Κοσμος

Explainer: Γιατί διαδηλώνουν οι αγρότες στο Ηνωμένο Βασίλειο

Ο φόρος κληρονομιάς στις βρετανικές φάρμες και το τέλος μιας βρετανικής παράδοσης

Άγης Παπαγεωργίου
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Η μεταρρύθμιση για τις βρετανικές φάρμες και οι διαμαρτυρίες των αγροτών - Ανταπόκριση από το Λονδίνο

Έξω από το βρετανικό κοινοβούλιο συγκεντρώθηκαν το πρωί τις Τετάρτης εκατοντάδες αγροτικά τρακτέρ, συνθέτοντας μια αμιγώς σουρεαλιστική εικόνα στην –κατά τα άλλα– μεγαλοπρεπώς στολισμένη βρετανική πρωτεύουσα, διαμαρτυρόμενοι για τον φόρο κληρονομιάς τον οποίο εισήγαγε η κυβέρνηση των Εργατικών στον προϋπολογισμό του 2025. Η συγκεκριμένη φορολογική μεταρρύθμιση κρίθηκε αναγκαία από το υπουργικό συμβούλιο της χώρας παρότι ουσιαστικά δίνει τέλος στο προνομιακό καθεστώς το οποίο βρίσκεται στον πυρήνα του βρετανικού αγροτικού τομέα, με τον Βρετανό Πρωθυπουργό, Κιρ Στάρμερ, να υποστηρίζει πως το σχετικό νομοσχέδιο θα ρυθμίσει ορισμένες παθογένειες, αλλά και πως οι περισσότεροι αγρότες δεν θα επηρεαστούν άμεσα.

Ωστόσο, η ηγεσία της National Farmers Union (NFU) όχι απλώς δεν έχει πειστεί από τα επιχειρήματα της κυβέρνησης αλλά φρόντισε να διαταράξει την κανονικότητα του Λονδίνου μέσω της εντυπωσιακής κινητοποίησης την οποία οργάνωσε. Από την πλευρά της, η βρετανική κυβέρνηση εμφανίζεται –ακόμα– ανένδοτη, γεγονός που σημαίνει πως η μεταξύ τους σύγκρουση αναμένεται να κλιμακωθεί ακόμα περισσότερο στο άμεσο μέλλον, λαμβάνοντας υπό προϋποθέσεις σημαντικές πολιτικές διαστάσεις, τόσο στο εσωτερικό της χώρας, όσο και σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής, αυξάνοντας ακόμα περισσότερο την πίεση προς το πρόσωπο του Βρετανού Πρωθυπουργού του οποίο το πρώτο εξάμηνο στη Downing Street έχει αποδειχθεί εξαιρετικά ταραχώδες, σε κάθε επίπεδο.

© Άγης Παπαγεωργίου

Τι ακριβώς προβλέπει η μεταρρύθμιση για τις βρετανικές φάρμες;

Ως είχαν τα πράγματα μέχρι και σήμερα, η κληρονόμηση των φαρμών στο Ηνωμένο Βασίλειο ήταν στην πράξη αφορολόγητη, καθώς προστατευόταν από τις διατάξεις Agricultural Property Relief (APR) και Business Property Relief (BPR). Οι συγκεκριμένες διατάξεις –και οι προπομποί τους– αποτελούσαν για δεκαετίες το σημαντικότερο εργαλείο των Βρετανών αγροτών ώστε να μεταβιβάζουν την αγροτική τους περιουσία αφορολόγητα, γεγονός που –αδιαμφησβήτητα– συνέβαλε σημαντικά στην άνθηση και την ανταγωνιστικότητα του βρετανικού αγροτικού τομέα.

Η βρετανική κυβέρνηση δεν κατήργησε τις συγκεκριμένες διατάξεις, ωστόσο θέσπισε πλέον ένα αυστηρό όριο σύμφωνα με το οποίο η διαδικασία της κληρονομικής μεταβίβασης μιας φάρμας, της οποίας η αξία κοστολογείται άνω του ενός εκατομμυρίου λιρών, θα φορολογείται πλέον με 20%. Η συγκεκριμένη πρόβλεψη βρίσκεται στον πυρήνα των διαμαρτυριών των Βρετανών αγροτών και της κινητοποίησης του συνδικαλιστικού τους οργάνου, καθώς θεωρούν πως επί της ουσίας θα οδηγήσει σε πτωχεύσεις εκατοντάδων επιχειρηματιών του κλάδου.

