Κοσμος

Ο Ντόναλντ Τραμπ ως επιχειρηματίας

Τhe Donald: απληστία, επιδειξιομανία και ανικανότητα στα μαθηματικά

Σώτη Τριανταφύλλου
ΤΕΥΧΟΣ 933
9’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Αμερικανικές εκλογές 2024: Η επιχείρηση ανάπτυξης ακινήτων «Donald Trump», η επιχειρηματική ικανότητα του Τραμπ και τα χρέη του

Ο Ντόναλντ Τραμπ έγινε «ο Τραμπ» από τότε που ανακαίνισε ένα ξενοδοχείο στο Μανχάταν. H ανακαίνιση του Commodore Hotel, αν και μπορεί να φαίνεται λεπτομέρεια για την τοπική αρχιτεκτονική και πολεοδομία, σηματοδότησε την οριστική παράδοση της πόλης της Νέας Υόρκης στους μεγαλομεσίτες. Είχαν προηγηθεί πολεοδομικά σφάλματα, υποχωρήσεις σε κερδοσκόπους της γης και σε μηχανικούς – για παράδειγμα, το χτίσιμο αυτοκινητοδρόμων και σηράγγων που πέρασαν μέσα από τον αστικό ιστό καταστρέφοντας παραδοσιακές γειτονιές· όμως, η ανακαίνιση του Commodore εγκαινίασε μια καινούργια εποχή· όχι μόνο για τη Νέα Υόρκη, για την πολιτική του άστεως και τον αμερικανικό καπιταλισμό συνολικά.

Η επιχείρηση ανάπτυξης ακινήτων «Donald Trump»

Σύμβολο αυτής της εξέλιξης ήταν και παραμένει ο Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος το 1976 ήρθε στο Μανχάταν από τη συνοικία Jamaica του Κουίνς, για να κατακτήσει τον κόσμο. Την ευκαιρία της επέκτασης και της αναβάθμισης των επιχειρήσεών του έδωσε αυτό το ξενοδοχείο στην ανατολική 42η οδό: εκείνη την εποχή, η Νέα Υόρκη, εκτός από μερικούς θύλακες στο κεντρικό Μανχάταν, υπέφερε από φτώχεια και ανεξέλεγκτη εγκληματικότητα. Οι τοπικοί αξιωματούχοι, είτε ήταν διεφθαρμένοι, είτε όχι (πράγμα πολύ σπανιότερο), είχαν πελαγώσει: άδεια ταμεία, αεργία, ανεργία, πυρπολημένα κτίρια, βανδαλισμοί, επιδημία ηρωινομανίας· τις καλές μέρες είκοσι φόνοι, τις κακές τριάντα.

Το Commodore –2.000 δωμάτια– που λειτουργούσε από το 1919 δίπλα στον σταθμό Grand Central, χρεοκόπησε. Και τότε η καινούργια επιχείρηση ανάπτυξης ακινήτων «Donald Trump» –συνέχεια εκείνης του πατέρα του, του Φρεντ Τραμπ– το μετέτρεψε στο υπερπολυτελές Grand Hyatt 1.400 δωματίων: από το 1978 μέχρι το 1980, αυτό το πρότζεκτ έγινε για τον Ντόναλντ Τραμπ το εφαλτήριο όχι μόνο για την απόκτηση περισσότερου πλούτου, αλλά για την αίγλη, το κλέος, την έξαλλη δημοσιότητα – και προπάντων για την πολιτική εξαπάτησης της πόλης της Νέας Υόρκης, για την τακτική της συστηματικής στρεψοδικίας που μεταμόρφωσε σχεδόν όλες τις αμερικανικές μεγαλουπόλεις και, ταυτοχρόνως, έστρεψε τον αμερικανικό καπιταλισμό στην κατεύθυνση της αισχροκέρδειας. Δεν ήταν πάντοτε έτσι, παρά τα όσα πιστεύουν οι αριστεροδεξιοί αντιαμερικανοί. Ο βίος και η πολιτεία του Ντόναλντ Τραμπ υπήρξε το έναυσμα για την ελευθεριακή πολιτική που εφάρμοσε στη δεκαετία του 1980 η προεδρία του Ρόναλντ Ρέιγκαν και για τη δράση μελών λόμπι που προωθούσαν ελευθεριακές ιδέες στην οργάνωση της οικονομίας. Οι αιτίες γι’ αυτή την εξέλιξη προϋπήρχαν φυσικά: η κοινωνική πολιτική του Τζίμι Κάρτερ είχε αποτύχει παταγωδώς.

