Ελλαδα

Καταδυτικός τουρισμός στην Ελλάδα

Οφείλουμε να το κάνουμε σωστά από την αρχή

A.V. Guest
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Γράφει η Μαρία-Λουΐζα Τζόγια Μοάτσου


Η υποβάθμιση του θαλάσσιου περιβάλλοντος
Το 1883 στα εγκαίνια της Διεθνούς Έκθεσης Αλιείας του Λονδίνου, ο βρετανός βιολόγος Thomas Henry Huxley είχε δηλώσει κατηγορηματικά ότι τα αλιευτικά αποθέματα των θαλασσών είναι ανεξάντλητα και επομένως είναι άσκοπη οποιαδήποτε προσπάθεια για προστασία και ρύθμιση των ιχθυαποθεμάτων. Στην πραγματικότητα η κατάρρευση των υποθαλάσσιων οικοσυστημάτων εξαιτίας του ανθρώπου είχε ήδη δρομολογηθεί και σήμερα η διεθνής κοινότητα ψάχνει τρόπους αντιμετώπισης των διογκούμενων απειλών, καθώς το 90% των σημαντικών θαλάσσιων ειδών έχει πληγεί.

Τον 20ό αιώνα ο τουρισμός αναπτύχθηκε ανθρωποκεντρικά, αντιμετωπίζοντας τη γη –και τη θάλασσα- σαν μια ανεξάντλητη πηγή πόρων ικανών να ικανοποιήσουν κάθε ανθρώπινη απαίτηση. Σήμερα οι επιστημονικές γνώσεις και η πείρα επιβάλλουν μια διαφορετική ανάπτυξη των διάφορων τομέων της τουριστικής βιομηχανίας και οι καταδύσεις αναψυχής είναι ένας από αυτούς και μάλιστα αποτελεί διεθνώς έναν από τους ταχύτερα αναπτυσσόμενους κλάδους του τουρισμού.

Η Ελλάδα με περίπου 17.000 χιλιόμετρα ακτογραμμής, 3500 νησιά και νησίδες, 20.000 ναυάγια και πολυάριθμους υποθαλάσσιους αρχαιολογικούς χώρους είχε μείνει επί πολλές δεκαετίες δέσμια μιας αρτηριοσκληρωτικής νομοθεσίας. Η απελευθέρωση των καταδύσεων αναψυχής με την ψήφιση του σχετικού νόμου το 2005, πυροδότησε τη ραγδαία ανάπτυξη του ιδιωτικού καταδυτικού τομέα. Η εξαιρετική δουλειά του Ελληνικού Κέντρου Θαλασσίων Ερευνών (ΕΛΚΕΘΕ) μένει ακόμα ανεκμετάλλευτη ενώ κάθε χρόνο όλο και περισσότεροι τοπικοί φορείς παραθαλάσσιων δήμων εξαγγέλλουν κάθε χρόνο την επικείμενη δημιουργία καταδυτικού πάρκου.

Η επέλαση του καταδυτικού τουρισμού βρίσκεται προ των πυλών και μια νησιωτική χώρα σαν την Ελλάδα οφείλει να είναι έτοιμη να την δεχτεί έπειτα από σχεδιασμό με όρους αειφορίας. Η δημιουργία καταδυτικών πάρκων ως διαχειριστικά εργαλεία του ενάλιου πλούτου μπορεί να γίνει προσαρμόζοντας τη διεθνή εμπειρία στις ελληνικές ιδιαιτερότητες και ανάγκες.

Καταδυτικά πάρκα
Για τη χωροθέτηση ενός καταδυτικού πάρκου πρέπει να ισχύει μια σειρά κριτηρίων τόσο περιβαλλοντικών (π.χ. ποικιλότητα και μοναδικότητα υποθαλάσσιων ενδιαιτημάτων, απειλούμενοι βιότοποι, αισθητική του υποβρύχιου τοπίου) όσο και κοινωνικοοικονομικών (π.χ. ύπαρξη υποβρυχίων κινδύνων, δυνατότητες περίθαλψης, φέρουσα ικανότητα τουριστικών υποδομών) μεταξύ των οποίων εξαιρετικά σημαντικά είναι τα συγκρουόμενα συμφέροντα με τις τοπικές κοινωνίες και κυρίως με τους αλιείς.

