Κοσμος

Τι (πραγματικά) συνέβη, τι (πιθανόν) θα συμβεί στις ΗΠΑ;

Όπως έχει προαναγγείλει ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ, οι συνταρακτικές αλλαγές πολιτικής θα αρχίσουν ήδη με δεκάδες προεδρικά διατάγματα που είναι έτοιμα για υπογραφή από την πρώτη κιόλας μέρα

Χρήστος Τσιάμης
9’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Αιτίες και προοπτικές της προεδρίας του Ντόναλντ Τραμπ που ξεκινά επισήμως στις 20 Ιανουαρίου: ο ρόλος της ισραηλινοπαλαιστινιακής σύγκρουσης

Οι εφημερίδες των ΗΠΑ χαρακτηρίζονται από το φαινόμενο «groupthink» (ομαδική σκέψη), τουλάχιστον όταν πρόκειται για την κάλυψη των προεδρικών εκλογών. Το ίδιο συμβαίνει, κατ’ επέκταση, και με τον ξένο Τύπο που αναπαράγει με τη μέθοδο «copy paste» τα συμπεράσματα των «έγκυρων» αμερικανικών εφημερίδων. Έτσι, προεκλογικά μάς μιλούσαν για μια άνευ προηγουμένου πόλωση στην αμερικανική κοινωνία, ενώ μετεκλογικά κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι στο εκλογικό σώμα της χώρας είχε συμβεί μια τεράστια τεκτονική μετακίνηση προς τα δεξιά. Ιδιαιτέρως, οι Τάιμς αφιέρωσαν απανωτά άρθρα με λεπτομερείς γραφικές παραστάσεις, χάρτες και διαγράμματα προς επίρρωση των παραπάνω συμπερασμάτων. Έχουν, όμως έτσι τα πράγματα; Ή μήπως η αρχική τους θέση επηρέασε την μετέπειτα ανάλυσή τους; Πρόκειται για ένα φαινόμενο γνωστό στην επιστημονική έρευνα, όπου μια θεωρητική προδιάθεση του ερευνητή τον καθιστά ανίκανο να παρατηρήσει αυτό που έχει πραγματικά συμβεί στο πείραμά του. Μήπως, λοιπόν, οι αναλυτές των Τάιμς, κοιτάζοντας τα δέντρα, έχασαν τη θέα του δάσους;

Τι συνέβη στις αμερικανικές εκλογές του 2024

Για μια καλύτερη θεώρηση, ας δούμε το εκλογικό αποτέλεσμα από μια πανοραμική θέα των αριθμών και εις βάθος χρόνου. Και ας αρχίσουμε με το θέμα της πόλωσης – όπου πόλωση σημαίνει μια ισοβαρής διαίρεση της κοινωνίας, ή τουλάχιστον του εκλογικού σώματος. Κάτι τέτοιο είχε συμβεί στις εκλογές του 1960, μεταξύ του Νίξον και του Τζον Κέννεντυ. Τότε, ο Κέννεντυ είχα κερδίσει τις εκλογές με διαφορά μόλις 113,000 ψήφων (0.17% διαφορά).  Επίσης, το 2000, ο Αλ Γκορ είχε κερδίσει τη λαϊκή ψήφο (αλλά έχασε την προεδρία με το σύστημα των εκλεκτόρων) με 544.000 ψήφους (0.50% διαφορά). Αυτά τα αποτελέσματα είναι οριακά και θα μπορούσαν να πούμε ότι είναι ενδεικτικά αριθμητικής πόλωσης. Στις εκλογές του 2024 όμως, ο Τραμπ κέρδισε με 2.000.000 ψήφους (1.50 % διαφορά). Τόση ήταν περίπου και η διαφορά των ψήφων στις εκλογές του 2016, όπου η Χίλαρυ Κλίντον κέρδισε τη λαϊκή ψήφο με διαφορά 3.000.000 περίπου ψήφων (2 % διαφορά), αλλά έχασε και αυτή τις εκλογές λόγω των εκλεκτόρων. Δεν θυμόμαστε τόσο έντονη συζήτηση περί πόλωσης τότε. Τι άλλαξε;