Να λοιπόν τι συνέβη στη Νέα Υόρκη. Το 28ώροφο Commodore αντικαταστάθηκε από έναν ουρανοξύστη 32 ορόφων με την αισθητική του χρυσού πόμολου: ο Τραμπ και η Hyatt, ξοδεύοντας 100 εκατομμύρια δολάρια, αφαίρεσαν τα περισσότερα από τα αυθεντικά διακοσμητικά του Commodore, έφτιαξαν γυάλινη πρόσοψη που ήταν τότε της μόδας, ένα τριώροφο αίθριο, ένα εστιατόριο με πρόβολο πάνω από το πεζοδρόμιο· την αίθουσα χορού την έκαναν μουσείο του κιτς. Το Grand Hyatt, που χτίστηκε με σχέδια των Gruzen & Partners και Der Scutt (στα οποία επενέβαινε κάθε τόσο ο ίδιος ο Τραμπ), ήταν τόσο glamorous ώστε ο επιχειρηματίας από το Κουίνς δόξασε τον εαυτό του ως σωτήρα της ταλαίπωρης Νέας Υόρκης: μαζί με μια μεγάλη μερίδα των ΜΜΕ, ο Ντόναλντ επαναλάμβανε πως το ξενοδοχείο ξανάδινε στο Μανχάταν τη χαμένη του λάμψη και ότι όποιος στεκόταν στην κορυφή του ήταν ο βασιλιάς της σπουδαιότερης πόλης στον κόσμο.

© EPA / Timothy A. CLARY

Ποιο αντάλλαγμα ζήτησε ο Ντόναλντ Τραμπ γι’ αυτή την παράξενη σωτηρία; Απαλλαγή από τους φόρους για σαράντα χρόνια. Ο δήμος αντέδρασε αμήχανα: αν και ο δήμαρχος Abraham Beame (1974-1977) καλωσόριζε τις επιχειρήσεις του Τραμπ ως χρήσιμες επενδύσεις για να ορθοποδήσει η Νέα Υόρκη, ο διάδοχός του, ο Ed Koch (1978-1989), δεν τον χώνευε – ο Koch ήταν σχετικά έντιμος αλλά αναίσχυντα σόουμαν· ο τότε νεαρός Τραμπ τον επισκίαζε· ήταν πιο εμφανίσιμος, πιο σέξι, πιο προβεβλημένος· και του επιτρεπόταν η επίδειξη τρυφηλότητας, ενώ στον εκλεγμένο δήμαρχο κάτι τέτοιο ήταν ανεπίτρεπτο. Ο Koch αρνήθηκε την απαλλαγή από τους φόρους, αλλά ο Τραμπ προσέλαβε τον περιβόητο δικηγόρο Roy Cohn –όσοι έζησαν στη Νέα Υόρκη στη διάρκεια του 20ού αιώνα, ξέρουν ότι επρόκειτο για τον πληρεξούσιο του Σατανά επί της γης– μήνυσε τον δήμο, κέρδισε την υπόθεση και έπαψε να πληρώνει φόρους ιδιοκτησίας.

