Κοσμος

Γερμανία: Η γυάλινη οροφή της ακροδεξιάς και η αναθεώρηση του γερμανικού μοντέλου

Αν αναγνωριστούν τα προβλήματα της Γερμανίας και της Ευρώπης, η «Εναλλακτική για τη Γερμανία» ζει την τελευταία θριαμβική της στιγμή   

Σώτη Τριανταφύλλου
Σώτη Τριανταφύλλου
ΤΕΥΧΟΣ 948
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Γερμανία: Η γυάλινη οροφή της ακροδεξιάς και η επανεκτίμηση του γερμανικού μοντέλου
© EPA / MICHAEL KAPPELER POOL

Γερμανικές εκλογές: Οι συνεργασίες, οι διαμαρτυρίες των Ανατολικογερμανών, η αναδιαμόρφωση του γερμανικού οικονομικού μοντέλου και η σύγκριση με τη Γαλλία

Στις γερμανικές εκλογές της περασμένης Κυριακής το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα απέσπασε το 28,6% των ψήφων, ένα πενιχρό ποσοστό που, για τα σημερινά ευρωπαϊκά δεδομένα, θεωρείται νίκη. Η δεύτερη πολιτική δύναμη στη χώρα —πρώτη στα ανατολικά ομόσπονδα κρατίδια, που ξεπέρασε τους Σοσιαλδημοκράτες του Όλαφ Σολτς— είναι η Εναλλακτική για τη Γερμανία, με 20,8%, την οποία στήριξαν ο Ίλον Μασκ και ο Ντόναλντ Τραμπ. Αλλά δεν θα μάθουμε ποτέ αν οι Γερμανοί επηρεάστηκαν θετικά ή αρνητικά από τις δηλώσεις του υπερατλαντικού διδύμου της επιτυχίας. Σύμφωνα με το παραδοσιακό τευτονικό πνεύμα, μια τέτοια παρέμβαση στην εσωτερική πολιτική της Γερμανίας θα είχε αντίθετο αποτέλεσμα· αλλά, προφανώς, ένα μέρος των Γερμανών έχει αλλάξει· ένας στους πέντε ψηφοφόρους έχει τόσο αγανακτήσει από την αρτηριοσκληρωτική σοσιαλδημοκρατική ατζέντα ώστε ακούει τώρα τη γνώμη των χειρότερων Αμερικανών.

Στην άλλη άκρη του πολιτικού φάσματος, οι Πράσινοι (11,6%) και η Linke (8,8%) αποτελούν υπολογίσιμη δύναμη, ιδιαίτερα αν προσθέσουμε το καινούργιο κόμμα Bündnis Sahra Wagenknecht – Vernunft und Gerechtigkeit (BSW), που, αποσπώντας το 4,97%, δεν πέρασε το όριο του 5% το οποίο απαιτείται για την είσοδο στην Bundestag. (Σημειώνω εδώ ότι η ριζική διαφορά του BSW από την αριστερά είναι ότι έχει κατανοήσει την έκταση και το βάθος του μεταναστευτικού προβλήματος.) Φαίνεται πάντως ότι, όπως σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, το εκλογικό σώμα είναι διασπασμένο σε τέσσερα περίπου ίσα μέρη, ένα εκ των οποίων είναι η αντιμεταναστευτική δεξιά, στο εσωτερικό της οποίας δραστηριοποιούνται αντικοινοβουλευτικά στοιχεία, παρόμοια με εκείνα που οδήγησαν στον ολοκληρωτισμό και στον πόλεμο του 20ού αιώνα. Αλλά, παρότι ο γερμανικός ρεβανσισμός δεν πρέπει να υποτιμάται, νομίζω πως, αν οι κοινοβουλευτικές δυνάμεις πάρουν το μήνυμα —στο οποίο κώφευαν μέχρι τώρα— θα διαψευστεί ο ευσεβής πόθος της Alice Weidel ότι το 2029 η Εναλλακτική για τη Γερμανία θα συμμετάσχει στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση. Ίσως σ’ αυτές τις εκλογές το κόμμα της κ. Weidel να άγγιξε τη γυάλινη οροφή του. Το ίδιο πιστεύω για το κόμμα της κ. Λεπέν στη Γαλλία· ίσως διαψευσθώ.

Παρ’ όλ’ αυτά, για να αποφευχθεί το θλιβερό ενδεχόμενο της πολιτικής εκτροπής, χρειάζεται μεταρρύθμιση ολόκληρου του προγράμματος υποδοχής και ένταξης μεταναστών. Στην πραγματικότητα, χρειάζεται πλήρης απόρριψη της πολιτικής της κ. Μέρκελ, η οποία, με σωρεία χονδροειδών σφαλμάτων, έβλαψε την ευρωπαϊκή ενότητα: κακοδιαχείριση της ελληνικής κρίσης και του ενεργειακού προβλήματος, ανοιχτά σύνορα, ερωτοτροπία με τη Ρωσία και την Τουρκία. Αν και συνήθως χαρακτηρίζουμε λαϊκιστές τους ακροδεξιούς, η κ. Μέρκελ υπήρξε η επιφανέστερη λαϊκίστρια.

