Κοσμος

O ρόλος των influencers στις αμερικανικές προεδρικές εκλογές

Οι διασημότητες καλλιεργούν το αφήγημα ότι μπορεί να μας σώσουν από τη σκληρή δουλειά της ίδιας της πολιτικής

Νίκος Παναγιώτου - Χρήστος Α. Φραγκονικολόπουλος
ΤΕΥΧΟΣ 933
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Αμερικανικές εκλογές 2024: Μπορούν ο Ίλον Μασκ και η Τέιλορ Σουίφτ να αναδείξουν τον επόμενο Πρόεδρο των ΗΠΑ;

Ο ρόλος των influencers στις αμερικανικές προεδρικές εκλογές έχει γίνει πιο καθοριστικός από ποτέ, με προσωπικότητες όπως ο Ίλον Μασκ και η Τέιλορ Σουίφτ να εμπλέκονται άμεσα στη διαδικασία υποστήριξης υποψηφίων. Ο Μασκ και η Σουίφτ, με εκατομμύρια ακολούθους και πολύ μεγάλη επιρροή σε ειδικά κοινά (π.χ. νέοι) και στα social media, αναμένεται να διαμορφώσουν την εκλογική συμπεριφορά, επηρεάζοντας και καθοδηγώντας τους ψηφοφόρους προς τις αντίστοιχες πολιτικές τους επιλογές. Αντίθετες μεταξύ τους, οι δύο προσωπικότητες στηρίζουν διαφορετικούς υποψηφίους: ο Μασκ υποστηρίζει τον Tραμπ, ενώ η Σουίφτ στηρίζει τη Χάρις. Το αποτέλεσμα αυτής της δυναμικής θα μπορούσε να επηρεάσει το εκλογικό αποτέλεσμα με τους ακόλουθους τρόπους:

  1. κινητοποίηση των ψηφοφόρων
  2. διάχυση της ατζέντας του υποψηφίου
  3. περαιτέρω δημοσιότητα που μπορεί να έχει χαρακτηριστικά θεάματος

Η στήριξη του Ίλον Μασκ στον Ντόναλντ Τραμπ

Ο Μασκ, ως ιδιοκτήτης της πλατφόρμας Χ (πρώην Twitter) και CEO της Tesla και της SpaceX, είναι μια από τις πιο ισχυρές φωνές στη δημόσια ψηφιακή σφαίρα. Η απόφασή του να υποστηρίξει τον Τραμπ, έναν υποψήφιο που έχει ήδη έχει πιστή και ισχυρή βάση ψηφοφόρων, ενισχύει τη δυναμική του πρώην Προέδρου και προσελκύει περισσότερους ψηφοφόρους από τους χώρους της τεχνολογίας και της επιχειρηματικότητας, κλάδους/κοινό όπου έπασχε ο πρώην πρόεδρος. 

Η πιο ορατή υποστήριξη του Μασκ προς τον Tραμπ λαμβάνει χώρα στο X, την πλατφόρμα που αγόρασε έναντι 44 δισ. δολαρίων το 2022. Ο λογαριασμός του Μασκ έχει περισσότερους από 200 εκατομμύρια followers και ο ίδιος κατευθύνει τους μηχανικούς της εταιρείας ώστε να βελτιώνουν την ορατότητα των tweets του – ο αλγόριθμος ενισχύει πλέον τα tweets του ίδιου του Μασκ πέρα από εκείνα των άλλων χρηστών, ώστε να τα βλέπουν περισσότεροι άνθρωποι. Ο Μασκ ήταν αυτός που έλαβε την απόφαση να επαναφέρει τον Τραμπ στο κοινωνικό δίκτυο στα τέλη του 2022.

Καθώς πλησιάζει η ημέρα των εκλογών, το feed του Μασκ έχει γίνει συνεχής ροή επαίνων για τον Tραμπ. Ένα μεγάλο ποσοστό των tweets του ενισχύει ψευδείς ή παραπλανητικές πληροφορίες και οι followers με τους οποίους ο Μασκ αλληλεπιδρά στην πλατφόρμα είναι συχνά ακροδεξιοί λογαριασμοί με ιστορικό διασποράς παραπληροφόρησης. Το πρόγραμμα παραγωγής εικόνων τεχνητής νοημοσύνης ιδιοκτησίας του Μασκ, το Grok, έχει επίσης γίνει μια από τις πιο εξέχουσες πηγές πολιτικών deepfakes τα οποία έχουν διαποτίσει τις εκλογές.