Στο μεταξύ, ο λαός τον αποθέωνε: ο Ντόναλντ Τραμπ έγινε η ενσάρκωση του αμερικανικού ονείρου· don’t ask why· δεν εξηγούνται όλα τα φαινόμενα με τη λογική. Εννοείται πως το φιλοθεάμον κοινό δεν ήθελε να ξέρει ότι το δικαστήριο αποφάσισε την απαλλαγή από τους φόρους επειδή οι δικαστές πληρώθηκαν αδρά. Το «αμερικανικό όνειρο» δεν προβλέπει λαδώματα αξιωματούχων και φοροδιαφυγή 400 εκατομμυρίων δολαρίων: προβλέπει όμως επιδίωξη μεγάλων μεγεθών – the bigger, the better. Ο Ντόναλντ, ο επονομαζόμενος «the Donald», έπαιζε πολύ με τα μεγάλα μεγέθη: τεράστια κτίρια, τεράστιες λιμουζίνες, φωτομοντέλα με ύψος πάνω από 1,80. Τhink big!

Η ανακαίνιση του Commodore και τα εγκαίνια του Hyatt είχαν ευρύτερη κάλυψη στα ΜΜΕ από οποιοδήποτε άλλο πολιτικό ή κοινωνικό γεγονός εκείνο τον καιρό. Καθώς στη Νέα Υόρκη ο Ντόναλντ Τραμπ θεωρήθηκε εθνικός ευεργέτης, την ψώνισε τελείως και άρχισε να λέει δεξιά κι αριστερά ότι ο κόσμος χωρίζεται σε αρπακτικά και σε θηράματα κι ότι ο ίδιος είχε το ένστικτο του φονιά το οποίο θα τον οδηγούσε στις κορυφές της επιτυχίας. Κι αντί κάποιος να τον γιαουρτώσει, ο δήμος, εκών άκων, του ανέθεσε την ανακαίνιση του παγοδρομίου στο Σέντραλ Παρκ: πλην όμως, αν η πόλη εισέπραττε τους φόρους που όφειλε να εισπράττει, θα μπορούσε να το είχε ανακαινίσει μοναχή της. Αλλά δεν. Επιπλέον, οι τράπεζες άρχισαν να χορηγούν στον Τραμπ αστρονομικά δάνεια εφόσον ήταν ο ιππότης που έσωζε τη Νέα Υόρκη από την παρακμή. Μ’ αυτά και μ’ εκείνα, και δαπανώντας άσεμνα ποσά, ο Ντόναλντ προχώρησε εύθυμα προς την οικοδόμηση του Trump Tower, ενός ουρανοξύστη μεικτής χρήσεως στο Midtown, όπου στεγάστηκαν τα κεντρικά γραφεία της Trump Corporation και αργότερα της πολιτικής του επιτροπής· εκεί ζούσε με την οικογένειά του μέχρι το 2019. Έχω γράψει στο παρελθόν για τον Trump Tower με τα ροδακινί μάρμαρα, οπότε συνεχίζω με άλλα: σε όλη τη δεκαετία του 1980, ο Τραμπ αγόραζε πολυτελή ακίνητα, όπως το ξενοδοχείο Plaza, και –ιδού ο συμβολισμός– έστηνε φανταχτερά καζίνα στο Ατλάντικ Σίτι και στο Βέγκας.

Παρά το ξέφρενο hype που συνόδευε τις αγορές και αναμορφώσεις ουρανοξυστών, τα εγκαίνια καζίνων και τις αστικές αναπλάσεις –όπως εκείνη στη γειτονιά Lincoln Square κοντά στον ποταμό Χάντσον– η απληστία του τον οδήγησε ξανά και ξανά στα πρόθυρα της χρεοκοπίας. Τον έσωσαν οι Ασιάτες επενδυτές που χρηματοδότησαν το σχέδιο ανάπλασης του Riverside South: έτσι, μπόρεσε να αποκτήσει τον πύργο, 92 ορόφων, Trump International Hotel and Tower στο Σικάγο· αυτό ήταν το τελευταίο του απόκτημα. Γενικά, οι επιχειρήσεις του ήταν σταθερά προβληματικές: βασίζονταν σε δάνεια, συχνά με επιτόκια που κυμαίνονταν γύρω στο 14%. Ο Ντόναλντ δεν έχει ιδέα από μαθηματικά – είναι εντελώς σκράπας και στις τέσσερις αριθμητικές πράξεις.

