Κοσμος

Κατανοώντας τον πόλεμο στη Συρία

Εξωτερικοί και εσωτερικοί παίκτες, προοπτικές και ο συσχετισμός των δυνάμεων στη Μέση Ανατολή

Σώτη Τριανταφύλλου
Σώτη Τριανταφύλλου
12’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Κατανοώντας τον πόλεμο στη Συρία
© Anadolu / Getty Images

Συρία: Το χρονικό μιας χώρας σε κρίση

Η Χαγιάτ Ταχίρ α-σαμ (HTS: Ένωση για την Απελευθέρωση του Λεβάντε) με επικεφαλής τον Aχμέτ αλ-Σαράα, γνωστό ως Άμπου Moχάμετ αλ-Tζολάνι (για την ακρίβεια, «Αλ-Ζουλάνου»: «καταγόμενο από τα υψίπεδα του Γκολάν», Ζουλάνου στα αραβικά), είναι η κυρίαρχη φατρία των ανταρτών που ανέτρεψαν το καθεστώς του Μπασάρ αλ-Άσαντ. Αν και ο εμφύλιος πόλεμος χρονολογείται από τις ημέρες της Αραβικής Άνοιξης του 2011, η αποφασιστική επίθεση ξεκίνησε στα τέλη του περασμένου μήνα από τις βορειοδυτικές περιοχές της χώρας, κοντά στα σύνορα με την Τουρκία —κυρίως από την περιοχή του Ιντλίμπ. Στο Ιντλίμπ είχε ήδη επικρατήσει η HTS, η οποία έχει τις ρίζες της στην Αλ-Κάιντα και στο Ισλαμικό Κράτος, αλλά το 2017 διαχωρίστηκε από αμφότερες τις τζιχαντιστικές ομάδες: έκτοτε, η περιοχή, το «κυβερνείο», όπου ζουν περίπου δύο εκατομμύρια άνθρωποι, είχε αυτονομηθεί.

Συρία: Οι αιτίες και οι εξελίξεις του εμφυλίου

Στη Συρία οι εξεγέρσεις του 2011 κλιμακώθηκαν σε εμφύλιο πόλεμο μετά τη βάναυση καταστολή από τους μηχανισμούς ασφαλείας του καθεστώτος Άσαντ — αλλά, πιθανότατα, ο εμφύλιος πόλεμος να συνέβαινε έτσι κι αλλιώς, εξαιτίας, μεταξύ άλλων, του φυλετικού και θρησκευτικού κατακερματισμού. Μια άλλη δύναμη που συμμετείχε στον εμφύλιο πόλεμο και στην ανατροπή του καθεστώτος είναι ο Συριακός Εθνικός Στρατός (SNA) ο οποίος προέρχεται από τον Ελεύθερο Συριακό Στρατό, χρονολογείται επίσης από το 2017, χρησιμοποιεί ως ορμητήριο τη βόρεια Συρία και υποστηρίζεται από την Άγκυρα: ο SNA περιλαμβάνει αραβικές και τουρκμενικές ομάδες και μαχητές, μερικοί εκ των οποίων είναι βετεράνοι της εξέγερσης του 2011. Ο SNA συμμετείχε στην εκστρατεία κατά του Ισλαμικού Κράτους, αλλά πολεμούσε επίσης τις κουρδικές δυνάμεις στη Συρία, τις οποίες προσπαθεί τώρα να εξουδετερώσει γύρω από τη Mανμπίτζ στο βόρειο τμήμα της χώρας. Ως προς αυτό έχει τη στήριξη της Τουρκίας η οποία φαίνεται ότι επιβάλλει στη Συρία τη δική της εκδοχή για το Ισλάμ: τον σουνιτισμό των Αδελφών Μουσουλμάνων τον οποίο προωθεί και το Κατάρ. (Θα επανέλθω με άλλο αρθρίδιο σχετικό με τις εσωτερικές διαφορές του ριζοσπαστικού Ισλάμ, οι οποίες συμβάλλουν στην τρομερή αστάθεια του μουσουλμανικού κόσμου και ημών των ιδίων).          