Πόσες φάρμες κοστολογούνται άνω του ενός εκατομμυρίου λιρών στο Ηνωμένο Βασίλειο;

Σύμφωνα με τα στοιχεία της κυβέρνησης, περίπου το ¼ των βρετανικών φαρμών θα επηρεαστούν από τη συγκεκριμένη μεταρρύθμιση, καθώς η συντριπτική πλειοψηφία των υπόλοιπων κοστολογείται χαμηλότερα από το όριο το οποίο έχει θεσπιστεί. Ο ίδιος ο Στάρμερ υποστηρίζει πως, στην πράξη, οι περισσότεροι αγρότες θα εξακολουθήσουν να προστατεύονται και να μεταβιβάζουν την περιουσία τους χωρίς να απαιτείται οποιαδήποτε φορολογική επιβάρυνση, με την κυβέρνηση να επιλέγει το συγκεκριμένο όριο ακριβώς ώστε να αποφύγει να πλήξει την ανταγωνιστικότητα του κλάδου. Θα πρέπει να σημειωθεί πως η συγκεκριμένη μεταρρύθμιση δεν αλλάζει το νομικό πλαίσιο το οποίο αφορά την κληρονόμηση μιας βρετανικής φάρμας σε συγγενή πρώτου βαθμού, γεγονός στο οποίο έχει επενδύσει επικοινωνιακά η βρετανική κυβέρνηση, και το οποίο αντιτάσσει παγίως απέναντι στις διαμαρτυρίες του κλάδου, αλλά και της αντιπολίτευσης.

Τότε, υπάρχει κάποιο βάσιμο επιχείρημα από την πλευρά της NFU;

Ναι, και πάνω απ’ όλα, αποτελεί ένα αμιγώς πολιτικό επιχείρημα: προεκλογικά, ο Στάρμερ είχε υποσχεθεί στους εκπροσώπους της NFU πως η κυβέρνησή του δεν θα επέβαλε οποιονδήποτε φόρο κληρονομιάς στις βρετανικές φάρμες και πως θα άφηνε το νομικό πλαίσιο άθικτο. Παράλληλα, οι Βρετανοί αγρότες υποστηρίζουν πως οποιαδήποτε μεταρρύθμιση η οποία αυξάνει είτε άμεσα είτε έμμεσα τους φορολογικούς συντελεστές στον κλάδο θα αποτελέσει δομικό πρόβλημα, καθώς περίπου το 1/3 των βρετανικών φαρμών σημειώνει ζημίες, ανεξαρτήτως της αξίας της γης την οποία αξιοποιούν. Παράλληλα, η NFU τονίζει πως στην πράξη η αξία των βρετανικών φαρμών δεν έχει κοστολογηθεί ενδελεχώς και απαιτεί την απόσυρση του μέτρου, τουλάχιστον μέχρι να ολοκληρωθεί η σχετική αξιολόγηση, έτσι ώστε να προσδιοριστεί ο αριθμός των φαρμών οι οποίες θα πληγούν. Η αξιοπιστία του συγκεκριμένου επιχειρήματος είναι τουλάχιστον αμφισβητήσιμη, ωστόσο αυτό δεν σημαίνει πως δεν παράγει πρακτικά αποτελέσματα, με την επέλαση των τρακτέρ στη βρετανική πρωτεύουσα να αποτελεί την πλέον προφανή απόδειξη του θυμού των Βρετανών αγροτών, ακόμα και αν αυτός δεν ανταποκρίνεται πλήρως στην πραγματικότητα.