Έτσι, το 1992 τα δύο καζίνα στο Ατλάντικ Σίτι υπέβαλαν αίτηση για προστασία από την πτώχευση (πρόκειται για το λεγόμενο Chapter 11): το ένα, το Taj Mahal (ένα από τα πιο κακόγουστα κτίρια που έχω δει στον μακρύ βίο μου: αληθινό eye sore) είχε χτιστεί με 675 εκατομμύρια σε junk ομόλογα· κι όταν άνοιξε, τον Απρίλιο του 1990, ο Ντόναλντ είχε φορτωθεί προσωπικό χρέος 900 εκατομμυρίων δολαρίων. Στο μεταξύ, είχε αγοράσει την αεροπορική εταιρεία Trump Shuttle και ένα μεγα-γιότ, την Πριγκίπισσα Τραμπ που τώρα ανήκει στον Σαουδάραβα μεγιστάνα Al Waleed bin Talal Al Saud. Το 1985, είχε αγοράσει το κτήμα Mar-a-Lago στο Παλμ Μπιτς της Φλόριντα, αλλά τα δύσκολα χρόνια του 1990, το μετέτρεψε σε ιδιωτικό κλαμπ με ετήσια συνδρομή για διάφορους νεόπλουτους, ενώ συνέχισε να χρησιμοποιεί μια πτέρυγα του σπιτιού ως ιδιωτική κατοικία. Στη Φλόριντα άρχισε να κατασκευάζει και να αγοράζει γήπεδα γκολφ: σήμερα είναι ιδιοκτήτης δεκατεσσάρων γηπέδων και διαχειρίζεται άλλα τρία. Με λίγα λόγια, όλες του οι επιχειρήσεις δεν είναι μόνο κοινωνικά ανώφελες· είναι κοινωνικά επιβλαβείς· παρασιτικές: ουρανοξύστες για τους υπερπλούσιους, γήπεδα γκολφ, ρουλέτες και κουλοχέρηδες.

Για να εξοφλήσει τα χρέη του, πούλησε την επωνυμία Trump σε επιχειρήσεις καταναλωτικών προϊόντων και υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων τροφίμων, ενδυμάτων, μαθημάτων και επίπλων. Σύμφωνα με την Washington Post, σε κάποια στιγμή, υπήρχαν περισσότερες από 50 συμφωνίες αδειοδότησης ή διαχείρισης που αφορούσαν το όνομα του Τραμπ και απέφεραν έσοδα τουλάχιστον 59 εκατομμυρίων για τις εταιρείες του. Αλλά, μέχρι το 2018, μόνο δύο εταιρείες καταναλωτικών αγαθών συνέχισαν να χρησιμοποιούν το όνομά του. Τι άλλο έκανε ο δήθεν δαιμόνιος Ντόναλντ: το 1983, αγόρασε τους New Jersey Generals, μια ομάδα ποδοσφαίρου που διαλύθηκε μετά τη σεζόν του 1985· ασχολήθηκε, όχι χωρίς μπρίο, με την οργάνωση αγώνων πυγμαχίας και κατς· δάνεισε το όνομά του στον αγώνα ποδηλασίας Tour de Trump σε μια προσπάθεια να δημιουργήσει ένα αμερικανικό ισοδύναμο ευρωπαϊκών αγώνων, όπως το Tour de France ή το Giro d’Italia (Φιάσκο κι αυτό).