Εκείνο που μεσολάβησε ήταν η τετραετία της κυβέρνησης Τραμπ. Η συνεχής παρουσία του στις οθόνες (στην τηλεόραση και στις ψηφιακές πλατφόρμες των κοινωνικών μέσων), οι τρόποι του (χλευαστικοί, προσβλητικοί, επιθετικοί), και η ρητορική των άκρων έγιναν παράδειγμα προς μίμηση από τους υποστηρικτές του, που συμπέραναν πως μια τέτοια συμπεριφορά ήταν κοινωνικά αποδεκτή. Έτσι ανέβηκαν οι τόνοι στην πολιτική συναναστροφή των πολιτών. «Φώναζαν» οι υποστηρικτές του Τραμπ και το ίδιο φωναχτά απαντούσε η άκρως αντίπαλη πλευρά. Ταυτοχρόνως, τα ηλεκτρονικά κοινωνικά μέσα δυνάμωναν την ένταση. Αυτόν τον φοβερό θόρυβο της πολιτικής διαφωνίας στη δημόσια αρένα οι εφημερίδες τον είδαν ως πρωτοφανή πόλωση στην αμερικανική κοινωνία. Οι αριθμοί όμως λένε διαφορετική ιστορία. Τον σαματά δημιούργησε η τεχνολογία: στην πραγματικότητα, ο πολιτικός-κοινωνικός διχασμός των Αμερικανών δείχνει, εδώ και πολλά χρόνια, μια συνεπή σταθερότητα.

Ένα ακόμη αξιοσημείωτο γεγονός είναι το ποσοστό συμμετοχής των ψηφοφόρων στις δυο τελευταίες εκλογές. Ενώ τα τελευταία πενήντα χρόνια το ποσοστό συμμετοχής κυμαίνεται μεταξύ 50-60%, το 2020 είχε αυξηθεί στο 65,3%, και στις πρόσφατες εκλογές ήταν περίπου 64%. Αυτό έχει παίξει σημαντικό ρόλο στο εκλογικό αποτέλεσμα κάθε φορά γιατί συνδέεται με την επιτυχία της προεκλογικής εκστρατείας των υποψηφίων να μετατρέψουν εκατομμύρια προηγουμένως απαθών ψηφοφόρων σε ψηφοφόρους που θα προσέλθουν στις κάλπες. Έτσι, το 2020 οι Δημοκρατικοί μπόρεσαν να φέρουν στις κάλπες 15.000.000 νέους ψηφοφόρους (οι ψήφοι του Τραμπ αυξήθηκαν κατά 11.000.000 περίπου), ενώ το 2024, οι ψηφοφόροι του Τραμπ αυξήθηκαν κατά ακόμα 3.000.000 περίπου, ενώ οι ψήφοι των Δημοκρατικών μειώθηκαν κατά 6.000.000.

Αυτό δεν σημαίνει μαζική στροφή του εκλογικού σώματος προς τα δεξιά, όπως το ερμήνευσαν οι Τάιμς: απλώς, περίπου 3.000.000 Δημοκρατικών ψηφοφόρων αποφάσισαν να μην ψηφίσουν. Μπορεί κι ακόμα παραπάνω. Γιατί από τις 3.000.000 νέες ψήφους που έλαβε ο Τραμπ μόνο ένα ποσοστό εκπροσωπεί Δημοκρατικούς που άλλαξαν στρατόπεδο. Ένα άλλο μεγάλο ποσοστό πρέπει να αποδοθεί στον ρόλο που έπαιξαν τα social media στην προσέλκυση νέων Ρεπουμπλικανών ψηφοφόρων. Η πολιτική αρένα έγινε προσιτή σε όλο και περισσότερους ψηφοφόρους (ειδικά στην απομονωμένη, και παραδοσιακά συντηρητική, ύπαιθρο) και, κατ’ ακολουθίαν, οι ψηφοφόροι αυτοί έγιναν προσιτοί στην πολιτική μηχανή του τραμπικού κόμματος. Ήταν προέκταση μιας τακτικής της συντηρητικής παράταξης της Αμερικής επί δεκαετίες τώρα. Στο παρελθόν, μεγάλες εταιρείες ΜΜΕ, όπως η Sinclair Broadcasting, αγόραζαν εκατοντάδες τοπικούς σταθμούς και μέσω αυτών μετέδιδαν σε παναμερικανική κλίμακα προγράμματα συντηρητικού περιεχομένου από μια κεντρική συντακτική ομάδα. Σήμερα, είναι γνωστό ότι προσεγγίζουν τους νέους μέσα από πλατφόρμες ηλεκτρονικών παιχνιδιών όπου το πολιτικό μήνυμα περνάει υποδόρια.

