- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Λίζα Βαλντέζ : Μια αποτρόπαια δολοφονία που διαλευκάνθηκε μετά από 13 χρόνια
Ο δολοφόνος είχε σκοπό να εξευτελίσει και να ταπεινώσει το θύμα, ακόμη και μετά θάνατον
Με τις προόδους στην τεχνολογία DNA και την επιμονή των ερευνητών καμιά δολοφονία δεν είναι άλυτη
Τα εγκλήματα που θεωρούνται αποτρόπαια δεν παραγράφονται στις ΗΠΑ. Καμία υπόθεση δεν είναι πραγματικά άλυτη και ο χρόνος και η τεχνολογία μπορούν τελικά να αποδώσουν δικαιοσύνη, ανεξάρτητα από το πόσος καιρός θα χρειαστεί. Γι’ αυτό, οι δολοφονίες που μπαίνουν στο αρχείο της αστυνομίας, που «παγώνουν», κατά καιρούς επανεξετάζονται. Μια τέτοια υπόθεση ήταν η δολοφονία της Λίζας Βαλτέζ.
Τον Μάιο του 1998, η Λίζα Βαλντέζ ήταν 36 ετών, εργαζόταν ως προγραμματίστρια υπολογιστών κι έμενε μόνη της σε μια μια περιφραγμένη κοινότητα στο Σαν Φρανσίσκο. Το Σαββατόβραδο της 16ης Μαϊου οργάνωσε στο μικρό της στούντιο ένα δείπνο με συγγενείς. Μετά, η μητέρα της Έλεν έμεινε για να βοηθήσει να συμμαζέψουν και πήγε αργότερα στο σπίτι της. Όταν η Έλεν δεν είχε νέα από την κόρη της την επόμενη μέρα, ούτε τη μεθεπόμενη, ανησύχησε. Η ανησυχία της μεγάλωσε όταν επικοινώνησαν μαζί της οι εργοδότες της Λίζας και την ενημέρωσαν ότι η Λίζα δεν είχε εμφανιστεί στη δουλειά, κάτι πολύ ασυνήθιστο για εκείνη. Τη Δευτέρα, 18 Μαΐου 1998, η Έλεν πήγε στο διαμέρισμα της Λίζας και βρήκε ταινία της αστυνομίας γύρω από το κτίριο. Ο διαχειριστής είχε δεχτεί διαμαρτυρίες από πολλούς ενοίκους για μια άσχημη μυρωδιά και είχε μπει στο διαμέρισμα της Λίζας. Εκεί, ανακάλυψε το πτώμα της πεσμένο μπρούμυτα στο πάτωμα με τα πόδια ανοιχτά σε προχωρημένη αποσύνθεση. Η Λίζα ήταν ημίγυμνη, ανάμεσα στο πόδια του κρεβατιού και την πόρτα του διαμερίσματος. Η σκηνή έδειχνε ότι πριν τον βάναυστο θάνατό της είχε προηγηθεί άγρια πάλη. Είχε μαχαιρωθεί 21 φορές στο πάνω μέρος του σώματός της και η μπλούζα της ήταν σηκωμένη πάνω από το κεφάλι της. Ένας από τους αστυνομικούς ντετέκτιβ που αντίκρυσαν πρώτοι τη σκηνή είπε ότι δε θα την ξεχάσει ποτέ, ότι ήταν ασυνήθιστο να έχουν μια γυναίκα θύμα που είχε δολοφονηθεί τόσο άγρια. Φαινόταν ότι ο δολοφόνος είχε σκοπό να την εξευτελίσει και να την ταπεινώσει, ακόμη και πεθαμένη.
Η αρχική αστυνομική έρευνα αποκάλυψε πολλές βασικές λεπτομέρειες: Δεν υπήρχαν ενδείξεις ότι είχε παραβιασθεί η είσοδος, πράγμα που σήμαινε ότι η Λίζα γνώριζε τον εισβολέα και τον είχε αφήσει να μπει στο διαμέρισμα. Χρήματα και κοσμήματα δεν είχαν πειραχθεί, αποκλείοντας τη ληστεία ως κίνητρο. Τα μαλλιά της Λίζας είχαν κοπεί. Οι συγγενείς της είπαν στους ερευνητές ότι καμάρωνε για την πλούσια χαίτη που έφτανε ως τη μέση της και δε θα τα έκοβε ποτέ μόνη της. Ίσως ο δολοφόνος τα είχε πάρει ως αναμνηστικό τρόπαιο, εξοργισμένος από την απόρριψη. Οι γείτονες ανέφεραν ότι άκουσαν ένα δυνατό θόρυβο από το διαμέρισμα της Λίζας γύρω στη 1.30΄ πμ της Κυριακής 17 Μαΐου, υποδεικνύοντας την πιθανή ώρα της δολοφονίας.