Από την άλλη πλευρά, τάσσονται οι Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις (SDF) στις οποίες κυριαρχούν οι Κούρδοι που κατέχουν εδάφη στη βορειοανατολική Συρία και υποστηρίζονται από τις ΗΠΑ: οι SDF, που περιλαμβάνουν και ορισμένους Άραβες μαχητές, πολεμούσαν το Ισλαμικό Κράτος από το 2015: η Άγκυρα πάντως τις θεωρεί παράγοντα του ευρύτερου κουρδικού αυτονομιστικού κινήματος, το οποίο, όπως είναι γνωστό, χαρακτηρίζει «τρομοκρατικό». Υπάρχει πλήθος ομάδων που συμμετέχουν στη  σημερινή φάση της εξέγερσης ή που, μέσα στην αναταραχή, προσπαθούν να προωθήσουν δικά τους συμφέροντα: για παράδειγμα, η λεγόμενη Αίθουσα Επιχειρήσεων του Νότου (SOR), ένας νεοσύστατος συνασπισμός πυρήνων ανταρτών στη νότια και νοτιοανατολική Συρία που προέρχεται κυρίως από κοινότητες Δρούζων και άτομα της αντιπολίτευσης —η φύση και το περιεχόμενο της συριακής αντιπολίτευσης παρουσιάζουν μεγάλη ποικιλία και εσωτερικές αντιφάσεις— και ο οποίος φέρεται να μπήκε πρώτος στη Δαμασκό το περασμένο Σαββατοκύριακο. Όσο για το Ισλαμικό Κράτος στο Ιράκ και στη Συρία (ISIS), που έχει τις ρίζες του στο Ισλαμικό Κράτος του Ιράκ (ISI) και περιλαμβάνει μαχητές της Αλ-Κάιντα που πολέμησαν εναντίον του Άσαντ και εναντίον της δημοκρατικής αντιπολίτευσης στον εμφύλιο της περασμένης δεκαετίας, παραμένει ενεργό κυρίως στο κεντρικό τμήμα της χώρας.

Να ποιο είναι σε γενικές γραμμές το ιστορικό υπόβαθρο των γεγονότων που εκτυλίσσονται στη Συρία από το 2011. Η κυβέρνηση του κινήματος Μπάαθ προέκυψε από το πραξικόπημα του 1970 κατά το οποίο ο στρατηγός Χάφεζ αλ-Άσαντ εκκαθάρισε το τότε σοσιαλιστικό («του τρίτου δρόμου») Μπάαθ από τους αντιπάλους του· κυρίως, από την ακροαριστερή πτέρυγα της οποίας ηγείτο ο Σαλάχ Τζαντίντ, μια μεγάλη προσωπικότητα για τους Παλαιστινίους Φενταγίν. Ο Χάφεζ αλ-Άσαντ έστησε έναν τρομερό μηχανισμό ασφαλείας —μυστική αστυνομία, παραστρατιωτικές συμμορίες, μια ελίτ Αλαουιτών— τον οποίο κληρονόμησε ο Μπασάρ αλ-Άσαντ επεκτείνοντας τη διαφθορά και εφαρμόζοντας ολιγαρχική οικονομική πολιτική που επιδείνωσε τη φτώχεια (62% των κατοίκων των αγροτικών περιοχών θεωρούνται σήμερα εξαθλιωμένοι), αύξησε την ανεργία —η οποία ξεπέρασε το 25%— και ευνόησε την κακοδιαχείριση του αγροτικού τομέα που υπέφερε από την ξηρασία επί τουλάχιστον πέντε χρόνια (2006-2011). Από το 2000 όταν ανέλαβε την εξουσία ο Μπασάρ αλ-Άσαντ, η γενική κατάσταση στη Συρία υποβαθμίστηκε ακόμα περισσότερο παρά τις μικρές χρονικές διακυμάνσεις και τις διαφορές μεταξύ των περιοχών (η βορειοανατολική χώρα, ιδιαίτερα γύρω από τη Ράκκα, είναι η λιγότερο ανεπτυγμένη). Η μαζική φτώχεια, η άγρια καταστολή οποιασδήποτε διαμαρτυρίας και η νοθεία στις προεδρικές εκλογές του 2007, στις οποίες ο Μπασάρ αλ-Άσαντ εξελέγη με 99,82% των ψήφων, ενίσχυσαν εξίσου την ισλαμιστική και τη δημοκρατική αντιπολίτευση ενώ το καθεστώς αντεπιτέθηκε με αυστηρότερους περιορισμούς, λογοκρισία και διώξεις.