Trump Tower © Miltiadis Fragkidis / Unsplash

Το 1986-1988, αγόρασε πακέτα μετοχών σε διάφορες δημόσιες επιχειρήσεις απειλώντας τες με εχθρική εξαγορά· αρχικά κερδίζοντας εκατομμύρια δολάρια αλλά εντέλει χάνοντας τα περισσότερα, αν όχι όλα, από τα κέρδη διότι οι επενδυτές έπαψαν να παίρνουν στα σοβαρά τις συζητήσεις για τις εξαγορές. Ύστερα, το γύρισε στα καλλιστεία της Μις Υφήλιος, πλήρωσε την επιτροπή για να αποκτήσει αστέρι στο Hollywood Walk of Fame –ως παραγωγός των καλλιστείων– και ίδρυσε το Πανεπιστήμιο Trump, μια εταιρεία που πουλούσε σεμινάρια περί επιχειρηματικότητας στον τομέα των ακινήτων για 30.000-35.000 δολάρια. Αφού οι αρχές της πολιτείας της Νέας Υόρκης απαγόρευσαν τη χρήση του χαρακτηρισμού «πανεπιστήμιο», διότι παραβίαζε την κρατική νομοθεσία, το όνομα άλλαξε σε Trump Entrepreneur Initiative. Στη συνέχεια, οι πολιτειακές αρχές κατέθεσαν πολιτική αγωγή κατά του εν λόγω ιδρύματος, με τον ισχυρισμό ότι έκανε ψευδείς δηλώσεις και ότι εξαπάτησε καταναλωτές.

Όλες οι δικαστικές υποθέσεις σχετικά με αυτό διευθετήθηκαν εξωδικαστικά λίγο μετά τη νίκη του στις προεδρικές εκλογές του 2016. Αλλά, οι δικαστικές υποθέσεις του Ντόναλντ Τραμπ είναι μεγάλη ιστορία –πάνω από 4.000 νομικές αγωγές– που περιλαμβάνει μηνύσεις ότι στα ακίνητά του εφαρμοζόταν πρακτική φυλετικών διακρίσεων, μηνύσεις για δωροδοκία, μηνύσεις για παράνομη δανειοληψία (στη δεκαετία του 1980, 70 τράπεζες είχαν δανείσει στον Τραμπ πάνω 4 δισεκατομμύρια δολάρια χωρίς διαφανείς εγγυήσεις) και μηνύσεις παραβίαση πολεοδομικών και περιβαλλοντικών κανόνων.

Όλα τούτα συνέβαιναν χωρίς το κοινό να ενημερώνεται ή να ενδιαφέρεται: για πάνω από τρεις δεκαετίες, ο Ντόναλντ Τραμπ ήταν υπέροχα επιτυχημένος και υπέροχα ψηλός· 1,90· σαν τον Αβραάμ τον Λίνκολν! Τα ΜΜΕ τον καλούσαν με τόση συχνότητα –είχε εμφανιστεί 24 φορές στην εκπομπή «Howard Stern Show» μόνο– ώστε ήταν φανερό ότι οι δημοσιογράφοι και οι τηλεπαρουσιαστές πληρώνονταν σε μετρητά ή αμείβονταν με διάφορα χατίρια. Αλλά, μπορεί να κάνω λάθος: η αλήθεια είναι πως the Donald ευνοούσε την τηλεθέαση με τερατολογίες. Έτσι, αναπόφευκτα, απέκτησε δικό του ραδιοφωνικό πρόγραμμα, το Trumped!· από το 2004 μέχρι το 2015 εμφανιζόταν ως σχολιαστής στο Fox & Friends, ενώ ήταν συμπαραγωγός και παρουσιαστής των ριάλιτι «The Apprentice» και «The Celebrity Apprentice».