Μέχρι το Πάσχα, ο κ. Μερτς υποσχέθηκε να συγκροτήσει κυβέρνηση συνασπισμού. Οπωσδήποτε, η συνεργασία με την αριστερά είναι αδύνατη και παράδοξη: εκτός του ότι τα κομματικά προγράμματα είναι εντελώς αντίθετα, οι Πράσινοι και τα στελέχη της Linke σιχαίνονται τους Χριστιανοδημοκράτες· τα αισθήματα είναι αμοιβαία. Ως μοναδική λύση φαίνεται η συνεργασία των Χριστιανοδημοκρατών με τους Σοσιαλδημοκράτες, μολονότι οι σχέσεις μεταξύ των δύο κομμάτων ήσαν ανέκαθεν ταραχώδεις. Επιπλέον, οι Γερμανοί εκλαμβάνουν μια τέτοια εξέλιξη ως απόρροια ενός κατεστημένου το οποίο πολλοί Γερμανοί θέλουν να γκρεμίσουν. Με λίγα λόγια, πρέπει να ληφθεί υπόψη τόσο η δεξιά όσο και η αριστερή ριζοσπαστικοποίηση: όπως σχεδόν παντού, στη Γερμανία είναι πρόδηλη η ψήφος διαμαρτυρίας μαζί με εκείνη τη μορφή της κοινωνικής κινητικότητας που μπορεί να οδηγήσει σε έκρηξη. Θα καταφέρει μια κυβέρνηση συνασπισμού μεταξύ Χριστιανοδημοκρατών και Σοσιαλδημοκρατών να συμφωνήσει στον περιορισμό της εξωευρωπαϊκής μετανάστευσης και στην κατάργηση της πολιτικής της πολυπολιτισμικότητας; Πολύ αμφιβάλλω.

Παραλλήλως, χρειάζεται επανεκτίμηση και επανόρθωση του πολιτικού τοπίου, το οποίο παραμένει, εν πολλοίς, διαιρεμένο μεταξύ Δύσης και Ανατολής. Οι Ανατολικογερμανοί διατηρούν τη συλλογική μνήμη ενός σταθερού και αυταρχικού κράτους στο οποίο οι ξένοι εργάτες από την Αγκόλα, τη Μοζαμβίκη, το Βιετνάμ και την Κούβα στεγάζονταν σε λαϊκές πολυκατοικίες έξω από τις πόλεις χωρίς να αναμειγνύονται με τον τοπικό πληθυσμό. Αντιθέτως, στη Δύση υπήρχε πρόγραμμα σχετικής αφομοίωσης σε μια οντότητα που ονομαζόταν «εργατική τάξη»· σήμερα, πολιτική αφομοίωσης δεν υπάρχει και η αυτόχθων εργατική τάξη στρέφεται προς τον εθνικισμό, απορρίπτοντας τους ξένους στο εσωτερικό της. Εξάλλου, στη Δυτική Γερμανία υπάρχει ισχυρότερος κοινωνικός ιστός από εκείνον στην Ανατολή, όπου η απουσία ενδιάμεσων κοινωνικών σωμάτων διευκολύνει την εξέλιξη της ακροδεξιάς.

Αν και οι Ανατολικοί διαμαρτύρονται ότι έχουν εγκαταλειφθεί στην τύχη τους, παρά τα δισεκατομμύρια ευρώ που επενδύθηκαν για την επανένωση, τα δεδομένα για την ανεργία δείχνουν ότι μερικά ανατολικά κρατίδια τα πάνε καλύτερα από το Αμβούργο ή το Ζάαρ, αν και όντως οι επενδύσεις παραμένουν χαμηλότερες από ό,τι στη Δύση. Τέλος, εφόσον παρατηρείται υποεκπροσώπηση των Ανατολικογερμανών σε θέσεις εξουσίας —η Άνγκελα Μέρκελ, η Manuela Schwesig του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος, η Sahra Wagenknecht και ο σενεγαλέζικης καταγωγής Karamba Diaby είναι εξαιρέσεις— το κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία εμφανίζεται ως προστάτης τους. Και στην Ανατολική Γερμανία φτάνει στα επίπεδα δημοτικότητας της ακροδεξιάς που παρατηρούνται στη Γαλλία και την Ολλανδία, δηλαδή γύρω στο 30%.