Αν και η Συρία δεν ήταν ποτέ δημοκρατία —κυριαρχούσαν ο στρατός και οι εκάστοτε κύκλοι της εξουσίας— είχαν γίνει κάποιες απόπειρες εκδημοκρατισμού: π.χ. επί της προεδρίας του Shukri al-Quwatli ο οποίος όμως τσακώθηκε με τον Νάσερ. Όμως, το κίνημα Μπάαθ, παρότι το αποδέχονταν οι Ευρωπαίοι σοσιαλιστές και το θαύμαζαν οι λαϊκιστές σαν τον Ανδρέα Παπανδρέου, εδραίωσε μονοκομματικό κράτος και προώθησε αντιδυτισμό ο οποίος κατέληξε σε οικονομικές κυρώσεις εναντίον της Συρίας. Όπως έχω ξαναγράψει, οι ΗΠΑ δείχνουν υπερβολική προθυμία στο να επιβάλουν κυρώσεις παρότι έχει αποδειχθεί ότι φέρνουν το αντίθετο από το επιθυμητό αποτέλεσμα· το μυαλό δεν μας περισσεύει. Έτσι, η αμερικανική πολιτική συνέβαλε στην κατάρρευση της συριακής λίρας, ενώ από το 1979 η ιρανική παρέμβαση στις συριακές υποθέσεις συνέβαλε στην ανάπτυξη μιας σιιτικής αντιπολίτευσης χωρίς ωστόσο το Ιράν να υπονομεύει τον Μπασάρ αλ-Άσαντ. Απλώς, οι μουλάδες προστάτευαν και ενθάρρυναν τους σιίτες (οι περισσότεροι εκ των οποίων είναι ισμαηλίτες) που διαμαρτύρονταν για τη συγκέντρωση του πλούτου και της εξουσίας στα χέρια των Αλαουιτών: αν και υπολογίζεται ότι οι Αλαουίτες αποτελούν μόνο το 10-15% του συριακού πληθυσμού, είχαν ανέκαθεν μεγάλη επιρροή. Πάντως, στην πραγματικότητα, ο μεγαλύτερος εχθρός των Αλαουιτών είναι η σουνιτική πλειοψηφία: οι Χανάφι και Σάφι, οι οποίοι τις τελευταίες δεκαετίες έχουν αναπτυχθεί πληθυσμιακά.

Ανάμεσα στις εθνοτικές ομάδες που καταπιέζονταν ήταν οι Κούρδοι: στην αρχή το Μπάαθ έθεσε περιορισμούς στη χρήση της κουρδικής γλώσσας και στη συνέχεια μετέφερε Άραβες στις συνοριακές περιοχές με την Τουρκία όπου διέμεναν Κούρδοι προκειμένου να αραιώσει τον πληθυσμό τους. Αν και αυτό το πρόγραμμα, που ο ο Χάβεζ αλ-Άσαντ ονόμαζε «Αραβική ζώνη», είχε στόχο τον έλεγχο της κεντρικής εξουσίας στα αποθέματα πετρελαίου και στα αγροτικά προϊόντα της περιοχής, δεκάδες χιλιάδες Κούρδοι της βορειοανατολικής επαρχίας Aλ-Χασάκα (όπου υπάρχει πετρελαιοπηγή) εκτοπίστηκαν βίαια και τα εδάφη τους διανεμήθηκαν για γεωργική καλλιέργεια σε Άραβες από άλλες επαρχίες. Το 2007, με ένα παρόμοιο σχέδιο 6.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα γύρω από την Αλ-Μαλικίγια παραχωρήθηκαν σε αραβικές οικογένειες, ενώ δεκάδες χιλιάδες Κούρδοι κάτοικοι, μολονότι μουσουλμάνοι σουνίτες, εκδιώχθηκαν. Το 2011, το καθεστώς αφαίρεσε τη συριακή ιθαγένεια από περίπου 300.000 Κούρδους οι οποίοι έγιναν ανιθαγενείς: ο Ερντογάν καταχάρηκε. Παρ’ όλ’ αυτά, οι Σύριοι κουρδικής καταγωγής υπολογίζονται σε 10% του συνολικού πληθυσμού —μια κάθε άλλο παρά αμελητέα μειονότητα.