Τα μόνα σημαντικά στοιχεία ήταν δυο δακτυλικά αποτυπώματα στην κάτω μεριά του καθίσματος της τουαλέτας και δύο μικρά αυτοκόλλητα επιθέματα που επέπλεαν στο νερό. Υπήρχε πολύ αίμα σε όλη τη σκηνή του εγκλήματος και οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι ένας τύπος ανήκε σε άντρα, αλλά δε βρέθηκαν αντιστοιχίες από το κρατικό εργαστήριο του Υπουργείου Δικαιοσύνης ή στην εθνική βάση δεδομένων CODIS -μια εθνική βάση δεδομένων DNA που επιτρέπει στις υπηρεσίες επιβολής του νόμου να συγκρίνουν προφίλ DNA από σκηνές εγκλήματος με προφίλ καταδικασμένων παραβατών και συλληφθέντων.
Η έρευνα επικεντρώθηκε σε αρκετούς πρώιμους υπόπτους. Πρώτος ήταν ο Άλμπερτ Κέιτο, με τον οποίο η Λίζα είχε προγραμματισμένο ραντεβού για το απόγευμα της 17ης Μαΐου 1998. Ωστόσο, ο Κέιτο ακύρωσε το ραντεβού και ισχυρίστηκε ότι είχε βγει με φίλους μέχρι τις 3 πμ. Όταν η αστυνομία τον εξέτασε, παρατήρησε ένα οδοντωτό κόψιμο στο χέρι του που προκάλεσε υποψίες. Παρόλα αυτά, τα δακτυλικά αποτυπώματα και το DNA του Κέιτο δεν ταίριαζαν με αυτά που βρέθηκαν στη σκηνή του εγκλήματος και αποκλείστηκε από ύποπτος.
Ένας δεύτερος ύποπτος ήταν ο Άλμπερτ Ρόμπινσον, φίλος και συνεργάτης της Λίζας που άφηνε περίεργα μηνύματα στον τηλεφωνητή της. Στο μνημόσυνο της Λίζας, ο Ρόμπινσον διάβασε μια παράξενη επιστολή που δήλωνε την αγάπη του για τη Λίζα και ισχυριζόταν ότι επρόκειτο να παντρευτούν. Η οικογένεια της Λίζας είχε μια εντελώς διαφορετική εικόνα για την απλώς φιλική σχέση τους. Παρά την περίεργη συμπεριφορά του, τα δακτυλικά αποτυπώματα και το DNA του Ρόμπινσον δεν ταίριαζαν με αυτά που είχαν βρεθεί, αποκλείοντάς τον από δολοφόνο.
Η υπόθεση μπήκε στο αρχείο και έμεινε ανεξιχνίαστη για περισσότερα από 10 χρόνια.
Ωστόσο, οι αστυνομικοί που είχαν ασχοληθεί από την αρχή με τη δολοφονία δεν ξέχασαν ποτέ τη Λίζα Βαλντέζ. Όπως η αναλύτρια εγκλήματος της αστυνομίας του Σαν Φρανσίσκο, Παμ Χόφσας, που οι νέες εξελίξεις στην εγκληματολογική τεχνολογία την έκαναν αισιόδοξη για το Υπόθεση Βαλντέζ. Οι πρόοδοι στην τεχνολογία DNA και η εφαρμογή του συνδυασμένου συστήματος ευρετηρίου DNA (CODIS) έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην επίλυση αυτής της υπόθεσης. Αρχικά, το DNA που συλλέχτηκε από τον τόπο του εγκλήματος της Λίζας δεν είχε αντιστοίχιση στη βάση δεδομένων. Ωστόσο, καθώς με την πάροδο των ετών προστέθηκαν περισσότερα προφίλ DNA, αυξήθηκαν οι πιθανότητες εύρεσης αντιστοιχίας. Το 2011, το προφίλ DNA από την υπόθεση της Λίζας κυκλοφόρησε ξανά μέσω του CODIS, με αποτέλεσμα να βρεθεί αντιστοίχιση.
