Κοσμος

Η ήπια ισχύς του Κατάρ: H εξαγωγή χρήματος και τα ανταλλάγματα

Οι Καταριανοί επενδύουν σε ακίνητα καθώς και σε εκστρατείες δημοσίων σχέσεων και λόμπι τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην Ευρώπη

Σώτη Τριανταφύλλου
ΤΕΥΧΟΣ 930
7’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Γιατί το Κατάρ αγοράζει γη στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη 

Το Κατάρ διευρύνει όλο και περισσότερο την οικονομική του συμμετοχή σε θεσμούς δυτικών χωρών, συμπεριλαμβανομένων αμερικανικών ΑΕΙ γοήτρου από τα οποία ζητεί ως αντάλλαγμα τη φιλοπαλαιστινιακή και γενικότερα φιλοαραβική στάση των πανεπιστημιακών διοικήσεων. Το 2022, μια έκθεση του Network Contagion Research Institute περιέγραφε το εμιράτο ως τον σημαντικότερο ξένο χορηγό των αμερικανικών πανεπιστημίων: από το 2001 μέχρι 2021, τα αμερικανικά ΑΕΙ δέχτηκαν χορηγίες 4,7 δις χωρίς οι πανεπιστημιακές διοικήσεις να αποκαλύψουν την πηγή όπως απαιτεί ο νόμος.

Οι δωρεές του καταριανού Εθνικού Ταμείου Έρευνας (QNRF) διοχετεύονται πρωτίστως σε ΑΕΙ που έχουν ανοίξει παραρτήματα στη Ντόχα —το Northwestern, το Cornell, το A&M του Τέξας, το Commonwealth της Βιρτζίνια, το Carnegie Mellon, το Georgetown— καθώς και σε ερευνητικά κέντρα και ιδρύματα υψηλής τεχνολογίας. Αλλά, εφόσον το αντάλλαγμα είναι η διαμόρφωση πολιτικών και κοινωνικών αφηγήσεων ευνοϊκών για την καταριανή στρατηγική, εγείρονται εικασίες ότι υπονομεύεται η ακαδημαϊκή ανεξαρτησία και ότι διευκολύνεται η μετάδοση στρατηγικών πληροφοριών στη Μέση Ανατολή. Φυσικά, το Κατάρ επιλέγει ΑΕΙ με προϋπάρχον υπόβαθρο woke όπου το έδαφος είναι γόνιμο για την ισλαμιστική μυθολογία κι όπου παρατηρείται εντονότερη χρήση φιλομουσουλμανικών hashtags και μεγάλη επισκεψιμότητα αραβικών ΜΜΕ.

Η επιρροή του Κατάρ στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη

Παραλλήλως, όπως όλοι μάθαμε the hard way, το Κατάρ έχει επενδύσει σε εκστρατείες δημοσίων σχέσεων και λόμπι τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην Ευρώπη. Οι Καταριανοί μοιράζουν χρήματα σε διεθνείς οργανισμούς, εκδοτικές και διαφημιστικές επιχειρήσεις (όπως η Audience Partners Worldwide), καθώς και στην εταιρεία δημοσίων σχέσεων και λόμπι BlueFront Strategies. Μέσω αυτού του δικτύου, μεταδίδεται μια πολύ συγκεκριμένη εικόνα για τη Μέση Ανατολή και για το Ισλάμ η οποία επηρεάζει τον ακαδημαϊκό διάλογο και ενθαρρύνει τον αντιεβραϊσμό και τον αντισημιτισμό.