Μ’ αυτά και μ’ εκείνα, μόλις ξέσπασε η λεγόμενη Αραβική Άνοιξη στην Τυνησία, οι Σύριοι ακολούθησαν. Αλλά καθώς ο Άσαντ αντέδρασε βιαίως, οι διαμαρτυρίες εξελίχθηκαν σε εμφύλιο πόλεμο. Ένας από τους παράγοντες της ανάφλεξης ήταν, εκτός από το μίσος για τον Άσαντ, η φυλετική και θρησκευτική πολυμορφία η οποία έκρυβε αρχαία μίση και πάθη: ανάμεσα στους Άραβες που αποτελούν τη μεγαλύτερη σουνιτική μουσουλμανική κοινότητα στη χώρα, υπάρχουν τουλάχιστον 500.000 παλαιστινιακής προελεύσεως, καθώς και μουσουλμανικές μειονότητες που έχουν αραβοποιηθεί σε κάποιο βαθμό, όπως Αλβανοί, Βόσνιοι, Κρήτες, Παστούν, Πέρσες, Κούρδοι, Τουρκομάνοι και Κιρκάσιοι. Οι διάφορες εθνοτικές και θρησκευτικές κοινότητες δεν είναι μοιρασμένες ισόποσα στην επικράτεια: για παράδειγμα, οι Δρούζοι συγκεντρώνονται γύρω από την Aς-Σουγουάιντ κοντά στα σύνορα με την Ιορδανία και σε προάστια της Δαμασκού, ενώ μεγάλη κοινότητα Αλαουιτών βρίσκεται στην Κάντμους, στην επαρχία Ταρτούς. Η ακραία φτώχεια έχει οξύνει τις αντιθέσεις μεταξύ όλων αυτών των εθνοτικών ομάδων οι οποίες άγονται και φέρονται από τοπικούς πολέμαρχους.

Στις 22 Σεπτεμβρίου 2014, οι Ηνωμένες Πολιτείες παρενέβησαν επισήμως στον συριακό εμφύλιο πόλεμο με τον δεδηλωμένο στόχο να πολεμήσουν την τρομοκρατική οργάνωση ISIS: με την Operation Inherent Resolve (οι ονομασίες των αμερικανικών στρατιωτικών επιχειρήσεων δεν παύουν να με εντυπωσιάζουν) ευθυγραμμίστηκαν με τις Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις που αντιτίθεντο τόσο στο Ισλαμικό Κράτος όσο και στον πρώην πρόεδρο Μπασάρ αλ-Άσαντ. Είχαν προηγηθεί οι κυρώσεις του Ομπάμα κατά της Συρίας και η στήριξη της αντάρτικης φατρίας του Ελεύθερου Συριακού Στρατού, ενώ είχε εξουσιοδοτηθεί κρυφά η επιχείρηση εμπορίας όπλων Timber Sycamore να εξοπλίζει αντάρτες. Όλα αυτά χωρίς οι ΗΠΑ να καταλαβαίνουν γρυ από όσα συνέβαιναν στη Συρία: το χάος ξεπερνούσε τις γνώσεις και τις διανοητικές δυνατότητες της CIA η οποία δεν κατάφερνε να ξεχωρίσει τους good guys από τους bad guys —αν υπήρχαν good guys τελικά. Για να βγάλουν συμπέρασμα, έκαναν πτήσεις επιτήρησης συγκεντρώνοντας πληροφορίες για το Ισλαμικό Κράτος μέχρις ότου, όπως είπα, τον Σεπτέμβριο του 2014, ένας συνασπισμός των ΗΠΑ, της Βρετανίας, της Γαλλίας, της Ιορδανίας, της Τουρκίας (μονίμως εν είδει Πέμπτης Φάλαγγας), του Καναδά και της Αυστραλίας ξεκίνησαν αεροπορική εκστρατεία κατά του Ισλαμικού Κράτους και του Μετώπου αλ-Νούσρα στο εσωτερικό της Συρίας. Στο μεταξύ, ο εμφύλιος πόλεμος συνεχιζόταν στις περισσότερες περιοχές της χώρας. Στις 7 Απριλίου 2017 οι ΗΠΑ επιτέθηκαν με πυραύλους στην αεροπορική βάση Shayrat (κοντά στη Χομς, την οποία χρησιμοποιούσαν οι Ρώσοι) εναντίον των δυνάμεων του Άσαντ, κάνοντας σαφές ότι ήθελαν την ανατροπή του καθεστώτος χωρίς ωστόσο να ξέρουν ποιες ήταν οι εναλλακτικές —κι αν υπήρχαν.