© Άγης Παπαγεωργίου

Ποιο είναι το πραγματικό κοινωνικό αποτύπωμα της συγκεκριμένης μεταρρύθμισης;

Εντός της παγκοσμιοποιημένης διεθνούς οικονομίας, καμία χώρα δεν είναι αυτάρκης· η αδυναμία της επίτευξης της αυτάρκειας αποτελεί, έτσι και αλλιώς, τον πυρήνα του διεθνούς εμπορίου, καθ’ όλη τη διάρκεια της ιστορίας. Ωστόσο, η Βρετανία αποτελεί μια από τις χώρες στις οποίες ο αγροτικός τομέας έχει εξαιρετικά μεγάλη ισχύ –και κοινωνικό αποτύπωμα– καθώς περίπου το 60% των τροφίμων τα οποία καταναλώνονται στη χώρα παράγονται στις βρετανικές φάρμες. Θέτοντάς το διαφορετικά, ο αγροτικός τομέας αποτελεί έναν ισχυρό βρετανικό θεσμό, ο οποίος πέρα από την οικονομική του ισχύ, διατηρεί και σημαντική πολιτισμική επιρροή στο εκλογικό σώμα· η παράδοση της χώρας στα βρετανικά αγροτικά προϊόντα αποτελεί μια σταθερά στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Όποιος έχει ζήσει έστω και για ένα σχετικά μικρό διάστημα στη χώρα, έχει παρατηρήσει τις κάπως άβολα περήφανες λεζάντες τύπου «Made in Britain», «British Product», «British Made» ή ακόμα και «made with British eggs/chicken/beef», λες και έχει σημασία· κι όμως έχει, καθώς ο βρετανικός αγροτικός τομέας αποτελεί ένα εκ των σημαντικών –μέχρι και σήμερα– στοιχείων του βρετανικού εξαιρετισμού. Σε αυτό το πλαίσιο, η πλήξη του βρετανικού αγροτικού τομέα, ακόμα και αν είναι τεχνικά δίκαιη, όπως υποστηρίζει η κυβέρνηση, αποτελεί μια εξαιρετικά δύσκολη επικοινωνιακή πίστα καθώς περίπου τα ¾ των Βρετανών έχουν εκφραστεί θετικά σχετικά με τις διαμαρτυρίες του κλάδου.

Τέλος, ο βρετανικός αγροτικός κλάδος, ακριβώς επειδή φέρει εντόνως χαρακτηριστικά τα οποία παραπέμπουν στον –έστω και παρωχημένο– βρετανικό εξαιρετισμό, έχει υιοθετήσει μια αρνητική στάση απέναντι σε οποιασδήποτε μορφή περιορισμού του σε διαφορετικά νομικά πλαίσια, από εκείνα τα οποία απολαμβάνει παγίως. Υπενθυμίζεται πως ο αγροτικός κλάδος της χώρας αντιμετώπιζε ανέκαθεν με σκεπτικισμό την Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ η πλειοψηφία των Βρετανών αγροτών τάχθηκε υπέρ του Brexit στο δημοψήφισμα του 2016, παρότι οι ενδείξεις σχετικά με τις σημαντικές επιπτώσεις οι οποίες θα ακολουθούσαν ήταν συντριπτικές.

Γιατί ήταν απαραίτητη μια τόσο δομική μεταρρύθμιση;

Με βάση τις παραπάνω συνθήκες, το φρόνιμο για τη βρετανική κυβέρνηση ενδεχομένως να ήταν να αφήσει όντως την κατάσταση ως έχει, καθώς η αντίδραση του κλάδου ήταν δεδομένη – όπως ακριβώς συνέβη. Ωστόσο, ο Στάρμερ από την πλευρά του έχει προτάξει δύο ισχυρά επιχειρήματα: Πρώτον, το πρότερο νομικό καθεστώς έχει διευκολύνει εκατοντάδες κληρονομικού τύπου μεταβιβάσεις φαρμών, οι οποίες αφορούν τους πλουσιότερους των αγροτών, οι οποίοι έχουν πλέον συγκεντρώσει τεράστιες έκτασης υψηλότατης αξίας, χωρίς να έχουν ωστόσο αναλάβει οποιοδήποτε φορολογικό κόστος.

