Ελλαδα

«Τι να μας πει τώρα ο Γκάουκ;»

Η επιζήσασα του Άουσβιτς Εσθήρ Κοέν θα συναντήσει τον Γερμανό πρόεδρο

Newsroom
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η 90χρονη σήμερα Εσθήρ Κοέν είναι μία από τις ελάχιστες Ελληνίδες Εβραίες οι οποίες επέζησαν των ναζιστικών εγκλημάτων στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Άουσβιτς. Η κ. Κοέν θα συναντήσει σήμερα Παρασκευή τον πρόεδρο της Γερμανίας, Γιοακίμ Γκάουκ, ο οποίος επισκέπτεται την Ελλάδα σε μια συμβολική κίνηση συγγνώμης.

Η Εσθήρ Κοέν μίλησε στην πρωινή εκπομπή του ΣΚΑΪ και είπε πως δεν περιμένει κάτι ουσιαστικό από την επίσκεψη αυτή. «Τι να μας πει τώρα ο Γκάουκ;» αναρωτιέται για την κίνηση αυτή του Γερμανού προέδρου, που δεν μπορεί να απαλύνει τη φρίκη που έζησε νεαρό κορίτσι τότε, λίγο πριν τη λήξη του πολέμου. Η ηλικιωμένη γυναίκα έχει τον αριθμό του Άουσβιτς χαραγμένο στο χέρι της και ακόμα δηλώνει απογοητευμένη από την αντίδραση των Ελλήνων συμπολιτών της τη στιγμή που οι Γερμανοί κατακτητές έπαιρναν την ίδια και την οικογένειά της από τα Γιάννενα: «Ούτε ένα πρόσωπο στο τζάμι, έπαιζα στους δρόμους μαζί τους και κανείς δε μου στάθηκε».

H Εσθήρ Κοέν στην «Καθημερινή»

«Αισθάνομαι περίεργα. Είμαι ταραγμένη. Θέλω να τον ρωτήσω, πού βρέθηκε τόσο μίσος, για να κάψουν ζωντανούς εκατομμύρια ανθρώπους, επειδή έτυχε να έχουν διαφορετική θρησκεία; Πρέπει άραγε να δεχθώ τη συγγνώμη; Τίποτα δεν μπορεί να συγχωρέσει αυτό που μας έκαναν. Δεν απέμεινε συγγενής να με συνοδέψει όταν θα πεθάνω. Δεν άφησαν κανέναν, τους έκαψαν όλους» δήλωσε στην εφημερίδα.

Κανένας γείτονας δεν τράβηξε το κουρτινάκι: «Όταν μας έβγαζαν από τα σπίτια μας και μας έσερναν στους δρόμους για να μας πάνε στην Γερμανία, δεν τράβηξε κανένας γείτονας ούτε το κουρτινάκι για να δει τι γίνεται...».

Ξημερώματα 25ης Μαρτίου του 1944. Με μια καλά σχεδιασμένη επιχείρηση και με τη βοήθεια της ελληνικής χωροφυλακής, η Γκεστάπο «σκουπίζει» την εβραϊκή γειτονιά των Ιωαννίνων. Στοιβάζει σε φορτηγά, 1.725 άντρες, γυναίκες και παιδιά. Ελάχιστοι πρόλαβαν και διέφυγαν στο βουνό, όπου εντάχθηκαν στις ανταρτικές ομάδες, μεταξύ αυτών και ο μετέπειτα σύζυγος της Εσθήρ.

Στο Άουσβιτς

Οι υπόλοιποι, μαζί και οι γονείς της δεκαεφτάχρονης τότε Εσθήρ και τα έξι αδέρφια της, πήραν το δρόμο δίχως επιστροφή, με προορισμό το Άουσβιτς. Από το κρεματόριο θα επιστρέψουν λιγότεροι από πενήντα. «Είδα τελευταία φορά τους γονείς μου στη ράμπα στο Άουσβιτς, όπου μας χώρισαν. Θυμάμαι ότι καθώς απομακρύνονταν στην καρότσα ενός φορτηγού, φώναξε σε εμένα και την αδερφή μου: “Κορίτσια να διαφυλάξετε την τιμή σας”. Μία μέρα που μας κούρευε μια αιχμάλωτη, με ρώτησε τι απέγιναν οι γονείς μου. Της απάντησα πως δεν γνωρίζω και εκείνη μου είπε δείχνοντας τις φλόγες που έβγαιναν από τα κρεματόρια: να, εκεί καίγονται...».

Η Εσθήρ γλίτωσε από καθαρή τύχη, καθώς μια εβραϊκής καταγωγής Γερμανίδα γιατρός και κάποιες νοσηλεύτριες την έκρυψαν στο αναρρωτήριο όταν οι Ες Ες πήραν όλους τους υπόλοιπους από το θάλαμό της και τους οδήγησαν στους φούρνους. Επέστρεψε μετά την απελευθέρωση και στο οικογενειακό προσκλητήριο δήλωσε παρούσα μόνη η αδερφή της. Οι άλλοι είχαν εξοντωθεί όλοι.

Φτάνοντας στα Γιάννενα θα πάει κατευθείαν στο σπίτι της και εκεί θα δεχθεί το άλλο φοβερό χτύπημα. «Χτύπησα την πόρτα και άνοιξε ένας άγνωστος. “Τι θέλετε” με ρώτησε; “Εδώ είναι το σπίτι μου” του είπα. “Θυμάσαι αν είχε φούρνο το σπίτι;” είπε. “Ναι, βέβαια ψήναμε το ψωμί και ωραίες πίτες” συνέχισα όλο χαρά. “Ε, λοιπόν, εξαφανίσου. Γλίτωσες από τους φούρνους στη Γερμανία, θα σε ψήσω εδώ στον φούρνο του σπιτιού σου” άκουσα με φρίκη να μου λέει».

«Σιωπήσατε πολλά χρόνια, γιατί;» τη ρώτησε ο δημοσιογράφος και η Εσθήρ Κοέν απάντησε δακρύζοντας: «Γιατί φοβόμασταν. Δεν μας αγάπησε κανένας, το καταλαβαίνετε αυτό;»