Κοσμος

Έφυγες νωρίς, Βαλόντια

Είμαι σίγουρη ότι στη σημερινή Ρωσία υπάρχουν άνθρωποι σαν τον Ρώσο ποιητή, τραγουδιστή, τραγουδοποιό και ηθοποιό αλλά δεν τους βλέπω πουθενά 

Σώτη Τριανταφύλλου
ΤΕΥΧΟΣ 938
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Πώς θα έβλεπαν άραγε οι ποιητές της σοβιετικής εποχής το καθεστώς του Πούτιν και τoν πόλεμο στην Ουκρανία

Από την αρχή του πολέμου στην Ουκρανία σκέφτομαι συχνά τον Ρώσο ποιητή, τραγουδιστή, τραγουδοποιό και ηθοποιό Βλαντιμίρ Σεμιόνοβιτς Βισότσκι, που πέθανε τον Ιούλιο του 1980: τότε στη Μόσχα γίνονταν οι Ολυμπιακοί Αγώνες. Στη σύντομη ζωή του ο Βισότσκι υπήρξε ίνδαλμα για όσους Σοβιετικούς κατανοούσαν τη φύση του υπαρκτού σοσιαλισμού και διέθεταν επαρκή αίσθηση του χιούμορ ώστε να κατανοούν και τους στίχους του ποιητή. Είμαι σίγουρη ότι στη σημερινή Ρωσία υπάρχουν άνθρωποι σαν τον Βισότσκι, αλλά δεν τους βλέπω πουθενά· ίσως επειδή δεν συμμετέχω στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης — αλλά και επειδή η προπαγάνδα του σημερινού καθεστώτος είναι, λόγω της τεχνολογίας, πολύ ισχυρότερη από εκείνη της σοβιετικής εποχής.

Ο Βισότσκι συγκέντρωνε πολλά από τα στερεοτυπικά χαρακτηριστικά των Ρώσων: ήταν μέθυσος, απείθαρχος και ο συναισθηματισμός του ξεχείλιζε από παντού· φαινόταν βασανισμένος και καταραμένος. Καθώς ενηλικιώθηκε τον καιρό της αποσταλινοποίησης (είχε γεννηθεί το 1938) συνέχιζε μια μακρά σειρά τροβαδούρων, λίγο underground, λίγο φολκ, που αφηγούνταν επί σκηνής ρομαντικές ιστορίες του κοινωνικού περιθωρίου, προσθέτοντας πνευματώδη σχόλια με ραγισμένη φωνή, βραχνή από τα ποτά, τα τσιγάρα και τα τσιγαριλίκια. Η αποσταλινοποίηση τού έδωσε χώρο, κυριολεκτικά και μεταφορικά: εκτός του ότι βρήκε δουλειά στο θέατρο, από το 1965 έκανε σόου με σκετς και μουσική· οι δυο ζωντανές εμφανίσεις εκείνης της χρονιάς στο Ινστιτούτο Πυρηνικής Φυσικής του Λένινγκραντ θύμιζαν, παρά την ξεκούρδιστη κιθάρα ή και εξαιτίας της, ενθουσιώδεις ροκ συναυλίες.

Σε όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του 1960, όταν η σοβιετική νεολαία είχε αρχίσει να ασφυκτιά και να κοιτάζει προς τη Δύση, η μια επιτυχία διαδεχόταν την άλλη τόσο στη μουσική, όσο και στο θέατρο και στον κινηματογράφο. Οι ρόλοι του γίνονταν όλο και πιο απαιτητικοί· συχνά συνδυάζονταν με τα τραγούδια του. Σε ηλικία τριάντα ετών ο Βαλόντια είχε γίνει λαϊκός ήρωας· μια καλτ μορφή, ένα ίνδαλμα της νεολαίας. Η Γαλλίδα ηθοποιός Mαρινά Βλαντί, με την οποία παντρεύτηκε το 1970, αφηγείται ότι εκείνα τα χρόνια, σε έναν περίπατό της στην καλοκαιρινή Μόσχα άκουγε τη χαρακτηριστική φωνή του Βισότσκι να βγαίνει από τα ανοιχτά παράθυρα των πολυκατοικιών. Το 1968, τουλάχιστον τέσσερα από τα τραγούδια του θεωρήθηκαν αριστουργήματα.