Το εμιράτο διαθέτει εξάλλου ένα εκτεταμένο δίκτυο αθλητικών οργανώσεων και ΜΜΕ μέσω κρατικών διαμεσολαβητών όπως η Qatar Sports Investment, το Al Jazeera και η Qatar Airways, οργανισμούς που στήθηκαν με άριστα μελετημένο branding για να προβάλλουν την εικόνα μιας πλούσιας χώρας με υψηλή τεχνολογία, εκκεντρική αρχιτεκτονική, μεγαλεπήβολα σχέδια και σέξι αποχρώσεις. Η αλήθεια είναι πολύ διαφορετική: πρόκειται για μια πετρομοναρχία όπου από τη δεκαετία του 1990 έγιναν κάποιες μεταρρυθμίσεις με στόχο, μεταξύ άλλων, την ανάθεση του Παγκόσμιου Κυπέλλου FIFA του 2022. Η εν λόγω εκδήλωση διευκόλυνε τη είσδυση του Κατάρ στον αθλητικό κόσμο της Δύσης. Όπως είναι επίσης γνωστό, μια εβδομάδα αφότου κέρδισε την διοργάνωση του τουρνουά, το Qatar Foundation επένδυσε 220 εκατομμύρια δολάρια στην ποδοσφαιρική ομάδα Barcelona· στη συνέχεια, η Qatar Investment Authority (QSI) επένδυσε 58 εκατομμύρια δολάρια για να αγοράσει τη γαλλική ομάδα Paris Saint-Germain.

Το Κατάρ εφαρμόζει την τακτική sportswashing: χρησιμοποιεί τον αθλητικό κόσμο για να προσελκύσει τη διεθνή προσοχή και να επιτύχει την παραπληροφόρηση και τη χειραγώγηση μεγάλων πληθυσμών

Λίγο αργότερα, ο όμιλος μέσων μαζικής ενημέρωσης Al Jazeera εξασφάλισε τα δικαιώματα της μετάδοσης της Super League έναντι 130 εκατομμυρίων δολαρίων. Αυτές οι πρωτοβουλίες απέκτησαν δυναμική τα επόμενα χρόνια, με διάσημους παίκτες όπως ο Lionel Messi, ο Neymar και ο Kylian Mbapp να πληρώνονται αδρά για να φοράνε φανέλες με το λογότυπο της Qatar Airways. Το Κατάρ εφαρμόζει την τακτική sportswashing: χρησιμοποιεί τον αθλητικό κόσμο για να προσελκύσει τη διεθνή προσοχή και να επιτύχει την παραπληροφόρηση και τη χειραγώγηση μεγάλων πληθυσμών. Οι επικριτές του sportswashing ισχυρίζονται το αυτονόητο: οι influencers, ακολουθώντας το παράδειγμα του διάσημου πρώην ποδοσφαιριστή David Beckham, επαινούν δημοσίως το Κατάρ με το αζημίωτο.

Η χρηματοδότηση δεξαμενών σκέψης όπως το Ινστιτούτο Brookings και το Stimson φαίνεται ακόμα πιο αλλόκοτη: αναρωτιέται κανείς αν τα think tanks διατηρούν την ερευνητική τους ακεραιότητα. Και πράγματι, ίσως οι πιέσεις είναι αφόρητες διότι το 2021 το Brookings διέκοψε τη συνεργασία, ενώ ο επικεφαλής του, John Allen, παραιτήθηκε όταν βγήκε στη φόρα πως ήταν στο μισθολόγιο του Κατάρ ως μέλος λόμπι —σαν εκείνο που αποκαλύφθηκε στην ΕΕ.

Ομοίως, το αμερικανικό Υπουργείο Δικαιοσύνης αποκάλυψε ότι οι πολιτικοί σύμβουλοι της διοίκησης Τραμπ, ο Barry P. Bennett και ο Douglas Watts, παρείχαν παραπλανητικές πληροφορίες για τις δραστηριότητές τους στο καταριανό λόμπι. Το 2022, εκφράστηκαν ανησυχίες σχετικά με τη συμμετοχή της Επενδυτικής Αρχής του Κατάρ σε συμφωνία 1,2 δισ. δολαρίων με την επιχείρηση ακινήτων Brookfield Asset Management της οικογένειας του Jared Kushner, γαμπρού του Ντόναλντ Τραμπ: αν και δεν μπορώ να εξακριβώσω τις οικονομικές συνεργασίες του Κushner, τα ερωτήματα για τις συγκρούσεις συμφερόντων και τις επιπτώσεις στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ είναι αναπόφευκτα. (Σημειώνω εδώ ότι στο fund του Kushner έχει επενδύσει και η Σαουδική Αραβία).

