Κοσμος

Ιαπωνία: Αρχηγός Αστυνομίας ζήτησε συγγνώμη από θανατοποινίτη μετά την αθώωσή του

Ο 88χρονος Iwao Hakamada πέρασε σχεδόν 50 χρόνια στη φυλακή

Newsroom
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ιαπωνία: Αρχηγός Αστυνομίας ζήτησε συγγνώμη από θανατοποινίτη μετά την αθώωσή του - Ο 88χρονος Iwao Hakamada πέρασε σχεδόν 50 χρόνια στη φυλακή

Ο αρχηγός της Αστυνομίας της Ιαπωνίας ζήτησε αυτοπροσώπως συγγνώμη από τον Iwao Hakamada, τον 88χρονο άνδρα που πέρασε 50 χρόνια στη φυλακή, είχε καταδικαστεί σε θάνατο και αθωώθηκε σε νέα δίκη που πραγματοποιήθηκε μόλις έναν μήνα πριν. 

Ο 88χρονος Ιάπωνας, πρώην πυγμάχος, αθωώθηκε από το Περιφερειακό Δικαστήριο Σιζουόκα, το οποίο έκρινε ότι η αστυνομία και οι εισαγγελείς συνεργάστηκαν για να κατασκευάσουν και να «φυτέψουν» στοιχεία εναντίον του και τον ανάγκασαν να ομολογήσει με βίαιες, πολύωρες κλειστές ανακρίσεις πράξεις που δεν έκανε. Η αθώωση του Iwao Hakamada οριστικοποιήθηκε νωρίτερα αυτό το μήνα, όταν η εισαγγελία παραιτήθηκε από το δικαίωμά της να ασκήσει έφεση - αν και διαμαρτυρήθηκε για την απόφαση - τερματίζοντας τελικά τον σχεδόν 60χρονο δικαστικό αγώνα του Hakamada για να αποδείξει την αθωότητά του.

Ο Αρχηγός της Νομαρχιακής Αστυνομίας Σιζουόκα, Τακαγιόσι Τσούντα, επισκέφθηκε τη Δευτέρα τον 88χρονο στο σπίτι του και ζήτησε συγγνώμη αυτοπροσώπως. Καθώς έμπαινε στο δωμάτιο όπου περίμεναν ο Hakamada, η αδερφή του Hideko Hakamada και ο δικηγόρος του, ο Hakamada σηκώθηκε από τον καναπέ του για να τον χαιρετήσει. 

Η 91χρονη αδερφή του Hakamada, η οποία είχε σταθεί δίπλα στον αδερφό της στη μακρά δικαστική διαδικασία για την αθώωσή του, ευχαρίστησε τον αρχηγό της αστυνομίας που τους επισκέφθηκε. «Δεν υπάρχει λόγος να του παραπονιέμαι μετά από τόσα χρόνια. Δεν συμμετείχε στη δικαστική περιπέτεια και ήρθε εδώ για να κάνει το καθήκον του», είπε στους δημοσιογράφους. 

Η δολοφονία το 1966 και το κατηγορητήριο σε βάρος του Iwao Hakamada

Πρώην πυγμάχος που έγινε υπάλληλος σε μια επιχείρηση παρασκευής μίσο (σόγια που έχει υποστεί ζύμωση), ο Ιουάο Χακαμάντα κατηγορούνταν ότι το 1966 δολοφόνησε το αφεντικό του και τρία μέλη της οικογένειας αυτού του τελευταίου. Το 1968 είχε καταδικαστεί σε θάνατο από το Δικαστήριο της Σιζουόκα. Την εποχή εκείνη είχε αρχικά ομολογήσει πως είχε διαπράξει αυτούς τους φόνους, πριν υπαναχωρήσει, επικαλούμενος τις βίαιες μεθόδους των ανακριτών του. Η καταδίκη του σε θάνατο είχε εντούτοις επικυρωθεί το 1980 από το ιαπωνικό Ανώτατο Δικαστήριο.