Μόνο η τεκμηριωμένη ενημέρωση των ενδιαφερόμενων μπορεί να αποκαλύψει τις ποιοτικές και ποσοτικές παραμέτρους του ζητήματος που προκύπτουν από τη διεθνή έρευνα και εμπειρία. Για παράδειγμα, κοινωνικοοικονομική μελέτη στο θαλάσσιο Εθνικό Πάρκο του Port Cros της Γαλλίας κατέδειξε ότι η ύπαρξη ζωντανών ειδών αποτελεί παράγοντα μεγάλου οικονομικού οφέλους για την περιοχή καθώς προσελκύουν δύτες, φυσιοδίφες και λάτρεις της υποβρύχιας φωτογραφίας : ένας ροφός ηλικίας 20 ετών, μπορεί να αποδώσει μέχρι και 1.000 φορές περισσότερο κέρδος αν επιζήσει για δυο δεκαετίες απ’ ότι αν πωληθεί για άμεση κατανάλωση!

Τεχνητοί ύφαλοι
Τα πρώτα καταγεγραμμένα πλοία που ποντίστηκαν ως τεχνητοί ύφαλοι για ενίσχυση της τοπικής αλιείας είναι τέσσερα αμερικανικά σκάφη που βυθίστηκαν το 1935 στις ακτές του Ατλαντικού. Μέχρι σήμερα εκατοντάδες τόνοι μετάλλου στο βυθό των θαλασσών εξακολουθούν να προσφέρονται για αλιεία, για ερασιτεχνικές καταδύσεις και επιστημονική έρευνα.

Η διεθνής εμπειρία έχει αποδείξει ότι κάθε τρισδιάστατη κατασκευή στο βυθό μπορεί να αποδειχθεί ελκυστικό σημείο για καταδύσεις αναψυχής συμβάλλοντας συγχρόνως στην αποσυμφόρηση και προστασία των φυσικών οικοσυστημάτων από τα διογκούμενα κύματα τουριστών. Τα τεχνητά αυτά σημεία γίνονται άμεσα αποδεκτά από τους αυτοδύτες, επιβεβαιώνοντας την αμερικάνική φιλοσοφία «If we build it, they will come».

Ασφαλώς δεν μπορεί να θεωρηθεί τεχνητός ύφαλος οποιοσδήποτε όγκος απορριμμάτων καταλήγει στο βυθό, όπως τα προϊόντα κατεδαφίσεων. Από τη δεκαετία του 50 και μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 60 για την κατασκευή τεχνητών υφάλων ήταν πολύ διαδεδομένη η χρήση παλιών αυτοκινήτων, πρακτική που ακολουθείται και σήμερα, μετά όμως από αφαίρεση όλων των τοξικών και βλαβερών μερών του αυτοκινήτου.

Αδόκιμες τεχνικές κατασκευής των τεχνητών υφάλων αποδείχθηκαν συχνά καταστροφικές όπως στην περίπτωση του Osborne Reef στη Φλόριντα όπου το 1972 οι τοπικές αρχές κατασκεύασαν ύφαλο χρησιμοποιώντας περισσότερα από 2 εκατομμύρια παλιά ελαστικά αυτοκινήτων. Ο γιγάντιος αυτός όγκος των 150.000 μ2 προκάλεσε μια χωρίς προηγούμενο περιβαλλοντική καταστροφή όταν κάποια στιγμή οι συνδετικές ταινίες κόπηκαν και εκατοντάδες χιλιάδες ελαστικά άρχισαν να μετακινούνται από τα ρεύματα στο βυθό, καταστρέφοντας τους φυσικούς υφάλους Οι εξαιρετικά δαπανηρές προσπάθειες ανέλκυσής τους ξεκίνησαν το 2001 και μόνο μετά το 2007 υπήρξαν ικανοποιητικά αποτελέσματα, όταν το έργο ανέλαβε το αμερικανικό πολεμικό ναυτικό.