Η υποστήριξη του Μασκ, όμως, δεν περιορίζεται μόνο στα κοινωνικά δίκτυα. Ο Μασκ ξεκίνησε την America PAC, μια οργάνωση πολιτικής δράσης την οποία ίδρυσε για να στηρίξει την εκστρατεία του Τραμπ. Στην ομάδα αυτή έχει συνεισφέρει με 75 εκατομμύρια δολάρια, με στόχο να συμβάλει στην κινητοποίηση και την εγγραφή ψηφοφόρων στις λεγόμενες «swing states». Πρόσφατα μάλιστα υποσχέθηκε να δίνει 1 εκατομμύριο δολάρια κάθε μέρα μέχρι τις εκλογές του Νοεμβρίου σε όποιον υπογράφει την ηλεκτρονική του αίτηση που υποστηρίζει τις διατάξεις του Συντάγματος για την «ελευθερία του λόγου» (sic) και την οπλοκατοχή. Παρόλο που οι υπερπλούσιοι πάντα προσπαθούσαν να επηρεάσουν την πολιτική, λίγοι άνθρωποι στην ιστορία των ΗΠΑ διέθεταν τον συνδυασμό τεράστιων πόρων, πρόθεσης και τέτοιας έκτασης επιρροής που διαθέτει ο Μασκ, προκειμένου να τους χρησιμοποιήσουν για να επηρεάσουν μια εκλογική αναμέτρηση. O Μασκ έχει αναδειχθεί σε κρίσιμο παράγοντα στην εκστρατεία, με τρόπους που τον διαφοροποιούν ακόμη και από τους πιο δραστήριους πολιτικά δισεκατομμυριούχους και την ελίτ της τεχνολογίας. Είναι ταυτόχρονα φανατικά υποστηρικτής του Τραμπ, μεγαλοχορηγός της προεκλογικής του εκστρατείας, άτυπος σύμβουλος πολιτικής, επηρεαστής των μέσων ενημέρωσης και πηγή διαδικτυακής παραπληροφόρησης. Ο Μασκ διαφέρει από άλλους πλούσιους δωρητές των τελευταίων δεκαετιών, οι οποίοι έχουν δημιουργήσει μια μη κομματική ταυτότητα και συνεργάζονται με αξιωματούχους και στα δύο κόμματα, είτε για στρατηγικούς είτε για προσωπικούς λόγους (π.χ. Μπιλ Γκέιτς). Ο Μασκ ανήκει στη δική του κατηγορία, δουλεύοντας με άκρως κομματικό τρόπο, αλλά ουσιαστικά χωρίς καμία διακριτικότητα.

Η Τέιλορ Σουίφτ και η στήριξή της στην Κάμαλα Χάρις

Από την άλλη πλευρά, η Τέιλορ Σουίφτ, γνωστή για τη στήριξή της σε κοινωνικά ζητήματα και δικαιώματα, έχει αποφασίσει να υποστηρίξει την Kάμαλα Χάρις. Διαθέτει μεγάλο και αφοσιωμένο κοινό νεαρών ανθρώπων, που μπορεί να διαμορφώσει την εκλογική ατζέντα της Χάρις, κινητοποιώντας ψηφοφόρους που επιθυμούν κοινωνική δικαιοσύνη, φυλετική ισότητα και περιβαλλοντική δράση.

Η Σουίφτ έχει ήδη χρησιμοποιήσει τη δύναμή της στο παρελθόν για να αυξήσει την εγγραφή νέων ψηφοφόρων και να ευαισθητοποιήσει το κοινό της σχετικά με τη σημασία της πολιτικής συμμετοχής. Υποστηρίζοντας ανοιχτά τη Χάρις, μπορεί να ενισχύσει το μήνυμα της Δημοκρατικής υποψήφιας και να κινητοποιήσει νέους ψηφοφόρους, ειδικά εκείνους που αναζητούν έναν πιο προοδευτικό και συμπεριληπτικό υποψήφιο.

Αξίζει, ωστόσο, να σημειωθεί ότι η Σουίφτ δεν έχει συντονιστεί με την προεκλογική εκστρατεία της Χάρις όπως ο Μασκ με εκείνη του Τραμπ. Η Χάρις αιφνιδιάστηκε από τη στήριξη της τραγουδίστριας αμέσως μετά το ντιμπέιτ με τον Ντόναλντ Τραμπ στις 10 Σεπτεμβρίου. Αλλά οι Δημοκρατικοί κάνουν ό,τι μπορούν για να αξιοποιήσουν αυτή τη στήριξη και να τη μεταφράσουν σε ψήφους. Η εκστρατεία της Χάρις έχει συνεργαστεί με τους «Swifties for Harris», μια αυτοοργανωμένη ομάδα συγγένειας με βάση το Zoom, για να συγκεντρώσει υποστηρικτές. Το φίλτρο του Snapchat (get-out-the-vote tool) είναι επίσης ενδεικτικό, καθώς προτρέπει τους χρήστες να μοιραστούν την υποστήριξή τους τόσο στη Σουίφτ όσο και στη Χάρις μεταξύ των φίλων τους.