Ωστόσο, τον Ιούνιο του 1968 ο σοβιετικός Τύπος ξεκίνησε εκστρατεία δυσφήμισης εναντίον του, κάνοντας λόγο για την «επιδημική εξάπλωση των αισχρών, βρόμικων τραγουδιών του» που προωθούν τις «εγκληματικές αξίες του υποκόσμου, τον αλκοολισμό και την ανηθικότητα». Οι αρχές τον κατήγγελλαν ότι «έσπερνε σπόρους του Κακού», συνέδεσαν το όνομά του με μαυραγορίτες  που πουλούσαν τις κασέτες του στη Σιβηρία και επέκριναν τη διεύθυνση του ραδιοφώνου για «αδικαιολόγητο airplay». Ο Βισότσκι χαρακτηρίστηκε «αντισοβιετικό απόβρασμα»: οι ίδιες λέξεις είχαν ακουστεί παλιότερα για τον συγγραφέα Μιχαήλ Ζοσένκο — την ακούγαμε και στην Ελλάδα· είχαν συμπεριληφθεί στο λεξιλόγιο του ΚΚΕ. Το 1968, μία από τις ταινίες όπου έπαιζε λογοκρίθηκε· μια άλλη έμεινε στο ράφι επί είκοσι χρόνια.

Καθώς οι επιθέσεις εντείνονταν και παρατείνονταν, ο Βισότσκι παντρεύτηκε τη Γαλλίδα ηθοποιό —πράγμα που εξελήφθη ως εθνική προδοσία μολονότι η ήδη αριστερή Μαρινά Βλαντί έγινε μέλος του ΚΚ για να μπορεί να μπαινοβγαίνει στην ΕΣΣΔ— και επισκέφτηκε τον Νικήτα Χρουστσόφ, ο οποίος στο μεταξύ είχε πέσει σε δυσμένεια. Αλλά ο αλκοολισμός του επιδεινωνόταν: αν και η βότκα ενέπνεε επιτυχημένα τραγούδια για το ποτό και την παραφροσύνη, μερικά από τα οποία («Ροζ άλογα», «Καταστροφή») έγιναν κλασικά για το σοβιετικό κοινό, οι αρχές τον κατηγορούσαν για μεθύστακα που παρασύρει τη νεολαία στον βούρκο των παρακμιακών απολαύσεων.

Τον Απρίλιο του 1973 για να επισκεφτεί την Πολωνία και τη Γαλλία, πήρε άδεια εξόδου από τη χώρα μόνον αφού ο γ.γ. του Γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος Ζωρζ Μαρσέ τηλεφώνησε στον Λεονίντ Μπρέζνιεφ, ο οποίος, όπως έγραψε αργότερα στην αυτοβιογραφία της η Mαρινά Βλαντί, ήταν μεγάλος θαυμαστής αμφοτέρων των διασημοτήτων. Πράγμα που τα επόμενα χρόνια διευκόλυνε τη ζωή του Βαλόντια: αν και δεν έπαψε να ειρωνεύεται τη σοβιετική εξουσία και τον ρωσικό πουριτανισμό, σε όλη τη δεκαετία του 1970 ήταν ελεύθερος να ταξιδεύει, να συναντά εξόριστους ποιητές, να δίνει συναυλίες και να μιλάει ανοιχτά στις συνεντεύξεις. Είχε πολλές ευκαιρίες να αυτομολήσει σε κάποια χώρα της Δύσης, αλλά ο Βισότσκι δεν θεωρούσε τον εαυτό του «αντιφρονούντα»· έτσι, έμεινε στη Σοβιετική Ένωση μέχρι το πικρό τέλος.

