Ελλαδα

Έχουμε έρθει σε έναν απέραντο νεκροθάλαμο

Αυτόπτης μάρτυρας στη φλεγόμενη Αττική

Κωνσταντίνος Ματσούκας
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Πήλινα μπολ, μπετόνια, πετσέτες και σεντόνια, κλουβιά μεταφοράς, λουριά και περιλαίμια, κόφτη για σύρμα-κλαδιά, φακοί, γάντια, Βetadin-Augmentin-Vibramycin, λιχουδιές, μεγάλες σύριγγες για νερό

Είναι, άραγε, πυρίμαχα τ' αγκάθια του σκαντζόχοιρου; Και με τα φίδια τι γίνεται; Περισσότεροι από 25 άνθρωποι, άγνωστοι μεταξύ μας, καταφέραμε να μαζευτούμε, με δέκα οχήματα, να οργανωθούμε υποτυπωδώς. Μοιράσαμε την περιοχή που θα καλύπταμε, συμφωνήσαμε να συντάξουμε αναφορές και να τις αναρτήσουμε για άλλους πιθανούς εθελοντές. Σκοπός μας να αφήσουμε τροφή και νερό και να περιθάλψουμε ζώα τρομαγμένα, με εγκαύματα και θέματα υγείας.

Στην πραγματικότητα δεν είχαμε ιδέα τι να περιμένουμε.

Από την ΑΝΙΜΑ μας είχαν πει «Στα άκαφτα χωράφια να ψάξετε. Αν βρείτε κάτι, πάρτε μας, έχουμε δυο δικούς μας κτηνίατρους στην περιοχή».

Φαντάσου μια καταστροφή τόσο αδιανόητη που δεν μπορεί να έχει συμβεί. Έναν κόκκινο ουρανό να ανθίζει μέρα μεσημέρι πάνω από την πόλη, αφύσικος σαν εικόνα από την Βίβλο. Ο Παρθενώνας σε σταχτί φόντο. Κανείς δεν έχει επαρκή χωρητικότητα γι’ αυτό που συντελέστηκε. Για καιρό από τώρα, όλα όσα λέγονται θα μπαίνουν σε εισαγωγικά.

«Τα ζώα είναι ένας από τους λόγους που δεν λειτούργησε η κεντρική λεωφόρος σαν ανάχωμα. Την διασχίζουν έντρομα και φλεγόμενα και μεταδίδουν την φωτιά απέναντι».

«Γιατί, τα κουκουνάρια που εκτοξεύονται προς κάθε κατεύθυνση από χιλιάδες πεύκα; Ήμασταν μέσ’ τη θάλασσα, σου λέει ο άλλος, και έβρεχαν πάνω μας φλεγόμενα κουκουνάρια».

«Ναι, όμως όλο αυτό, δεν έγινε μέσα σε μια μέρα. Οι μισοί Δήμαρχοι ήταν εργολάβοι, εντάξει; Παίρνεις ένα οικόπεδο, βάζεις πάνω ένα λυόμενο (που μόνο λυόμενο δεν είναι) το νομιμοποιείς σε συνεννόηση με την τοπική αυτοδιοίκηση, φροντίζοντας να μη βγει το θέμα παραέξω και, ιδού! Να πώς προετοιμάζεται το έδαφος για τον απόλυτο χαμό».

«Κι έπειτα, κανείς στην περιοχή δεν περίμενε ο αέρας να κατέβει από το βουνό προς την παραλία. Ποτέ δεν συμπεριφερόταν έτσι ο άνεμος εδώ».

«Ναι, αλλά τα ίδια αυτά μποφόρ, στην πλατεία Βικτωρίας έριξαν δέντρο πάνω σε μηχανάκι, κι έστρωσαν την Πατησίων με κομμένα κλαδιά».

Η πόλη φλέγεται για μέρες από τις αφηγήσεις. Και, βέβαια, τις ιστορίες από το ground zero, όπου κάθε σχόλιο περιττεύει.

«Είχαμε βάλει τα παιδιά στο αυτοκίνητο για να φύγουμε όταν προσγειώθηκε στη σκεπή ένα πεύκο που καιγόταν. Ευτυχώς! Έτσι δεν πήραμε το αμάξι και σωθήκαμε...»

«Φτάσαμε στο νερό μπουσουλώντας. Σε ύψος πάνω από το μισό μέτρο ούτε ορατότητα υπήρχε, μα ούτε και ν' αναπνεύσεις μπορούσες. Το ίδιο ίσχυε και αφού μπήκαμε στη θάλασσα...».

