Κοσμος

Επιχείρηση: Φτιάξε κι εσύ τον Θεό σου

Το ένα πράγμα που πραγματικά θέλουμε είναι να ανακτήσουμε την ελπίδα, το δέος για το άγνωστο, την πίστη στη μαγεία, σε έναν άλλο κόσμο, γιατί δεν μπορεί να είναι όλο κι όλο αυτό η ζωή.

romanos-gerodimos.jpg
Ρωμανός Γεροδήμος
ΤΕΥΧΟΣ 941
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Επιχείρηση: Φτιάξε κι εσύ τον Θεό σου
© Pixabay

Αυτή την ευκαιρία μας δίνουν τα Χριστούγεννα και η Πρωτοχρονιά. Να ανακαλύψουμε ξανά τη μαγεία ή τον Θεό

Στις 8 Φεβρουαρίου 1966, ο σπουδαίος συντηρητικός δημοσιογράφος Μάλκολμ Μάγκεριτζ (1903-1990) κάλεσε στην τηλεοπτική εκπομπή του, στο BBC, τον Τζον Λε Καρέ (1931-2020). Ο Λε Καρέ ήταν ήδη ένας πολύ δημοφιλής συγγραφέας, έχοντας γράψει τέσσερα μυθιστορήματα κατασκοπείας, μεταξύ των οποίων ίσως το πιο σημαντικό του 20ου αιώνα: «Ο κατάσκοπος που γύρισε από το κρύο».

Η συνέντευξη έμεινε στην ιστορία κυρίως επειδή σε αυτήν ο Λε Καρέ... «θάβει» τον Ίαν Φλέμινγκ και το δημιούργημά του, τον Τζέιμς Μποντ. Σύμφωνα με τον Λε Καρέ, που δηλώνει ξεκάθαρα ότι δεν του αρέσει ο Φλέμινγκ, ο Μποντ δεν είναι κατάσκοπος, αλλά «διεθνής γκάνγκστερ». Στις περιπέτειες του Φλέμινγκ απουσιάζει το πολιτικό και γεωπολιτικό πλαίσιο: τον Μποντ δεν τον ενδιαφέρει ποιος είναι πρόεδρος της Αμερικής ή ηγέτης της ΕΣΣΔ.

Παρακολουθώντας κάποιος σήμερα τη συνέντευξη δεν μπορεί να μην παρατηρήσει το πόσο προφητική ήταν.

Πριν από 58 ολόκληρα χρόνια, ο μεν Λε Καρέ εξηγεί το πώς οι δημόσιες σχέσεις και η τηλεόραση (τότε, το ίντερνετ τώρα) μπορούν να καταστρέψουν έναν δημιουργό: πρώτα δημιουργούν μια προσδοκία για το ποιος είσαι και την προβάλλουν στο κοινό∙ το κοινό σε φαντάζεται με έναν συγκεκριμένο τρόπο, απαιτεί να είσαι αυτός που θέλει∙ και εσύ μετά πέφτεις στην παγίδα να συμπεριφέρεσαι έτσι, αποκτώντας πλέον έναν «ψευδή εαυτό». Η συνεχής προβολή και επικοινωνία αφαιρεί από τους συγγραφείς και τους καλλιτέχνες τον χρόνο και τον χώρο να σκεφτούν και να δημιουργήσουν με πραγματικό βάθος.

Ο δε Μάγκεριτζ προβλέπει το ChatGPT λέγοντας ότι, όπως πάμε, κάποια στιγμή οι εκδοτικοί οίκοι θα «ταΐζουν» τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές με τα χαρακτηριστικά που θέλουν οι αναγνώστες, και οι υπολογιστές θα βγάζουν συγγραφείς και βιβλία που ακολουθούν τη φόρμουλα αυτή.

Και κάπου εκεί φτάνουμε στο ζουμί της συνέντευξης.

Ο Λε Καρέ παρομοιάζει τον συγγραφέα με μάγο, με ταχυδακτυλουργό. Σου λέει, αν ο κόσμος κοιτάει συνεχώς μέσα στα μανίκια του, στο τέλος θα του χαλάσει όλα τα κόλπα. Εκεί παρεμβαίνει ο Μάγκεριτζ και κάνει μια καίρια παρατήρηση: μα και όλη μας η εμμονή με τους κατασκόπους και τα τεχνάσματα ένας βεβιασμένος μυστικισμός δεν είναι;

Έχοντας σκοτώσει τον Θεό και όσα απορρέουν από αυτόν –την ελέω Θεού εξουσία, το δέος των τελετών και των λειτουργιών, τα μυστήρια, την αίσθηση της μαγείας– χάσαμε πλήρως την αίσθηση ενός μυστικού, ιδιωτικού κόσμου∙ βγάζουμε τα πάντα στη δημόσια σφαίρα. Αυτά τα λέγανε το 1966∙ πού να είχανε μπει και στο Instagram ή το TikTok.

