιώθηκε περίτρανα από την βία, σωματική και ψυχολογική, που άσκησε πάνω της προκειμένου να την κάνει να μιλήσει. Εκτός από τα πρωτοφανή σωματικά βασανιστήρια στα οποία την υπέβαλε, δεν δίστασε να φέρει μπροστά της τα δύο της αγόρια, ματωμένα και παραμορφωμένα από τα βασανιστήρια και να τους βάλει το πιστόλι στο κρόταφο, απειλώντας την ότι θα τραβήξει την σκανδάλη, έτσι και εκείνη δεν ομολογήσει.

Ακόμη όμως και αυτή η εικόνα δεν κατάφερε να την πτοήσει και η απάντηση που έδωσε στον Μπέκετ τον άφησε άφωνο και αποσβολωμένο: «Τα παιδιά μου εγώ τα γέννησα. Είμαι η μητέρα τους, αλλά πρέπει να ξέρεις ότι ανήκουν στην πατρίδα και μην περιμένεις να σου πω το παραμικρό. Το αίμα τους είναι ελληνικό και αυτό το αίμα θα σας πνίξει. Σου λέω όμως πως τα παιδιά μου δεν γνωρίζουν τίποτα απ' όλα αυτά...». Όσες φορές και αν την ανέκρινε και όποιας μορφής βία και αν χρησιμοποίησε, τον αντιμετώπισε με περιφρόνηση αλλά και παροιμιώδη ψυχραιμία.

Στις 8 Σεπτεμβρίου 1944, στις 5:30 τα ξημερώματα οδηγήθηκε μαζί με άλλους 71 αγωνιστές στο Άλσος Δαφνίου για εκτέλεση. Τραγική ειρωνεία: μεταξύ αυτών ήταν και ο καταδότης της, ο Ριζόπουλος, ο οποίος μετανιωμένος για την πράξη του της είχε ζητήσει γονυπετής συγχώρεση και εκείνη δείχνοντας ακόμη μία φορά την μεγαλοψυχία της, του την είχε δώσει. Λίγο πριν από την εκτέλεσή της, απευθυνόμενη στους άλλους μελλοθάνατους, φώναξε: «Ψηλά, παιδιά, τα κεφάλια να δουν οι Ούνοι πως ξέρουν να πεθαίνουν οι Έλληνες για την πατρίδα τους».

Χειρόγραφο σημείωμα του δημοσιογράφου Μ. Λίτινα που έριξε στον δρόμο καθ'οδόν για τον τόπο όπου εκτελέστηκε μαζί με την Λέλα Καραγιάννη και άλλους 56 πατριώτες

Ο φρικτός ήχος των ριπών των μυδραλιοβόλων σκέπασε τις φωνές που έψαλλαν τον εθνικό ύμνο δευτερόλεπτα πριν αυτές σιγήσουν για πάντα. 

Το σακατεμένο από τα βασανιστήρια και διάτρητο από τις σφαίρες σώμα της παραλήφθηκε κρυφά από την οικογένειά της και τάφηκε στο Β’ Νεκροταφείο Πατησίων. Την επόμενη, τα παιδιά της ελευθερώθηκαν χάριν στις ενέργειες του πατέρα τους και στη βοήθεια μιας Γερμανίδας οικογενειακής φίλης. 

Το 1982 τα οστά της μεταφέρθηκαν στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών, σε τάφο που παραχώρησε προς τιμήν της ο Δήμος Αθηναίων.

Ο τάφος της Λέλας Καραγιάννη στο Α Νεκροταφείο Αθηνών

Στον τόπο της εκτέλεσης, μέσα στον Διομήδειο Κήπο Δαφνίου, ανεγέρθηκε μνημείο στην μνήμη των ηρώων.

Μνημείο στη μνήμη των ηρώων, στον Διομήδειο Κήπο, στο Χαιδάρι

Για την τεράστια προσφορά προς την πατρίδα και τον σημαντικό ρόλο της στην έκβαση του αγώνα κατά του Γ’ Ράιχ αλλά και τον μαρτυρικό θάνατό της, η Λέλα Καραγιάννη αναγνωρίστηκε ως ηρωιδα της Εθνικής Αντίστασης και τιμήθηκε με παράσημα και βραβεία.

Η Ακαδημία Αθηνών, κατά τη συνεδρίαση της 30ής Δεκεμβρίου 1947, της απένειμε το Βραβείο Αρετής και Αυτοθυσίας.