Αργότερα, στα μέσα Ιανουαρίου 2018, η κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ έδειξε την πρόθεσή της να διατηρήσει στρατιωτική παρουσία στη Συρία, αλλά το 2019 απέσυρε εν μέρει τα αμερικανικά χερσαία στρατεύματα, τα οποία, έτσι κι αλλιώς, δεν έκαναν τίποτα συγκεκριμένο πέρα από το να πιλατεύουν τον κόσμο· να φέρονται άσχημα στους ντόπιους οξύνοντας το αντιαμερικανικό αίσθημα —ό,τι έκαναν και στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν δηλαδή. Το δήθεν «κενό εξουσίας» κάλυψαν οι Τούρκοι, δήθεν εκ μέρους του ΝΑΤΟ, και με σκοπό τον έλεγχο των εγκαταστάσεων πετρελαίου. Με λίγα λόγια, αντί οι ΗΠΑ να πιέσουν και να εκβιάσουν τον Άσαντ να ακούσει τα πολλαπλά και αντικρουόμενα κινήματα της αντιπολίτευσης διενεργώντας αμέσως γενικές εκλογές και κάνοντας παραχωρήσεις, οι ΗΠΑ προτίμησαν να παράσχουν βοήθεια στους αντάρτες, ανεξαρτήτως των στόχων τους, και βεβαίως να ευνοήσουν την μπίζνα της Timber Sycamore. Τόσο η διοίκηση Ομπάμα, όσο και η διοίκηση Τραμπ, πίστευαν ότι ο συριακός εμφύλιος ήταν μια καλή ευκαιρία για να εξουδετερώσουν τους τζιχαντιστές, την ισλαμιστική τρομοκρατία —το Ισλαμικό Κράτος του Ιράκ και του Λεβάντε (ISIL) και το Μέτωπο αλ-Νούσρα— τα οποία όμως δεν ήταν και τόσο «τρομοκρατικά» στα μάτια πολλών Συρίων. Στο μεταξύ, καθώς ξεφύτρωναν διάφορες ισλαμιστικές φατρίες, όπως η Ḥarakat Ḥazzm («Κίνηση Σταθερότητας»: εμένα μου λες…) και ο Στρατός των Μουτζαχεντίν, οι ΗΠΑ και οι δυτικές χώρες βρέθηκαν σ’ ένα λαβύρινθο. Ακολούθησαν θεαματικές αποστολές διάσωσης αλλοδαπών ομήρων που κρατούνταν από το ISIL, αποκεφαλισμοί ομήρων εκ μέρους των τζιχαντιστών, αμερικανική βοήθεια στους Κούρδους, εμπλοκή εξήντα χωρών στον εμφύλιο —αλλά σε χαλαρό στιλ: δυο τρεις πύραυλοι Tomahawk που εκτοξεύτηκαν σε στόχους του ISIL στη Ράκκα, ένα Super Hornet που επίσης έπληξε στόχους του ISIL, μη επανδρωμένα αεροσκάφη που σκότωσαν τους επικεφαλής της ομάδας «Φύλακες της Θρησκείας» καθώς οδηγούσαν ένα όχημα στο Iντλίμπ. Όλα τούτα σχεδόν τυχαία, χωρίς συγκεκριμένη στρατηγική και τακτική· εναντίων όλων: των ισλαμιστικών ομάδων, του καθεστώτος Άσαντ και των φιλοϊρανικών πολιτοφυλακών.