Αν και στο μείγμα της αμφισβήτησης προστίθεται η γερμανική ιδέα ότι πολλές ευρωπαϊκές χώρες, ιδιαίτερα η Γαλλία, είναι αναξιόπιστοι εταίροι που δεν τηρούν τις δημοσιονομικές τους δεσμεύσεις, ο Φρίντριχ Μερτς είναι γαλλόφιλος. Καθώς πρόκειται για κληρονόμο του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος των δεκαετιών του 1980-1990, με έμφαση στις δυτικές ρίζες, θα είναι σίγουρα πιο ενεργητικός από τον Όλαφ Σολτς στην Ευρώπη. Αλλά η μεγαλύτερη πρόκληση που πρέπει να αντιμετωπίσει είναι η αναδιαμόρφωση του παρωχημένου γερμανικού οικονομικού μοντέλου με το φθηνό ρωσικό αέριο, την ασφάλεια που είχε ανατεθεί στις ΗΠΑ και τις εκτεταμένες κινεζικές εξαγωγές. Σ’ αυτό, παραδόξως, το γαλλικό μοντέλο εμφανίζεται σήμερα καλύτερα εξοπλισμένο για τις μελλοντικές προκλήσεις: εκτός του ότι η Γαλλία επενδύει περισσότερο στην τεχνολογία, η γαλλική «αστάθεια» σημαίνει πως οι Γάλλοι αμφισβητούν την πολιτική που εφαρμοζόταν επί πάνω από σαράντα χρόνια και αναζητούν κάτι καινούργιο. Αντιθέτως, στη Γερμανία τα προγράμματα των υποψηφίων παραμένουν κλασικά: οι Σοσιαλδημοκράτες είναι προσκολλημένοι στις επιδοτήσεις, οι Χριστιανοδημοκράτες στις φορολογικές περικοπές. Οι Γάλλοι φαίνεται ότι ακούνε τον Mάριο Ντράγκι και τον Eνρίκο Λέττα περισσότερο από τους Γερμανούς, οι οποίοι ακόμα συζητούν το πρόβλημα της πυρηνικής ενέργειας —μια μορφή επίμονου συντηρητισμού και υποταγής στην ιδεολογία των Πράσινων της δεκαετίας του 1970— και θέτουν πολλά εμπόδια στην επιχειρηματικότητα. Στο δεύτερο νομίζω ότι έχουν δίκιο: το επιχειρείν απαιτεί ρυθμίσεις. Πράγμα που δεν αποδέχεται ο Ίλον Μασκ, ο οποίος απογοητεύτηκε από τους Γερμανούς όταν έφτιαχνε το εργοστάσιο Tesla στο Βρανδεμβούργο. Καθώς ο Μασκ ήρθε αντιμέτωπος με τα αυστηρά γερμανικά περιβαλλοντικά και κοινωνικά πρότυπα —είχε κακομάθει στο αμερικανικό μοντέλο, που δεν προβλέπει συνδιαχείριση μεταξύ συνδικάτων και εργοδοτών, μια παράδοση καθιερωμένη στον γερμανικό καπιταλισμό—, εκδικήθηκε τους Γερμανούς στηρίζοντας την ακροδεξιά. Και μάλιστα χωρίς να είναι σίγουρος ότι η ενδεχόμενη άνοδός της στην εξουσία θα διευκολύνει τις επιχειρήσεις.

Γενικά εκτυλίσσεται επίθεση στη φιλελεύθερη Γερμανία του Βερολίνου: οικολογία, ρυθμίσεις, ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο· σε όλα όσα συνθέτουν την ευρωπαϊκή ιδέα και εξασφαλίζουν την ευρωπαϊκή συνοχή. Ωστόσο, η ευρωπαϊκή συνοχή απειλείται πρωτίστως από την ισλαμική διείσδυση, την οποία μέχρι πρότινος αναγνώριζε μόνο η ακροδεξιά. Αν οι Χριστιανοδημοκράτες κατορθώσουν, όχι μόνο να αναγνωρίσουν το πρόβλημα —πράγμα που έχουν ήδη κάνει— αλλά και να το αντιμετωπίσουν, θα αφαιρέσουν από την Εναλλακτική για τη Γερμανία το μεγάλο της ατού και θα επηρεάσουν όλες τις ευρωπαϊκές δυνάμεις ώστε να κάνουν το ίδιο. 

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ ΠΑΝΤΑ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Podcast Κυριακές του Κόσμου | Από την Αραβική Άνοιξη στην παγωμένη σιγή: Αυταρχισμός, social media και ψηφιακή υπακοή
Podcast Κυριακές του Κόσμου | Από την Αραβική Άνοιξη στην παγωμένη σιγή: Αυταρχισμός, social media και ψηφιακή υπακοή

Μια διαδρομή μέσα από τις υποσχέσεις, τις διαψεύσεις και τις νέες μορφές «σιωπής» στην ψηφιακή εποχή.

Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.