Ελλαδα

Γλυκά Νερά: Οδός Αβύσσου ή η φρικτή μοναδικότητα του εγκλήματος

Απλά είναι τα πράγματα, όσο και τρομερά σύνθετα

Κώστας Κυριακόπουλος
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο Κώστας Κυριακόπουλος σχολιάζει τις εξελίξεις στην υπόθεση δολοφονίας της 20χρονης Καρολάιν Κράουτς από τον 32χρονο σύζυγό της Μπάμπη Αναγνωστόπουλο.

Ένας από τους λόγους που πονάει ολόκληρο το σώμα της κοινωνίας από την φρικτή δολοφονία στα Γλυκά Νερά είναι ότι δράστης και θύμα ήταν ο μέσος όρος όλων μας. Ένα καλό σπίτι, μια καλή δουλειά, ένα παιδί, σκύλος. Και όμορφοι, καλοβαλμένοι άνθρωποι οι ίδιοι. Η εικόνα, το πρότυπο, ο καθρέφτης που βλέπουμε ή επιβάλλεται από κάποιες αδιόρατες διαδικασίες να βλέπουμε τους εαυτούς μας. Χωρίς εξάρσεις, ούτε προς τα πάνω ούτε προς τα κάτω. 

Αναρωτιούνται οι περισσότεροι πώς έφτασε στο έγκλημα αυτός ο άνθρωπος. Όπως αναρωτιούνται και σε κάθε έγκλημα στο οποίο οι πρωταγωνιστές του δεν λειτουργούν μέσα σε ένα πλαίσιο που κουβαλάει ενσωματωμένη την πιθανότητα κάποιας εγκληματικής συμπεριφοράς σαν αυτοάνοσο νόσημα. Γιατί, κακά τα ψέματα, τα στερεότυπα και οι προκαταλήψεις στήνουν χορό σε αυτές τις περιπτώσεις. Που σημαίνει ότι αν επρόκειτο για μια δολοφονία με δράστη και θύμα με άλλα κοινωνικά χαρακτηριστικά, άλλη κοινωνική ταυτότητα περισσότερο ευεπίφορη στο έγκλημα, η αντίδρασή μας θα ήταν σαφώς πιο ήπια και διατεθειμένη να εξηγήσει με άλλους όρους.

Πώς έφτασε ο όμορφος, καλοβαλμένος, νέος, πιλότος να δολοφονήσει την όμορφη, καλοβαλμένη, νέα γυναίκα του με την οποίαν είχε ένα βρέφος μόλις έντεκα μηνών; Πώς έφτασε να στήσει έναν ολόκληρο μηχανισμό ψεμάτων με πραγματικά δεδομένα που δανείστηκε από μία άλλη παρόμοια υπόθεση ληστείας που συνέβη σε έναν επαγγελματικό του γνωστό; Και να την επαναλαμβάνει για τόσες ημέρες, να τις διανθίζει με τόση υποκρισία, σκηνοθετημένο θρήνο, να λέει και να ξαναλέει όσα είχε φτιάξει στο μυαλό του;

Απλά είναι τα πράγματα, όσο και τρομερά σύνθετα. Στη δολοφονία έφτασε από τον δρόμο που φτάνουν όλοι. Έναν αποκλειστικά δικό τους, σκοτεινό και μυστηριώδη δρόμο όπου κανείς δεν μπορεί να ακολουθήσει τα χνάρια κάποιου άλλου. Με βήματα μοναδικά για τον καθένα που δεν μπορούν να αντιγραφούν στο σύνολό τους. Δεν υπάρχει προκαθορισμένη διαδρομή για να φτάσει κάποιος στην ανθρωποκτονία. Και έτσι δεν υπάρχει συγκεκριμένη απάντηση στο ερώτημα.

Σε αυτούς τους δρόμους κυριαρχεί ο γνωστός νόμος «ο άνθρωπος σκοτώνει για χιλιάδες λόγους ή και για κανέναν». Η ιστορία είναι γεμάτη από φρικτές δολοφονίες και στην ελληνική πραγματικότητα υπάρχουν πολλές που σαν και την τωρινή «δεν την χωράει ο νους του ανθρώπου». Ούτε την ιστορία του Παπαχρόνη, του Δράκου της Δράμας που βίαζε και σκότωνε γυναίκες, τη διετία 1981-1982 χωρούσε. Ούτε την ιστορία του Φραντζή, το 1987, χωρούσε που σκότωσε, τεμάχισε και πέταξε στα σκουπίδια τη γυναίκα του Ζωή. Ούτε την ιστορία του Σεχίδη στη Θάσο, το 1996, που σκότωσε τον πατέρα του, την μητέρα του, τη γιαγιά του, την αδελφή του και έναν θείο του και έβαλε κομμάτια από τα σώματά τους στην κατάψυξη. Κατά τον τεμαχισμό των πτωμάτων, άκουγε Μπαχ. Ούτε την ιστορία του Δουρή, το 1993, που βίασε και σκότωσε το εξάχρονο παιδί του. Ούτε την υπόθεση των Σατανιστών της Παλλήνης, επίσης το 1993. Ούτε την ιστορία του Αντώνη Δαγκλή που το 1995 σκότωσε δύο πόρνες, τις τεμάχισε και πέταξε τα κομμάτια στα σκουπίδια. Όπως και αρκετές άλλες «δεν τις χωρούσε ο νους του ανθρώπου». Όλοι οι παραπάνω ήταν απλοί καθημερινοί, καθημερινοί άνθρωποι της διπλανής πόρτας, «μέσοι όροι» μιας κανονικής, φυσιολογικής ζωής, πιθανώς με τις αποδεκτές παρεκκλίσεις της.

Να λοιπόν, η συγκλονιστική παραδοξότητα της πράξης της δολοφονίας. Να «σκηνοθετείται» και να χωράει μόνο στο σκοτάδι του εγκεφάλου του δολοφόνου και κανενός άλλου. Αλλά, είπαμε, η ιστορία είναι γεμάτη από τέτοιες υποθέσεις. Και κάθε μία από αυτές είναι μοναδική με τα δικά της αποκλειστικά χαρακτηριστικά σαν δακτυλικό αποτύπωμα.

Το έγκλημα στα Γλυκά Νερά, δεν θα σταματήσει ποτέ να σοκάρει. Και δεν θα σταματήσει να σοκάρει γιατί αυτό που τρομάζει στην πραγματικότητα είναι η μικρή, η ελάχιστη απόσταση, της απόλυτης φρίκης με την χτισμένη εικόνα μιας φαινομενικά ευτυχισμένης ζωής, σαν τηλεοπτική διαφήμιση δημητριακών. Πόσο κοντά είναι το έγκλημα και το σκοτάδι του με την καθημερινότητα, με την κανονική ζωή. Και αυτό, σε καμία περίπτωση, δεν σημαίνει ότι η φρίκη συνηθίζεται με την ανόητη απλούστευση «αυτά συμβαίνουν». Απεναντίας. Ούτε και ότι πρέπει να πάψουμε να αναλύουμε τα χαρακτηριστικά  και τις κοινωνικές παραμέτρους, ιδίως όταν έχουν προεκτάσεις σχετικές με χαρακτηριστικά φύλου, καταγωγής, θρησκείας, οικονομικής κατάστασης, σεξουαλικής ταυτότητας. Αλλά, να ξέρουμε, το έγκλημα είναι από τις πιο περίπλοκες καταστάσεις που παράγει ο άνθρωπος. Οι εύκολες ταμπέλες δεν εξηγούν, δεν βοηθούν μια κοινωνία να κατανοήσει. Απλώς βολεύουν…