Σύμφωνα με τους Μάγκεριτζ και Λε Καρέ, το σύμπαν του Τζέιμς Μποντ προωθεί μια επιφανειακή, υλιστική και ουσιαστικά φτηνή απομίμηση μαγείας, προσπαθώντας να πείσουν τον θεατή να ξεχάσει τη μίζερη καθημερινότητά του μέσα από την κατανάλωση διαφόρων γκάτζετ. Αντιθέτως, ο αυθεντικός μυστικιστής επιτυγχάνει τη μαγεία μέσα από την παρουσία του στη ζωή –την εμπλοκή με τους άλλους– και την κοινωνία του με τον Θεό. Όπως ο ιερέας παίρνει το ψωμί και το κρασί και τα μετρατρέπει σε σώμα και αίμα, όπως ο μυστικός πράκτορας μετατρέπει μικρές καθημερινές πράξεις ή λέξεις (μια διαδρομή, μια τοποθεσία συνάντησης, μια διαδικασία, ένα σύνθημα) σε αποφάσεις ζωής ή θανάτου, έτσι και ο μυστικιστής/μάγος δίνει αξία σε εντελώς τετριμμένα, μικρά καθημερινά πράγματα, τα οποία για έναν τυχαίο άνθρωπο της διπλανής πόρτας δεν έχουν καμία αξία.

Ίσως καταλαβαίνετε πού το πάω...

Στα μεγάλα κατασκοπευτικά μυθιστορήματα του Γκράχαμ Γκριν και του Τζόζεφ Κόνραντ, ο μοναχικός ήρωας, αφού έχει διαλύσει τα πάντα, επιζητεί νόημα και σκοπό. Αυτό βέβαια συμβαίνει και στα μυθιστορήματα πολλών εξαιρετικών νέων συγγραφέων∙ βιώνουμε άλλωστε σήμερα τη χρυσή εποχή της κατασκοπευτικής λογοτεχνίας ακριβώς γι’αυτό: επειδή ο σημερινός άνθρωπος γκρέμισε και απομυθοποίησε τα πάντα –θεούς και δαίμονες, εκκλησίες, βασιλιάδες, κράτη και κυβερνήσεις, πνευματικούς ταγούς και τοπικούς προύχοντες, έθιμα, αξίες και ιδανικά– και ξαφνικά βρίσκεται χωρίς ηθική πυξίδα, χωρίς μυστικό κόσμο, χωρίς μαγεία, να προσπαθεί να πιαστεί από κάπου, να πιστέψει σε κάτι.

Μετά από αγώνα δεκαετιών –αιώνων, για την ακρίβεια– τα καταφέραμε. Διαλύσαμε κάθε φορέα συλλογικής οργάνωσης, κάθε έννοια άθροισης κοινωνικών αιτημάτων, κάθε πίστη και υποταγή σε ανώτερη εξουσία. Από εκεί που το παντοδύναμο κράτος μας αντιμετώπιζε ως αναλώσιμα σκουπίδια –κρέας στην κιμαδομηχανή της προπαγάνδας, των τύπων και του πολέμου– τα άτομα πλέον έχουμε ελευθερία. Μόνο που τώρα συνειδητοποιούμε ότι με την ελευθερία αυτή έρχονται και ένα σωρό ευθύνες, αποφάσεις, προσδοκίες που εμείς ή οι άλλοι (ή η 24ωρη ψηφιακή σύγκριση με τους άλλους) δημιουργούν.

Σε καθημερινή βάση κουβαλάμε το βάρος των ευθυνών, των λαθών και των ματαιώσεών μας. Κουβαλάμε το βάρος των ανθρώπων τριγύρω μας. Προσπαθούμε να είμαστε καλοί γονείς, καλοί σύντροφοι, καλά παιδιά και εγγόνια, καλοί φίλοι, καλοί εργαζόμενοι και καλοί συνάδελφοι, καλοί πολίτες, ενω ταυτόχρονα πασχίζουμε να βγάλουμε χρήματα, να φροντίσουμε το σπίτι μας, το σώμα μας, την ψυχική μας υγεία, τη δια βίου εκπαίδευσή μας, να ενημερωθούμε, να επικοινωνήσουμε, να αφήσουμε κάτι πίσω.

Επί εντεκάμισι μήνες του χρόνου παλεύουμε ως ενήλικες, απ’την ώρα που θα ξυπνήσουμε μέχρι την ώρα που θα κοιμηθούμε, αλλά το ένα πράγμα που πραγματικά θέλουμε είναι, για λίγες μέρες ή ώρες, έστω για μια στιγμή, να μην έχουμε ευθύνες και βάρη∙ να είμαστε και πάλι παιδιά∙ να ανακτήσουμε την αθωότητα, την ελαφρότητα, την ελπίδα, το δέος για το άγνωστο, την πίστη στη μαγεία, σε έναν άλλο κόσμο, που κρύβεται κάπου και που μένει να τον ανακαλύψουμε, γιατί άλλωστε δεν μπορεί –όπως τραγουδούσε και η Πέγκι Λι– να είναι όλο κι όλο αυτό η ζωή.

Αυτή την ευκαιρία μας δίνουν τα Χριστούγεννα και η Πρωτοχρονιά. Να ανακαλύψουμε ξανά τη μαγεία ή τον Θεό – και στη χειρότερη περίπτωση, ακόμη κι αν δεν πιστεύουμε σε αυτά τα πράγματα, ακόμη κι αν δεν έχουμε κάποιον άλλον που θα τα φτιάξει αυτά για εμάς, να τα φτιάξουμε εμείς για τους εαυτούς μας, όπως στήνουμε κάθε χρόνο το ίδιο δέντρο, με τα στολίδια και τα φωτάκια, και όπως ο αυθεντικός μυστικιστής, έτσι κι εμείς, αποδίδουμε στο τετριμμένο αυτό δέντρο μαγικές ιδιότητες. 

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ ΠΑΝΤΑ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.