Οι ίδιοι οι Σύριοι τα έχασαν επίσης. Η επιθυμία των περισσοτέρων ήταν η ανατροπή του Άσαντ και η εγκατάσταση μιας προσωρινής κυβέρνησης, κατά προτίμηση ισλαμικού και αντιδυτικού προσανατολισμού με πρόθεση ανόρθωσης της οικονομίας, καταπολέμησης της φτώχειας και κάποιας ελευθερίας στον λόγο και στην έκφραση. Στην αναμπουμπούλα —η οποία χειροτέρεψε από τις αλλοπρόσαλλες κινήσεις του δυτικού συνασπισμού κι από την τουρκική και ιρανική παρέμβαση— εξτρεμιστικές ομάδες, όπως η Χορασάν, είχαν την ωραία ιδέα, αντί να φροντίσουν τα του οίκου τους στη Συρία, να οργανώσουν επιθέσεις όχι μόνο κατά των ΗΠΑ και άλλων δυτικών εθνών αλλά και κατά στελεχών αντίπαλων φατριών. Επαναλαμβάνω εδώ ότι οι δυτικές δυνάμεις προσπαθούσαν να στηρίξουν τις λεγόμενες Δημοκρατικές Δυνάμεις της Συρίας (SDF) ενώ ο Ερντογάν τις καταπολεμούσε. Αλλά βεβαίως, όταν ο τότε αντιπρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν κατηγόρησε την Τουρκία ότι χρηματοδοτεί την Αλ-Νούσρα και την Αλ-Κάιντα, ο Ερντογάν απαίτησε να του ζητήσει αμέσως συγγνώμη, προσθέτοντας ότι αν δεν το κάνει δεν θα του ξαναμιλήσει: μπροστά σ’ αυτή την τόσο φρικτή προοπτική, ο Μπάιντεν ζήτησε συγγνώμη αν και αυτό που είχε ξεστομίσει ήταν αλήθεια.

Η Συρία είχε μπει στο πρόγραμμα του Χαλιφάτου και πιθανότατα ήταν κάτι που επιθυμούσαν πολλοί Σύριοι, ιδιαίτερα από τη σουνιτική πλειοψηφία. Ταυτοχρόνως, εφόσον η Δύση είχε εγκαταλείψει τον Άσαντ, η Ρωσία τον στήριζε στο συνηθισμένο πλαίσιο των συγκρούσεων δια πληρεξουσίου ή του δόγματος «ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου». Στη βορειοδυτική Συρία, οι Ρώσοι συνεργάζονταν με τους Τούρκους εναντίον των Κούρδων και το 2019, ο Ερντογάν, μετά από συνομιλία με τον Ντόναλντ Τραμπ, συμφώνησε για δημιουργία «ασφαλούς ζώνης» στα τουρκοσυριακά σύνορα. Αλλά η συμφωνία αποδείχθηκε βραχύβια: ο Ντόναλντ Τραμπ ενέκρινε τουρκική χερσαία επίθεση στη Ροζάβα, στην de facto αυτόνομη περιοχή στη βόρεια Συρία η οποία κατοικείται κυρίως από Κούρδους, αλλά και από Άραβες, Ασσύριους και άλλες εθνοτικές ομάδες υπό καθεστώς μιας μορφής άμεσης δημοκρατίας που προωθεί την αποκέντρωση της εξουσίας, την ισότητα των φύλων και την προστασία του περιβάλλοντος. Η ζώνη ασφαλείας πήγε περίπατο και ο Ρεπουμπλικανός γερουσιαστής Λίντσι Γκρέιαμ προειδοποίησε ότι αν η Τουρκία εισβάλει στη Συρία θα θέσει ζήτημα κυρώσεων κι αν επιτεθεί στις κουρδικές δυνάμεις που βοήθησαν τις ΗΠΑ στην καταστροφή του Χαλιφάτου του ISIS θα θέσει ζήτημα αναστολής της στο ΝΑΤΟ. Εννοείται ότι οι Τούρκοι μπούκαραν κι από πλευράς ΝΑΤΟ δεν κουνήθηκε φύλλο.

Στις αρχές του 2017 σχηματίστηκε, όπως είπα, η Χαγιάτ Ταχρίρ αλ-Σαμ (ΗΤS) μετά από τη συγχώνευση του Τζάμπχατ Φάτεχ αλ-Σαμ (πρώην Μέτωπο αλ-Νούσρα), του Μετώπου Ανσάρ αλ-Ντιν, του Τζαΐς αλ-Σούννα, του Λίουα αλ-Χακ και του Νουρ αλ-Ντιν αλ-Ζένγκι, το οποίο είχαν στηρίξει παλιότερα οι ΗΠΑ· ένας θεός ξέρει γιατί. Πρόκειται για τζιχαντιστικές ομάδες οι οποίες αποσχίστηκαν από την Αλ-Κάιντα λιγότερο εξαιτίας ιδεολογικών διαφορών και περισσότερο διότι η Αλ-Κάιντα έχει κακή φήμη και δύσκολα μπορεί να αναγνωριστεί ως κυβερνητική οντότητα. Στόχος της Ταχρίρ αλ-Σαμ ήταν η μετατροπή της Συρίας σε ισλαμικό εμιράτο, πιθανότατα υπό την έμμεση διαχείριση της Αλ-Κάιντα: αλλά ίσως ο αλ-Τζολάνι και η παρέα του να έχουν όντως εξελιχθεί· θα το δούμε. Σήμερα ο αλ-Τζολάνι εμφανίζεται με χακί αμπέχονο σαν τον Ζελένσκι…

