Κοσμος

Το μεταναστευτικό και το ταραχώδες καλοκαίρι της Μ. Βρετανίας

Εάν η μετανάστευση δεν τεθεί επί τάπητος και δεν αναληφθεί η σοβαρή διαχείρισή της από τις συστημικές δυνάμεις, η άκρα δεξιά θα βρίσκει όλο και περισσότερο χώρο διαθέσιμο, μαζί και ευήκοα ώτα

Σοφία Καλαμαντή
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Το μεταναστευτικό ήταν που ώθησε τους Βρετανούς στο κατώφλι της εξόδου από την ΕΕ, το μεταναστευτικό είναι και τώρα το ζήτημα που αναμοχλεύει φόβο, οργή και ανησυχία

Δεν μονοπώλησε ιδιαίτερα την επικαιρότητα η βρετανική πολιτική και κοινωνική σκηνή το καλοκαίρι που μας πέρασε, αν και οι εξελίξεις ήταν πολλές και σημαντικές. Τα αίτια για αυτό πολλά: οι δραματικές εξελίξεις στο πεδίο των αμερικανικών εκλογών, με την απόπειρα δολοφονίας του Ντόναλντ Τραμπ, οι συνεχείς ταραχές στις ισορροπίες ισχύος στη Μέση Ανατολή, που αναζωπυρώνουν φόβους για γενικευμένη σύρραξη και, βεβαίως, το ζήτημα της ρωσικής απειλής και η εισβολή στην Ουκρανία. Ωστόσο, τα τεκταινόμενα στο Ηνωμένο Βασίλειο έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, ενώ ίσως αποτέλεσαν και έναν σιωπηλό οιωνό για τις αντιδράσεις που βλέπουμε στο μεταναστευτικό και τις εφαρμοζόμενες πολιτικές τις τελευταίες ημέρες στη Γερμανία, την Ολλανδία και τη Σουηδία.

Η «φρέσκια» κυβέρνηση των εργατικών με πρωθυπουργό τον Κιρ Στάρμερ βρέθηκε από το τέλος Ιουλίου αντιμέτωπη με εκτεταμένες διαδηλώσεις και επεισόδια, μετά από ένα φρικτό περιστατικό, που έλαβε χώρα στην πόλη του Southport: ένας 17χρονος με καταγωγή από τη Ρουάντα, γεννημένος στο Cardiff, προχώρησε σε επίθεση με μαχαίρι έξω από ένα στούντιο χορού, με στόχο ανηλίκους. Αποτέλεσμα του αποτρόπαιου εγκλήματος ήταν τρία κορίτσια ηλικίας 6, 7 και 9 ετών να χάσουν τη ζωή τους, ενώ άλλα 10 άτομα -8 εκ των οποίων παιδιά- τραυματίστηκαν σοβαρά. Η δολοφονική επίθεση πυροδότησε αμέσως αντιδράσεις και λόγω της ευρείας παραπληροφόρησης που διαδόθηκε μέσω του X. Ο δράστης παρουσιάστηκε ως Μουσουλμάνος αιτών άσυλο. Από εκεί και έπειτα, οι εξελίξεις πήραν τη μορφή ντόμινο: βανδαλισμοί σε τζαμιά, διαδηλώσεις με αντιμουσουλμανικό χαρακτήρα και βίαια επεισόδια μεταξύ διαδηλωτών και αστυνομικών. «Σκόπιμα και συντονισμένα» αποκάλεσε ο Στάρμερ τα επεισόδια, επιρρίπτοντας τις αιτίες αποκλειστικά στο «ακροδεξιό μίσος» που υποδαυλίζει τη βία. Πέρα όμως από τα μέτρα και την αντιμετώπιση της βίας στους δρόμους, ο βρετανός πρωθυπουργός προχώρησε σε μία δήλωση, που πυροδότησε αντιδράσεις: «Επιτρέψτε μου επίσης να πω στις μεγάλες εταιρείες μέσων κοινωνικής δικτύωσης και σε αυτούς που τις διευθύνουν πως οι βίαιες ταραχές ξεσπούν ξεκάθαρα και στο διαδίκτυο: αυτό είναι επίσης έγκλημα. Συμβαίνει στις πλατφόρμες σας και ο νόμος πρέπει να τηρείται παντού». Η δήλωση αυτή έφερε με τη σειρά της και τη συζήτηση για αλλαγές από την κυβέρνηση στο «On line Safety Act», τη νομοθεσία που αφορά τo ρυθμιστικό πλαίσιο της λειτουργίας των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Μία τέτοια συζήτηση, που μένει κάπως ασαφής ως προς τις προθέσεις, γεννά βεβαίως και το ερώτημα του τι μπορεί να συνιστά ποινικό αδίκημα ως έκφραση στα social media, ποιος θα το αποφασίζει αυτό, με τι κριτήρια κ.ο.κ.