Το Βραβείο της Αρετής και της Αυτοθυσίας, από την Ακαδημία Αθηνών

Στις 18 Ιουνίου 2020, η Ελληνική Δημοκρατία τιμώντας την εθνική δράση και την αυτοθυσία της, της απένειμε τον βαθμό του ταξιάρχου επί τιμή.

Η Λέλα Καραγιάννη, το όνομα της οποίας είναι παγκοσμίως γνωστό, τιμήθηκε και από χώρες εκτός Ελλάδος. Ο Βασιλεύς της Αγγλίας Γεώργιος ΣΤ’ της απένειμε τη Χρυσή Βασιλική Δάφνη, ο Πρόεδρος της Ιταλικής Δημοκρατίας Santro Petrini, το Ανώτατο Παράσημο της Ιταλικής Δημοκρατίας, ενώ το κράτος του Ισραήλ την κατέταξε μεταξύ των Δικαίων των Εθνών απονέμοντάς της το σχετικό βραβείο.

Όλες οι τιμητικές διακρίσεις έχουν γίνει δωρεά και βρίσκονται σε ειδική προθήκη, αφιερωμένη στην ηρωίδα, στον Α’ όροφο του Πολεμικού Μουσείου Αθηνών.

Προτομή της Λέλας Καραγιάννη στο Πολεμικό Μουσείο Αθηνών

Συγγραφείς και ιστορικοί έχουν αναφερθεί ενδελεχώς στην Λέλα Καραγιάννη και το 21ο δημοτικό σχολείο Αθήνας, φέρει τιμητικά το όνομά της. Μέσα από δράσεις που γίνονται, με πρωτοβουλία της διευθύντριας κας Ιωάννας Χαλκιά, τα παιδιά διδάσκονται την ιστορία της σπάνιας αυτής γυναίκας. Στην γιορτή, στο τέλος κάθε σχολικής χρονιάς, καλούνται να την παρακολουθήσουν μέλη από την οικογένεια Καραγιάννη.

Τιμητικές διακρίσεις που απονεμήθηκαν, μετά θάνατον, στην ηρωϊδα Λέλα Καραγιάννη. Αριστερά, το Ανώτατο Παράσημο της Ιταλικής Δημοκρατίας
Πάνω το Χρυσούν Αριστείον Ανδρείας, από το Βασίλειον της Ελλάδος. Κάτω, τιμητικές διακρίσεις από Ελλάδα και εξωτερικό

Ο γιος της Λέλας Καραγιάννη, Γιώργος, μιλάει για τη μητέρα του

«Από μέσα της έβγαινε μία αύρα. Τραγουδούσε στα παιδάκια μία μελωδία του Μπετόβεν, όπου έβαζε και δικά της λόγια. Τα ρούχα της και οι ντουλάπες της μύριζαν βιολέτα της Πάρμας. Η τελευταία συνάντηση με την μητέρα μου ήταν στο εργοστάσιο του Κρασά, στο Δουργούτι, όπου κρυβόμουν. Είχε ιλίγγους. Ήταν κουρασμένη και πίστευε ότι κάποιος θα μαρτυρήσει… Την έβαλαν στον Ερυθρό Σταυρό. Μετά από 5-6 μέρες οι Γερμανοί την συνέλαβαν με βίαιο, κτηνώδη τρόπο, μέσα από το νοσοκομείο. Συνέλαβαν και τα παιδιά της, τα οποία τα βασάνιζαν μπροστά της για να μαρτυρήσει. "Το αίμα των παιδιών μου είναι ελληνικό και αυτό το αίμα θα σας πνίξει", ήταν η απάντησή της. 34 μέρες μετά την εκτέλεσή της έφυγαν οι Γερμανοί από την Αθήνα».


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  • Ζαούσης Αλέξανδρος, «Λέλα Καραγιάννη. Η Μπουμπουλίνα της Κατοχής 1941 – 1944», Εκδόσεις Ωκεανίδα, Αθήνα 2004.
  • Καραγιάννη Λέλα, «Λέλα Καραγιάννη. Η Θρυλική Γιαγιά μου». Εκδόσεις Πελασγός, Αθήνα 2014.

ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

  • Κωνσταντίνος Δήμτσας, Γενικός Διευθυντής του φιλανθρωπικού οργανισμού «ΑΠΟΣΤΟΛΗ» της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών.
  • Παπαγιάννης Αλέξανδρος, εγγονός Λέλας Καραγιάννη