Δεύτερον, η κυβέρνηση βρίσκεται ενώπιον ενός αντικειμενικού προβλήματος, το οποίο χρειάζεται άμεση επίλυση, και για το οποίο κάθε λύση είναι κοινωνικά –και πολιτικά– επίπονη: ο εξορθολογισμός του βρετανικού προϋπολογισμού αποτελεί απόλυτη αναγκαιότητα για την κυβέρνηση της χώρας και ο μόνος τρόπος ώστε το βρετανικό κράτος να έχει τη δυνατότητα να παρέχει ορισμένες από τις κοινωνικές παροχές, οι οποίες έχουν σφυρηλατήσει τη βρετανική κοινωνία –αν όχι και τη βρετανική συνείδηση, τόσο σε προσωπικό, όσο και σε πολιτικό επίπεδο–, είναι η αύξηση των φορολογικών εσόδων της χώρας, ακόμα και αν αυτή θα προκύψει μέσω πολιτικά δύσκολων επιλογών, όπως την επιβολή φόρου κληρονομιάς στον αγροτικό τομέα.

© Άγης Παπαγεωργίου

Μπορεί να επηρεάσει η συγκεκριμένη μεταρρύθμιση τη σταθερότητα της κυβέρνησης;

Όχι, παρά τη δυσθεώρητη σημειολογία, η συγκεκριμένη μεταρρύθμιση δεν απειλεί τη σταθερότητα της κυβέρνησης των Εργατικών, καθώς ο Στάρμερ απολαμβάνει μια ιστορική κοινοβουλευτική πλειοψηφία, η αντιπολίτευση –τόσο η αξιωματική, όσο και η ελλάσονα– παραμένει κατακερματισμένη, με εξαίρεση τους Φιλελεύθερους, και η ανάγκη του εξορθολογισμού του προϋπολογισμού δεν είναι δυνατόν να αμφισβητηθεί.

Ωστόσο, μετά τις διαδηλώσεις της ακροδεξιάς το καλοκαίρι, ο Στάρμερ καλείται να αντιμετωπίσει έναν νέο κύκλο κοινωνικής αναταραχής στο Ηνωμένο Βασίλειο, μέσα σε ένα διάστημα μικρότερο των έξι μηνών από τη μέρα που μετακόμισε στη Downing Street, χωρίς παράλληλα να έχει εντυπωσιάσει με το κυβερνητικό του έργο. Με αυτό το δεδομένο, παρότι οι κινητοποιήσεις δεν αναμένονται να πλήξουν άμεσα την κυβέρνηση, εντούτοις το πολιτικό της κεφάλαιο –αλλά και εκείνο του Βρετανού Πρωθυπουργού προσωπικά– βάλλεται, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη διαχείριση μιας επόμενης κρίσης, είτε σχετικής με τον κλάδο, είτε όχι.

Μπορούν οι διαμαρτυρίες των αγροτών να επηρεάσουν την επαναπροσέγγιση Λονδίνου-Βρυξελλών;

Όχι άμεσα. Παρότι οι Βρετανοί αγρότες έχουν μετανιώσει για τη στήριξή τους στο Brexit και επιθυμούν πλέον περισσότερη πρόσβαση στην Κοινή Αγορά, η επαναπροσέγγιση μεταξύ του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ευρωπαϊκής Κομισιόν έχει εν μέρει εκτροχιαστεί λόγω μιας σειράς παραγόντων, οπότε ο Στάρμερ δεν έχει λόγο να προχωρήσει σε κάποια επιθετική πρωτοβουλία εναντίον της ΕΕ ώστε να κατευνάσει τους αγρότες. Ωστόσο, εφόσον οι κινητοποιήσεις κλιμακωθούν περισσότερο, η ασφάλεια των τροφίμων στη Βρετανία θα απειληθεί, κάτι που θα σημαίνει πως η βρετανική κυβέρνηση θα βρεθεί σε εξαιρετικά δύσκολη θέση καθώς, παρά το Brexit, ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος του Λονδίνου παραμένει η Κοινή Αγορά, η οποία ωστόσο θα θέσει τους δικούς της όρους σε ένα τέτοιο σενάριο τρόμου για τη Downing Street.