Εν πάση περιπτώσει, στα τέλη Νοεμβρίου 2024, η HTS και άλλες ομάδες της αντιπολίτευσης ξεκίνησαν την επίθεση στη βορειοδυτική Συρία, οδηγώντας αρχικά στην κατάληψη του Χαλεπίου και αυξάνοντας την έκταση των εδαφών της λεγόμενης Κυβέρνησης της Σωτηρίας που αντικαθιστά τώρα εκείνη του Άσαντ με επικεφαλής τον Μοχάμετ αλ-Μπασίρ από το Ιντλίμπ ο οποίος ανέλαβε να σχηματίσει το μεταβατικό κυβερνητικό σχήμα σε συνεργασία με τον ηγέτη του HTS, τον αλ-Τζολάνι, πρώην στέλεχος της Αλ-Κάιντα επικηρυγμένο από το Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ έναντι αμοιβής 10 εκατομμυρίων δολαρίων. Η αποχώρηση του Αλ-Τζολάνι από την Αλ Κάιντα πρέπει να αποδοθεί την προσπάθεια του αλ-Μπαγκντάντι να συγχωνεύσει την Αλ Νούσρα στο ISI με τη νέα ονομασία Ισλαμικό Κράτος του Ιράκ και του Λεβάντε (ISIL). Η προτεινόμενη συγχώνευση θα είχε εξαλείψει την αυτονομία της Aλ-Nούσρα θέτοντας όλους τους ηγέτες, τις αποφάσεις και τις επιχειρήσεις της υπό τον άμεσο έλεγχο του ιρακινής καταγωγής αλ-Μπαγκντάντι (υπενθυμίζω ότι ο ηγέτης του Ισλαμικού Κράτους σκοτώθηκε τον Οκτώβριο του 2019 στην Μπαρίσα). Η δε άνοδος του αλ-Τζουλάνι οφείλεται, εν πολλοίς, στο Al Jazeera, που τον προέβαλε ξανά και ξανά αν και με καλυμμένο το πρόσωπο μιας και εκπροσωπούσε τους εχθρούς του Άσαντ, εξαίροντας τη θητεία στο κυβερνείο του Ιντλίμπ. Όπως είπα, από τον Οκτώβριο του 2017 η Ιντλίμπ είχε αυτονομηθεί και διοικούνταν από την Ταχρίρ αλ-Σαμ και άλλες σαλαφιστικές ομάδες με «γενικό διοικητή», ή εμίρη, τον Άμπου Μοχάμετ αλ-Τζολάνι.