Εξάλλου, είναι επίσης γνωστό ότι η Qatari Diar, θυγατρική της QIA, έχει επενδύσει σε ακίνητα στο Λονδίνο (υπενθυμίζω ότι ένας από τους πιο εντυπωσιακούς ουρανοξύστες της βρετανικής πρωτεύουσας, το Shard, είναι το καμάρι του σεΐχη Αλ-Θανί) κι ότι το Κατάρ κατέχει μερίδιο στην Deutsche Βank και στην Barclay's Bank (It’s the globalization, stupid!)

Η επιρροή του Κατάρ στις ΗΠΑ οφείλεται μεταξύ άλλων στο ότι στην αεροπορική βάση Al Udeid φιλοξενεί την 379η εκστρατευτική πτέρυγα της αμερικανικής αεροπορίας —κι αυτό παρότι το εμιράτο ερωτοτροπεί με το Ιράν, με τους Ταλιμπάν, με την Αλ Κάιντα, με τη Χαμάς και τη Μουσουλμανική Αδελφότητα. Aν και οι Καταριανοί επιστρατεύουν χάκερς για να υποβαθμίζουν τις επικρίσεις, όσοι έχουν παρτίδες μαζί τους ξέρουν ότι τροφοδοτούν την τρομοκρατία: το 2014, ο Γερμανός υπουργός Ανάπτυξης Gerd Müller ανέφερε το Κατάρ ως βασικό χρηματοδότη του ISIS. Δεν κουνήθηκε φύλλο: καθώς η πετρομοναρχία έχει τα χέρια της το Al Jazeera, κονιορτοποιεί όλες τις κατηγορίες.

Πράγματι, μέσα σε 28 χρόνια, το Al Jazeera έχει αποκτήσει τεράστιο κύρος με το δήθεν νεανικό του στιλ, τον μοντέρνο του αντιαμερικανισμό και ένα πρόσωπο ερευνητικής, μαχόμενης δημοσιογραφίας η οποία ξεχωρίζει το Κατάρ από τις άλλες, τις πολιτιστικά «υπανάπτυκτες», χώρες της Μέσης Ανατολής. Μέχρι την Αραβική Άνοιξη το 2011, το κοινό του Al Jazeera υπολογιζόταν σε 250 εκατομμύρια σπίτια σε 130 χώρες: καθώς κάλυψε με τον τρόπο του την 11η Σεπτεμβρίου και στη συνέχεια τις αμερικανικές εισβολές στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν, κέρδισε τη στήριξη των αντι-Αμερικανών παντού στον κόσμο, συμπεριλαμβανομένης της αντιαμερικανικής αριστεράς.

Στη συνέχεια, ανταγωνιζόταν το CNN και το BBC, μεταδίδοντας και σχολιάζοντας τις διαδηλώσεις στην Αίγυπτο υπό το πρίσμα της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, ενώ στον εμφύλιο πόλεμο της Συρίας ευνοούσε τις φατρίες τις οποίες το Κατάρ προμήθευε με όπλα. Πρέπει να παραδεχτούμε ότι το Al Jazeera είναι έξυπνα σχεδιασμένο και ότι η προπαγάνδα του είναι μελετημένη: αυτό είναι το μυστικό της επιτυχίας του. Πάντως, το 2013, ο διευθυντής του Al Jazeera στο Βερολίνο, Aktham Sleiman, παραιτήθηκε διότι ένιωθε ότι η κυβέρνηση του Κατάρ επηρέαζε απροκάλυπτα το κανάλι σχετικά με τον εμφύλιο στη Συρία. Πάντως, το Al Jazeera επέκτεινε την εμβέλειά του με τον πολλαπλασιασμό των δορυφορικών πιάτων σε όλη τη Μέση Ανατολή και στη Βόρεια Αφρική, απορροφώντας το προσωπικό ενός αραβόφωνου δικτύου του BBC.