Δεν ήταν λοιπόν ακριβώς ιδεολογικοί οι λόγοι για τους οποίους οι Αμερικανοί δεν ψήφισαν την «έγχρωμη και γυναίκα» υποψήφια Κάμαλα Χάρις και εξέλεξαν πρόεδρο τον Τραμπ. Για να καταλάβουμε καλύτερα, ας δούμε και πάλι τι μας λένε οι αριθμοί. Οι γενικοί αριθμοί λένε ότι η πλειονότητα των ανδρών (55%) ψήφισαν τον Τραμπ, και η πλειονότητα των γυναικών (53%) ψήφισαν την Χάρις. Αν κοιτάξουμε, όμως, τους επί μέρους αριθμούς θα δούμε ότι οι αριθμοί αυτοί, κατά φύλο, αλλάζουν πολύ αν η ανάλυση λάβει υπόψη τη «φυλή» των ψηφοφόρων. Συγκεκριμένα, η πλειοψηφία των λευκών γυναικών (53%) ψήφισε τον Τραμπ. (Το γενικό ποσοστό των γυναικών ήταν υπέρ της Χάρις γιατί την ψήφισαν το 92% των μαύρων και το 58% των ισπανόφωνων γυναικών). Παρομοίως, το 60% των λευκών ανδρών ψήφισαν τον Τραμπ, πράγμα που δείχνει ότι ανάμεσα στους λευκούς ούτε οι άνδρες αλλά ούτε και οι γυναίκες θέλησαν να ψηφίσουν τη μαύρη υποψήφια. Οι λευκοί άνδρες και γυναίκες αποτελούν το 71% των Αμερικανών ψηφοφόρων, και επομένως χωρίς την υποστήριξή τους δεν εκλέγεσαι πρόεδρος των ΗΠΑ.

Οι αριθμοί λοιπόν δείχνουν ότι το χρώμα του υποψηφίου προέδρου μάλλον έπαιξε σημαντικό ρόλο σε αυτές τις εκλογές. Άλλοι λόγοι συνέδραμαν επίσης. Για παράδειγμα, για τις ισπανόφωνες γυναίκες το 58% της υποστήριξης στην Χάρις είναι κάπως χαμηλό και ίσως να σχετίζεται με την έμφαση που έδωσε η Χάρις στο ζήτημα των αμβλώσεων στο οποίον δεν συμφωνούν εξαιτίας του θρησκευτικού τους αισθήματος. Επίσης, το οικονομικό (η ακρίβεια) ίσως έπαιξε ρόλο στην υποστήριξη του Τραμπ από το 54% των Ισπανόφωνων ανδρών. Όπως είχε πει ο ηθοποιός Tζον Λεγκουιζάμο (που πρόσφατα είχε κάνει ένα ντοκυμαντέρ για την ιστορία των Ισπανόφωνων στις ΗΠΑ): αυτοί οι άνθρωποι δουλεύουν σκληρά για ένα μεροκάματο, ο πληθωρισμός τούς πλήττει, και πιστεύουν αυτά που τους υπόσχεται ο Τραμπ. Τέλος, η θρησκεία φαίνεται να συνεχίζει να παίζει μεγάλο ρόλο στη συντηρητική στάση του λευκού πληθυσμού, αφού περίπου, τα 3/4 των λευκών Προτεσταντών και τα δυο τρίτα των λευκών Καθολικών προτίμησαν τον Τραμπ.

Όλα τα παραπάνω δείχνουν ότι οι διαφωνία ανάμεσα στους ψηφοφόρους στις εκλογές του 2024 δεν ήταν κάτι το πρωτόγνωρο για να χαρακτηρισθεί ως άνευ προηγουμένου πόλωση, και ότι τους λόγους της εκλογής του Τραμπ μπορούμε να τους εντοπίσουμε σε συγκεκριμένες μικρές μετατοπίσεις ψηφοφόρων για διαφορετικούς λόγους και όχι σε μια γενική ιδεολογική στροφή προς τα δεξιά. Μα, πάνω απ’ όλα, οι εκλογές κρίθηκαν από ένα και μόνο ζήτημα που, είτε συνειδητά είτε ασυνείδητα, δεν άγγιξαν καθόλου οι εφημερίδες.