Από τα παραπάνω γεγονότα, η όλη δημόσια συζήτηση και μαζί οι αντιδράσεις των κυβερνώντων, εστίασαν μάλλον στα λάθος σημεία, πετώντας κατά έναν τρόπο βολικά την μπάλα στην εξέδρα. Το ζήτημα του ακροδεξιού λόγου και της ακροδεξιάς βίας (ο όρος «ακροδεξιός» είναι από μόνος του ένα κεφάλαιο συζήτησης, προέχει να επανεξετασθεί ο ορισμός της ίδιας της λέξης, η οποία μάλλον κακοπερνάει στα χέρια των διάφορων δημοσιολογούντων) δεν μπορεί να αρχίζει και να τελειώνει με γενικόλογες καταδίκες απέναντι στη βία και φοβέρες για μετατροπή ψηφιακών αναρτήσεων σε αδικήματα που επισείουν ποινές. Μία χώρα δεν βρίσκεται σε βαθιά κοινωνική κρίση από τη μια στιγμή στην άλλη, ούτε αρκούν μερικά tweets και 3-4 ακραίοι opinion leaders για να φέρουν τον κατακερματισμό και την κοινωνική έκρηξη στο προσκήνιο. Προτού λοιπόν «τα βάλει» με τον Ίλον Μασκ -που παρεμπιπτόντως αδιαφορεί πλήρως για τέτοιες κατσάδες-, ο Κιρ Στάρμερ θα έπρεπε ίσως να συνειδητοποιήσει πως το ζήτημα του μεταναστευτικού και η διαχείρισή του έχει προ πολλού θέσει τις βάσεις για την άνθηση της παραπληροφόρησης και την ανάφλεξη της θυμικής αντίδρασης σε σημαντική μερίδα της βρετανικής κοινωνίας. Το μεταναστευτικό ήταν άλλωστε που ώθησε τους Βρετανούς στο κατώφλι της εξόδου από την ΕΕ, το μεταναστευτικό είναι και τώρα το ζήτημα που αναμοχλεύει φόβο, οργή και ανησυχία. Εάν η μετανάστευση δεν τεθεί με αυτή τη διάσταση επί τάπητος και δεν αναληφθεί η σοβαρή διαχείρισή της από τις συστημικές δυνάμεις με ορθολογισμό και χωρίς γενικόλογες κορώνες, η άκρα δεξιά θα βρίσκει όλο και περισσότερο χώρο διαθέσιμο, μαζί και ευήκοα ώτα. Οι διαβεβαιώσεις για απόλυτη καταδίκη κάθε μορφής βίας και για ένα τέλος στην «Ισλαμοφοβία» δεν απαντούν στο κρίσιμο ερώτημα του εάν το πείραμα της πολυπολιτισμικότητας στην Ευρώπη βρίσκεται πλέον σε τέλμα και κατά πόσον τα ζητήματα ταυτότητας και συνοχής κάνουν τις δυτικές κοινωνίες να βράζουν. Η απάντηση στα παραπάνω μπορεί να έρθει σαν κεραμίδα με πολλούς τρόπους: με τη Γερμανία και τη στροφή 180 μοιρών στη μεταναστευτική της πολιτική ή με την Σουηδία που καταγράφει τα μεγαλύτερα ποσοστά εγκληματικότητας των τελευταίων δεκαετιών.