Οι δικηγόροι του υποστήριζαν ότι τα στοιχεία για την ενοχή του πιθανόν κατασκευάστηκαν από την αστυνομία ή τα πρόσωπα που είχαν τότε ερευνήσει την υπόθεση, ώστε να μπορέσουν να δικαιολογήσουν τη σύλληψή του και την καταδίκη του. Το 2014, ένα δικαστήριο είχε αποδεχθεί την ύπαρξη αμφιβολιών για την ενοχή του αφού γενετικά τεστ είχαν διαψεύσει στοιχεία της κατηγορίας στα οποία βασιζόταν το κατηγορητήριο: το DNA που είχε βρεθεί σε ματωμένα ρούχα, δεν αντιστοιχούσε στο δικό του. Είχε τότε αποφυλακισθεί. Όμως, ο δρόμος για μια αναθεώρηση της δίκης του ανθρώπου, ο οποίος θεωρείται αυτός που έχει περάσει τον περισσότερο χρόνο στον κόσμο ως θανατοποινίτης, υπήρξε ιδιαίτερα μακρύς και βασανιστικός.

Έπειτα από προσφυγή της εισαγγελίας, δικαστήριο του Τόκιο είχε αμφισβητήσει το 2018 την αξιοπιστία των τεστ DNA και είχε ακυρώσει την απόφαση του 2014, χωρίς ωστόσο να ξαναστείλει τον Χακάντα στη φυλακή. Το 2020, νέα ανατροπή: το Ανώτατο Δικαστήριο ανέτρεψε την απόφαση που εμπόδιζε να δικαστεί και πάλι ο Χακαμάντα. Το Μάιο, στη νέα δίκη του, οι εισαγγελείς ζήτησαν και πάλι τη θανατική ποινή, υποστηρίζοντας πως είναι ένοχος «πέραν πάσης εύλογης αμφιβολίας». Οι δικηγόροι του και οι πολυάριθμοι υποστηρικτές του, επικεφαλής των οποίων είναι η 91χρονη αδελφή του, η Χιντέκο, ζητούσαν την αθώωσή του.

Σύμφωνα με την ιαπωνική εφημερίδα Μανιίτσι, ήταν η πέμπτη φορά που εισαγγελείς στην Ιαπωνία ζητούσαν και πάλι την επιβολή της θανατικής ποινής σε νέες δίκες πρώην καταδικασμένων σε θάνατο. Στις τέσσερις πρώτες υποθέσεις, οι κατηγορούμενοι είχαν τελικά αθωωθεί. Σύμφωνα με τους οικείους του, ο Χακαμάντα υποφέρει από σημαντικές ψυχολογικές συνέπειες αφού πέρασε σχεδόν πέντε δεκαετίες στα κελιά των μελλοθανάτων, συχνά σε απομόνωση, και κάθε ημέρα μπορούσε να είναι η τελευταία του, όπως προβλέπεται από την ιαπωνική νομοθεσία. «Δώσαμε μια μάχη που φαινόταν για καιρό χωρίς τέλος», είχε δηλώσει η αδελφή του, η Χιντέκο. «Όμως αυτή τη φορά πιστεύω πως η μάχη θα τελειώσει», είχε προσθέσει για την έκβασή της.

Οι καταδικασμένοι σε θάνατο στην Ιαπωνία συχνά ειδοποιούνται την τελευταία στιγμή ότι πρόκειται να απαγχονισθούν μερικές ώρες αργότερα. Ο απαγχονισμός είναι η μόνη μέθοδος εκτέλεσης της θανατικής ποινής στο αρχιπέλαγος. Οι πολιτικοί αξιωματούχοι δεν έχουν πρόθεση να την καταργήσουν. Το Δεκέμβριο η Ιαπωνία αριθμούσε στις φυλακές της λίγο περισσότερους από 100 θανατοποινίτες.

Με πληροφορίες από washingtontimes.com