ΗΠΑ: Πώς έχασαν οι Δημοκρατικοί τις εκλογές

Ευθύς εξαρχής να πούμε ότι οι αριθμοί μας δείχνουν ότι ο πόλεμος στη Γάζα κόστισε στους Δημοκρατικούς την προεδρία. Από τον Οκτώβριο του 2023, είχαν ξεκινήσει στα αμερικανικά πανεπιστήμια διαδηλώσεις διαμαρτυρίας για τους ασταμάτητους βομβαρδισμούς του Ισραήλ στη Γάζα ως απάντηση στην επίθεση της Χαμάς, στις 7 Οκτωβρίου, με εκατοντάδες απώλειες Ισραηλινών πολιτών και στρατιωτών. Οι διαμαρτυρίες αφορούσαν τον ρόλο των ΗΠΑ στη συνεχή παροχή πολεμικού υλικού στον στρατό του Ισραήλ με αποτέλεσμα τον σφαγιασμό χιλιάδων Παλαιστινίων αμάχων. Οι διαμαρτυρίες συνεχίστηκαν ανελλιπώς, και διευρύνθηκαν και σε αλλά στρώματα της κοινωνίας όπως σε μέλη εργατικών σωματείων και μέλη εκκλησιών των Μαύρων, μέχρι την άνοιξη και το καλοκαίρι του 2024, εποχή των προκριματικών εκλογών. Στις προκριματικές εκλογές τριών κρίσιμων για την κατάκτηση της προεδρίας πολιτειών (Μίσιγκαν, Γουισκόνσιν, Πενσυλβάνια) οι ψηφοφόροι κατά του πολέμου έστειλαν προειδοποιητικό μήνυμα στον πρόεδρο Μπάιντεν. Ψήφισαν είτε «Αδέσμευτοι» είτε για έναν από τρεις άλλους υποψήφιους (όλους εβραϊκής καταγωγής) οι οποίοι είχαν ταχθεί υπέρ της κατάπαυσης του πυρός στη Γάζα. Ο πρόεδρος Μπάιντεν και η κατόπιν υποψήφια Κάμαλα Χάρις, προφανώς, δεν πήραν στα σοβαρά αυτούς τους ψηφοφόρους και δεν άλλαξαν πολιτική σε αυτό το ζήτημα. Τα αποτελέσματα των γενικών εκλογών σε αυτές τις τρεις πολιτείες δείχνουν ότι η Χάρις έχασε με διαφορά μικρότερη από τους ψήφους αυτών των ψηφοφόρων.

Πιο αναλυτικά, ανεξαρτήτως του τι συνέβη στις υπόλοιπες πολιτείες, η Χάρις, βάσει του συστήματος των εκλεκτόρων, θα εκλεγόταν πρόεδρος αν είχε κερδίσει στις τρεις πολιτείες Μίσιγκαν, Γουισκόνσιν, και Πενσυλβάνια. Να τι συνέβη εκεί:

  • Στο Μίσιγκαν: έχασε με διαφορά 80.000 ψήφων. 124.000 ψήφισαν κατά του πολέμου στις προκριματικές.
  • Στο Γουισκόνσιν: έχασε με διαφορά 30.000 ψήφων. 48.000 ψήφισαν κατά του πολέμου στις προκριματικές.
  • Στην Πενσυλβάνια: έχασε με διαφορά 121.000 ψήφων. 132.000 ψήφισαν κατά του πολέμου στις προκριματικές.

Οι παραπάνω αριθμοί μάς λένε ξεκάθαρα ότι εάν η κυβέρνηση Μπάιντεν είχε ικανοποιήσει το αίτημα των ψηφοφόρων που ήταν εναντίον του πολέμου στη Γάζα, η Χάρις θα είχε εκλεγεί. Γιατί αυτοί οι ψηφοφόροι που είχαν δηλώσει τις προθέσεις του στις προκριματικές εκλογές (και πολλοί άλλοι που δεν είχαν ψηφίσει στις προκριματικές) στις γενικές εκλογές θα είχαν δώσει την ψήφο τους στους Δημοκρατικούς. Κι όμως κανείς αρθρογράφος των Τάιμς ή άλλων μεγάλων αμερικανικών εφημερίδων δεν τόλμησε να το παραδεχτεί, γιατί δεν συνέπιπτε με τις γενικές πολιτικές τους θέσεις. Μόνον ο Peter Beinart, συντάκτης του περιοδικού «Jewish Currents», το έθιξε σε ένα άρθρο του στους Τάιμς με τίτλο «Οι Δημοκρατικοί αγνόησαν τη Γάζα και γκρέμισαν το κόμμα τους». Μεταξύ άλλων έγραψε: …οι ψηφοφόροι κάτω των 30 ετών αντιτάχθηκαν [στις πωλήσεις όπλων στο Ισραήλ]…σε αναλογία περισσότερο από 3:1. Και ενώ μόνο το 56% των λευκών ψηφοφόρων ήταν υπέρ της διακοπής [προμήθειας] όπλων, μεταξύ των μαύρων ψηφοφόρων το ποσοστό ήταν 75%.» Να λοιπόν πού μπορούμε να εντοπίσουμε τις χαμένες ψήφους που στέρησαν από τη Χάρις την προεδρία.

