Ελλαδα

Μπορείς να βρεις την ευτυχία στη Μύκονο;

(Σημειώματα Ευτυχίας #4)

Νίκος Καραχάλιος
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Σκέψεις για την ευτυχία και τη ζωή στη Μύκονο

Τι είναι «ευτυχία»;

Τεράστιο ερώτημα. Αδύνατη η σύντομη απάντηση. Τι είναι ευτυχία για εμένα; Δεν θα σας νοιάζει αλλά πολύ πιθανόν να μοιραστείτε το όνειρό μου, ειδικά αυτή την εποχή που είναι πολύ επίκαιρο! Ταιριάζει απόλυτα με την «επιχείρηση ελευθερίας» που ακολούθησε τo κλειστοφοβικό lockdown…

Για εμένα λοιπόν είναι αυτό που νιώθω αυτή ακριβώς τη στιγμή που σας γράφω.

Να σηκώνεσαι από το κρεβάτι σου το πρωί ελεύθερα, χωρίς ξυπνητήρι.

Να ανοίγεις τα παραθυρόφυλλά σου και να βλέπεις τη θάλασσα.

Να βγαίνεις στο μπαλκόνι σου και οι μόνοι ήχοι που χαϊδεύουν τα αυτιά σου να είναι το θρόισμα του ανέμου και η «καλημέρα» μιας περαστικής κουρούνας (ή «κορώνας» όπως τη λένε οι Μυκονιάτες).

Να έχεις δύο μόνο έννοιες: από πού φυσάει για να διαλέξεις σε ποια παραλία θα πας να κάνεις βουτιές και ποια από τα επτά βιβλία που έχεις μπροστά σου, θα σου κάνουν παρέα σήμερα.

Α! Και να μην υπάρχει πουθενά γύρω σου ρολόι, οποιουδήποτε τύπου, ακόμη και του κινητού (που πρέπει να είναι μονίμως στο silent και απορυθμισμένο).

Εν προκειμένω εγώ το έχω «συντονίσει» με ώρα Αργεντινής, στο Νότιο ημισφαίριο, όπου βρίσκεται αυτή την εποχή η φίλη μου.

Αν θέλετε να ξεφύγουμε λίγο από μια εικόνα που μοιάζει ειδυλλιακή, και να κάνουμε και ένα μισογύνικο σχόλιο (μου το απαγορεύουν οι κολλητοί μου, αλλά το ίδιο εύκολα μπορούν οι φίλες αναγνώστριες να το «τουμπάρουν» και να βάλουν στη θέση της Maru τον φίλο τους): Ευτυχία είναι να είσαι μόνος σου, αυτάρκης και αυτοδύναμος και η κοπέλα σου να βρίσκεται 1 θάλασσα, 1 ήπειρο, 1 ωκεανό και 1 ημισφαίριο μακριά…

Καλημέρα Ελλάδα!

Γίνονται αυτά που περιγράφεις, καπετάν Νικόλα;

Και αν ναι, για πόσο χρονικό διάστημα και για πόσους ανθρώπους;

Χμμ. Να ‘τα και τα πιο δύσκολα ερωτήματα.

«Δεν είναι όλοι τυχεροί να ζουν στη Μύκονο. Ακόμη και οι Μυκονιάτες δεν μπορούν να ζήσουν τόσο χαλαρά, όσο περιγράφεις. Το καλοκαίρι από το πρωί ως το βράδυ δουλεύουν, το χειμώνα γκρεμίζουν - χτίζουν και αγωνιούν και αυτοί –όπως όλος ο κόσμος– για τα παιδιά τους. Άλλωστε δεν γεννήθηκε κανένας τους πλούσιος. Ένας άγονος, βραχώδης τόπος ήταν ο σημερινός παράδεισος και με τον ιδρώτα τους και το φιλόξενο πνεύμα τους τον μετατρέψανε σε ιδανικό τουριστικό προορισμό. Μέχρι και την προηγούμενη γενιά, οι μισοί φεύγανε μετανάστες στην Αμερική (εξ ου και η κυκλαδίτικη προσομοίωση σε απίθανα μέρη όπως το Tarpon Springs) και οι άλλοι μισοί εσωτερικοί μετανάστες στην Αθήνα και τον Πειραιά. Εγώ, μεγάλωσα στα Πατήσια, λίγο πιο κάτω ήταν τα “Μυκονιάτικα”, που μας “δένανε” με τους Αγίους Αναργύρους. “Τις μισές και βάλε πολυκατοικίες από τον Άγιο Νικόλαο έως τον Άγιο Ελευθέριο στην Αχαρνών τις έχουν χτίσει Μυκονιάτες”», λέει ο αστικός μύθος και μάλλον είναι αλήθεια. Το ’50 και το ’60 –χωρίς προσβολή– οι νησιώτες μας ήταν ότι είναι οι σημερινοί Αλβανοί οικοδόμοι. Ίσως και γι’ αυτό συγκατοικούν τόσο αρμονικά σήμερα, γιατί υπάρχει ένα στοιχείο ταύτισης που έρχεται από το παρελθόν. Όμως ήταν και είναι άνθρωποι νοικοκύρηδες, προκομμένοι, δουλευταράδες, συγκρατημένοι, όχι σπάταλοι, που τον κόπο τους τον έκαναν περιουσία. Εκμεταλλεύτηκαν τη συγκυρία της τουριστικής έκρηξης παγκοσμίως και ξεχώρισαν αμέσως από τους άλλους εσωστρεφείς έως φοβικούς γείτονες.

