- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Σοβιετοφινλανδικός πόλεμος του 1939 ή Χειμερινός Πόλεμος: Η σοβιετική εισβολή στο φινλανδικό έδαφος και η συνθήκη ειρήνης της Μόσχας
Στις 26 Οκτωβρίου 1939 σοβιετικά στρατεύματα εισέβαλαν στο φινλανδικό έδαφος. Λίγο προτού γενικευτεί ο πόλεμος στην Ευρώπη, ο Κόκκινος Στρατός, αν και αποδυναμωμένος εξαιτίας των μαζικών εκκαθαρίσεων του Στάλιν, μπήκαν στη γειτονική χώρα: η Φινλανδία είχε ανεξαρτητοποιηθεί από την 6η Δεκεμβρίου του 1917 και η επαναστατική κυβέρνηση των Μπολσεβίκων είχε αναγνωρίσει τη φινλανδική κυβέρνηση. Αλλά, αν και η φινλανδική οικονομία αναπτυσσόταν, η Φινλανδία δεν είχε γίνει ακόμα η ευτυχέστερη χώρα στον κόσμο: τόσο το ακροδεξιό κίνημα Λάπουα, όσο και το ΚΚ, ήταν ακόμα ενεργά. Το 1932, μετά από πολλές εδαφικές διαφωνίες υπεγράφη στο Ελσίνκι το ρωσο-φινλανδικό Σύμφωνο μη επίθεσης το οποίο το 1934 ανανεώθηκε για άλλα δέκα χρόνια· πλην όμως, οι σχέσεις μεταξύ των δύο κρατών παρέμεναν προβληματικές και ο Στάλιν επεδίωκε την ανακατάληψη των επαρχιών της τσαρικής Ρωσίας, οι οποίες είχαν απωλεσθεί μέσα στο χάος της Οκτωβριανής Επανάστασης και του Εμφυλίου Πολέμου (1918-1922). Η σοβιετική ηγεσία πίστευε ότι το Λένινγκραντ, το προπύργιό της στις βορειοδυτικές περιοχές και στην Ευρώπη, χρειαζόταν περισσότερη εξασφάλιση για να αποκτήσει στρατηγικό βάθος άμυνας.
Δικαίως, η Σοβιετική Ένωση δεν εμπιστευόταν τη ναζιστική Γερμανία. Ο Στάλιν αποφάσισε να μην περιμένει παθητικά πίσω από τα σοβιετικά σύνορα αλλά να προελάσει για να εμπλακεί με τον εχθρό: έτσι, πρότεινε στη Φινλανδία να εκχωρήσει ή να εκμισθώσει στη Σοβιετική Ένωση κάποια νησιά στον Κόλπο της Φινλανδίας κατά μήκος των ακτών κοντά στο Λένινγκραντ, προκειμένου να προστατευθεί η πόλη από τους Γερμανούς. Όμως, η φινλανδική κυβέρνηση απέρριψε την πρόταση, ενώ ταυτοχρόνως προσπαθούσε να εκπονήσει κοινό στρατιωτικό σχέδιο με τη Σουηδία. Τον Αύγουστο του 1939 η Σοβιετική Ένωση και η ναζιστική Γερμανία υπέγραψαν το Γερμανοσοβιετικό Σύμφωνο μη Επίθεσης Μόλοτοφ-Ρίμπεντροπ, το οποίο περιείχε ένα μυστικό πρωτόκολλο που χώριζε τις ανατολικοευρωπαϊκές χώρες σε σφαίρες επιρροής ανάμεσα στη Γερμανία και στην ΕΣΣΔ. Σ’ αυτό το πρωτόκολλο η Φινλανδία ανήκε στη σοβιετική σφαίρα επιρροής.