Σε λίγες μέρες ο Ντόναλντ Τραμπ θα ορκιστεί για δεύτερη φορά πρόεδρος. Τι περιμένουμε να συμβεί;

Α. Εσωτερική πολιτική

1. Θα επιδιώξει να εκδικηθεί τους πολιτικούς αντιπάλους που του μπήκαν στο μάτι την τετραετία που ήταν εκτός προεδρίας, όταν υπήρξε το αντικείμενο πολλών δικαστικών προσφυγών και κυβερνητικών διερευνήσεων. Δεν τον διακρίνει η μεγαλοψυχία.

Μια τέτοια πολιτική διωγμών μπορεί να έχει μεγαλύτερες κοινωνικές επιπτώσεις εάν στραφεί, πέραν συγκεκριμένων προσώπων, και εναντίων θεσμών και ιδρυμάτων, όπως τα πανεπιστήμια, που τα θεωρεί εστίες κριτική του. Έχει πέσει ήδη ένας πάγος στον ακαδημαϊκό χώρο με τα μέτρα καταστολής προ-Παλαιστινιακού λόγου και εκδηλώσεων σαν αποτέλεσμα των ενεργειών του Ισραηλινού λόμπι.

2. Θα εφαρμόσει πολιτικές που θα πλουτίσουν περαιτέρω τους πλούσιους και θα ενισχύσουν τις προσωπικές και οικογενειακές του επιχειρήσεις εξασφαλίζοντας την απόλυτη κυριαρχία του στη χώρα.

Αυτό θα το επιχειρήσει αποδεσμεύοντας τη λειτουργία των μεγάλων επιχειρήσεων από κρατικούς κανονισμούς, μειώνοντας τους στο ελάχιστο, και καταλύοντας το «βαθύ κράτος», αντικαθιστώντας το με ένα καθεστώς προσωπικών του «πιστών». Έτσι, ενώ η εκάστοτε προεδρί διορίζει περίπου 4.000 ανώτερους αξιωματούχους σε κυβερνητικές θέσεις, ο Τραμπ φαίνεται πως έχει σκοπό να αντικαταστήσει 54.000 υπαλλήλους της ομοσπονδιακής κυβέρνησης των ΗΠΑ.

Κάποιος που έχει δουλέψει στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση γνωρίζει ότι αυτός ο μηχανισμός, ο οποίος δεν ταλαντεύεται από τις εκάστοτε εκλογές, είναι υπεύθυνος για τη σταθερότητα και τη συνέχεια που διακρίνει κάθε κρατική πρωτοβουλία. Κάθε απόπειρα ανατροπής της εν λόγω σταθερότητας θα δημιουργήσει διοικητικό χάος και δυσλειτουργία για την αμερικανική πραγματικότητα.

3. Για να ικανοποιήσει όσους τον ψήφισαν, καθώς και τους ιδεολόγους του κόμματος του, θα επιχειρήσει μαζικές απελάσεις μεταναστών και κλείσιμο των συνόρων. Θα λάβει και άλλα αντιμεταναστευτικά μέτρα, όπως ο περιορισμός στις εργατικές βίζες επιστημόνων και εξειδικευμένων εργατών, τα οποία θα διαταράξουν την αμερικανική οικονομία που εξαρτάται κατά πολύ τόσο από το ανειδίκευτο εργατικό προσωπικό των μεταναστών όσο και από τους ξένους επιστήμονες που στελεχώνουν τις βιομηχανίες της. Στην πραγματικότητα, μετρούνται στα δάχτυλα οι «πραγματικοί Αμερικανοί», όπως τους φαντάζεται ο Τραμπ και η παρέα του.

Β. Εξωτερική Πολιτική

Η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ χαράσσεται εις βάθος χρόνου. Υπάρχουν δηλαδή κάποιες σταθερές συντεταγμένες και θέσεις που τις έχουν επεξεργαστεί οι διπλωμάτες καριέρας του υπουργείου εξωτερικών. Ο εκάστοτε πρόεδρος των ΗΠΑ κινείται μέσα σε αυτές τις αρχές προσθέτοντας κάποτε μια ιδιαίτερη πρωτοβουλία του, το λεγόμενο «δόγμα» (doctrine).