Στο μεταξύ, από τη βότκα πέρασε στις αμφεταμίνες και το 1977 προσγειώθηκε σε κλινική της Μόσχας με καρδιακή, νεφρική και ηπατική ανεπάρκεια, μόλυνση της γνάθου και νευρικό κλονισμό. Μόλις συνήλθε, συνέχισε με τον συνηθισμένο πυρετώδη ρυθμό του να παίζει σε θεατρικά έργα που αψηφούσαν τη λογοκρισία και να ακολουθεί εξαντλητικά προγράμματα συναυλιών από τις ΗΠΑ μέχρι την Κεντρική Ασία. Ταυτοχρόνως, πάσχιζε με κόλπα και χρήματα να εξασφαλίζει συνταγογραφούμενα φάρμακα, όπως κάνουν συνήθως οι ναρκομανείς. Εκλιπαρούσε γιατρούς χρησιμοποιώντας τις δεξιότητές του στην υποκριτική: κατέρρεε στα ιατρεία και προσποιούνταν νευρική κρίση ή κάποια άλλη διαταραχή που απαιτούσε ένεση μορφίνης. Έφτασε κάμποσες φορές κοντά στον θάνατο· ύστερα, ένα πρωί του 1980, πέθανε. Στην εφημερίδα της Μόσχας «Vechernyaya Moskva» δημοσιεύτηκε μια σύντομη νεκρολογία· στην είσοδο του θεάτρου Ταγκάνκα αναρτήθηκε ένα σημείωμα που πληροφορούσε το κοινό για τον θάνατο του Βισότσκι και την ακύρωση της παράστασης του «Άμλετ»: στη Μόσχα λένε πως κανείς από όσους είχαν αγοράσει εισιτήριο δεν επωφελήθηκε από την προσφορά της επιστροφής των χρημάτων. Μέχρι το τέλος εκείνης της ημέρας, εκατομμύρια Ρώσοι είχαν μάθει για τον θάνατό του. Και στην κηδεία του συνέρρευσαν πλήθη αφήνοντας μισοάδειες τις κερκίδες των Ολυμπιακών αγώνων.

Από τα σχεδόν 800 ποιήματά του μόνον ένα είχε δημοσιευτεί στη Σοβιετική Ένωση όσο ζούσε. Η πρώτη ποιητική του συλλογή εκδόθηκε επίσημα στην ΕΣΣΔ το φθινόπωρο του 1981 και μέσα σε λίγες εβδομάδες πούλησε 25.000 αντίτυπα. Το 1982 ακολούθησαν 100.000 αντίτυπα και μέχρι το 1988 είχαν πουληθεί ακόμη 200.000. Σε γνήσιο ρωσικό στιλ, μνημεία ανεγέρθηκαν και αγάλματα στήθηκαν. Το 1989 άνοιξε στη Μόσχα το Μουσείο Βισότσκι, αφιερωμένο στην κληρονομιά του· ο τάφος του έγινε τόπος προσκυνήματος για τους θαυμαστές του, πολλοί από τους οποίους γεννήθηκαν μετά το 1980.

Αναρωτιέμαι συχνά τι θα σκέφτονταν και τι θα έκαναν στη σημερινή Ρωσία οι άνθρωποι της σοβιετικής εποχής σαν τον Βλαντίμιρ Βισότσκι. Πώς θα έβλεπαν την ανατροπή του 1991 και τη μεταμόρφωση της χώρας τους από σκοτεινό γραφειοκρατικό σοσιαλισμό σε χριστιανορθόδοξη dictablanda. Και πώς θα αντιδρούσαν τις τελευταίες χίλιες μέρες: πού θα τέλειωνε ο πατριωτισμός τους, η αγάπη για τη «ρωσική γη», σε ποιο σημείο θα υπερίσχυε το περί δικαίου αίσθημα και πού θα τους οδηγούσε.