Έχουν όμως και έναν ιδιαίτερο χαρακτήρα. Είναι χωρατατζήδες, έχουν μάθει στα πειράγματα και κυρίως είναι ανοιχτοί στη διαφορετικότητα, στις αλλαγές και τους πειραματισμούς. Θα μου πείτε «από ανάγκη», αφού δεν είχαν ένα κομμάτι ψωμί να φάνε, γι’ αυτό δέχτηκαν τους ξένους. Σωστά, αλλά το ίδιο δεν θα έπρεπε να έχει συμβεί στα 300 και βάλε κατοικημένα νησιά μας που ανακάλυψαν τον τουρισμό μόλις πριν 15 χρόνια; Άρα κάτι ιδιαίτερο υπήρχε στο mυκονιάτικο DNA που έκανε τη διαφορά. Ας μην ξεχνάμε και τις ιστορικές καταβολές. Όταν η Δήλος ήταν το οικονομικό και θρησκευτικό κέντρο του Αιγαίου τον 5ο π.Χ. αιώνα, οι Δηλιανοί είχαν τα εξοχικά τους στη Μύκονο! Παρ’ όλα αυτά μην νομίζετε πως ο τόπος φέρνει την ευτυχία. Τα αντίθετα παραδείγματα πολλά.

Όσο ευλογημένο και αν είναι το περιβάλλον, είναι μια από τις συνθήκες που συνθέτουν αυτό που ονομάζεται «ευτυχία».

Δεν μπορώ –και να θέλω οι εικόνες δεν με αφήνουν– να ξεχάσω τα αδικαιολόγητα νεύρα του τότε πιο στενού μου φίλου. Με φιλοξενούσε, του το «χρωστάω», στο οικογενειακό ξενοδοχείο του με τη θαυμάσια σύζυγό του και τα υπέροχα παιδάκια του. Το σκηνικό υπέροχο. Η θέα μαγευτική. Η Χώρα φόντο.

Όμως με το πρωινό κιόλας άρχιζαν οι φωνές «δι’ ασημάντου αφορμής». Φωνές γιατί η ομελέτα δεν ήταν τόσο «χτυπημένη» όσο έπρεπε. Φωνές γιατί «χτύπησε» το τηλέφωνο τρεις ολάκερες φορές πριν προλάβει κάποιος να το σηκώσει. Φωνές μέχρι και γιατί είχε νερά το δάπεδο γύρω από την πισίνα… και θα «χτυπούσε» κάποιος. 

Τι πιο φυσικό;

Τι περίμενε να έχει;

Ketchup;

Φωνές! Φωνές! Φωνές!

Φωνάρες χτυπούσαν τ’ αυτιά πελατών και φίλων.

Καθημερινά και ολημερίς διατάρασσαν την οικογενειακή γαλήνη και την ξενοδοχειακή ηρεμία λες και κάποιος ήταν βαλτός να τα διαλύσει και τα δύο…

Κάποια στιγμή δεν άντεξα άλλο και του έκανα μια συζήτηση. Ξεκίνησα επισημαίνοντας πως «ολόκληρος ο πλανήτης εργάζεται νυχθημερόν για να βάλει στην άκρη λίγα λεφτουδάκια και να πάει μερικές μέρες διακοπές. Κάποιοι –πιο τυχεροί ή πιο καπάτσοι– που βγάλανε πολύ περισσότερα χρήματα, μπορούν και αγοράζουν και μια βίλα για να περάσουν τα γεράματά τους ήσυχα, μακριά από τις συφοριασμένες πολύβουες πόλεις όπου ξόδεψαν τις ενήλικες ζωές τους.

Το κάνουν κατά εκατοντάδες χιλιάδες οι Αμερικανοί, που αγοράζουν Condominiums στο Μαϊάμι. Το κάνουν οι Βοερειοευρωπαίοι στην ισπανική Costa del Sol. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι θα προτιμούσαν 1.000 φορές τη Μύκονο. If they could afford her. Αλλά το νησί μας είναι πολύ ακριβό πια ακόμη και γι’ αυτούς!

Εσύ, φίλε, που γεννήθηκες και μεγάλωσες στον επίγειο Παράδεισο γιατί συμπεριφέρεσαι σαν κατατρεγμένος;

Τι θέλεις;

Από το σπίτι σου βλέπεις το μισό Αιγαίο και ένα κορίτσι μονίμως χαμογελαστό.

Τι σου λείπει πια;

Δεν απάντησε.

Δεν απάντησε ποτέ.

Εύχομαι μια κάποια μέρα να βρει την αιτία του κακού…

Μακάρι.

Το μόνο σίγουρο είναι πως το «κουμπί» της ευτυχίας βρίσκεται μέσα μας και όχι γύρω μας.