Στην περίπτωση της δεύτερης προεδρίας του Τραμπ, με την προαναγγελθείσα διάλυση του «βαθέως κράτους», τα παραπάνω μάλλον δεν θα ισχύουν. Φαίνεται ότι θα εξασκήσει μια εντελώς προσωπική εξωτερική πολιτική, συναλλακτικού χαρακτήρα, με την εμπορική έννοια του όρου, και με γνώμονα πάντα το προσωπικό του όφελος. Με το στιλ του θρασύδειλου Νεοϋρκέζου επιχειρηματία ακινήτων που έχει υπάρξει, θα βάλει στο μάτι ακίνητα ευκαιρίας, θα εφορμήσει για να τα αποκτήσει, θα μπλοφάρει, θα φοβερίσει και στο τέλος ή θα φανεί τυχερός ή θα υποχωρήσει και θα βάλει πλώρη για αλλού, σαν να μην έχει συμβεί τίποτα.

Ήδη, έχουμε ενδείξεις αυτού του στιλ εξωτερικής πολιτικής από την προηγούμενη τετραετία Τραμπ, καθώς κι από τη σύσταση της επερχόμενης κυβέρνησης. Επί παραδείγματι, οι συμφωνίες του Αβραάμ, μεταξύ Ισραήλ, Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, Μπαχρέιν και Μαρόκου, συνοδεύτηκαν από ένα δάνειο ύψους δύο δισεκατομμυρίων δολαρίων στον σύζυγο της Ιβάνκα Τραμπ, Τζάρεντ Κούσνερ, για επένδυση σε ουρανοξύστες, και από αυξημένη αραβική πελατεία στο πολυτελές ξενοδοχείο της οικογένειας Τραμπ στην Ουάσινγκτον. Επίσης, κατά τον πρόσφατο πόλεμο στη Γάζα, το σχόλιο του ιδίου Κούσνερ ήταν πόσο πολύτιμη ήταν η εκτεταμένη παραλία της Λωρίδας της Γάζας για real estate ανάπτυξη.

Όσο για την διπλωματική επάνδρωση της νέας κυβέρνησης, περιλαμβάνει δύο επιχειρηματίες ακινήτων: τον ειδικό απεσταλμένο του Τραμπ στη Μέση Ανατολή, Στήβεν Γουίτκοφ, και τον πρεσβευτή στη Γαλλία, Τσαρλς Κούσνερ, πατέρα του Τζάρεντ Κούσνερ. Βεβαίως, ο θόρυβος που έχει δημιουργήσει ο Τραμπ για την «εξαγορά» της Γροιλανδίας λέει πολλά για την προσέγγιση του στην εξωτερική πολιτική. Εκτός του ότι κάποιος του σφύριξε τα περί του πιθανού πλούτου του υπεδάφους (σπάνιες γαίες, φυσικό αέριο κλπ.) και περί νέων θαλασσίων οδών εξαιτίας της τήξης πάγων στην Αρκτική, ο νέος πρόεδρος ίσως έχει κατά νου νέες τοποθεσίες για εξωτικά ξενοδοχεία, καζίνο, και λέσχες γκολφ με το όνομα ΤΡΑΜΠ χαραγμένο με χρυσά γράμματα στην πρόσοψη. Αν θέλουμε να δούμε κάτι θετικό σε μια τέτοια προσέγγιση, θα λέγαμε ότι αυτού του είδους οι επιχειρήσεις δεν ευδοκιμούν σε περιοχές πολέμου. Έτσι, ο επιχειρηματίας πολιτικός θα προσπαθήσει να σβήσει κάθε εστία πολέμου. Με λίγα λόγια, τα συμφέροντα του νέου προέδρου δεν φαίνεται να ευθυγραμμίζονται με το στρατιωτικοβιομηχανικό σύμπλεγμα που επηρεάζει παραδοσιακά την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ. Υπάρχουν άλλα συμπλέγματα που βρίσκονται σε διαφορετικά στάδια ωρίμανσης.

Όπως έχει προαναγγείλει ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ, οι συνταρακτικές αλλαγές πολιτικής θα αρχίσουν ήδη με δεκάδες προεδρικά διατάγματα που είναι έτοιμα για υπογραφή από την πρώτη κιόλας μέρα. Από τις 20 Ιανουαρίου λοιπόν αρχίζουν τα σπουδαία. Προσδεθείτε στις θέσεις σας…