Την 1η Σεπτεμβρίου του 1939, Γερμανοί στρατιώτες επιτέθηκαν σε συνοριακά πολωνικά φυλάκια, σηματοδοτώντας την έναρξη της γερμανικής εισβολής στην Πολωνία και γενικότερα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Δυο μέρες αργότερα, όταν η Βρετανία και η Γαλλία, ως εγγυήτριες της ασφάλειας των ευρωπαϊκών χωρών, κήρυξαν τον πόλεμο στη Γερμανία, η ΕΣΣΔ εισέβαλε στην ανατολική Πολωνία. Οι βαλτικές χώρες, ανεξάρτητες τότε —μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917— δέχτηκαν την εγκατάσταση σοβιετικών στρατιωτικών βάσεων στα εδάφη τους. Η Φινλανδία όμως αρνήθηκε. Στις 5 Οκτωβρίου 1939, ο Στάλιν προσκάλεσε στη Μόσχα εκπρόσωπο της Φινλανδίας για διαπραγματεύσεις με σκοπό να εγκαταστήσει ναυτική βάση στη Φινλανδία —αλλά και πάλι οι Φινλανδοί απέρριψαν τις σοβιετικές προτάσεις. Στις 13 Νοεμβρίου 1939 οι Φινλανδοί διπλωμάτες έφυγαν από τη Μόσχα· λίγες μέρες αργότερα αναφέρθηκε επίθεση με πυρά πυροβολικού σε σοβιετικό συνοριακό φυλάκιο. Ο Σοβιετικός υπουργός Εξωτερικών Βιατσεσλάβ Μόλοτοφ την απέδωσε στο φινλανδικό πυροβολικό και απαίτηση την απολογία της Φινλανδίας για το περιστατικό και τη μετακίνηση των δυνάμεών της 20 χιλιόμετρα από τα σύνορα. Η Φινλανδία αρνήθηκε κάθε ευθύνη, απέρριψε τις σοβιετικές απαιτήσεις και πρότεινε σύσταση ρωσοφινλανδικής επιτροπής προς εξέταση των ακριβών συνθηκών του συμβάντος. Η Σοβιετική Ένωση άδραξε την ευκαιρία χαρακτηρίζοντας ως εχθρική τη στάση της Φινλανδίας και αποκήρυξε το Σύμφωνο μη επίθεσης του 1932. Τα επόμενα χρόνια, η σοβιετική ιστοριογραφία περιέγραφε το συμβάν ως φινλανδική πρόκληση. Αλλά στην εποχή της γκλάσνοστ και της περεστρόικα, στη δεκαετία του 1980, απεδείχθη ότι ο βομβαρδισμός ήταν σοβιετική προβοκάτσια με στόχο την ακύρωση του συμφώνου μη επίθεσης.
Στις 30 Νοεμβρίου, οι Σοβιετικοί εισέβαλαν στη Φινλανδία με 21 μεραρχίες, συνολικά με 450.000 άνδρες, και βομβάρδισαν το Ελσίνκι. Επίσης, συγκρότησαν σκιώδη φινλανδική κυβέρνηση-μαριονέτα που θα αναλάμβανε τη διακυβέρνηση της Φινλανδίας όταν θα έπεφτε στα χέρια του Κόκκινου Στρατού. Αλλά βεβαίως η πλειοψηφία των Φινλανδών στήριζαν τη νόμιμη κυβέρνηση του Ελσίνκι: αυτή η ενότητα έναντι της σοβιετικής εισβολής, που ονομάστηκε αργότερα «Πνεύμα του Χειμερινού Πολέμου», συνέβαλε στη ματαίωση των σοβιετικών σχεδίων. Ο Στάλιν, ακούγοντας τους στρατιωτικούς του —τους κόλακες που είχαν απομείνει στο στράτευμα— πίστευε ότι η φινλανδική εκστρατεία θα διαρκούσε το πολύ δύο εβδομάδες. Έκανε λάθος: σύντομα, στις παγωμένες εκτάσεις του Βορρά, οι Ρώσοι βρέθηκαν αντιμέτωποι με έναν λαό κυνηγών και δεινών σκοπευτών, με αντοχή στο ψύχος και με ικανότητα στη μετακίνηση με σκι· αν και οι Ρώσοι είχαν πλεονέκτημα 3 προς 1 σε δύναμη ανδρών και 5 προς 1 σε πυροβολικό και αεροπορία, ταλαιπωρήθηκαν πολύ και ο πόλεμος τελείωσε με τρομερές απώλειες και διαπραγματεύσεις τον Μάρτιο του 1940.
Η Συνθήκη Ειρήνης υπεγράφη στη Μόσχα στις 12 Μαρτίου 1940. Η Φινλανδία παραχώρησε τμήμα της Καρελίας, ολόκληρο τον Ισθμό της Καρελίας και τη γη βόρεια της Λίμνης Λάντογκα, χάνοντας το 11% του εδάφους της και 30% των περουσιακών στοιχείων της. Πάνω από 422.000 Καρέλιοι έχασαν τα σπίτια τους. Η Φινλανδία παραχώρησε μέρος της περιοχής Σάλλα, τη χερσόνησο Ρίμπατσι στη Θάλασσα Μπάρεντς και τέσσερα νησιά στον Κόλπο της Φινλανδίας. Η χερσόνησος Χάνκο μισθώθηκε στη Σοβιετική Ένωση ως στρατιωτική βάση για 30 χρόνια. Η περιοχή Πέτσαμο, την οποία κατέλαβε ο Κόκκινος Στρατός κατά τη διάρκεια του πολέμου, επεστράφη στη Φινλανδία σύμφωνα με τη συνθήκη ειρήνης. Οι φινλανδικές παραχωρήσεις και εδαφικές απώλειες ξεπερνούσαν τις προπολεμικές απαιτήσεις των Σοβιετικών. Λίγες μέρες αργότερα ο Χίτλερ εισέβαλε στη Δανία και τη Νορβηγία, ενώ η Ιταλία μπήκε στον πόλεμο με την πλευρά του Άξονα. Ο Β’ παγκόσμιος πόλεμος έγινε πραγματικότητα.