Η διαμάχη της ψηφιακής επιρροής και ο αντίκτυπος στις αμερικανικές εκλογές

Η σύγκρουση ανάμεσα στις δύο αυτές προσωπικότητες και στους υποψήφιους που υποστηρίζουν είναι χαρακτηριστική της νέας μορφής πολιτικής επιρροής που διαμορφώνεται στις ΗΠΑ. Ο Μασκ και η Σουίφτ δεν είναι απλώς φωνές με μεγάλη επιρροή· είναι πλέον οι «επιλογείς» της ατζέντας, οι οποίοι μπορούν να διαμορφώσουν την κατεύθυνση της πολιτικής συζήτησης. Με τη δύναμη που κατέχουν στα social media, μπορούν να επηρεάσουν τις απόψεις των πολιτών σε πραγματικό χρόνο, προβάλλοντας ή αποδομώντας πολιτικά αφηγήματα και στρατηγικές.

Ωστόσο, αυτό συνοδεύεται από κινδύνους. Η αντιπαράθεση δύο τόσο μεγάλων προσωπικοτήτων μπορεί να πολώσει περαιτέρω το ήδη πολωμένο κλίμα που εντείνει τις πολιτικές αντιπαραθέσεις. Η ικανότητά τους να διαδίδουν τα μηνύματά τους γρήγορα και μαζικά μπορεί να οδηγήσει σε παραπληροφόρηση, καθώς πολλοί ψηφοφόροι ενδέχεται να λάβουν μηνύματα που δεν βασίζονται σε πραγματικά δεδομένα ή αντικειμενική πληροφόρηση. Η ευθύνη των influencers να ενημερώνουν το κοινό τους με ακρίβεια είναι κρίσιμη για την αποφυγή μιας τέτοιας κατάστασης.

Το ποιος θα έχει τελικά τη μεγαλύτερη επιρροή εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, όπως η δυνατότητα κινητοποίησης ψηφοφόρων και η ικανότητα των υποψηφίων να αξιοποιήσουν την υποστήριξη αυτών των influencers.

Η πολιτική επιρροή των Μασκ και Σουίφτ είναι ισχυρή και σύνθετη. Μπορούν να διαμορφώνουν την πολιτική ατζέντα και να επηρεάζουν το εκλογικό αποτέλεσμα. Ωστόσο, αυτό συνοδεύεται από ευθύνες και προκλήσεις, καθώς η διάδοση παραπληροφόρησης και η δημιουργία διχαστικού κλίματος είναι πιθανές συνέπειες μιας τέτοιας πόλωσης. Η ενίσχυση της διαφάνειας και η υπεύθυνη χρήση της ψηφιακής δημόσιας σφαίρας είναι απαραίτητες για τη διασφάλιση μιας δίκαιης και υγιούς εκλογικής διαδικασίας.

Δεν είναι ότι οι θαυμαστές της Σουίφτ ελπίζουν πως θα τους σώσει από τον Τραμπ ή ότι οι θαυμαστές του Μασκ ελπίζουν πως θα τους σώσει από τη Χάρις. Είναι περισσότερο ότι στο εκλογικό σώμα οι διασημότητες (μέσω του πειστικού χαρίσματός τους) καλλιεργούν το αφήγημα ότι μπορεί να μας σώσουν από τη σκληρή δουλειά της ίδιας της πολιτικής. Ως άτομα και ως πολίτες, οι διασημότητες θα πρέπει να αισθάνονται ελεύθεροι να μιλούν δημόσια για θέματα που τους ενδιαφέρουν, όπως επίσης θα πρέπει να αισθάνονται ελεύθεροι να οργανώνονται, να προσφέρουν εθελοντική εργασία όπου είναι δυνατόν και να δωρίζουν τα χρήματά τους. Αλλά οι φωνές τους, από πρακτική άποψη, θα πρέπει να μετράνε εξίσου πολύ ή τόσο λίγο όσο και η φωνή οποιουδήποτε άλλου ατόμου. Αλλά οι πολιτικές εμάς των πολιτών έχουν και πρέπει να έχουν τις ρίζες τους σε πιο πρακτικές ανησυχίες. Η σύγκρουση μεταξύ των Αραβοαμερικανών ψηφοφόρων στο Μίσιγκαν για τη στήριξη των ΗΠΑ προς το Ισραήλ και τον πόλεμο στη Γάζα, για παράδειγμα, είναι αρκετά σημαντική και θα μπορούσε να κοστίσει στους Δημοκρατικούς την πολιτεία. Η ιδέα ότι ένας ψηφοφόρος με κλίση προς τη Σουίφτ μπορεί να αγνοήσει αυτές τις ανησυχίες απλώς και μόνο λόγω της στήριξης από μια αγαπημένη ποπ σταρ δεν είναι απλώς προσβλητική, είναι δυστοπική.