Το Ασύλληπτο, έχοντας ανακοινώσει την άφιξή του στον ουρανό της Αττικής, συνέχισε να εκτυλίσσεται ως θέαμα στις οθόνες των τηλεοράσεων και στo Διαδίκτυο. Πολύ γρήγορα, πολύς κόσμος, αποφάσισαν να μην αρκεστούν στη θέση τους μπροστά σε μια οθόνη – ότι, εδώ, δεν θα παρέμεναν θεατές. Η εθελοντική κινητοποίηση των πολιτών μετά τις φωτιές έχει υπάρξει μαζική.

Πήγαμε, λοιπόν, να βάλουμε το χέρι στον τύπο των ήλων.

Κατεβαίνοντας από το βουνό προς την ηλιόλουστη Ραφήνα δεν υπήρχαν ορατές ενδείξεις για την νεκρή φύση από κάρβουνο που κειτόταν εκεί κοντά.

Εισχωρώντας στη διακεκαυμένη ζώνη, μέσα ακόμη στο αυτοκίνητο, η πρώτη σκέψη ήταν αυτή ακριβώς, πόσο όμορφη μπορεί να είναι η καταστροφή: οι απειράριθμοι τόνοι του γκρίζου που εναλλάσσονταν με το μαβί και το μαύρο, η δραματικότητα των απογυμνωμένων δέντρων, οι ανάγλυφες συσπάσεις τους μέχρι όπου έφτανε το μάτι. Εδώ κι εκεί, το άσπρο κέλυφος ενός κτιρίου, μια λεπτή στήλη γκρίζου καπνού. Μια νεκρώσιμη αισθητική.

Η νοσηρή γοητεία υποχωρεί όταν, βγαίνοντας από το όχημα, στην όραση προστίθενται οι υπόλοιπες αισθήσεις. Η βαριά μυρωδιά καμένης ύλης μαζί με την αδιόρατη αποφορά σάρκας σε αποσύνθεση, σημαίνει την αρχή μιας συνειδητοποίησης. Αυτή η απόλυτη σιωπή που επικρατεί στην πραγματικότητα δονείται από κραυγές, συναγερμούς αυτοκινήτων,  τριξίματα και  βρυχηθμούς. Ο Αέρας να ιππεύει τη φωτιά σαν Λερναία Ύδρα, με άπειρα στόματα...

«Οι αρχαίοι Ρωμαίοι έλεγαν το πεύκο “καταραμένο δέντρο” και δεν το επέτρεπαν μέσα στους οικισμούς”, από τη συνοδηγό μου. «Εμείς γιατί του έχουμε τέτοια λατρεία;»

Οδηγούμε επάνω στις άσπρες κορδέλες των δρόμων που διατρέχουν τους καμένους λόφους, αφήνοντας στο διάβα μας τροφή και νερό. Όμως οι αφελείς μας προθέσεις διάσωσης είναι, κυριολεκτικά, ανεδαφικές. Δεν υπάρχει για χιλιόμετρα, ούτε τετραγωνικό γης που δεν έχει καεί!

Τόπος διάσπαρτος με κουφάρια, οργανικά κι ανόργανα. Βλέπουμε κρανία αυτοκινήτων παρκαρισμένα μπροστά σε πέτρινα εξοχικά που στέκονται σαν αποσβολωμένα. Επάνω στο καρβουνιασμένο γκαζόν, γλυπτά από λιωμένο μέταλλο, ρευστοποιημένο γυαλί και στα δυο μέτρα, ο καλαμένιος φράχτης άθικτος. Και το μαύρο άγαλμα ενός πουλιού, μιας γάτας...

Μια τελείως αυθαίρετη φρίκη, η Αδιαφορία ως καθεστώς.

Μια ομάδα αστυνομικών με μοτοσυκλέτες μας πλευρίζουν και μας σταματούν. Περιπολούν για να αποτρέψουν διαρρήξεις και λεηλασίες.

«Έχουν σημειωθεί τέτοια κρούσματα;»

«Βεβαίως! Επιπλέον, για να καταλάβετε, δεν έχουμε μπει ακόμα ούτε στο ένα τρίτο των σπιτιών. Για τον απολογισμό των νεκρών, καταλαβαίνετε».

Ώστε όλα εκείνα τα βουβά παράθυρα! Καταλαβαίνουμε. Έχουμε έρθει σε έναν απέραντο νεκροθάλαμο...