Η αμερικανική τηλεόραση έπιασε πάτο από την άποψη της ποιότητας: ο Τραμπ έπαιζε μια κολακευτική, άκρως φανταστική, εκδοχή του εαυτού του ως υπερπλούσιου και επιτυχημένου διευθυντή ο οποίος απέκλειε τους ταλαίπωρους διαγωνιζομένους με τη φράση «Απολύεσαι!». Οι εκπομπές διαμόρφωσαν μια εικόνα του για εκατομμύρια τηλεθεατές σε εθνικό επίπεδο και the Donald κέρδισε περίπου 400 εκατομμύρια, τα οποία επένδυσε σε διάφορες ασύμφορες επιχειρήσεις. Θα επιμείνω ότι ο Ντόναλντ Τραμπ δεν έχει κανένα ταλέντο· γι’ αυτό αρέσει πολύ σε όσους δεν έχουν κανένα ταλέντο.

Σήμερα, πολλά από τα ακίνητα του Ντόναλντ Τραμπ, η αξία των οποίων υπολογίζεται σε 2,5 δισ., θα πρέπει να πουληθούν ή να αξιοποιηθούν προκειμένου ο πρώην πρόεδρος να πληρώσει χρέη και πρόστιμα. Ανάμεσα σε αυτά τα ακίνητα είναι ο περιβόητος Trump Tower των 58 ορόφων –ο Τραμπ κατηγορείται ότι έβαλε στην αγορά διαμερίσματα αυτού του πύργου σε τιμή τριπλή από εκείνη παρόμοιων ακινήτων στο ίδιο τετράγωνο, με αποτέλεσμα εκτόξευση των τιμών σε ολόκληρη την περιοχή–, καθώς και το κτήμα Seven Springs στην πολιτεία της Νέας Υόρκης, ο νεο-γοτθικός πύργος στη Γουόλ Στριτ και το κτήμα Mar-a-Lago στο Παλμ Μπιτς της Φλόριντα. Και πάλι, οι δικαστικές αρχές ισχυρίζονται ότι ο Ντόναλντ Τραμπ υπερεκτιμά τις αξίες κατά περίπου 2.000%, δηλαδή ότι διαπράττει κερδοσκοπία. Με τις φουσκωμένες τιμές απευθύνεται σε Ασιάτες επενδυτές, κυρίως Κινέζους και Σαουδάραβες, αλλά, όπως είπα, παραλλήλως, προκαλεί αύξηση των τιμών με αποτέλεσμα οι περιοχές των ακινήτων του να μην είναι βιώσιμες για τους ντόπιους.

Οι ψηφοφόροι του είναι εν μέρει θαυμαστές της επιχειρηματικής του πορείας: δεν πιστεύουν ότι ο Ντόναλντ τα έχει σκατώσει. Αυτό που τους ελκύει είναι η ίδια η διαστροφή του αμερικανικού ιδεώδους: το να είσαι αδίστακτος και να πατάς επί πτωμάτων – μια αρχή που νομιμοποιήθηκε από λομπίστες, σαν τον Roy Cohn και τον Robert Stone. Στην επιτυχία του στην πολιτική συμβάλλουν φυσικά πολλοί παράγοντες που δεν έχουν άμεση σχέση με την πολιτική –το ότι είναι φιγούρα της λαϊκής κουλτούρας, το ότι έχει υπάρξει πλέι μπόι, το ότι ως «γραφικός» δεν θεωρείται «βαρετός»– προπάντων, έχει συμβάλει ο μύθος του κορυφαίου επενδυτή και εργοδότη. Ωστόσο, ο Ντόναλντ Τραμπ έχει σήμερα περισσότερα χρέη από περιουσιακά στοιχεία: κάτω από τη στιλπνή επιφάνεια, από το bling-bling, υπάρχει το Chapter 11, οργισμένοι πιστωτές και Σαουδάραβες που αγοράζουν ρετιρέ στο Μανχάταν, θέρετρα και ξενοδοχεία. Donald is a joke.