Στις 2 Σεπτεμβρίου 2011, το κρατικό εργαστήριο DNA επικοινώνησε με τους αστυνομικούς ντετέκτιβ ανακοινώνοντας ότι το DNA που βρέθηκε στον τόπο της δολοφονίας της Λίζας Βαλντέζ ταίριαζε με το DNA του Άντονι Κουίν Χιουζ, ο οποίος είχε προστεθεί στη βάση δεδομένων μετά από καταδίκη για μια άλλη υπόθεση. Με τα στοιχεία DNA που συνέδεαν τον Χιουζ με τον τόπο του εγκλήματος, οι ντετέκτιβ τον έφεραν για ανάκριση. Αρχικά, ο Χιουζ αρνήθηκε ότι γνώριζε τη Λίζα Βαλντέζ, αλλά όταν του έδειξαν μια φωτογραφία της, ισχυρίστηκε ότι είχαν σχέσεις στο λύκειο. Οι ερευνητές τον πίεσαν παραπάνω και του παρουσίασαν τα στοιχεία από τον τόπο του εγκλήματος που τον ενοχοποιούσαν: Το αποτύπωμα από το δεξί μεσαίο δάχτυλο του Χιουζ είχε βρεθεί στο κάθισμα της τουαλέτας της Λίζας. Επιπλέον, σταγονίδια αίματος σε ένα από τα μαξιλάρια της Λίζας προσδιορίστηκε ότι προέρχονταν από άγνωστο ανδρικό προφίλ, το οποίο ταίριαζε επίσης με το DNA του Χιουζ. Ο Χιουζ ταράχτηκε κι άρχισε να δείχνει αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά. Ζήτησε χαρτί και στυλό, αλλά αντί να γράψει μια ομολογία, άρχισε να καρφώνει το στυλό στον λαιμό και τον θώρακά του. Ποιος ο λόγος να βλάψει τον εαυτό του εκείνη τη στιγμή, αν ήταν αθώος; Η συμπεριφορά του υποδήλωνε ενοχή.
Ο Άντονι Χιουζ συνελήφθη γρήγορα από τους αστυνομικούς ντετέκτιβ του Σαν Φρανσίσκο. Κατηγορήθηκε για τη δολοφονία της Λίζας Βαλντέζ και η δίκη ξεκίνησε τον Δεκέμβριο του 2015. Κατά τη διάρκεια της δίκης, η συμπεριφορά του Χιουζ άλλαξε δραματικά. Ενώ αρχικά είχε μπει στην αίθουσα του δικαστηρίου σίγουρος και αγέρωχος, επιδεικνύοντας αλαζονεία, καθώς προχωρούσε η δίκη, η στάση του άλλαξε σε στάση πραότητας. Κρατούσε μια Βίβλο και φορούσε έναν σταυρό, ίσως προσπαθώντας να παρουσιάσει τον εαυτό του ως μετανοημένο. Η εισαγγελία παρουσίασε μια συγκλονιστική υπόθεση, δίνοντας έμφαση στα αποδεικτικά στοιχεία DNA και στην αντιστοίχιση των δακτυλικών αποτυπωμάτων. Η υπεράσπιση προσπάθησε να αμφισβητήσει την αξιοπιστία των αποδεικτικών στοιχείων DNA και πρότεινε εναλλακτικές θεωρίες. Ωστόσο, τα συντριπτικά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένης της αλλοπρόσαλλης συμπεριφοράς του Χιουζ κατά τη διάρκεια της ανάκρισης, έδωσαν μια σαφή εικόνα της ενοχής του. Το δικαστήριο έκρινε τον Άντονι Κουίν Χιουζ ένοχο για φόνο δεύτερου βαθμού. Κατά την καταδίκη, ο δικαστής αναγνώρισε τη βάναυση φύση του εγκλήματος και τον αντίκτυπο στην οικογένεια και τους φίλους της Λίζας Βαλντέζ. Ο Χιουζ καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη, με δυνατότητα αναστολής μετά από 25 χρόνια, διασφαλίζοντας ότι δεν θα αποτελούσε απειλή για την κοινωνία για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Η διαλεύκανση της δολοφονίας της Βαλντέζ είναι απόδειξη ότι με τις προόδους στην τεχνολογία DNA και την επιμονή των ερευνητών καμιά υπόθεση δεν είναι άλυτη. Ενώ το ακριβές κίνητρο πίσω από τις πράξεις του Χιουζ παραμένει μυστήριο, τελικά αποδόθηκε δικαιοσύνη για τη Λίζα και την οικογένειά της.
Η ιστορία έχει καλυφθεί από πολλές δημοσιογραφικές εκπομπές (CBS News, ABC) και ντοκιμαντέρ (“Oxygen”, Cold Case Files:Devil at the Door κ.ά.)