Στο δίκτυο προστέθηκε ωστόσο το beIN Sports, ένας πολυεθνικός όμιλος αθλητικών καναλιών αρχικά γνωστός ως Al Jazeera Sports και μέρος του Al Jazeera Media Network, που ιδρύθηκε για να επεκτείνει την επιρροή του Κατάρ στην παγκόσμια αγορά αθλητικών εκπομπών. Το beIN Sports, υπό την ηγεσία του Nasser Al-Khelaifi και του Yousef Obaidly, έχει παίξει καθοριστικό ρόλο στην εμπορευματοποίηση των αθλημάτων στο Κατάρ και στις καταριανές χορηγίες σε ομάδες ποδοσφαίρου (όπως η Arsenal, η Bayern, η Roma), μπάσκετ (Brooklyn Nets) καθώς και σε αγώνες αυτοκινήτων.

Πώς το Κατάρ αγοράζει τη Βρετανία

Ένα μεγάλο μέρος της εντεινόμενης παρουσίας του Κατάρ στην Ευρώπη είναι η εκτεταμένη αγορά ακινήτων και η οικοδόμηση κτιρίων υψηλού κύρους σε ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, ιδιαίτερα στο Λονδίνο όπου οι πλούσιοι Καταριανοί επενδύουν, παίζουν και ξεφαντώνουν. Από το 2012, ο oυρανοξύστης Shard, 72 ορόφων, δεσπόζει στη βρετανική πρωτεύουσα· είναι το σύμβολο της μοντέρνας πόλης που επισκιάζει τα παραδοσιακά ορόσημα: ο Πύργος και το Μπιγκ Μπεν είναι πια αφόρητα passé. Kι όμως, ο Shard είναι δημιούργημα μιας υπερσυντηρητικής πετρομοναρχίας: το Κατάρ έχτισε αυτό επιβλητικό οικοδόμημα από χάλυβα και γυαλί επενδύοντας 2 δισεκατομμύρια λίρες στο πλαίσιο μιας τεράστιας εκστρατείας απόκτησης ακινήτων στη Βρετανία.

Ο σεΐχης Hamad bin Jassim bin Jaber al-Thani, γνωστός ως HBJ, κατέχει ακίνητα αξίας άνω των 10 δισεκατομμυρίων λιρών στο βρετανικό έδαφος. Το Κατάρ και η βασιλική οικογένεια που το κυβερνά παίζει Monopoly, συλλέγοντας τρόπαια: ξενοδοχεία στο Mayfair και στο Park Lane —όπως το Ritz, το Connaught, το Berkeley, το Churchill, το InterContinental και το Claridge’s— ακίνητα πολυτελείας στο Pall Mall, στην Oxford Street, στην Bond Street και στην Vine Street, χιλιάδες τετραγωνικά μέτρα στο διεθνές οικονομικό κέντρο στο Canary Wharf, καθώς και επαύλεις στο Λονδίνο, στα ειδυλλιακά προάστια και στις λουτροπόλεις.

Σύμφωνα με τις τελευταίες εκτιμήσεις της MSCI Real Assets, το Κατάρ κατέχει πάνω από 4.100 τίτλους γαιοκτησίας: είναι ο 10ος μεγαλύτερος γαιοκτήμονας στο Ηνωμένο Βασίλειο. Πολλά από αυτά τα ακίνητα έχουν αποκτεί μέσω των φορολογικών παραδείσων —του Τζέρζυ, των Βρετανικών Παρθένων Νήσων ή των Νήσων Κέιμαν— πράγμα που σημαίνει ότι οι ιδιοκτήτες δεν εντοπίζονται εύκολα. Εξάλλου, οι Καταριανοί, συνήθως μέλη της βασιλικής οικογένειας, συμμετέχουν σε επιχειρήσεις με έδρα το Λουξεμβούργο, όπως ο όμιλος Maybourne Hotel Group η αξία του οποίου υπολογίζεται σε 5 δισεκατομμύρια λίρες.