Η κορύφωση των εμφύλιων συγκρούσεων στη Συρία επιταχύνθηκε από τους δεκατέσσερις μήνες των συγκρούσεων μεταξύ του Ισραήλ, της Χαμάς, της Χεζμπολά και άλλων πληρεξουσίων υποστηριζόμενων από το Ιράν. Ο αρχιτέκτονας της επίθεσης της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου 2023, ο Γιαχία Σινουάρ, οραματίστηκε το «μεγάλο έργο» του με σκοπό την καταστροφή του Ισραήλ μέσω του φιλοϊρανικού «άξονα αντίστασης». Με την ίδια λογική, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν, υποστηρικτής του Άσαντ, εισέβαλε στην Ουκρανία με σκοπό την ανάκτηση του καθεστώτος υπερδύναμης της Ρωσίας. Καθώς αμφότεροι οι υπολογισμοί αποδείχτηκαν λανθασμένοι —το Ισραήλ αντεπετέθη ανελέητα, ο Σινγουάρ σκοτώθηκε και η Ουκρανία αντιστάθηκε πιο σθεναρά από όσο περίμεναν οι Ρώσοι— επιταχύνθηκε η πτώση ενός απαίσιου καθεστώτος που κυβέρνησε τη Συρία επί 53 χρόνια. Αυτή τη στιγμή η Χεζμπολά, ο ένοπλος και καλύτερα εκπαιδευμένος πληρεξούσιος του Ιράν, έχασε ισχυρά στελέχη και η λιβανική ομάδα συμφώνησε σε κατάπαυση του πυρός με το Ισραήλ υπό δυσμενείς όρους· η Χαμάς έχει αποδυναμωθεί από υλικοτεχνική άποψη (όχι από ιδεολογική)· το Ιράν δέχτηκε επίθεση από το Ισραήλ και ξαφνικά έχασε μέρος της ικανότητας παραγωγής πυραύλων και εξελιγμένων συστημάτων αεράμυνας· η Ρωσία, η επέμβαση της οποίας το 2015 έσωσε προσωρινά τον Άσαντ έχει βαλτώσει στη σύγκρουση με την Ουκρανία. Εξάλλου, η διάλυση των στρατιωτικών δυνάμεων του Άσαντ μαζί με την απόφασή του να φύγει από τη χώρα έχει επιφέρει πλήγμα στους συμμάχους του: χωρίς τον Άσαντ, η Ρωσία θα μπορούσε να χάσει την πρόσβαση στη Μεσόγειο.

Προς το παρόν, εκατομμύρια Σύριοι απλώς γιορτάζουν την ευκαιρία να γράψουν το δικό τους μέλλον. Εμείς οι υπόλοιποι αναρωτιόμαστε τι περιμένει τους Σύριους και τι είδους πρεμούρα είναι αυτή γύρω από την επιστροφή των προσφύγων. Ένα καλό αποτέλεσμα που πιθανότατα θα προκύψει είναι η ειρήνη: αν οι τζιχαντιστές την εξασφαλίσουν δείχνοντας εξυπνάδα, σεβόμενοι δηλαδή τις εσωτερικές διαφορές των Συρίων, θα έχει γίνει ένα μεγάλο βήμα προς την επίτευξη όσων θέλουν οι περισσότεροι, ό,τι κι αν είναι αυτά. Πιθανότατα, καθώς έχουν ζήσει για πολλές δεκαετίες σε περιβάλλον ταραχών, προσωπολατρίας (στην πραγματικότητα, θεοποίησης του δικτάτορα), διαφθοράς και στερήσεων δεν θα είναι πολύ ευαίσθητοι έναντι μιας αυταρχικής θεοκρατικής εξουσίας. Ελλοχεύουν ωστόσο κάποιοι κίνδυνοι που αφορούν ολόκληρο τον κόσμο και που σχετίζονται με την επιτυχία του οράματος του Χαλιφάτου σε ολόκληρη τη Μέση Ανατολή ή και γενικότερα στην «Ανατολή». Οι ευθύνες της Δύσης, ιδιαίτερα των ΗΠΑ και των πρώην αποικιοκρατικών δυνάμεων, είναι αναμφισβήτητες: η εκδίκηση για την απόρριψη του αραβικού σοσιαλισμού συνίσταται τώρα στον εξαναγκασμό της αποδοχής του αραβικού τζιχαντισμού. Είτε αποχαρακτηριστεί η επίδοξη επίσημη συριακή ηγεσία και γίνει αποδεκτή διεθνώς —οι Δυτικοί την ανάγκη φιλοτιμία ποιούντες— πρέπει να είναι σαφές ότι, όπως κι αν έχουν εξελιχθεί οι τζιχαντιστές στο πέρασμα του χρόνου, πρόκειται για εκείνο το είδος του εθνικιστικού φονταμενταλισμού που διαδέχτηκε τον σοσιαλισμό του Νάσερ όταν αυτός απέτυχε εξαιτίας βίαιων εσωτερικών και εξωτερικών πιέσεων. Η κατάρρευση του αραβικού σοσιαλισμού μαζί με την ιδεολογία του παναραβισμού και της «παλαιστινιακής υπόθεσης» δημιούργησε τέρατα στη Μέση Ανατολή και ξύπνησε τους χειρότερους εφιάλτες του μεσαίωνα.

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ ΠΑΝΤΑ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.