Η κατασκευή των τεχνητών υφάλων υπόκειται πλέον σε διεθνείς κανονισμούς που προστατεύουν τις θάλασσες από την ανεξέλεγκτη ρύπανση. Σήμερα πολυάριθμοι ύφαλοι έχουν κατασκευαστεί ανά τον κόσμο με την πόντιση βαγονιών τρένου, αεροσκαφών ή ακόμα και παλιών αρμάτων μάχης μετά από την απαραίτητη προεργασία.

Εξαιρετικής σημασίας για την Ελλάδα είναι η δημιουργία υποθαλάσσιων αρχαιολογικών πάρκων, στα πρότυπα του Parco Archeologico Sommerso di Baia στον κόλπο της Νάπολης που αποτελεί υποδειγματική προστατευόμενη περιοχή. Από το 2007 η Εφορία Αρχαιοτήτων παραχώρησε στην ένωση των τοπικών καταδυτικών κέντρων το δικαίωμα να διοργανώνουν καταδυτικές επισκέψεις στην περιοχή κάτω από αυστηρότατες προϋποθέσεις, ενισχύοντας τον τοπικό τουρισμό αλλά και συμβάλλοντας στην αστυνόμευση της υποθαλάσσιας περιοχής και την οικονομική ενίσχυση των αρχαιολογικών εργασιών.

Υποβρύχια λατρευτικά σημεία που δημιουργήθηκαν από τη δεκαετία του 50 στην Ιταλία – και στη συνέχεια και αλλού, όπως στη Μάλτα- με την πόντιση γιγάντιων θρησκευτικών αγαλμάτων σήμερα λειτουργούν σαν διεθνούς ενδιαφέροντος καταδυτικοί προορισμοί. Για την ελεγχόμενη προσέλκυση τουριστών και την αποσυμφόρηση των ευαίσθητων υποθαλάσσιων οικοσυστημάτων λειτουργούν επίσης υποθαλάσσια μουσεία σύγχρονης τέχνης. Το μουσείο στο Cancun του Μεξικού, από τα μέσα της δεκαετίας του 90 επισκέπτονται κάθε χρόνο 750.000-800.000 τουρίστες, εξασφαλίζοντας την προστασία των κοραλλιογενών σχηματισμών της περιοχής. Τα ειδικής κατασκευής υποβρύχια γλυπτά του βρετανού καλλιτέχνη Jason de Caires Taylor σταδιακά αποικούνται από θαλάσσιους οργανισμούς, δημιουργώντας ένα μοναδικό, εξωπραγματικό περιβάλλον που αναδεικνύει την αλληλεπίδραση ανάμεσα στην τέχνη και τη φύση. Πριν μερικούς μήνες εγκαινιάστηκε και το πρώτο ευρωπαϊκό υποθαλάσσιο μουσείο με γλυπτά του ίδιου καλλιτέχνη στο Lanzarote της Ισπανίας.

Η μισού αιώνα διεθνής εμπειρία στον τομέα του καταδυτικού τουρισμού μπορεί να δώσει τα εφόδια στην Ελλάδα για την ανάπτυξη του με όρους αειφορίας ενώ η ανάδειξη μιας παράκτιας περιοχής σε διεθνή καταδυτικό προορισμό αποτελεί αντικείμενο μιας συντονισμένης προσπάθειας προώθησης του τόπου με όρους του σύγχρονου place branding. Οφείλουμε να το κάνουμε σωστά από την αρχή γιατί η θάλασσα είναι ένα τεράστιο κοινόχρηστο οικόπεδο που εποφθαλμιούν πολλοί οικοπεδοφάγοι. Και είναι χαρακτηριστικό τι είχε πει πριν μερικά χρόνια ο ισπανός υδροβιολόγος, εξερευνητής του National Geographic Society Explorer, Ενρίκ Σαλά στην εφημερίδα  Καθημερινή «Τα νερά της Ελλάδας μοιάζουν με χρεωστικό λογαριασμό από τον οποίο κάνουν όλοι ανάληψη, αλλά κανείς δεν κάνει κατάθεση. Κάποια στιγμή δεν θα έχουν μείνει χρήματα στον λογαριασμό».