Το σίγουρο είναι ότι η Qatar Investment Authority (QIA) και ο HBJ επιδίδονται σε επενδυτικό γλέντι: αρχικά, το Κατάρ πλήρωσε στον αιγυπτιακής καταγωγής δισεκατομμυριούχο Mohamed Al Fayed 1,5 δισ. λίρες για να αποκτήσει το πολυκατάστημα Harrods στο Knightsbridge, δείχνοντας ιδιαίτερη προτίμηση στο λιανικό εμπόριο πολυτελείας· στη συνέχεια, μέσω του επενδυτικού οχήματος Mayhoola με έδρα την Ντόχα, αγόρασε τους ευρωπαϊκούς οίκους μόδας Valentino, Balmain και Pal Zileri, μαζί με τα καταστήματά τους στην Bond Street και στη Sloane Street.

Τα περισσότερα πολυτελή προσωπικά ακίνητα της βασιλικής οικογένειας —ρετιρέ 25 δωματίων στο Mayfair, πολυώροφα αρχοντικά στην Belgravia με χώρους πάρκινγκ για 32 οχήματα— βρίσκονται σε μια ευρύτερη περιοχή γνωστή ως Μικρή Ντόχα. Σύμφωνα με τα Pandora Papers που δημοσίευσε το 2021 ο Guardian και η Διεθνής Κοινοπραξία Ερευνητικών Δημοσιογράφων, η Sheikha Moza bint Nasser, μητέρα του σημερινού εμίρη και σύζυγος του HBK, αγόρασε το 2013 δύο από τα ακριβότερα ακίνητα του Λονδίνου, στην περίφημη σειρά αρχοντικών Cornwall Terrace στο Regent Park.

Παραλλήλως, το Κατάρ, μέσω της Qatari Diar, που ανήκει στην QIA, είναι σημαντικός εταίρος σε μια σειρά από μεγάλα έργα αστικής ανάπλασης στο Λονδίνο —μεταξύ άλλων, στο Chelsea Barracks, στο Ολυμπιακό χωριό, στο Elephant and Castle και στο Lewisham Gateway— στο Σάλφορντ, στη Γλασκόβη και στο Λιντς. Με λίγα λόγια, μέσω του χρήματος, οι Καταριανοί λαμβάνουν αποφάσεις αστικού σχεδιασμού: προσλαμβάνουν stararchitects σαν τον Rem Koolhaas, τον Ali Mangera, την Ada Yvars Bravo, τον Arata Isozaki, τον Jean Nouvel κτλ και ανασχεδιάζουν το «πολυπολιτισμικό» Λονδίνο. Ο αρχιτεκτονικός και πολεοδομικός σχεδιασμός είναι σημαντικό μέρος της ήπιας ισχύς του εμιράτου.

Σε τι διαφέρει η ήπια ισχύς του Κατάρ από εκείνη των ΗΠΑ ή του Ισραήλ;

Αν και αυτές οι δύο χώρες ασκούν soft power και διαθέτουν προπαγανδιστικούς μηχανισμούς με μεγάλη ένταση, έκταση και διάρκεια, δεν διακινούν μόνο χρήμα· διακινούν πολιτιστικά προϊόντα —κάτι που το Κατάρ δεν διαθέτει. Οι χώρες με πολιτισμό δημιουργούν πολιτιστικά αγαθά που είναι τόσο ελκυστικά ώστε να τα υιοθετεί μεγάλο μέρος του παγκόσμιου πληθυσμού. Επιπροσθέτως, είτε το θέλουν, είτε όχι, η προπαγάνδα τους δεν υπόκειται μόνο σε διεθνή έλεγχο, αλλά και σε εσωτερικό.